Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- Αχαιός [açeós] ο, (L) AG hist
- Achaean, Greek (syn Aργίτης1 2):
- oι Aχαιοί, φορείς του μυκηναϊκού πολιτισμού, κατακλύζουν το νησί (Varelas) |
- ήταν τόσοι πολλοί οι Αχαιοί, ώστε δε διατηρήθηκε κανένα όνομα άρχοντά τους (ChZalokostas) |
- in adj function ο ~ βασιλιάς, που θα εγκατασταθεί στην Kνωσό, θα ξαναχτίσει το παλάτι (Kakridis) |
- poem όμως θα κρίνω εγώ μονάχος μου κι ούτε ~ κανένας | θα 'χει μαζί μου λέω παράπονο· κλ (Homer Il 23.579 Kaz-Kakr; the next has Δανα΅ν for '\Aχαι΅ν'
[fr kath Aχαιός ← K (also pap), AG]
- Achaean, Greek (syn Aργίτης1 2):