Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Αραβιστί
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αραβιστί [aravistí] επίρρ. : (λόγ.) σε αραβική γλώσσα, στα αραβικά.

[λόγ. αραβ(ικός) -ιστί κατά το ελληνιστί]

[Λεξικό Κριαρά]
αραβιστί, επίρρ.
  • Στην αραβική γλώσσα:
    • Άκρι δε επικέκληται αραβιστί ο τόπος (Παϊσ., Iστ. Σινά 1967).

[<αραβίζω. H λ. τον 9. αι. (LBG)]

[Λεξικό Γεωργακά]
αραβιστί [aravistí] adv (L)
  • in the Arabic language, in Arabic (syn in αραβικά)

[fr kath αραβιστί ← fr MG (Eustathius, 12th c.); cf εβραϊστί, ελληνιστί etc]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες