Διδακτικά Βιβλία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΝΔΥΜΑΣΙΑΣ ΣΤΑ ΤΕΛΗ TOY 19OY ΑΙΩΝΑ

Η διάδοση της δυτικής ενδυμασίας στην Ελλάδα

Τα πρώτα βήματα της διάδοσης της δυτικής αστικής ενδυμασίας στην Ελλάδα. Πριν από την Επανάσταση οι Έλληνες, που κατοικούσαν στο χώρο που επρόκειτο να αποτελέσει το ελεύθερο ελληνικό βασίλειο, είχαν τις δικές τους ενδυματολογικές συνήθειες. Ως επί το πλείστον, οι ενδυματολογικές συνήθειες των αστών ήταν επηρεασμένες από τα πρότυπα της Ανατολής ενώ, παράλληλα, οι κατά τόπους περιοχές του ελλαδικού χώρου είχαν διατηρήσει και διαμορφώσει μία τοπική ενδυμασία, η οποία αναγνωρίζεται σήμερα ως λαϊκή ενδυμασία.

Η ύπαρξη διαφορετικού ενδυματολογικού τύπου στη Δύση σαφώς ήταν γνωστή σε όσους Ελλαδίτες είχαν προσωπική εμπειρία του δυτικού πολιτισμού μέσω του εμπορίου ή έρχονταν σε επαφή με τους ομογενείς του εξωτερικού ή τους ξένους περιηγητές. Όμως, πέρα από αυτό, η δυτική ενδυμασία δεν ήταν διαδεδομένη στην Ελλάδα.

Τα πρώτα χρόνια μετά την ίδρυση του κράτους, την ευρωπαϊκή ενδυμασία έφεραν λίγα άτομα σε σύγκριση με την τοπική. Δεν υπάρχει πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα των ενδυματολογικών συνηθειών που επικρατούσαν στη χώρα από αυτό που δίνουν τα μέλη της Δημογεροντίας στην Εθνοσυνέλευση του 1 Πρόνοια (Ναύπλιο): Γράφει σχετικά ο Λούντβιχ Ρος στο βιβλίο του, "Αναμνήσεις και ανακοινώσεις από την Ελλάδα" (1832-1833):

Η εξωτερική εμφάνιση της Εθνοσυνέλευσης είναι αρκετά γραφική. Τέσσερα κυρίως είδη φορεσιάς μπορεί κανείς να διακρίνει: Τη φορεσιά των Νησιωτών, τη φορεσιά των Πελοποννησίων, το Ρουμελιωτών, τη φράγκικη (ευρωπαϊκή) φορεσιά που τη φοράει ένα όγδοο των πληρεξουσίων και, τέλος, είναι μερικοί που φοράνε τούρκικα καφτάνια. *

* καφτάνι, το: (τούρκικη λέξη) πολυτελής μανδύας ποδήρης, με μακριά μανίκια, που στηρίζονταν στη μέση με ζώνη.

Ένα δεύτερο και πιο σημαντικό βήμα έγινε με την εισαγωγή δυτικών ηθών και εθίμων από τις ομάδες που διαμόρφωσαν την πρώτη "αστική" τάξη στην Αθήνα του Όθωνα: την ακολουθία του βαυαρού βασιλέως καθώς και τους ομογενείς ή τους ξένους που εγκαταστάθηκαν στη χώρα προερχόμενοι από κάποιο αστικό κέντρο του εξωτερικού είτε για να εκπληρώσουν το όραμα της στελέχωσης του νεοσύστατου κράτους είτε για να αναπτύξουν επιχειρηματικές δραστηριότητες. Όλοι αυτοί ενδυνάμωσαν την αίγλη της ευρωπαϊκής ενδυμασίας.

Και αυτή η προσπάθεια γνώρισε κάποια αντίσταση, καθώς δεν ήταν λίγοι εκείνοι που θεωρούσαν το δυτικό παντελόνι, τα "στενά των Φράγκων" όπως αποκαλούνταν, ανάρμοστο για τους άνδρες. Η αντίδραση όμως ήταν περιορισμένη μεταξύ των ναυτικών, ενώ οι άνδρες του στρατού ξηράς μοιάζει να έδειξαν μεγαλύτερη προσαρμοστικότητα. Βέβαια, παρ' όλη τη διάδοσή της, η υιοθέτηση της ευρωπαϊκής ενδυμασίας δεν ήταν καθολική. Υπήρχαν εξαιρέσεις που παρατηρούνται καθ' όλο το 19° αιώνα μέχρι τον 20°.

Η ευρωπαϊκή ενδυμασία διαδόθηκε κυρίως στα αστικά κέντρα, ενώ τις τοπικές ενδυματολογικές συνήθειες διατηρούσαν όσοι κατοικούσαν στην επαρχία. Επίσης, υπήρχαν οι περιπτώσεις των ευπατριδών με συμβολή στην ιστορία του τόπου, οι οποίοι συνειδητά διατηρούσαν την παράδοση. Μεταξύ αυτών χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούσαν τα "παλικάρια", οι παλιοί αγωνιστές του 1821, που διαμόρφωναν τώρα τα μέλη των ενόπλων σωμάτων και οι οποίοι διατήρησαν την ενδυμασία τους, τη φουστανέλα, μαζί με μία αυστηρή παραδοσιακή ιδεολογία.

Τέλος, αρκετοί ήταν αυτοί που προσπαθούσαν να βρουν κάποια ισορροπία μεταξύ των δύο ταυτοτήτων τους, της ελληνικής και της ευρωπαϊκής, συνδυάζοντας στην ενδυμασία τους στοιχεία και από τους δυο πολιτισμούς. Δύο χαρακτηριστικά δείγματα θα πρέπει να αναφερθούν: Πρώτον, ένας τύπος του φράκου (στην ελληνική βιβλιογραφία απαντάται και ως ρεντιγκότα), ο οποίος φορέθηκε από άνδρες και γυναίκες ως επανωφόρι σε συνδυασμό με την τοπική ενδυμασία. Δεύτερον, η ανδρική πουκαμίσα ή καναβίτσα, ένα ανδρικό ένδυμα του οποίου το κάτω μέρος επεκτείνεται και καταλήγει σε φούστα παρόμοια με της φουστανέλας, και το οποίο φορέθηκε σε συνδυασμό με το "φράγκικο" παντελόνι.