Εφημερίδα "Τα Νέα"

Αναζήτηση

Βρες
Εμφάνιση

Ορίζοντες :: Κριτική κινηματογράφου

( η πανωλεθρία του μάρτιν σκορσέζε :: 24-01-2003) 

Η πανωλεθρία του Μάρτιν Σκορσέζε

Λάθος προσέγγιση, λάθος χειρισμοί, λάθος σκηνοθεσία. "Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης" ήρθαν τόσο αργά και θα μείνουν τόσο λίγο!

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΑΝΙΚΑΣ

Αν ο Φράνσις Φορντ Κόπολα πριν από τριάντα χρόνια είχε αποφασίσει να εικονογραφήσει μία από τις πιο αδυσώπητες και βάναυσες σελίδες της αμερικανικής Ιστορίας, τότε ίσως ο παγκόσμιος κινηματογράφος να είχε ευλογηθεί από μια δεύτερη "Apocalypse now". Και μάλιστα πιο μεγαλειώδη, άμεση, αποκαλυπτική και θριαμβευτική. Δυστυχώς - όσο και ν' ακούγεται βλάσφημο και αποκρουστικό - ο κλήρος έλαχε στον Μάρτιν Σκορσέζε. Τον λαμπρότερο βιρτουόζο φιλμέικερ που βγήκε από την ακαταπόνητη μήτρα του american cinema, αλλά και τον πιο αδιόρθωτο λάτρη του φορμαλισμού. Ο αιχμάλωτος του στυλ.

Σύμφωνα με τα ιστορικά δεδομένα των πρώτων δεκαετιών του 19ου αιώνα, το μεταναστευτικό ρεύμα προς τη Γη της Επαγγγελίας είχε την ίδια έκταση της… πανώλους που σκότωσε εκατομμύρια ψυχές στην Ευρώπη του Μεσαίωνα. Εξαιτίας των βίαιων αποικιοκρατικών μεθόδων της μητέρας Αγγλίας προς τη "θυγατέρα" Ιρλανδία, εξαιτίας των λοιμών και των καταποντισμών που σάρωναν αυτή την… τριτοκοσμική και… αραβική κουκίδα της Ευρώπης, εκατομμύρια Ιρλανδοί μέσα σε διάστημα μηνών κατέπλευσαν στη Νέα Υόρκη. Όποιος διαβάσει - έτσι, επί τροχάδην - το τι έμελλε να συμβεί σ' αυτούς τους παρίες, θα αρπάξει μυδράλιο για να εκτελέσει στα έξι βήματα όλους τους επιγόνους των ηθικών αυτουργών εκείνης της γενοκτονίας που σήμερα παιανίζουν εμβατήρια πολέμου εναντίον του Ιρακινού… σατανά.

"Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης". Τόσος χρόνος για τόσο χάος

Προορισμός εκατομμυρίων Ιρλανδών - δηλαδή των παιδιών της ίδιας αγγλοσαξονικής φυλής που όριζε τη μοίρα της Αμερικής - ήταν η αλεστική μηχανή του Εμφυλίου πολέμου, το ξεροκόμματο της νεότευκτης βιομηχανίας και οι υπόνομοι του παρακράτους. Απ' αυτές τις αντιθέσεις, που ουδέποτε εμφανίστηκαν τόσο κολοσσιαία σε κανένα άλλο κεφάλαιο της Ιστορίας των τελευταίων αιώνων, προέκυψε ένα απίστευτο λουτρό αίματος. Και απ' αυτό το λουτρό αίματος, μέσα απ' αυτήν την κακοφορμισμένη και αιματοβαμμένη μήτρα, ξεπήδησε η πιο ισχυρή αυτοκρατορία του κόσμου.

Αν η βία είναι η μήτρα της Ιστορίας, τότε η κακουργηματική, τυφλή, κατά συρροήν και κατ' επανάληψιν χρήση βίας είναι ο ομφάλιος λώρος που συνδέει αυτήν τη χώρα με την οικονομική της ευημερία. Και οι θεμέλιοι λίθοι αυτής της αυτοκρατορικής κοσμογονίας που σήμερα κυριαρχεί απ' άκρη σ' άκρη του πλανήτη είναι ο τυχοδιωκτισμός, τα όπλα και ο τρόμος. Η πεμπτουσία της ιμπεριαλιστικής βαρβαρότητας αποτυπώνεται με μοναδικό τρόπο σε μία από τις ελάχιστες σπουδαίες σκηνές της ταινίας. Όταν ο αρχιμαφιόζος της συμμορίας των "γηγενών", ο επονομαζόμενος χασάπης (Ντάνιελ Ντέι Λιούις), περιγράφει με μοναδική κυνικότητα τη φιλοσοφία της εξουσίας: "Όταν κάποιος μου αρπάξει το πορτοφόλι, του κόβω το χέρι. Όταν με προσβάλει, του κόβω τη γλώσσα. Και όταν τραβήξει πιστόλι, του κόβω το κεφάλι και το περιφέρω στους δρόμους για να το δουν όλοι. Ο φόβος, φίλε μου, σε κρατάει ζωντανό και αδιαφιλονίκητο αρχηγό".

Λάθη, χάος και καρικατούρες

Μάρτιν Σκορσέζε. Κάπου έχασε τον… μπούσουλα

Λάθος πρώτο: Χωρίς υπογραφή. Μέχρι να πάρει μπροστά η μηχανή, μέχρι να μπει στο κυρίως θέμα και μέχρι να αντιληφθεί ο θεατής τη συνάφεια της Ιστορίας με το μυθοπλαστικό, σεναριακό υλικό, περνούν εβδομήντα λεπτά. Τόσος χρόνος για μια… εξωτική και εξοντωτική περιγραφή της Νέας Υόρκης του 19ου αιώνα. Και το χειρότερο για έναν Σκορσέζε είναι πως όλη αυτή η ξενάγηση στους… υπονόμους και στα ανθρώπινα σκουπίδια της πόλης συντελείται χαοτικά, αμήχανα, άνευρα και χάρτινα. Όλο αυτό το διάστημα περνάει από μπροστά μας το ποτ πουρί όλων των ειδών του αμερικανικού κινηματογράφου: σαλούν, γουέστερν, μιούζικαλ, Κάρολος Ντίκενς, ρομάντζο, μελόδραμα, τα πάντα. Ο Σκορσέζε, είπατε; Λάθος. Βάζω στοίχημα, πως το πρώτο μέρος θα μπορούσε να το είχε διεκπεραιώσει καλύτερα ο Λι Ταμαχόρι, ο σκηνοθέτης του Τζεϊμσμποντικού "Die another day". Ειλικρινά.

Λάθος δεύτερο: Η χαοτική δομή. Είτε λόγω παραγωγών είτε εξαιτίας ενός βραδυφλεγούς και προβληματικού σεναρίου, ο άξονας της αφήγησης χοροπηδάει από το ένα σημείο στο άλλο. Ποιο είναι το κέντρο βάρους; Ο ρόλος της βίας στην Ιστορία; Το καταλαβαίνουμε την τελευταία μισή ώρα. Η εκδίκηση; Μα εξαντλείται την πρώτη ώρα. Η ξενάγηση; Τότε, ας έκανε ντοκιμαντέρ. Περίπου κάθε μισή ώρα μοιάζει με νέα αφετηρία. Σαν ο Σκορσέζε να μετανιώνει για την πρώτη επιλογή του, να προχωράει στη δεύτερη, μετά ν' ανακαλύπτει μια τρίτη και στο τέλος να πέφτει στον χλευασμό. Φανταστείτε, πως εξαιτίας του χάους και των αλλεπάλληλων αλλαγών, στο τέλος ο Σκορσέζε πέφτει στην παγίδα που ύφαινε με τα ίδια του τα χέρια.

Την ώρα που η Νέα Υόρκη έχει μεταβληθεί σε πεδίο πολέμου και νεκροταφείο, την ώρα που οι σφαίρες του στρατού σφυρίζουν πάνω από τα κεφάλια των δύο πρωταγωνιστών του, εκείνη ακριβώς τη στιγμή που κάθε ανθρώπινο ον θα εγκατέλειπε και όπου φύγει φύγει, οι δύο αντίπαλοι εξακολουθούν να βγάζουν τα μάτια τους μέχρι θανάτου. Από πού το πήρε αυτό; Από το φινάλε του "1900" του Μπερτολούτσι; Μπορεί. Αλλά το θλιβερό συμπέρασμα παραμένει το ίδιο. Αφού διάλεξε το "θέμα" της εκδίκησης και αφού δεν μπόρεσε - δομικά - να το συνθέσει με την αληθινή Ιστορία, στο τέλος καταλήγει στη γελοιογραφία. Δηλαδή, ο κόσμος χάνεται και ο Ντι Κάπριο με τον Ντέι Λιούις χτενίζονται.

Λάθος τρίτο: Καρικατούρες. Το ένα κακό φέρνει το άλλο και όλα μαζί καταλήγουν στην προκαθορισμένη, ηθικοπλαστική αναμέτρηση Καλού - Κακού. Η σκηνοθεσία, στο μεγαλύτερο μέρος της, είναι απρόσωπη. Σε όλη τη διάρκεια η φωτογραφία είναι επίπεδη. Και όλοι οι χαρακτήρες είναι σχήματα. Η Κάμερον Ντίαζ μπαινοβγαίνει χωρίς ρόλο, ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο κρατιέται από τα μαλλιά του και ο σπουδαίος Ντάνιελ Ντέι Λιούις κάνει τα πάντα - και μερικές φορές το καταφέρνει - να δώσει σάρκα και οστά στο… μουστάκι του, στα φρύδια του, στη σατανική σκιά του και στον χασάπικο μπαλντά του. Με λίγα λόγια, ούτε μερικές εξαιρετικές σκηνές των τελευταίων εξήντα λεπτών δικαιολογούν τη βαρυφορτωμένη υπογραφή του σκηνοθέτη, μα ούτε το όνομα Μάρτιν Σκορσέζε αξίζει ασυλίας. Όσο ψηλότερος είναι ο πήχυς, τόσο απαιτητικότερα είναι τα κριτήρια. Και αν εκείνος δεν είναι ικανός να διαφυλάξει το όνομά του, είμαστε αναγκασμένοι, από αγάπη, εκτίμηση και σεβασμό, να το κάνουμε εμείς!

Ξεσηκωμός και μακελειό

Το περιστατικό με το οποίο ολοκληρώνεται η χαοτική σκηνοθεσία του Σκορσέζε είναι εντελώς αληθινό. Και μόνο ένα μέρος του, ένα ελάχιστο, μικροσκοπικό μέρος του, λαμβάνει ο θεατής των "Gangs of New York". Το καλοκαίρι του 1863 δεκάδες χιλιάδες εξαθλιωμένοι Ιρλανδοί ξεσηκώνονται, αρνούμενοι να υπακούσουν στην "εθελοντική" στρατιωτική κατάταξη, που με μαθηματική ακρίβεια θα τους έστελνε στα μαζικά νεκροταφεία του Εμφυλίου πολέμου. Με πέτρες, καδρόνια και οτιδήποτε άλλο έπεφτε μπροστά τους, μετέτρεψαν το κέντρο της πόλης, ακόμα και την αριστοκρατική περιοχή του Μανχάταν, σε αποκαΐδια. Το χειρότερο όμως, και το πιο αποκαλυπτικό, ήταν πως με πρωτοφανή αγριότητα έπεσαν και μακέλεψαν εκατοντάδες μαύρους συνανθρώπους τους, επειδή όχι μόνο τους θεωρούσαν ηθικούς αυτουργούς αυτού του πολέμου, που έγινε με το πρόσχημα της ισότητας και της απελευθέρωσης των Αφρικανών, αλλά και επειδή οι πρώην σκλάβοι είχαν προλάβει να τους… αρπάξουν τις δουλειές. Ανατριχιαστικό!

Το αποτέλεσμα ήταν τρισχειρότερο. Μέσα σε κλάσματα… δευτερολέπτων καταφθάνουν τάγματα πολέμου και σκάφη του πολεμικού στόλου και ρίχνουν την πόλη σ' έναν ωκεανό αίματος. Με άλλα λόγια, Αμερικανοί εναντίον Αμερικανών. Έτσι, για κάθε Ιρλανδό μετανάστη που βίωσε στο πετσί του τη γλύκα αυτής της κόλασης, αρχηγός όλων των συμμοριών ήταν ο Αβραάμ Λίνκολν. Ο εθνάρχης όλων των εποχών. Αυτό το πιστοποιημένο υλικό και αυτή η δράση των ετερογενών και ετερόκλητων δυνάμεων, που από τις αλλεπάλληλες συγκρούσεις τους συντελέστηκε η πιο αποκρουστική τερατογένεση στη διαδρομή της ανθρωπότητας, είναι - ή μάλλον έπρεπε να είναι - το φόντο της ταινίας. Όμως, ενός κακού μύρια έπονται.

Ο Τσέχωφ στην Κίνα

Σύγκριση πρώτου μεγέθους. Ο Σκορσέζε στη διαπασών του Χόλιγουντ, ο Ζουανγκζουάνγκ (άντε να το προφέρεις) στον ψίθυρο του Τσέχωφ.

Το "Spring time in a small town" (Άνοιξη στη μικρή πόλη) έφυγε τον περασμένο Σεπτέμβριο με το Χρυσό Λιοντάρι ενός εκ των δύο διαγωνιστικών τμημάτων της Βενετίας. Χωρίς υποστήριξη, χωρίς φανφάρες, χωρίς μεγάλα ονόματα, χωρίς μάχες και χωρίς δράμι από τίγρεις και αυθεντικές πολεμικές τέχνες. Παρ' όλα αυτά, ανάγκασε τους πάντες να υποκλιθούν σε μια σκηνοθεσία που ξαναβάζει το νερό στο αυλάκι. Το σινεμά είναι ο κόσμος των εικόνων. Αν οι εικόνες δεν μιλάνε από μόνες τους, τότε το σινεμά έχει ανάγκη από τα δεκανίκια μιας ραδιοφωνικής εκπομπής. Αυτός ο ακαταπόνητος, τελειομανής πρωτομάστορας του κινέζικου κινηματογράφου, αυτός ο αιρετικός του "Blue kite", είναι ένας από τους πιο επιδέξιους βελονιστές της υφηλίου.

"Άνοιξη στη μικρή πόλη". Ο Τσέχωφ μετακόμισε στην Κίνα

Βελονιστής δύο όψεων. Από τη μια εξημερώνει το νευρικό σύστημα των αγχωμένων θεατών και από την άλλη, με τη δεύτερη όψη της βελόνας του, κεντάει ένα από τα πιο κομψά και περίτεχνα στολίδια της σύγχρονης οθόνης. Και, όπως συμβαίνει σ' αυτές τις περιπτώσεις, τα κεντήματα, οι κραδασμοί, οι συγκρούσεις και οι αλληγορικές διαπλεκόμενες σχέσεις είναι σχεδόν αόρατες διά γυμνού και αλλοτριωμένου οφθαλμού. Είναι από τις ταινίες που ανάγουν τα ημιτόνια, τον ψίθυρο και το θρόισμα ενός μικροσκοπικού φύλλου σε ύψιστη Τέχνη. Ο αριστοτεχνικός μικρόκοσμος των αδιόρατων αισθημάτων και το ερωτικό παιχνίδι της σκιάς με το φως.

Το στόρι - όπως και στον "Θείο Βάνια" - είναι εκτάσεως μιας κουταλιάς. Ο νεαρός αφέντης ενός καταρρέοντος αρχοντικού, σε μια επαρχία της αχανούς Κίνας, τραμπαλίζεται μεταξύ ακινησίας και κάποιας σπάνιας και αθεράπευτης ασθένειας.

Η γυναίκα του, που κοιμάται χώρια απ' αυτόν, εξαντλείται στα καθήκοντα ενός φεουδαρχικού πρωτοκόλλου. Η ζωή τους ένα διαρκές φθινόπωρο. Οι σχέσεις τους μια άγραφη σύμβαση. Η επαφή τους μια απαράβατη τελετουργία. Ώσπου ένας φίλος, ένας γιατρός από την πόλη, από τη Σαγκάη, χτυπάει την πόρτα και σπάει τη μονοτονία. Και το ερώτημα που μπαίνει και διαρκώς αιωρείται, σαν το μεταξένιο θρόισμα ενός αιχμηρού εκκρεμούς πάνω από τον λεπτό λαιμό ευγενών ανθρώπων, είναι ένα και αποκαλυπτικό: Άραγε, το Νέο (ο γιατρός) είναι αληθινό, ευδιάκριτο και θεραπευτικό;

Άνθρωποι και σκιές

Ο μοναδικός οδηγός ανάγνωσης αυτού του Τσεχωφικού, αδιέξοδου δράματος που λαμβάνει χώρα λίγο πριν από την ποταμιαία επέλαση των συντρόφων του Μάο, είναι η εικονοπλασία. Ο άγνωστος διευθυντής φωτογραφίας, με το περίπλοκο όνομα Μαρκ Λι Πινγκ-μπινγκ μεταμορφώνει τα χρωματικά ημιτόνια σε ένα από τα ογκωδέστερα και πλουσιότερα λεξικά της κινηματογραφικής γλώσσας. Το φόντο των ηρώων έχει τη λάμψη της χαραυγής, αλλά η φωτογραφική απεικόνιση των ανθρώπων είναι τόσο σκοτεινή όσο και η σκιά. Με άλλα λόγια, η Ιστορία προχωράει αλλά οι άνθρωποι, τα υποκείμενα, εξακολουθούν να βιώνουν και να βυθίζονται στα μικρά, καθημερινά τους προβλήματα. Απλή αλήθεια, κεντημένη με την τελετουργική προσήλωση που αρμόζει σ' ένα αντιπροσωπευτικό δράμα δωματίου. Υποκλίνομαι. Η σκηνοθεσία αυτού του Κινέζου πετάει στα σκουπίδια τα 9/10 των ταινιών που είδα τα τελευταία χρόνια!

Ο τάφος του Έντι Μέρφι

Στις ΗΠΑ κατάφερε να βουλιάξει - παραλίγο - μια μεγαλοεταιρεία. Εν Ελλάδι ελπίζω και εύχομαι να ενταφιαστεί στη χωματερή, παρέα με το "Ξανά ανάλυσέ το".

Έτσι κι αλλιώς, ο τίτλος "Ι Spy" ("Εγώ ο κατάσκοπος") είναι παραπλανητικός. Μίστερ Έντι Μέρφι correct me, if Ι am wrong. Το σωστό είναι "Ι Karagiozis".

Το στόρι είναι επιπέδου αμερικανο-καφενόβιας πλάκας και πλανητικής προπαγάνδας. Η σκηνοθεσία είναι ευφυΐας τσιχλόφουσκας και οι ερμηνείες είναι του Καρνάβαλου και της μούτας. Χιμπατζής που παριστάνει τον διάσημο πυγμάχο μεταβαίνει στη Βουδαπέστη παρέα με πράκτορα της CIA, προκειμένου να εντοπίσουν τα ίχνη εξαφανισμένου μαχητικού αεροσκάφους που έκλεψε η ουγγρική - και φυσικά… κομμουνιστική - μαφία, για να το πουλήσει σε Άραβα τρομοκράτη.

Αποτέλεσμα; Δέκα λεπτά ο Έντι Μέρφι και ο Όουεν Γουίλσον να ανταλλάσσουν παρλαπίπες και δέκα λεπτά να επιδίδονται σε χάρτινο action. Δέκα λεπτά το ένα, δέκα λεπτά το άλλο. Και φτου απ' την αρχή.

Τα Oscar της εβδομάδας

Ταινίας: "Άνοιξη στη μικρή πόλη" Σκηνοθεσίας: Τιαν Ζουανγκζουάνγκ Χάους: "Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης" Αμηχανίας: Μάρτιν Σκορσέζε Τάφου: "Εγώ ο κατάσκοπος" Ρήσεως: So much money for so little