Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Ορίζοντες :: Κριτική εικαστικών

( αντίο ατελιέ, καλημέρα μνήμη :: 15-01-2003) 

ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ

Αντίο ατελιέ, καλημέρα μνήμη

Με τις δύο ταυτόχρονες μουσειακές εκθέσεις του ο Χρόνης Μπότσογλου καταθέτει εξομολογητικά την προσωπική του Οδύσσεια και μας καλεί σε "εφ' όλης της ύλης" συζήτηση για τη ζωή και την τέχνη.

ΧΑΡΗΣ ΚΑΜΠΟΥΡΙΔΗΣ

Τέμπλο ναού μοιάζουν οι 26 πίνακες, με τον ζωγράφο ως Πρίαπο - αρχιερέα στο κέντρο, "είδωλα καμόντων" (Δ. Μαρωνίτης), αγιογραφίες βιωμάτων και αναμνήσεων, ένα τέμπλο προσωπικό που προτρέπει σε αναγνώσεις συλλογικές, αισθητικές, ιστορικές, μεταφυσικές

Έργο μνημειακό, διαχρονικού βεληνεκούς, αλλά και διστακτικό στο να δεχθεί όλα όσα αποκαλύπτει. Ο ένας τίτλος φαινόταν απλώς περιγραφικός και ο άλλος ανεπίκαιρος. Από τη μια ο ζωγράφος αποχαιρετά το επί δεκαετίες εργαστήριό του και τους πίνακες που δημιούργησε εκεί. Και από την άλλη, χριστουγεννιάτικα, μας καλούσε στη "Νέκυια" ("επίκληση των νεκρών για να μας συμβουλέψουν για το Μέλλον") σαν να ήταν του Λαζάρου ή Μεγάλη Εβδομάδα. Ύβρις; Καταρχήν ναι, αφού το κοινό μας συναίσθημα θέλει χαρούμενο το ξεκίνημα του νέου έτους και προσπαθεί να ξεχάσει τα παλιά τεφτέρια της ζωής. Όμως τα 26 έργα της "Νέκυιας" διατείνονται ότι το παρόν δεν είναι παρά το ίδιο το παρελθόν που μένει ενεργό, άρα στο γύρισμα ενός χρόνου (συμπληρώνουμε: και ενός αιώνα, μιας χιλιετίας, μιας εποχής) το μεταίχμιο αφορά τα πάντα - τη ζωή, τον Χρόνο, την τέχνη και τα συστατικά της, έστω κι αν ο ζωγράφος μοιάζει με τον Άμλετ όταν τον καλεί το φάντασμα του πατέρα του ή όταν κρατά το κρανίο του Γιόρικ. Αλλά, έστω, οι λευκές σκιές των νεκρών του Μπότσογλου επικαλύπτοντας τις ροδαλές των ίδιων εν ζωή θυμίζουν τη μετέωρη ονειροφαντασία του Σκρουτζ στη "Χριστουγεννιάτικη Ιστορία" του Κ. Ντίκενς.

Τόσα πολλά σε μια σειρά 26 έργων; Στην πραγματικότητα είναι περισσότερα. Στο επίκεντρο ο Όμηρος με την ομότιτλη ραψωδία των νεκρών και ο Οδυσσέας-ζωγράφος, ως συμβολική μορφή της περιπέτειας και της Ιθάκης. Πλαγίως και ο Μ. Προυστ "αναζητώντας τον χαμένο Χρόνο", οι μπρεχτικοί προβληματισμοί για την τέχνη ως "μίμηση ή πράξη", ο Α. Ντίρερ που πρωτοκαθιέρωσε τον καλλιτέχνη ως μιμητή του σταυρούμενου Ιησού, ο Πλάτωνας με τις σκιές των ειδώλων στην "Πολιτεία" και άπειρες συνακόλουθες αναγωγές, πολλές από τις οποίες καταγράφονται και στα κείμενα (Α. Δεληβορριάς, Π. Κουνενάκη, Χρ. Λάζος, Δ. Μαρωνίτης, Χρ. Μπότσογλου, Μ. Χριστοφόγλου) των καταλόγων.

"Όμηρον εξ Ομήρου ευκρινίζειν", ας ξεκινήσουμε διαβάζοντας τα ίδια τα εκθέματα, που, μολονότι λακωνικά διατυπωμένα, όχι μόνο επιτρέπουν όλα αυτά τα βαρύγδουπα, αλλά απαιτούν περισσότερα. Πίνακες σκοτεινοί, αλλά με φωτεινά πολύχρωμα παράθυρα. Απεικονίζουν αγαπημένες φιγούρες του ζωγράφου (γονείς, δάσκαλοι, συμπαραστάτες) σε χαρακτηριστικό ενσταντανέ τους, σε μαύρο φόντο, και με τις σκιές τους να αλληλεπικαλύπτουν την "πραγματική" όψη-ανάμνηση.

Τέμπλο ναού μοιάζουν οι 26 πίνακες, με τον ζωγράφο ως Πρίαπο - αρχιερέα στο κέντρο, "είδωλα καμόντων" (Δ. Μαρωνίτης), αγιογραφίες αναμνήσεων, που προτρέπουν σε αναγνώσεις συλλογικές, αισθητικές, ιστορικές, μεταφυσικές.

Πρωταγωνιστής του ζωγραφικού ρεαλισμού ο Μπότσογλου, με μαρξιστική θεωρητική προίκα, τιμά μεν τον ιδεολογικό πλακούντα των χρόνων της δικτατορίας, όταν με τον Γ. Σεφέρη και τα "18 Κείμενα" οι Έλληνες διανοούμενοι επιχειρούσαν συνειδησιακό προσανατολισμό στην Ιστορία, αλλά και δηλώνει εξομολογητικά ότι προτιμά πλέον την αναπαράσταση και όχι την πραγματικότητα, την αγάπη και όχι τον αναλυτικό λόγο, τον μετανοημένο Σκρουτζ και όχι τον ψυχικά τσιγκούνη ορθολογιστή. Εικονογραφικώς, τιμά την προϊστορική Θήρα, τη στήλη της Ηγησούς, τα "Επιτύμβια" του Γ. Μόραλη, αλλά όχι τα Φαγιούμ. Φοβάται μεν τη Θεολογία, αλλά συγκατανεύει σε έννοιες πολύ έξω από την Ιστορία - στη μεταφυσική του Χρόνου, στη λατρεία των νεκρών ως κεκοιμημένων και όχι εξαφανισμένων, στο θρησκευτικό συναίσθημα. Έστω κι αν από το βλέμμα των καμόντων απουσιάζει εκείνο το ελπιδοφόρο ασπράδι που έχουν τα πορτρέτα Φαγιούμ, αντανάκλαση από το φως της πόρτας που θ' ανοίξει για Ανάσταση. Ακόμη και τα ρεαλιστικά έργα, στο Μουσείο Φρυσίρα, μοιάζουν να αποχωρίζονται την εγκόσμια αναφορά τους και προστίθενται στη διαχρονική φρίζα της "Νέκυιας". Κι όλα μαζί θυμίζουν τη ρωμαϊκή τοιχογραφία που ανακαλύπτει ο εκσκαφέας στο "Ρόμα" του Φ. Φελίνι, καθώς σβήνουν στο φως.

Με γνήσια βιώματα, προσωπική εικαστική διατύπωση και με καλά χωνεμένη μέσα της την Ιστορία, η "Νέκυια" του Μπότσογλου συνιστά έργο μνημειακό, εθνικών διαστάσεων, επιτύμβιο για μια Ελλάδα πριν γίνει Ευρώπη ελληνικής καταγωγής. Παρακαταθήκη για τους νεώτερους; Εδώ χρειάζεται επιπλέον συζήτηση που προϋποθέτει τον Πλάτωνα και όσα απαιτεί από τους καλλιτέχνες της ιδανικής Πολιτείας.

Προσωπικά, διατήρησα την απορία: Τι χρειαζόμαστε τις προσωπικές Οδύσσειες, εφόσον στο τέλος καταλήγουμε στη μεταμοντέρνα διάθεση, στα ευγενή αρχαία στερεότυπα;

INFO

Μπότσογλου Χρόνης, "Αντίο ατελιέ". Πορτρέτα και ζωγραφικές απεικονίσεις του ατελιέ του, Μουσείο Φρυσίρα, Μονής Αστερίου 3-7, Πλάκα, τηλ. 210-3234.678, έως 9 Φεβρουαρίου 2003 Μπότσογλου Χρόνης, "Μια προσωπική Νέκυια (1993-2000)", Μουσείο Μπενάκη, Κουμπάρη 2, τηλ. 210-3671000, έως τις 19 Ιανουαρίου 2003