Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ακόντισμα
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ακόντισμα το [akóndizma] Ο49 : η ενέργεια του ακοντίζω· ακόντιση.

[λόγ. < αρχ. ἀκόντισμα]

[Λεξικό Γεωργακά]
ακόντισμα [akóndizma] το,
  • ① hurling the javelin (syn κονταροχτύπημα)
  • ② athl javelin throw (syn in ακόντιο 3)

[fr K, AG ἀκόντισμα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες