Βιβλιογραφία

Ιδιωματικά Λεξικά και Γλωσσάρια 

Συνοπτική Παρουσίαση, Βιβλιογραφικά Στοιχεία και Αναλυτική Παρουσίαση 

1. ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

Άνθιμου Α. Παπαδόπουλου, πρώην Διευθυντού του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών, Ιστορικόν Λεξικόν της Ποντικής Διαλέκτου. Πρώτος τόμος (Α-Λ), Επιτροπή Ποντιακών Μελετών, Περιοδικού «Αρχείον Πόντου» Παράρτημα 3, Εν Αθήναις, Τυπογραφείον Μυρτίδη, 1958. Δεύτερος τόμος (Μ-Ω), Επιτροπή Ποντιακών Μελετών, Περιοδικού «Αρχείον Πόντου» Παράρτημα 3, Εν Αθήναις, Τυπογραφείον Μυρτίδη, 1961, εξεδόθη δια της χορηγίας του Βασιλικού Ιδρύματος Μελετών.

Η αρχική έκδοση του Πρώτου τόμου (Α-Λ) περιλάμβανε τρία τεύχη. Το α΄ τεύχος (α-βαθοκοτιώ) εκδόθηκε σε ίδιο τόμο το 1958 και τα β΄ και γ΄ τεύχη (βάθος-λωρώνω) εκδόθηκαν μαζί το 1960 με χορηγία του Βασιλικού Ιδρύματος Ερευνών.

Η παρούσα περιγραφή είναι βασισμένη στην α΄ ανατύπωση του Πρώτου τόμου (περιλαμβάνει και τα τρία τεύχη), που έγινε το Μάρτη του 1999 και στη α΄ ανατύπωση του Δεύτερου τόμου, που έγινε το Μάρτη του 2000, στο Λιθογραφείο Χ.& Σ. Ζαχαροπούλου-Δ. Σιδεράς.

2. TO ΛΕΞΙΚΟ

Το Λεξικό περιλαμβάνει 1124 σελίδες (ο Πρώτος τόμος 560 και ο Δεύτερος 564).

Και οι δύο τόμοι ξεκινούν με πλήρη σελίδα τίτλου και εκδοτικών στοιχείων. Στη δεύτερη σελίδα δίνονται πληροφορίες για την αρχική έκδοση και την παρούσα ανατύπωση.

Στον Πρώτο τόμο (Α-Λ) στις σελίδες γ΄- ιγ΄ βρίσκεται η Εισαγωγή, όπου εκτίθενται γενικές παρατηρήσεις για τα ιδιώματα της διαλέκτου και την τοπική έκταση αυτών. Καταγράφονται δώδεκα κοινά φωνητικά, τυπικά και συντακτικά χαρακτηριστικά αυτής. Αναφέρεται και αιτιολογείται η διάσπασή της σε τοπικά ιδιώματα και χωρίζεται σε δύο ομάδες, τη λεγόμενη Μεσημβρινήν Ελληνικήν και την Ημιβόρειαν Ελληνικήν (καταγράφονται τα ιδιώματα που ανήκουν στη καθεμία, τα κοινά χαρακτηριστικά και οι διαφοροποιήσεις τους με πάρα πολλά παραδείγματα). Γίνεται και δεύτερη διάκριση των ιδιωμάτων με βάση τη διατήρηση ή αποσιώπηση του τελικού -ν σε δύο πάλι ομάδες και άλλη με βάση τον τσιτακισμό του ουρανικού κ, γγ ή γκ στο ιδίωμα του Όφεως. Στη συνέχεια εκθέτονται οι πηγές από όπου συνελέγει το υλικό: δημοσιευμένα τοπικά γλωσσάρια, κυρίως στο περιοδικό «Αρχείον Πόντου», χειρόγραφα τοπικά γλωσσάρια από τα αρχεία του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών και της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών, δημοσιευμένα μνημεία λόγου της ποντιακής διαλέκτου, δημοσιευμένο υλικό (α-γάργαρος) του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών και προσωπικά γλωσσικά βιώματα του συγγραφέα από την περιοχή της Αργυρούπολης.

Αναφέρεται και αιτιολογείται πως και γιατί η διάλεκτος περιέχει και ξένα στοιχεία, Βενετικά, Τούρκικα, Περσικά, Αραβικά ή λέξεις από τους γειτονικούς με τον Πόντο λαούς, Σκυθινούς, Δρίλες, Αρμένιους, Γεωργιανούς κ.λ.π. Και τέλος εκθέτονται όσα πρέπει να γνωρίζει ο αναγνώστης από τεχνική άποψη για τον τρόπο γραφής των φθόγγων, ώστε να αποδίδεται η ποντιακή ιδιωματική προφορά, για τον τρόπο σύνταξης και τη δομή των άρθρων, για να προσεγγίζει σωστά και εύκολα το Λεξικό.

Στις σελίδες ιδ΄-ις΄ παραθέτονται οι Βραχυγραφίες α) των γραμματικών και λεξικογραφικών όρων, β) των συγγραφέων, γ) των περιοδικών και συγγραμμάτων και δ) των τοπωνυμίων και τέλος πληροφοριακές σημειώσεις.

Ακολουθεί το κύριο μέρος του Λεξικού που καταλαμβάνει τις σελίδες 1-539. Σ΄ αυτό το τμήμα η σελιδαρίθμηση γίνεται με αραβικούς αριθμούς πάνω και στο κέντρο κάθε σελίδας. Κάθε σελίδα έχει δύο στήλες με κεφαλίδες την πρώτη λέξη της α΄ στήλης και την τελευταία της β΄ στήλης. Κάθε γράμμα συνήθως συνεχίζει στη σελίδα που τελείωσε το προηγούμενο και τυπώνεται με έντονα μεγάλα κεφαλαία γράμματα στο κέντρο της σελίδας και με μεγάλα διαστήματα ανάμεσα στο τελευταίο άρθρο του προηγούμενου γράμματος και στο πρώτο άρθρο αυτού του γράμματος.[Στο τέλος των άρθρων του γράμματος Α υπάρχουν τα Παροράματα]. Κάθε λήμμα τυπώνεται κατά αλφαβητική σειρά με έντονους πλάγιους χαρακτήρες με είσθεση κατά δύο στοιχεία από το υπόλοιπο άρθρο.

Στο τέλος του κυρίως σώματος του Λεξικού ο συγγραφέας εκφράζει τις ευχαριστίες του. Και μετά από μια λευκή σελίδα ακολουθεί μία σελίδα με τα Διορθωτέα, όπου υποσημειώνεται η ημερομηνία 31-10-60 .

Στο Δεύτερο τόμο (Λ-Ω) μετά από δύο σελίδες με τον τίτλο και τα λοιπά εκδοτικά στοιχεία και τα σχετικά με την παρούσα ανατύπωση ακολουθούν δύο σελίδες με τα Εισαγωγικά Σημειώματα, στη μία συμπληρώνεται η βιβλιογραφία του Πρώτου τόμου και στην άλλη οι βραχυγραφίες συγγραφέων και περιοδικών και συγγραμμάτων.

Ακολουθεί το κύριο σώμα του λεξικού στις σελίδες 1-558, όπου ακολουθείται η ίδια ακριβώς σελιδαρίθμηση, διαμόρφωση σελίδας και τύπωση στοιχείων, γραμμάτων και άρθρων μ΄ αυτή του Πρώτου τόμου. Στην προτελευταία σελίδα δίδονται τα Παροράματα και εκφράζονται οι ευχαριστίες του συγγραφέα.

Κύριο μέλημα του συγγραφέα ήταν να συγγράψει το Ιστορικόν Λεξικόν της Ποντικής Διαλέκτου, όπου θα περιλάβει εξελικτικά όλους τους ιδιωματικούς τύπους των λέξεων, παραλείποντας αυτές που είναι δάνειες από την Νέα Ελληνική, θα καταγράψει κατ΄ εξέλιξη τις κατά τόπους ιδιωματικές φωνητικές και σημασιολογικές αποκλίσεις και αποχρώσεις, θα ετυμολογήσει τις λέξεις παρακολουθώντας την ιστορική τους πορεία.

Αξιοποίησε τα μέχρι τότε δημοσιευμένα τοπικά γλωσσάρια, τα χειρόγραφα τοπικών γλωσσαρίων του Αρχείου του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών και του αρχείου της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών, μέρος του υλικού, κυρίως το δημοσιευμένο μέρος, του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας. Μελέτησε όλα τα δημοσιευμένα μνημεία λόγου του Πόντου, παραμύθια, άσματα, ανέκδοτα, ευχές κατάρες, παραδόσεις και αινίγματα και πρόσθεσε το βιωματικό προσωπικό του λεξιλογικό πλούτο από το ιδίωμα της Αργυρούπολης.

Αποθησαύρισε έτσι (χωρίς να του διαφεύγει ότι «ένας μεγάλος αριθμός αυτής της, ακόμα, ζωντανής γλώσσας παραμένει άγνωστος») περίπου 20853 (στους δύο τόμους) κύρια λήμματα της ποντιακής διαλέκτου, των οποίων ο αριθμός μεγαλώνει κατά πολύ, αν προσθέσει κανείς τον μεγάλο αριθμό των παραγώγων στις διάφορες διαλεκτικές μορφές που περιλαμβάνονται σ΄ αυτά. Οι λέξεις που καταγράφονται δεν όλες εύχρηστες στον καθημερινό λόγο, μερικές συναντώνται μόνο σε μνημεία λόγου.

3. ΜΑΚΡΟΔΟΜΗ

Η Σύνταξη κάθε άρθρου ακολουθεί το πρότυπο των άρθρων του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών, περιλαμβάνει δηλαδή τρία μέρη: το τυπολογικό, το ετυμολογικό και το σημασιολογικό. Στο τυπολογικό μέρος οι λημματικές λέξεις διαρθρώνονται με αλφαβητική σειρά και στοιχειοθετούνται με έντονα πλάγια γράμματα. Ως λήμμα γράφεται ο αρχαιότερος ή ο ακεραιότερος τύπος της λέξης, ακολουθούν οι διάφοροι κατά τόπους παραλλαγμένοι ιδιωματικοί τύποι. Η διάταξή τους γίνεται κατ΄ εξέλιξη πρώτα φωνητική και έπειτα αναλογική, όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο, π.χ. αμυλίαστος. Στο ετυμολογικό τμήμα καταγράφεται η ιστορική πορεία της λέξης και στο σημασιολογικό δίνονται οι σημασίες ανάλογα με την ιστορική τους εξέλιξη. Οι κύριες σημασίες σημειώνονται με έντονους αραβικούς αριθμούς 1), 2), 3)… ενώ οι δευτερεύουσες αριθμούνται με α), β), γ)… σε έντονη γραφή. Σημασίες που προήλθαν ανεξάρτητα η μία από την άλλη σημειώνονται με έντονους λατινικούς αριθμούς I), II), III)…

Λήμματα ομώνυμα αλλά άσχετα γενετικώς μεταξύ τους ή με διαφορετική σημασία διαστέλλονται με τους έντονους λατινικούς αριθμούς (Ι), (ΙΙ) π.χ. βολίζω (Ι), βολίζω (ΙΙ), καραβέα (Ι), καραβέα (ΙΙ) χαρακέα (Ι), χαρακέα (ΙΙ), χαράκιν (Ι), χαράκιν (ΙΙ). Λέξεις ομόηχες-ομόγραφες που διαφέρουν μορφολογικά ως προς το μέρος του λόγου αποτελούν χωριστά λήμματα π.χ. άμα. Με αστερίσκο πάνω αριστερά από τη λέξη χαρακτηρίζεται ένας υποθετικός τύπος που ίσως, κατά το συντάκτη και να στηρίζει μια ετυμολογική εξέλιξη π.χ. λ. *Αγιγι̮ωρτέσιν, *αδα̤ρτισινός. Με τη βραχυγραφία αμάρτ(υρον) χαρακτηρίζεται μία λέξη η οποία βεβαιότατα, κατά τον συγγραφέα, λεγόταν ή λέγεται, αλλά δεν κατέστη δυνατή η εξακρίβωσή της π.χ θαλασσάκι. Όταν μία συλλαβή ή γράμμα περικλείεται μέσα σε παρένθεση αυτό σημαίνει ότι κατά ιδιώματα αυτή ή ο φθόγγος λέγεται ή αποσιωπάται π.χ -άλ(ιν), αλέσιμο(ν) (λ. αλέθω), πλευρό(ν).

Υπάρχουν αρκετά παραπεμπτικά λήμματα π.χ. λ. βολίζω (ΙΙ), γάρτ(ιν), γαρτύνω, στελίδιν καθώς και λήμματα καταλήξεων και καταληκτικών επιθημάτων π.χ. -α, -άβα, -ας, -έτζιν, -έτσω ή λεξικών μορφημάτων που χρησιμοποιούνται ως πρώτα ή δεύτερα συνθετικά π.χ. καλο-. ξερο-, -βόλι, -βολώ. Περιέχονται επίσης λίγα κύρια ονόματα π.χ. Βαγγέλα, Γιακώφης ή προσωνύμια π.χ. λ. Βαγγελίστρα, Γαϊτάνης, Παντέλληνος, Σουμαδία ή εθνικά π.χ. λ. Βούλγαρος, Εβραίος. Τα επιρρήματα που προέρχονται από επίθετα καταγράφονται ως ξεχωριστά λήμματα π.χ. λ. άκαρδα, έμνοστα, έμορφα, ξερά.

Αξιοσημείωτα είναι τα λήμματα γραμμάτων στα οποία δίνεται η φωνητική και η προφορά των φθόγγων π.χ γ. δ, θ, π, σ, φ, καθώς και τα λήμματα με τις πολλαπλές διαφοροποιήσεις είτε ως προς τη γραμματική κατηγορία, είτε ως προς τη χρήση π.χ α, ε, ι, ου. Σπάνια τη θέση της λημματικής λέξης κατέχουν περισσότεροι από ένας τύπος π.χ. ζάρπη, ζάρπλη, ζαρπλής.

Η γλώσσα καταγραφής των λημμάτων, των ιδιωματικών τύπων και αποκλίσεων είναι η ιδιωματική Ποντιακή, η γλώσσα απόδοσης των σημασιών και των όποιων πληροφοριών είναι η λόγια νεοελληνική με χρήση πολυτονικού συστήματος.

Ο συγγραφέας δε χρησιμοποιεί πλήρως τη ιστορική ορθογραφία του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών π.χ. τα σε -άρις (-arius) τα γράφει σε -άρης π.χ απακουστά̤ρης, τα σε -ις εκ (των σε -ιος) τα γράφει σε -ης π.χ Απρίλης, τα υποκοριστικά σε -ούλλα τα γράφει σε -ούλα π.χ αγρελαφούλα, τα σε -ι (-ις τριτόκλιτα) τα γράφει σε σε -η π.χ αίρεση, ακρόαση, Απλουστεύει τη γραφή κάποιων λημμάτων γράφοντας με ένα -κ- π.χ ακουμπίζω ή με ένα -τ- π.χ αγρόκατα κ.λ.π.. Για τα σύνθετα από το επίθετο άγιος χρησιμοποιεί και το Άϊ και το Άη. Σε άλλα λήμματα δίνει διαφορετική ορθογραφία και ετυμολογία π.χ αδελφοτικά - αδελφοτικός, αδυναστεύω κ.α. (Δ. Βαγιακάκος, Αθηνά 62, 1958, σ. 435-437).

4. ΜΙΚΡΟΔΟΜΗ

Κάθε λήμμα καταγράφεται με αλφαβητική σειρά και έντονους πλάγιους χαρακτήρες και υπάρχει είσθεση κατά δύο χαρακτήρες από το υπόλοιπο άρθρο, αναγράφεται ταυτόχρονα με ειδικά φωνητικά σύμβολα η προφορά της ποντιακής λαλιάς, χωρίς όμως να έχουμε φωνητική μεταγραφή της προφοράς π.χ αγι̮οβήμαν, αγλαφά̤ζω, αλευροτσ̌ούβαλον, ζ̌αγκαρώνω. Αμέσως μετά με άτονους και ίσιους χαρακτήρες σημειώνεται η γραμματική κατηγορία π.χ άγκαλα επίρρ., αγιοτικός επίθ., α επιφων, στα ουσιαστικά δηλώνεται το άρθρο τους π.χ αβρέξιν το, παρέτερα τα, συχαρέας ο, στα επίθετα σε πολλές περιπτώσεις καταγράφονται τα τρία γένη με τις διαφοροποιήσεις τους π.χ τογρής-τογρήσα-τογρίν, παλαιός-παλαιέσσα, παλαίεσσα-παλόν, παλίν, τομπούλλης-τομπούλλαινα-τομπούλλιν. Συνήθως, όμως, δίνεται μόνο το θηλυκό π.χ έμορφος-εμορφέσσα, καλός-καλέσσα και σπάνια μόνο το ουδέτερο π.χ τζούφος-τζούφιν. Τα σε -ος προπαροξύτονα είναι δικατάληκτα και ο τύπος του θηλυκού γράφεται μόνο αν αυτό έχει διαφορετική κατάληξη π.χ αφώτιστος-αφωτιστέσσα.

Μετά τη γραμματική κατηγορία αναγράφονται τα τοπωνύμια, όπου λέγεται η λέξη π.χ πλεθύνω ή ακολουθεί η βραχυγραφία κοιν(όν), αν μία λέξη είναι κοινή σε όλα τα ιδιώματα του Πόντου π.χ πλευρό(ν) ή λόγ(ιον) κοιν(όν) για λέξεις λόγιας χρήσης που μπήκαν από την κοινή στη διάλεκτο και απέβησαν κοινόχρηστες π.χ παλαιός. Ακολουθούν, σε πλάγια άτονη γραφή, οι ιδιωματικές διαφοροποιήσεις-αποκλίσεις με τα φωνητικά σύμβολα της ιδιωματικής προφοράς και αναγράφονται παράλληλα, με όρθιους χαρακτήρες, τα τοπωνύμια όπου συναντώνται π.χ αιματοκυλίζω, βορίζω, εγβαίνω, έργον. Στη συνέχεια σε ορισμένα άρθρα καταγράφονται, πάλι με πλάγιους χαρακτήρες, οι διάφοροι γραμματικοί σχηματισμοί και ρηματικοί τύποι π.χ ήλι̮ος, θαμάζω, κοσσάρα, πλέκω, πλερώνω, ποίω, τονατεύω.

Μετά το τυπολογικό ακολουθεί το ετυμολογικό τμήμα του άρθρου. Αυτό αρχίζει πάντα σε καινούργια σειρά (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, τότε χωρίζεται το τυπολογικό από το ετυμολογικό τμήμα με δύο πλάγιες παράλληλες γραμμές (//) π.χ παρθενά̤ουμαι) και έχει είσθεση του πρώτου ψηφίου κατά δύο χαρακτήρες από το υπόλοιπο άρθρο. Στοιχειοθετείται με άτονη όρθια γραφή, ενώ οι πρωτότυπες λέξεις είναι σε πλάγια γραφή. Σε αρκετές περιπτώσεις ετυμολογούνται και αιτιολογούνται και οι ιδιωματικοί τύποι και αποκλίσεις π.χ κακανάστετος, πλέκω, πλέω, ωτί(ν).

Το ετυμολογικό αποτελεί το κυρίως ιστορικό μέρος της λέξης. Ορίζεται αν μια λέξη είναι πρωτότυπη ή παράγωγη, αρχαία ή μεταγενέστερη ή μεσαιωνική ή ξένη π.χ γαργασ̌εύω, βορίζω, βόρισμα, βοήθεια, βολίζω (Ι), γαστρίν, εβριστέ, οξίδιν, ομμάτιν, κογκορόζιν. Όταν πρόκειται για σύνθετες λέξεις η ετυμολογία παραλείπεται, αν το δεύτερο συνθετικό εμφανίζεται ως απλό, χωρίς να έχει αλλοιωθεί η γραμματική του μορφή π.χ. αλευρόμηλον, αυλακόμηλον, ενώ, αν το δεύτερο συνθετικό ως απλό δεν λέγεται σήμερα, δηλαδή η σύνθεση είχε γίνει όταν ήταν ακόμα σε χρήση, αυτό χαρακτηρίζεται ως αρχαίο π.χ αγι̮οκέριν (ΙΙ), αγράπιν. Για τα σύνθετα ρηματικά επίθετα με το α- στερητικό, όταν υπάρχει ρηματικό επίθετο τότε ετυμολογείται από αυτό ως δεύτερο συνθετικό π.χ αβόλετος, όταν όμως δεν υπάρχει, τότε η ετυμολογία γίνεται άμεσα από το ρήμα χωρίς τη μεσολάβηση υποθετικού επιθέτου π.χ αβελώνιαστος, αβίδωτος.

Αξίζει βέβαια να σημειωθεί το μεγάλο πλήθος των αρχαίων των μεταγενέστερων και των μεσαιωνικών λέξεων που συναντάται στην ποντιακή διάλεκτο π.χ μέγας, όνειδος, παραστάτης, πλείον, στρατεία, μυρμηκι̮ώ, βαρέα, βαστάγιν, έμνοστος, καθώς και το πλήθος ξένων λέξεων, τουρκικών ή βενετικών κ.λ.π. π.χ μέστιν, μουμτζής, νοπράμης, τιτρεύω, μόστρα, μούτσος, παγκάριν, φουντάρω.

Συναντάται βέβαια και κάποιος αριθμός λέξεων αγνώστου ετύμου π.χ ακομπώ, αποκουράν, ακρογούλα̤στος, γάραμψον, καλαβάτιν. Σε μερικές περιπτώσεις, όπου η ετυμολογία δεν είναι βέβαιη, χρησιμοποιείται η λέξη πιθανόν π.χ εβριστέ, πλαθάκιν, σε άλλες πάλι η ετυμολογία αιτιολογείται με αναλογικό σχηματισμό π.χ δα̤ταγός, ζάρπη. Σε πολλές περιπτώσεις γίνεται παραπομπή σε έγκριτους μελετητές και γλωσσολόγους π.χ -έα (ΙΙ), λολότζιν, μυτί(ν), ζαρώνω, -ούδιν, πρόβατον, πριχού.

Το τρίτο τμήμα του άρθρου είναι το σημασιολογικό. Αρχίζει πάντα σε καινούργια σειρά και έχει είσθεση κατά δύο χαρακτήρες από το υπόλοιπο άρθρο. Το ερμήνευμα στοιχειοθετείται με όρθιους άτονους χαρακτήρες και πολλές φορές ακολουθούν για την πληρέστερη κατανόηση των σημασιών και των ιδιαίτερων χρήσεων μιας λέξης, σε πλάγια γραφή, παραθέματα-παραδείγματα, (στον δεύτερο τόμο έχουν αυξηθεί κατά πολύ) στα οποία καταγράφεται και αποδίδεται με ειδικά φωνητικά σύμβολα και γραπτά η προφορά των διάφορων ποντιακών ιδιωμάτων. Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλά από τα παραδείγματα-παραθέματα είναι χαρακτηριστικές φράσεις ή παροιμίες, γνωμικά, άσματα κ.λ.π. του ποντιακού λαού με το ερμήνευμά τους και την επεξήγηση της σημασίας και της χρήσης τους, δηλώνοντας έτσι παραστατικά και ζωντανά τη διαλεκτική ποικιλία των σημασιολογικών διαφορών και γλωσσικών μορφών π.χ άγριος, αλυσοδένω, αποτρομάζω, πλέτερος, Σουμαδία, στράτα, συντροφία, σύντροφος. Σε αρκετές όμως περιπτώσεις δεν τίθεται παράθεμα-παράδειγμα π.χ αποτοζώνω, αποτολμία, δουλι̮άζω, στρέγω. Σε κάποιες περιπτώσεις γίνεται παραπομπή σε παλιότερα κείμενα όπου συναντάται η πρωτότυπη λέξη π.χ. γουργούρι.

Πάρα πολύ συχνά ο συγγραφέας παραθέτει, στο τέλος του άρθρου, ιδιωματικά παράγωγα, υποκοριστικά είτε ρηματικά παράγωγα π.χ αγελάδιν, αγραίγιδον, μαλάζω, νηστεύω, ξεχωρίζω, ουγεύω, πενητεύω. Σπάνια τα παράγωγα αυτά παραθέτονται μέσα στις σημασίες π.χ κλαδώνω.

Τα ερμηνεύματα ανατυπώνονται σε λεξικογραφικό ορισμό ή με χρήση συνωνύμων της νέας Ελληνικής ή με συνδυασμό ορισμού και συνωνύμων είτε με συνδυασμό συνωνύμων και ισοδύναμων εκφράσεων π.χ συντηρώ. Σε μερικές περιπτώσεις γίνεται παραπομπή σε μελετητές που έδωσαν τη συγκεκριμένη ερμηνεία π.χ ραφίδιν, κεφάλιν.

Η ταξινόμηση των σημασιών γίνεται κατ' εξέλιξη ιστορική. Οι κύριες σημασίες χαρακτηρίζονται με έντονους αραβικούς αριθμούς 1), 2), 3)… π.χ ανάθεμα, λακτίζω και οι δευτερεύουσες σημασίες αυτών με έντονα μικρά γράμματα α), β), γ)… π.χ ανάγκη, ρόκα και όσες γεννήθηκαν ανεξάρτητα μεταξύ τους και όχι κατ΄ εξέλιξη με έντονους λατινικούς αριθμούς Ι),ΙΙ), ΙΙΙ) π.χ -εα, κοφτάριν, στομώνω. Σε μερικές περιπτώσεις ακολουθείται και η αρίθμηση με έντονα κεφαλαία γράμματα Α), Β), Γ)… π.χ Έλλην, κεφάλιν, κουράζω, όσος, πλερώνω, στερεά, σύρω. Προηγείται η κυριολεκτική σημασία και έπεται η μεταφορική (ακόμα και μέσα στην ίδια σημασία ως υποσημασία) π.χ βαρέα, ποδάριν, στένω, γλώσσα ή η ιδιαίτερη χρήση ή σύνταξη της λέξης π.χ ροϊζω, ομμάτιν, στέφανος, τζουρώνω, εαυτός, κάτω.

Στα λήμματα καταλήξεων και καταληκτικών επιθημάτων ή των πρώτων και δεύτερων συνθετικών δίνονται πολλές πληροφορίες και παραδείγματα για τη χρήση τους. Π.χ -έα (ΙΙΙ), -έας, -πούλλον.

5. ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ

Η παρούσα έκδοση είναι αρκετά καλή και ποιοτική, εύχρηστη και ευανάγνωστη. Είναι ευδιάκριτα τα τρία μέρη των άρθρων και η όλη έκτασή τους. Ίσως μπορεί να θεωρηθεί κάπως προβληματική ή μικρή σε μέγεθος πλαγιασμένη γραμματοσειρά που χρησιμοποιείται στην καταγραφή των ιδιωματικών τύπων και στα παραθέματα-παραδείγματα.

Το Ιστορικόν Λεξικόν της Ποντικής Διαλέκτου είναι το πρώτο Ιστορικό Διαλεκτικό Λεξικό, συντάχτηκε με βάση το πλούσιο υλικό και τις μεθόδους σύνταξης του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής και των Ιδιωμάτων της Ακαδημίας Αθηνών και διαφοροποιείται ως προς αυτό κυρίως ως προς τη χρήση της Ιστορικής ορθογραφίας. Ο κύριος στόχος του να αποτελεί Ιστορικό Λεξικό της Ποντιακής Διαλέκτου, να περιλαμβάνει δηλαδή όσο το δυνατόν περισσότερες ιδιωματικές λέξεις και τύπους κατ' εξέλιξη, να τους ετυμολογεί και να αποδίδει τις σημασίες τους, κατ' εξέλιξη, έχει επιτευχθεί.

Εφαρμόζονται με συνέπεια οι λεξικογραφικές αρχές (που οριοθετούνται στην Εισαγωγή) στην καταγραφή των λημμάτων (λήμμα είναι ο αρχαιότερος ή ακεραιότερος τύπος, ορίζεται το μέρος του λόγου, οι τόποι όπου οι λέξεις ή οι τύποι απαντώνται, καταγράφονται οι τύποι που ξεφεύγουν από τον κανονικό σχηματισμό, τα παράγωγα κ.λ.π.). Στο ετυμολογικό μέρος καταγράφεται η ιστορική πορεία της λέξης και όπου η ετυμολογία είναι άγνωστη ή μη βέβαιη αυτό δηλώνεται. Στο σημασιολογικό με συνέπεια ακολουθείται η ιστορική εξέλιξη των σημασιών και υποσημασιών και σημειώνονται όσες γεννήθηκαν ανεξάρτητα μεταξύ τους. Η τεκμηρίωση των σημασιών, όπου υπάρχει, γίνεται με χαρακτηριστικά παραδείγματα-παραθέματα των μνημείων λόγου της ποντιακής διαλέκτου. Παρατηρείται, επίσης συνέπεια στη χρήση της λεξικογραφικής μεταγλώσσας (ορολογία, βραχυγραφίες κ.λ.π.).

Αξιοποιώντας με τον καταλληλότερο τρόπο τις πηγές, που αναφέρονται στην Εισαγωγή, ο συγγραφέας κατάφερε να καταγράψει το πλήθος των ιδιωμάτων και των ποικίλων φωνητικών και μορφολογικών φαινομένων σε μια τόσο εκτεταμένη περιοχή όσο ο Πόντος και να αναδείξει το πλήθος των κατά τόπους σημασιολογικών διαφοροποιήσεων και αποκλίσεων. Με τα πολύ χαρακτηριστικά παραθέματα-παραδείγματα, τη χρήση ειδικών φωνητικών συμβόλων για την απόδοση της ιδιωματικής προφοράς και την εμπεριστατωμένη εισαγωγή του παρουσιάζει τη ζωντανή ακόμα ιδιωματική λαλιά των διαφόρων περιοχών του Πόντου, γνωρίζοντας και ο ίδιος ότι ένα μεγάλο υλικό παραμένει ακόμα άγνωστο και αναξιοποίητο, γιατί -όπως χαρακτηριστικά αναφέρει- «η γραπτή παράδοση εξαντλείται και οφείλει να εξαντληθεί, ενώ η προφορική είναι ανεξάντλητη»

Ίσως θα έπρεπε να σημειωθεί ότι θα ήταν πιο χρηστικό για τη σαφέστερη εικόνα της λέξης γλωσσικά και σημασιολογικά να είχαν παρατεθεί διαλεκτικά παραθέματα-παραδείγματα σε όλα τα άρθρα, καθώς πρόκειται για ιδιωματικό λεξικό μιας ζωντανής ακόμα γλώσσας. Πολλά από τα παράγωγα που τίθενται στο τέλος του άρθρου, ίσως θα έπρεπε να γίνουν λήμματα, γιατί από αυτά παράγονται άλλα τα οποία τίθενται ως λήμματα π.χ αγορασμάτιν το οποίο παράγεται από το ρηματικό παράγωγο αγόρασμαν του αγοράζω. (Δ. Βαγιακάκος, Αθηνά 62, 1958, σ. 434).

Αξίζει να τονιστεί η συνεισφορά του παρόντος λεξικού, κυρίως με το ετυμολογικό του τμήμα, στην ανάδειξη της συνέχισης της Ελληνικής Γλώσσας μέσα στο χρόνο και της επαφής, συνύπαρξης και επικοινωνίας των Ποντίων με άλλους λαούς από τις λέξεις που εισχώρησαν στην ποντιακή και διασώθηκαν μέσω αυτής αυτούσιες ή τροποποιημένες.

Οπωσδήποτε το Ιστορικόν Λεξικόν της Ποντικής Διαλέκτου «δύναται να χρησιμεύσει ως υπόδειγμα συντάξεως άλλων παρόμοιων διαλεκτικών λεξικών» και «από εθνικής απόψεως θα είναι μνημείον της δυναμικότητας και αντοχής του αποικιακού ελληνισμού…από επιστημονικής δε πολύτιμον βοήθημα δια την σπουδήν της ποντικής διαλέκτου και γενικότερον της ελληνικής γλώσσης» (Δ. Βαγιακάκος, Αθηνά 62, 1958, σ.439) και «θα έχει περισώσει από τον οδοστρωτήρα της κοινής ελληνικής γλώσσης την Ελληνικήν φωνήν του Πόντου» (Δ. Βαγιακάκος, Αθηνά 64, 1960, σ. 368).

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: Μιχαλοπούλου Πασχαλιά.