Εργαλεία 

Αρχές Σύνταξης της Αρχαιοελληνικής Γλώσσας 

 

ΟΙ ΕΓΚΛΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ

§3.105. Οι εγκλίσεις του ρήματος δηλώνουν τον τρόπο με τον οποίο διατίθεται ο ομιλητής απέναντι στο περιεχόμενο του ρήματος. Ειδικότερα, το περιεχόμενο του ρήματος μπορεί να παρουσιάζεται ως
βεβαιότητα (οριστική)
δυνατότητα ανοιχτή να πραγματοποιηθεί στο μέλλον ή δυνατότητα του παρελθόντος που δεν πραγματοποιήθηκε (δυνητική οριστική και δυνητική ευκτική)
επιθυμία, προσδοκία, ευχή ή προσταγή του ομιλητή (υποτακτική, ευχετική ευκτική, προστακτική)

§3.106. Οι εγκλίσεις που δηλώνουν βεβαιότητα ή δυνατότητα (οριστική και οι δύο συνητικές εγκίσεις) είναι εγκλίσεις των προτάσεων κρίσεως και δέχονταο άρνηση οὐ. Οι εγκλίσεις που δηλώνουν επιθυμία, προσδοκία, ευχή ή προσταγή (υποτακτική, προστακτική, ευχετική ευκτική, ευχετική οριστική) είναι εγκλίσεις των προτάσεων επιθυμίας και δέχονται άρνηση μή.


ΟΡΙΣΤΙΚΗ

§3.107. Η οριστική δηλώνει ότι το περιεχόμενο του ρήματος παρουσιάζεται από τον ομιλητή ως πραγματικό γεγονός ή βέβαιο.

ΘΟΥΚ 2.18.1 ὁ δὲ στρατὸς τῶν Πελοποννησίων προϊὼν ἀφίκετο τῆς Ἀττικῆς ἐς Οἰνόην πρῶτον || ο στρατός των Πελοποννησίων προελαύνοντας έφτασε αρχικά την Οινόη της Αττικής.

ΞΕΝ ΚΑναβ 5.1.2 ἐκ δὲ τούτου ξυνελθόντες ἐβουλεύοντο περὶ τῆς λοιπῆς πορείας• ἀνέστη δὲ πρῶτος Λέων Θούριος καὶ ἔλεξεν ὧδε || μετά από αυτά συγκεντρώθηκαν και άρχισαν να συσκέπτονται για την υπόλοιπη πορεία· και πρώτος σηκώθηκε ο Λέων από του Θουρίους και μίλησε ως εξής.

§3.108. Πέρα ωστόσο από την παραπάνω βασική σημασία της, η οριστική δηλώνει επίσης δυνατότητα ή πιθανότητα στις παρακάτω φράσεις: ὀλίγου + οριστ. αορ., ὀλίγου δεῖν + οριστ., ὀλίγου ἐδέησε + απαρ. (Στη θέση της γενικής ὀλίγου σπανιότερα εμφανίζονται οι γενικές μικροῦ ή ἐλαχίστου)

ΛΥΣ 14.17 διὰ τὰ τοῦ πατρὸς ἁμαρτήματα ὀλίγου τοῖς ἕνδεκα παρεδόθη || εξαιτίας των εγκλημάτων του πατέρα του, λίγο έλειψε να παραδοθεί στους ένδεκα (για να εκτελεστεί).

ΞΕΝ Ελλ 2.4.21 οἳ ἰδίων κερδέων ἕνεκα ὀλίγου δεῖν πλείους ἀπεκτόνασιν Ἀθηναίων ἐν ὀκτὼ μησὶν ἢ πάντες Πελοποννήσιοι δέκα ἔτη πολεμοῦντες || οι οποίοι (Τριάκοντα) για το προσωπικό τους κέρδος κόντεψαν μέσα σε οκτώ μήνες να έχουν σκοτώσει περισσότερους Αθηναίους απ’ ό,τι οι Πελοποννήσιοι σε δέκα χρόνια πολέμου.

ΘΟΥΚ 2.77.5 τοῦτο δὲ μέγα τε ἦν καὶ τοὺς Πλαταιᾶς τἆλλα διαφυγόντας ἐλαχίστου ἐδέησε διαφθεῖραι || +++.

§3.109. Η οριστική ιστορικού χρόνου με το δυνητικό μόριο ἂν (δυνητική οριστική) δηλώνει το δυνατό στο παρελθόν ή το αντίθετο του πραγματικού. Η δυνητική οριστική μεταφράζεται στα νέα ελληνικά με θα + παρατατικό ή υπερσυντέλικο ή με την περίφραση θα μπορούσα να.
Η οριστική παρατατικού ή αορίστου με το δυνητικό ἂν χρησιμοποιείται μερικές φορές για να δηλωθεί όχι το δυνατό στο παρελθόν, αλλά το επαναλαμβανόμενο στο παρελθόν (κυρίως στους υποθετικούς λόγους που δηλώνους αόριστη επανάληψη στο παρελθόν).

§3.110. Δυνατότητα ή αξίωση ανεκπλήρωτη στο παρελθόν και στο παρόν δηλώνει συχνά η οριστική παρατατικού (χωρίς το δυνητικό ἄν) των απροσώπων ρημάτων που σημαίνουν αξίωση, καθήκον, αναγκαιότητα, πιθανότητα, καταλληλότητα κ.τ.ό., όπως ἔδει, ἐξῆν, προσῆκε, καλῶς εἶχε, χρῆν, εἰκὸς ἦν, καιρὸς ἦν, ἀναγκαῖον ἦν, καλὸν ἦν κ.ά. Το ίδιο ισχύει και για τον παρατατικό των ρηματικών επιθέτων σε -τέον ἦν και των προσωπικών ρημάτων ἐβουλόμην, ἤθελον, ἠξίουν ᾤμην. Σε αυτές τις περιπτώσεις η ανεκπλήρωτη δυνατότητα ή αξίωση αφορά τη σημασία του απαρεμφάτου που εξαρτάται από τα παραπάνω απρόσωπα ή προσωπικά ρήματα ή τη σημασία του ρηματικού επιθέτου. Συχνά, μετά την ανεκπλήρωτη δυνατότητα, ακολουθεί στην επόμενη φράση το πραγματικό, το οποίο εισάγεται αντιθετικά με εκφράσεις όπως νῦν δέ, ἐπεὶ δέ, ἐπειδὴ δέ, ἀλλά.

ΙΣΟΚΡ 15.92 ἔδει γὰρ αὐτὸν καὶ τοὺς λόγους δεικνύναι τοὺς ἐμοὺς οἷς διαφθείρω τοὺς συνόντας͵ καὶ τοὺς μαθητὰς φράζειν τοὺς χείρους διὰ τὴν συνουσίαν τὴν ἐμὴν γεγενημένους· νῦν δὲ τούτων μὲν οὐδέτερον πεποίηκεν || έπρεπε, δηλαδή, αυτός και να παρουσιάσει τους λόγους μου, με τους οποίους διαφθείρω όσους με συναναστρέφονται, και να κατονομάσει τους μαθητές που εξαιτίας της συναναστροφής μαζί μου έχουν γίνει χειρότεροι· τώρα όμως δεν έχει κάνει ούτε το ένα ούτε το άλλο από αυτά.

ΙΣΟΚΡ 8.10 καίτοι προσῆκεν ὑμᾶς, εἴπερ ἠβούλεσθε ζητεῖν τὸ τῇ πόλει συμφέρον, μᾶλλον τοῖς ἐναντιουμένοις ταῖς ὑμετέραις γνώμαις προσέχειν τὸν νοῦν ἢ τοῖς καταχαριζομένοις || κι όμως, αν θέλατε πραγματικά να αναζητήσετε τι συμφέρει στην πόλη, οφείλατε να δίνετε περισσότερη προσοχή σε όσους εναντιώνονται στις απόψεις σας παρά σε όσους προσπαθούν να σας είναι αρεστοί.

ΘΟΥΚ 1.39.3 οὓς χρῆν, ὅτε ἀσφαλέστατοι ἦσαν, τότε προσιέναι, καὶ μὴ ἐν ᾧ ἡμεῖς μὲν ἠδικήμεθα, οὗτοι δὲ κινδυνεύουσι || έπρεπε αυτοί (=οι Κερκυραίοι) να προσέλθουν στη συμμαχία σας τον καιρό που δε βρίσκονταν σε κίνδυνο, κι όχι τώρα που κινδυνεύουν από μας που έχουμε υποστεί τόσες αδικίες από αυτούς.

ΞΕΝ Απομν 2.7.10 εἰ μὲν τοίνυν αἰσχρόν τι ἔμελλον ἐργάσασθαι͵ θάνατον ἀντ΄ αὐτοῦ προαιρετέον ἦν· νῦν δὲ || αν λοιπόν (οι γυναίκες συγγενείς σου) επρόκειτο να κάνουν κάποια αναξιοπρεπή δουλειά, θα έπρεπε αντί γι’ αυτό να προτιμήσουν τον θάνατο· τώρα όμως …

ΑΝΤΙΦ 5.1 ἐβουλόμην μὲν͵ ὦ ἄνδρες͵ τὴν δύναμιν τοῦ λέγειν καὶ τὴν ἐμπειρίαν τῶν πραγμάτων ἐξ ἴσου μοι καθεστάναι τῇ τε συμφορᾷ καὶ τοῖς κακοῖς τοῖς γεγενημένοις· νῦν δὲ τοῦ μὲν πεπείραμαι πέρᾳ τοῦ προσήκοντος͵ τοῦ δὲ ἐνδεής εἰμι μᾶλλον τοῦ συμφέροντος || θα ήθελα, δικαστές, η ρητορική μου ικανότητα και η πείρα μου από τη ζωή να ήταν ισάξια με τις συμφορές και τα βάσανα που με βρήκαν· τώρα όμως τα δεύτερα τα έχω δοκιμάσει περισσότερο απ’ ότι μου ταιριάζει, ενώ στερούμαι τα πρώτα σε βαθμό μεγαλύτερο απ’ ότι είναι καλό για μένα.

§3.111. Δυνατότητα απραγματοποίητη στο παρελθόν εκφράζει και η οριστική ιστορικού χρόνου στις υποθετικές προτάσεις του δευτέρου είδους υποθετικών λόγων (αντίθετο του πραγματικού). Ανάλογη είναι και η οριστική ιστορικού χρόνου στις τελικές προτάσεις που δηλώνει σκοπό απραγματοποίητο στο παρελθόν.

ΑΙΣΧΙΝ 3.123 καὶ εἰ μὴ δρόμῳ μόλις ἐξεφύγομεν εἰς Δελφούς, ἐκινδυνεύσαμεν ἂν ἀπολέσθαι || κι αν δεν καταφέρναμε με δυσκολία να καταφύγουμε τρέχοντας στους Δελφούς, θα κινδυνεύαμε να μας σκοτώσουν.

ΛΥΣ 33.4 καὶ ταῦτα εἰ μὲν δι’ ἀσθένειαν ἐπάσχομεν, στέργειν ἂν ἦν ἀνάγκη τὴν τύχην || αν αυτά τα παθαίναμε από την αδυναμία μας, τότε θα ήταν αναγκαίο να υπομείνουμε την τύχη μας.

§3.112. Ευχή ανεκπλήρωτη εκφράζει η οριστική παρατατικού ή αορίστου, όταν προτάσσεται το μόριο εἴθε, καθώς και ο παρατατικός ὤφελον + απαρ. (επίσης, εἴθ’ ὤφελον + απαρ. ή εἰ ὤφελον + απαρ.).

ΕΥΡ Ηρακλ 731 εἴθ΄ ἦσθα δυνατὸς δρᾶν ὅσον πρόθυμος εἶ || μακάρι να ήταν η ικανότητά σου για δράση, όση και η προθυμία σου.

ΞΕΝ ΚΑναβ 2.1.4 ἀλλ΄ ὤφελε μὲν Κῦρος ζῆν· ἐπεὶ δὲ τετελεύτηκεν … || μακάρι να ζούσε ο Κύρος, επειδή όμως πέθανε …

ΠΛ Κριτων 44d εἰ γὰρ ὤφελον͵ ὦ Κρίτων͵ οἷοί τ΄ εἶναι οἱ πολλοὶ τὰ μέγιστα κακὰ ἐργάζεσθαι͵ ἵνα οἷοί τ΄ ἦσαν καὶ ἀγαθὰ τὰ μέγιστα͵ καὶ καλῶς ἂν εἶχεν. νῦν δὲ οὐδέτερα οἷοί τε || μακάρι, Κρίτωνα, οι πολλοί να ήταν ικανοί να προξενήσουν το μεγαλύτερο κακό, για να ήταν ικανοί και για το μεγαλύτερο καλό, και τότε τα πράγματα θα ήταν καλά· τώρα όμως δεν είναι ικανοί ούτε για το ένα ούτε για το άλλο.

§3.113. Στις ευθείες και πλάγιες ερωτήσεις η οριστική των απροσώπων ρημάτων χρὴ και δεῖ + απαρ., δηλώνει απορία και ισοδυναμεί με απορηματική υποτακτική.

ΞΕΝ Αγ 2.13 ἠρώτων τί χρὴ ποιεῖν [=τί ποιῶσι] || ρωτούσαν τι πρέπει να κάνουν.

ΑΙΣΧΙΝ 1.7 καὶ διαρρήδην ἀπέδειξαν (οἱ κατὰ τοὺς χρόνους ἐκείνους νομοθέται), ἃ χρὴ τὸν παῖδα τὸν ἐλεύθερον ἐπιτηδεύειν, καὶ ὡς δεῖ αὐτὸν τραφῆναι [=ἃ ἐπιτηδεύῃ καὶ ὡς τραφῇ] || και ρητά καθόρισαν (οι νομοθέτες εκείνων των χρόνων) ποιες πρέπει να είναι οι ασχολίες του ελεύθερου παιδιού και πως πρέπει αυτό να ανατραφεί.


ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ

§3.114. Η υποτακτική της αρχαίας ελληνικής διακρίνεται σε δύο κατηγορίες (α) την υποτακτική του προσδοκώμενου (ή προορατική υποτακτική) και (β) τη βουλητική υποτακτική. Τα διακριτικά χαρακτηριστικά τους είναι τα εξής:
• Η υποτακτική του προσδοκώμενου δηλώνει αυτό που αναμένεται ότι θα συμβεί κατά την υποκειμενική κρίση του ομιλητή και συνοδεύεται κανονικά από το μόριο ἄν. Η συγκεκριμένη υποτακτική συγγενεύει αρκετά με την οριστική μέλλοντα· η διαφορά τους είναι πολύ λεπτή: στην περίπτωση του μέλλοντα η προσδοκία βασίζεται σε αντικειμενική κρίση, ενώ στην υποτακτική του προσδοκώμενου σε υποκειμενική.
• Η βουλητική υποτακτική δηλώνει μια κατάσταση που η πραγμάτωσή της επιζητείται από τον ομιλητή και κανονικά δεν συνοδεύεται από το μόριο ἄν.
Από τα παραπάνω είναι σαφές ότι η υποτακτική είναι μια υποκειμενική έγκλιση που αφορά το μέλλον· η διαφορά των δύο υποτακτικών συνίσταται στο ότι με την υποτακτική του προσδοκώμενου ο ομιλητής προβλέπει το μέλλον κατά την υποκειμενική του κρίση, ενώ με την βουλητική υποτακτική επιδιώκει την πραγμάτωση της βούλησής του. Η αυστηρή διάκριση, ωστόσο, των δύο χρήσεων της υποτακτικής δεν είναι πάντοτε εύκολη, ειδικά στην περίπτωση των δευτερευουσών προτάσεων.

Υποτακτική του προσδοκώμενου

§3.115. Η χρήση της υποτακτικής του προσδοκώμενου σε κύριες προτάσεις, ενώ διατηρείται ακόμη στον Όμηρο (με ή χωρίς το μόριο κε(ν) ή ἄν), στην αττική διάλεκτο έχει σχεδόν εκλείψει κι έχει αντικατασταθεί από την οριστική του μέλλοντα· διατηρείται μόνο σε κάποιες στερεότυπες εκφράσεις: τί πάθω; τί γένωμαι; τί μοι γένηται; κ.ά.

ΟΜ Ιλ 1.262 οὐ γάρ πω τοίους ἴδον ἀνέρας οὐδὲ ἴδωμαι || παρόμοιους άντρες δεν συνάντησα, ούτε θα συναντήσω.

ΟΜ Ιλ 11.433 κεν ἐμῷ ὑπὸ δουρὶ τυπεὶς ἀπὸ θυμὸν ὀλέσσῃς || ή χτυπημένος απ’ το δόρυ μου θα χάσεις τη ζωή σου.

ΟΜ Ιλ 14.234-5 ἠδ΄ ἔτι καὶ νῦν / πείθευ· ἐγὼ δέ κέ τοι ἰδέω χάριν ἤματα πάντα || επάκουσέ με και τώρα, κι εγώ θα σου χρωστώ αιώνια ευγνωμοσύνη.

ΟΜ Ιλ 22.505 νῦν δ΄ ἂν πολλὰ πάθῃσι φίλου ἀπὸ πατρὸς ἁμαρτὼν / Ἀστυάναξ || τώρα όμως που έχασε τον πατέρα του, τον περιμένουν βάσανα πολλά τον Αστυάνακτα.

ΟΜ Οδ 5.465 ὤ μοι ἐγώ τί πάθω; τί νύ μοι μήκιστα γένηται; || αλίμονό μου, τι θα μου συμβεί; Τί θα απογίνω τελικά;

ΑΙΣΧ Επτ 297 τί γένωμαι; || τι θα απογίνω;

ΑΡΙΣΤΟΦ Πλ 603 τί πάθω τλήμων; || Τι θα απογίνω ο δύστυχος;

§3.116. Στις δευτερεύουσες προτάσεις, αντιθέτως, η χρήση της υποτακτικής του προσδοκώμενου (κατά κανόνα με το μόριο ἂν) είναι πολύ συνηθισμένη. Ειδικότερα, με υποτακτική του προσδοκώμενου εκφέρονται χρονικές, υποθετικές, εναντιωματικές και αναφορικές προτάσεις· επίσης, τελικές που εισάγονται με τους συνδέσμους ὅπως και ὡς, αν και σε αυτές η υποτακτική του προσδοκώμενου συχνά έχει αντικατασταθεί από οριστική μέλλοντα· σπάνια είναι στον Όμηρο η χρήση της υποτακτικής του προσδοκώμενου σε πλάγιες ερωτήσεις, ενώ στην αττική διάλεκτο τα παραδείγματα είναι ελάχιστα.

ΛΥΣ 28.16 ἔτι δέ, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ἐὰν αὐτῶν ἀποψηφίσησθε, οὐδεμίαν ὑμῖν εἴσονται χάριν || επιπλέον, Αθηναίοι, αν τους αθωώσετε, δεν θα σας χρωστούν καμιά ευγνωμοσύνη.

ΞΕΝ ΚΑναβ 3.2.10 οἵπερ (=οἱ θεοὶ) ἱκανοί εἰσι καὶ τοὺς μεγάλους ταχὺ μικροὺς ποιεῖν καὶ τοὺς μικροὺς κἂν ἐν δεινοῖς ὦσι σῴζειν εὐπετῶς, ὅταν βούλωνται || οι οποίοι (θεοί) έχουν τη δύναμη και τους μεγάλους να τους κάνουν γρήγορα μικρούς και τους μικρούς, ακόμη κι όταν βρίσκονται μέσα σε μεγάλους κινδύνους, εύκολα να τους σώζουν, όταν θέλουν.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.2.7 κολάζουσι δὲ καὶ ὃν ἂν ἀδίκως ἐγκαλοῦντα εὑρίσκωσι || τιμωρούν επίσης και όποιον ανακαλύψουν ότι κατηγορεί άλλους άδικα.

ΘΟΥΚ 2.52.3 ὑπερβιαζομένου γὰρ τοῦ κακοῦ οἱ ἄνθρωποι, οὐκ ἔχοντες ὅτι γένωνται, ἐς ὀλιγωρίαν ἐτράποντο καὶ ἱερῶν καὶ ὁσίων ὁμοίως || γιατί όταν παράγινε το κακό, οι άνθρωποι μην ξέροντας πια τι θ' απογίνουν, άρχισαν να αδιαφορούν για τα θεία και τις θρησκευτικές απαγορεύσεις.

ΛΥΚ Λεωκ 86 φασὶ γοῦν τὸν Κόδρον […] λαβόντα πτωχικὴν στολὴν ὅπως ἂν ἀπατήσῃ τοὺς πολεμίους, κατὰ τὰς πύλας ὑποδύντα φρύγανα συλλέγειν πρὸ τῆς πόλεως || διηγούνται, λοιπόν, ότι ο Κόδρος, αφού φόρεσε φτωχικά ρούχα, για να εξαπατήσει τους εχθρούς, βγήκε κρυφά έξω από τις πύλες και μάζευε φρύγανα μπροστά στην πόλη.

Βουλητική Υποτακτική

§3.117. Η βουλητική υποτακτική στις ανεξάρτητες προτάσεις δηλώνει (α) προτροπή ή αποτροπή (προτρεπτική ή αποτρεπτική υποτακτική), (β) απαγόρευση (απαγορευτική υποτακτική), (γ) ενδοιασμό και (δ) αμηχανία και απορία (απορηματική υποτακτική).
Προτρεπτική ή αποτρεπτική υποτακτική. Δηλώνει προτροπή ή αποτροπή για την εκτέλεση μιας πράξης και βρίσκεται μόνο σε πρώτο πρόσωπο, ενικό ή πληθυντικό, ενώ για τα υπόλοιπα πρόσωπα χρησιμοποιείται η προστακτική.

ΞΕΝ Ελλ 7.1.30 ἀποδῶμεν τοῖς ἐπιγιγνομένοις τὴν πατρίδα οἵανπερ παρὰ τῶν πατέρων παρελάβομεν || ας παραδώσουμε στους απογόνους μας την πατρίδα τέτοια που την παραλάβαμε από τους πατέρες μας.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 6.4.16 ἴωμεν δή, ὦ ἄνδρες, ἐπὶ τοὺς πολεμίους || ας επιτεθούμε, λοιπόν, άνδρες, στους εχθρούς.

ΙΣΟΚΡ 6.108 παρακαλέσαντες οὖν ἀλλήλους ἀποδῶμεν τὰ τροφεῖα τῇ πατρίδι, καὶ μὴ περιίδωμεν ὑβρισθεῖσαν τὴν Λακεδαίμονα καὶ καταφρονηθεῖσαν, μηδὲ ψευσθῆναι ποιήσωμεν τῶν ἐλπίδων τοὺς εὔνους ἡμῖν ὄντας, μηδὲ περὶ πλείονος φανῶμεν ποιούμενοι τὸ ζῆν τοῦ παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις εὐδοκιμεῖν || ενθαρρύνοντας, λοιπόν, ο ένας τον άλλον, ας ανταποδώσουμε στην πατρίδα μας τα τροφεία κι ας μην αφήσουμε να εξευτελιστεί και να περιφρονηθεί η Σπάρτη· ας μη διαψεύσουμε τις ελπίδες όσων μας συμπαθούν κι ας μη δείξουμε ότι δίνουμε μεγαλύτερη σημασία στη ζωή μας απ’ ό,τι στο να μας δοξάζει όλος ο κόσμος.
Πολλές φορές προτάσσονται της συγκεκριμένης υποτακτικής οι προστακτικές ἄγε, ἴθι, φέρε κ.ά., οι οποίες έχουν καταντήσεις προτρεπτικά μόρια.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 5.5.15 ἄγε τοίνυν, ἔφη ὁ Κῦρος, σκοπῶμεν τὰ ἐμοὶ πεπραγμένα πάντα καθ’ ἓν ἕκαστον || εμπρός, είπε ο Κύρος, ας εξετάσουμε μία μία όλες τις πράξεις μου.

ΞΕΝ Απομν 1.6.4 ἴθι οὖν ἐπισκεψώμεθα τί χαλεπὸν ᾔσθησαι τοῦ ἐμοῦ βίου || εμπρός, λοιπόν, ας εξετάσουμε τι δυσάρεστο έχεις εντοπίσει στον τρόπο ζωής μου.

ΠΛ Θεαιτ 151e ἀλλὰ φέρε δὴ αὐτὸ κοινῇ σκεψώμεθα, γόνιμον ἢ ἀνεμιαῖον τυγχάνει ὄν || έλα τώρα, ας εξετάσουμε μαζί αν αυτό που είπες είναι γόνιμος λόγος ή αερολογία.

§3.118. Απαγορευτική υποτακτική. Δηλώνει απαγόρευση και τίθεται πάντοτε σε δεύτερο ή τρίτο πρόσωπο. Συνοδεύεται πάντοτε από άρνηση μή.

ΔΗΜ 19.182 εἰ δὲ πρεσβευτὴς ὢν ἐπὶ χρήμασιν ἐπίτηδες ἐξηπάτηκεν ὑμᾶς, μὴ ἀφῆτε, μηδ’ ἀνάσχησθ’ ὡς οὐ δεῖ δίκην ὧν εἶπεν ὑποσχεῖν || εάν όμως όντας πρεσβευτής σας εξαπάτησε σκόπιμα παίρνοντας χρήματα, μην τον αθωώσετε και μην ανεχθείτε το επιχείρημά του, ότι δεν πρέπει να τιμωρηθεί για όσα είπε.

ΙΣΟΚΡ 14.62 μὴ τοίνυν ἐάσητε ταύτας τὰς βλασφημίας περὶ τὴν ὑμετέραν γενέσθαι πόλιν || μην αφήσετε, λοιπόν, να εκτοξευθούν ενάντια στην πόλη σας αυτές οι προσβολές.

ΥΠΕΡ 6.15 καὶ μηδεὶς ὑπολάβῃ με τῶν ἄλλων πολιτῶν μηδένα λόγον ποιεῖσθαι, ἀλλὰ Λεωσθένη μόνον ἐγκωμιάζειν || και κανείς ας μην θεωρήσει ότι παραβλέπω τους υπόλοιπους πολίτες και εγκωμιάζω μόνο τον Λεωσθένη.

§3.119. Η βουλητική υποτακτική σε ανεξάρτητη πρόταση μπορεί να δηλώνει ενδοιασμό και ανησυχία μήπως ισχύει κάτι. Τότε βρίσκεται σε χρόνο ενεστώτα και εισάγεται με το μή (άρνηση μὴ οὐ). Ο ισχυρισμός αυτός που διατυπώνεται με επιφύλαξη συνοδεύεται συχνά από ειρωνεία.

ΠΛ Παρμ 134e ἀλλὰ μὴ λίαν, ἔφη, θαυμαστὸς ὁ λόγος || φοβάμαι όμως, είπε, μήπως ο λόγος μας είναι πολύ παράδοξος.

ΠΛ Μεν 94b ἀγαθοὺς δὲ ἄρα ἄνδρας οὐκ ἐβούλετο ποιῆσαι; δοκῶ μέν, ἐβούλετο, ἀλλὰ μὴ οὐκ ᾖ διδακτόν || αγαθούς άνδρες δεν ήθελε άραγε να τους κάνει; Εγώ, νομίζω, ήθελε, σκέφτομαι όμως μήπως η αρετή δεν είναι κάτι που μπορεί να διδαχτεί.

ΠΛ Λυσ 209a μὴ οὐ τοῦτό σε͵ ὦ παῖ Δημοκράτους͵ κωλύῃ || φοβάμαι, γιε του Δημοκράτη, μήπως δεν είναι αυτό που σε εμποδίζει / υποψιάζομαι ότι μάλλον δεν είναι αυτό που σε εμποδίζει.
Όταν όμως προτάσσεται άρνηση πριν από τις παραπάνω προτάσεις (δηλ. οὐ μή), τότε η επιφύλαξη αίρεται και δηλώνεται βέβαιος αρνητικός ισχυρισμός.

ΘΟΥΚ 4.95.2 καὶ ἢν νικήσωμεν͵ οὐ μή ποτε ὑμῖν Πελοποννήσιοι ἐς τὴν χώραν ἄνευ τῆς τῶνδε ἵππου ἐσβάλωσιν || κι αν νικήσουμε (εδώ στη Βοιωτία), οι Πελοποννήσιοι χωρίς το ιππικό αυτών εδώ (=των Βοιωτών) ποτέ δεν θα εισβάλουν στην χώρα μας.

ΞΕΝ ΚΑναβ 4.8.13 ἤν τε εἷς πῃ δυνηθῇ τῶν λόχων ἐπὶ τὸ ἄκρον ἀναβῆναι͵ οὐδεὶς μηκέτι μείνῃ τῶν πολεμίων || κι αν ένας από τους λόχους καταφέρει να ανεβεί στην κορυφή, τότε πια κανείς από τους εχθρούς δεν θα μείνει εκεί για να αντισταθεί.

ΔΗΜ 4.44 ἂν μέντοι καθώμεθ΄ οἴκοι͵ λοιδορουμένων ἀκούοντες καὶ αἰτιωμένων ἀλλήλους τῶν λεγόντων͵ οὐδέποτ΄ οὐδὲν ἡμῖν μὴ γένηται τῶν δεόντων || αν όμως καθόμαστε στην πατρίδα, ακούγοντας τους ρήτορες να βρίζουν και να κατηγορούν ο ένας τον άλλον, τότε σίγουρα τίποτα δεν θα γίνει από όσα πρέπει.
Συχνά όμως στη θέση υποτακτικής ενεστώτα ή αορίστου υπάρχει οριστική μέλλοντα.

ΑΙΣΧΙΝ 3.177 τοὺς μὲν γὰρ πονηροὺς οὐ μή ποτε βελτίους ποιήσετε || γιατί έτσι τους κακούς πολίτες ποτέ δεν θα τους κάνετε καλύτερους.

§3.120. Απορηματική υποτακτική. Βρίσκεται στις ευθείες και πλάγιες ερωτήσεις και δηλώνει αμηχανία, απορία, αμφιβολία ή έκπληξη.

ΠΛ Συμπ 212e μεθύοντα ἄνδρα πάνυ σφόδρα δέξεσθε συμπότην, ἢ ἀπίωμεν ἀναδήσαντες μόνον Ἀγάθωνα, ἐφ’ ᾧπερ ἤλθομεν; || θα δεχθείτε για συμπότη σας έναν άνθρωπο τύφλα στο μεθύσι ή να φύγουμε, αφού στεφανώσουμε τον Αγάθωνα, πράγμα για το οποίο ήρθαμε.

ΠΛ Μεν 80b ἀληθῶς γὰρ ἔγωγε καὶ τὴν ψυχὴν καὶ τὸ στόμα ναρκῶ, καὶ οὐκ ἔχω ὅτι ἀποκρίνωμαί σοι || γιατί πραγματικά έχει ναρκωθεί η ψυχή και το στόμα μου και δεν ξέρω τι να σου απαντήσω.
Συχνά η απορηματική υποτακτική στις ευθείες ερωτήσεις συνοδεύεται από τα βούλει, βούλεσθε, θέλεις, θέλετε.

§3.121. Πέρα από τις πλάγιες ερωτήσεις, με βουλητική υποτακτική εκφέρονται και άλλες δευτερεύουσες προτάσεις: οι τελικές και οι ενδοιαστικές.


ΕΥΚΤΙΚΗ

§3.122. Η ευκτική είναι η έγκλιση που δηλώνει μια απλή υποκειμενική σκέψη, η οποία εκδηλώνεται ως ευχή (ευχετική ευκτική) ή ως δυνατότητα να πραγματοοποιηθεί κάτι στο παρόν ή στο μέλλον (δυνητική ευκτική). Μια τρίτη βασική λειτουργία της ευκτικής είναι η χρήση της στον πλάγιο λόγο μετά από ιστορικό χρόνο στη θέση της απλής οριστικής ή της υποτακτικής (ευκτική του πλαγίου λόγου).

§3.123. Ευχετική ευκτική. Εκφράζει ευχή ή κατάρα η οποία μπορεί να εκπληρωθεί στο μέλλον. Διαφέρει έτσι από την ευχετική οριστική, η οποία εκφράζει ευχή ανεκπλήρωτη στο παρελθόν (αν και αρχικά η ευχετική ευκτική δήλωνε και ευχή ανεκπλήρωτη στο παρελθόν, όπως φαίνεται από παραδείγματα στον Όμηρο).
Πριν από την ευχετική ευκτική προτάσσονται συνήθως τα μόρια εἴθε, εἰ γάρ.

§3.124. Στο β’ και γ’ πρόσωπο η ευχετική ευκτική χρησιμοποιείται για να δηλώσει ευγενική προτροπή ή παραχώρηση.

§3.125. Με ευχετική ευκτική εκφέρονται και δευτερεύουσες αναφορικές, τελικές και σπάνια ενδοιαστικές προτάσεις.

§3.126. Η δυνητική ευκτική (ευκτική με το δυνητικό μόριο ἄν) δηλώνει το δυνατό να πραγματοποιηθεί στο παρόν και στο μέλλον.
Η δυνητική ευκτική, κυρίως στον Όμηρο, μπορεί να εκφέρεται και χωρίς το δυνητικό μόριο ἄν.

§3.127. Με δυνητική ευκτική επίσης εκφράζεται:
(α) κάτι το πιθανό (ισοδυναμεί με μέλλοντα)
(β) γνώμη διατυπωμένη με μετριοπάθεια
(γ) ευγενική προσταγή

§3.128. Με δυνητική ευκτική μπορούν να εκφέρονται όλες οι δευτερεύουσες προτάσεις κρίσεως, ενώ στις υποθετικές, εναντιωματικές και αναφορικοϋποθετικές, η δυνητική ευκτική δεν συνοδεύεται από το δυνητικό μόριο.

§3.129. Το δυνητικό μόριο ἂν τίθεται κανονικά μετά το ρήμα στο οποίο ανήκει. Αν όμως στην πρόταση υπάρχει άρνηση ή κάποια αντωνυμία ή επίρρημα ή άλλη λέξη στην οποία δίνεται έμφαση, τότε το δυνητικό μόριο τίθεται μετά από αυτή τη λέξη.

§3.130. Σε δευτερεύουσες προτάσεις η ευκτική τίθεται συχνά στη θέση της απλής οριστικής ή της υποτακτικής, όταν στην κύρια πρόταση υπάρχει ιστορικός χρόνος. Η ευκτική αυτή ονομάζεται ευκτική του πλαγίου λόγου. (Η ευκτική του μέλλοντα χρησιμοποιείται μόνο ως ευκτική του πλαγίου λόγου).

§3.131. Η επαναληπτική ευκτική, η οποία συναντάται σε υποθετικές, χρονικές, και αναφορικές προτάσεις, και δηλώνει το επαναλαμβανόμενο στο παρελθόν, ανήκει ουσιαστικά στην κατηγορία της ευκτικής του πλαγίου λόγου, αφού στην κύρια πρόταση υπάρχει πάντοτε ιστορικός χρόνος. Η συγκεκριμένη ευκτική δεν δηλώνει επανάληψη από μόνη της, αλλά χάρη στα συμφραζόμενα στα οποία βρίσκεται.


ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΗ

§3.132. Η προστακτική δηλώνει την απαίτηση του υποκειμένου να κάνει κάποιος κάτι. Ειδικότερα η προστακρική δηλώνει
(α) προσταγή ή απαγόρευση
(β) προτροπή, αποτροπή ή παραίνεση
(γ) συγκατάθεση ή παραχώρηση
(δ) παράκληση, ευχή ή κατάρα

§3.133. Στις ηπιότερες μορφές προσταγής προτιμούνται αντί της προστακτικής, η προτρεπτική, αποτρεπτική και απαγορευτική υποτακτική και η ευχετική ή δυνητική ευκτική (βλ. §3.117., §3.118., §3.124., §3.127.).

§3.134. Από τις δευτερεύουσες προτάσεις μόνο οι αναφορικές μπορούν να εκφέρονται με προστακτική είναι οι αναφορικές.

Τελευταία Ενημέρωση: 05 Ιούν 2012, 10:18