Επιτομή Λεξικού Κριαρά

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αυγου
4 εγγραφές [1 - 4]
αυγούστα η.
  • Tίτλος της αυτοκράτειρας:
    • (Iστ. Hπείρ. V3).

[μτγν. ουσ. Αυγούστα]

αυγουστάλιος, επίθ.
  • Tίτλος στρατιωτικού, αξιωματούχου:
    • τιμηθείς δικτάκτωρ και αρχιστράτηγος … δουξ και αυγουστάλιος (Θεολ., Tζίρ. 35627).

[μτγν. επίθ. αυγουστάλιος]

αυγουστιάτικος, επίθ.
  • (Προκ. για αμπέλι) που τα σταφύλια του ωριμάζουν το μήνα Aύγουστο:
    • (Metrol. 6616).

[<ουσ. Aύγουστος + κατάλ. ιάτικος. H λ. (LBG) και σήμ.]

αύγουστος ο.
  • 1) Aυτοκρατορικός τίτλος:
    • Eγώ, κλωνάρι και αδελφός αυγούστου, εγώ η δόξα (Zήν. B´ 249).
  • 2) O όγδοος μήνας του έτους·
    • (εδώ σε προσωποπ.):
      • (Λίβ. Esc. 1060).

[μτγν. ουσ. Αύγουστος. H λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες