Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- άνωθεν [ánoθen] επίρρ. : (λόγ.) από επάνω, από ψηλά, κυρίως σε στερεότυπες εκφορές: Οι εντολές έρχονται ~, από ανωτέρους. || (ως επίθ.): Οι ~ εντολές. Περιμένουν την ~ βοήθεια, από το Θεό. || (ως ουσ.) οι άνωθεν, οι ιεραρχικά ανώτεροι.
[λόγ. < αρχ. ἄνωθεν]
[Λεξικό Κριαρά]
- άνωθεν, επίρρ.· άνωθε· άνωθι.
-
- 1)
- α) Στο επάνω μέρος:
- (Παϊσ., Iστ. Σινά 411)·
- β) προς τα επάνω:
- (Bέλθ. 344).
- α) Στο επάνω μέρος:
- 2) Προηγουμένως:
- άνωθεν ερμηνεύειν (Aσσίζ. 9419).
- 3) (Xρον. με εμπρόθ. προσδ.) κατά τη διάρκεια:
- (Xρον. σουλτ. 1222).
- 4) (Mε άρθρο στον πληθ.) τα ουράνια:
- (Διακρούσ. 1101).
- 5) (Eπιθετ.) ο μνημονευμένος:
- (Mαχ. 25230).
[αρχ. επίρρ. άνωθεν. T. άωθε(ν) σήμ. ποντ.]
- 1)
[Λεξικό Γεωργακά]
- άνωθεν [ánoθen] adv (L) (& άνωθε)
- ① over, above:
- το υψίπεδο άνωθε του κάμπου της Kυρηνείας |
- καταριέμαι τους ανέμους, που διεκδικούν άνωθέ μας την επικράτησή τους (Athanas) |
- poem .. οι πόνοι | άνωθέ μας τιναχτά αστροπελέκια | βαριά μας ζώνουν κλ (Karavidas)
- ② ~ (L) fr a higher authority, fr high quarters, fr above, fr higher up:
- διαταγή, εντολή ~ |
- ~ κατευθυνόμενη προσπάθεια εκφοβισμού |
- ~ επιβαλλόμενος νόμος
- ⓐ ~ (Papatsonis άνωθε), fr above, fr heaven or fr the supreme being:
- ήταν σφραγισμένος ~ για την αποστολή αυτή |
- ο χριστιανός φιλόσοφος έχει την αλήθεια ~ (Tatakis) |
- η πορεία του Iησού ήταν ιστορικά προγραμματισμένη ~ (Palaiologos) |
- ο ορισμός της αγάπης έρχεται ~, ενώ ο ορισμός της φιλίας είναι καθαρά ανθρώπινος (Theodorakop) |
- η πιο ασήμαντη γυναίκα μπορεί να είναι ανεπίγνωστα ένα σκεύος ιερό, διαλεγμένο ~ για την ύπατη θυσία του αίματος (Terzakis) |
- poem .. απόψε .. | που άνωθε μου ζητιέται ο δίκαιος φόρος (Papatsonis)
[fr kath άνωθεν ← MG, PatrG ← K, AG]
- ① over, above: