Παράλληλη αναζήτηση
5 εγγραφές [1 - 5] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- Άρτεμις s. Aρτέμιδα.
[Λεξικό Γεωργακά]
- Αρτεμισία [artemisía] η, AG & ModG f pers-n
- :
- το μνημείο το είχε σχεδιάσει ο βασιλέας .. Mαύσωλος και το έστησε η αδελφή και σύζυγός του ~(Floros) |
- οι περισσότερες γυναίκες εδώ (στο λιμάνι της Kαλύμνου) έχουν το όνομα ~, που οι ντόπιοι το λένε Aρτούμισα (Varelas)
[fr postmed (Somavera) Aρτεμισία ← K, AG Aρτεμισία, der of 0Aρτεμις]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αρτεμισία [artemisía] η, bot
- shrub or herb of the genus Artemisia, mugwort, wormwood (syn αγριαψιθιά 1, αψιθιά)
[der of Aρτεμισία]
[Λεξικό Γεωργακά]
- Αρτεμίσιο [artemísio] το,
- ① AG relig name of various temples dedicated to the goddess Artemis:
- κοντά στα μνημεία των διαδόχων του Aλεξάνδρου ήταν το ~,ναός της δίδυμης αδελφής του Φοίβου (ChZalokostas)
- ② geogr name of mountain in EPelop:
- σπάζουν τον κλοιό των κομμουνιστών και τραβάν προς το βουνό ~(ChZalokostas, adapted)
- ③ geogr name of cape at the NE end of Euboea
[fr kath Aρτεμίσιον ← K, AG Aρτεμίσιον]
- ① AG relig name of various temples dedicated to the goddess Artemis:
[Λεξικό Γεωργακά]
- αρτεμίσιος, -α, -ο [artemísios] (L)
- characteristic of the goddess Artemis:
- έχει μιαν αρτεμίσια ομορφιά στις στάσεις της, στις κινήσεις της (Terzakis)
[neol, der of Άρτεμις]
- characteristic of the goddess Artemis: