Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- έκτυπος ο,
- βλ. κτύπος.
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- έκτυπος -η -ο [éktipos] Ε5 : για ανάγλυφη παράσταση της οποίας η μορφή εξέχει πολύ από την επιφάνεια επάνω στην οποία έχει δημιουργηθεί· έξεργος. ANT πρόστυπος: Έκτυπο ανάγλυφο, έξεργο. ANT πρόστυπο. Έκτυπη παράσταση / μορφή. || ~ χάρτης, που δίνει την εντύπωση ανάγλυφου.
[λόγ. < αρχ. ἔκτυπος]