ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας 

Δημιουργία της ελληνιστικής κοινής 

Νίκος Παντελίδης (2007) 

Βάση λοιπόν είναι η Αττική, αλλά στη διαμόρφωση της Κοινής συνέβαλαν κατά δύναμη και οι άλλες διάλεκτοι. Πλουσιότερη ήταν η συνεισφορά της Ιωνικής. Ο Στ. Γ. Καψωμένος (1907-1978) και ο Αγαπητός Τσοπανάκης απέδειξαν ότι η συμβολή της Δωρικής ήταν πολύ σημαντικότερη από ό,τι πίστευαν παλαιότεροι ερευνητές. Η Δωρική πλούτισε ιδιαίτερα τη στρατιωτική και νομική ορολογία: λοχαγός, ουραγός, ξεναγός (αρχικά: αρχηγός των μισθοφόρων), άγημα, ανάδοχος. Δωρικά είναι και τα χρηστικότατα: βουνός (ΝΕ βουνό αντί του αττικού όρος), λαός, ναός, ορκωμοσία. Τη διοικητική και στρατιωτική ορολογία επιχορηγεί και η Μακεδονική: δεκανός (> ΝΕ δεκανέας, δεκανίκι), ταξίαρχος, σωματοφύλακες, υπασπισταί. Μακεδονική καταγωγή έχουν η λέξη κοράσιον και η κατάληξη -ισσα (Μακεδόνισσα).

Η σχέση της Κοινής με τις διαλέκτους των ιστορικών χρόνων. Η Κοινή με την ευρεία διάδοση που γνώρισε δεν μπορούσε να είναι ενιαία. Η αντίσταση των παλαιών και καταξιωμένων διαλέκτων δεν ήταν τόσο μικρή, ώστε να υποκύψουν αμέσως σε μια νέα γλώσσα. Ο Σουητώνιος (Tiber. 56) μας πληροφορεί ότι τον 1ο μ.Χ. αιώνα μιλιόταν ακόμα στη Ρόδο η δωρική διάλεκτος. Ο Αγ. Τσοπανάκης έδειξε σε μια σειρά μελετών του (βλ. 1983, σ. XXIV) ότι «μεταθέτονται προς τον 5ο και 6ο και 7ο μ.Χ. αιώνα και τα χρονικά όρια της διατήρησης και εξέλιξης των αρχαίων διαλέκτων και εκείνα της εμφάνισης των νεοελληνικών, με συντηρητική και εξελικτική επίδραση της Κοινής, μακριά από ισοπεδώσεις και εξαφανίσεις των αρχαίων διαλέκτων». Είναι, επομένως, βέβαιο ότι υπήρχαν και εκτός Αττικής διάφορες μορφές Κοινής με έντονο ιωνικό, δωρικό και αιολικό χαρακτήρα.

Τα σπουδαιότερα μη αττικά (ανάττικα) στοιχεία της Κοινής.


Μακεδονικά στοιχεία:
 
Οι Debrunner-Scherer (ό.π., 1983, 102 κ.ε.) υποστηρίζουν ότι παρά την αποφασιστική συμβολή των Μακεδόνων στη δημιουργία της Κοινής, τα στοιχεία που έδωσαν στη νέα γλώσσα είναι ελάχιστα. Η άποψη αυτή πρέπει να αναθεωρηθεί ύστερα από τη μελέτη του Ι. Καλλέρη (1953) στην οποία εξετάζει και ερμηνεύει 44 συνολικά μακεδονικές λέξεις, από τις οποίες πολλές ανήκουν στη στρατιωτική ορολογία: δεκανός, διμοιρίτης, σάρισα, ταξίαρχος, η κατάληξη -ισσα που έγινε παραγωγική στη μεσαιωνική Ελληνική κ.ά.

 


Ιωνικά στοιχεία:
&nbdp;
Μετά την αττική διάλεκτο έπαιξε καθοριστικό ρόλο για τη διαμόρφωση της Κοινής η ιωνική. Στο φωνητικό-μορφολογικό επίπεδο έχουμε έντονες αντιδράσεις: Βλ. τη χρήση λέξεων με σσ και ρς αντί για τα αττικά ττ και ρρ: το ιωνικό η έναντι του δωρικού ᾱ· η ρίζα γιν- έναντι αττ. γιγν-· η ψίλωση (ἀπηλιώτης)· η προφορά του η ως ε: ἐρρέθη ·ασυναίρετοι ονοματικοί τύποι: νεομηνία· κύρια ονόματα, όπως: Διοσκουρίδης, αττ. Διοσκορίδης· ονόματα με προθηματικό Θευ-και Κλευ- αντί Θεο-, Κλεο- κ.ά. Στο μορφολογικό επίπεδο έχουμε την κλίση των ουσιαστικών -ᾶς,-ᾶδος και -οῦς,-οῦδος· ασυναίρετους τύπους γενικής πληθυντικού τριτοκλίτων του τύπου ἀνθέων· ρηματικούς τύπους ἐλεύσομαι, αττ. εἶμι,ἔζησα, αττ. ἐβίων κ.ά. Στη σύνταξη παρατηρείται ότι το πειθαρχῶ δέχεται ως αντικείμενο γενική· η αόριστη αναφορική αντωνυμία ὅστις χρησιμοποιείται στη θέση της οριστικής ὅς· γενικεύεται η χρήση του πρίν ἤ κ.ά. Η συμβολή της ιωνικής είναι πολύ πιο αισθητή στη διαμόρφωση του λεξιλογίου της Κοινής. Τα ουσιαστικά σε -μα και -σις πιστεύεται ότι έχουν ιωνική προέλευση. Ουσιαστικά: γάστρα, δρυμός,ἔρευνα,κῆπος, κόπος κ.λπ. Επίθετα: ἄβροχος, ὁμότιμος, πετεινός κ.ά. Ρήματα: γογγύζω, δεσπόζω,ἐντρέπομαι, συναντάω κ.ά. Επιρρήματα και προθέσεις: πάρεξ, ὕπερθεν. Σημειωτέον ότι επιβιώνουν και στη νεοελληνική πλήθος ιωνικών στοιχείων, όπως τα ουσιαστικά -άς, -ού, -ούδι, -ούδα, -ούδης, η διάδοση της ανισοσυλλαβίας (μαθητής, μαθητάδες) και πολλά στοιχεία στην ποντιακή διάλεκτο.

 


Δωρικά στοιχεία:
 
Η δωρική πρόβαλε μεγάλη αντίσταση στη διάδοση της Κοινής, όπως μαρτυρούν οι άφθονοι δωρισμοί των νεοελληνικών διαλέκτων. Στη φωνητική το πιο χαρακτηριστικό δωρικό στοιχείο παραμένει το δωρικό ᾱ, έναντι του ιωνικού-αττικού η, ενώ στην περιοχή του λεξιλογίου η επίδραση είναι αισθητά μεγαλύτερη: Ουσιαστικά: ἀλέκτωρ, ιων.-αττ. ἀλεκτρύων, βουνός, λαός, ναός, κ.ά. Ρήματα: ἀμφιάζω, μοιχᾱν, ὁρκίζειν κ.ά. Επιρρήματα: ἔναντι, σατινός, ιων. σῆτες (= ἐφέτος) κ.ά. Τα δωρικά στοιχεία των νεοελληνικών διαλέκτων έχουν μελετηθεί εν εκτάσει από τον Στ. Καψωμένο, τον Αγ. Τσοπανάκη, τον Δ. Γεωργακά κ.ά. Ο Τσοπανάκης εντόπισε μια δωρική διαλεκτική ζώνη που πρέπει να περιελάμβανε όλα τα περιφερειακά νεοελληνικά ιδιώματα: Δωδεκάνησα, Κρήτη, Θήρα, Κύθηρα, Αίγινα, Μέγαρα, Τσακωνιά, Λακωνία (Μάνη), Μεσσηνία, Ιόνια νησιά, παράλια της Ηπείρου, Κάτω Ιταλία. Το δωρικό ᾱ διασώζεται σε πολλά ονόματα και τοπωνύμια (σακάζω, άρκαλος, Δαματριά, Κάπος), όπως και η δωρική προφορά του υ ως ου: γρουλλί, άχιουρα. Οι αιολισμοί της Κοινής είναι ελάχιστοι.

Οι ξενισμοί της Κοινής ανάγονται κατά κύριο λόγο στη Λατινική και δευτερευόντως στην Εβραϊκή. Καμιά ξένη γλώσσα δεν επηρέασε τόσο πολύ το λεξιλόγιο της Κοινής, αλλά και την ελληνική γλώσσα γενικότερα, όσο η Λατινική. Μερικές χαρακτηριστικές λέξεις: Στρατιωτικοί όροι: κεντυρίων, κουστωδία, λεγιών. Δίκαιο και διοίκηση: Καῖσαρ, κῆνσος,κολωνία, τίτλος. Εμπόριο: σουδάριον, μεμβράνη. Μέτρα νομίσματα: μίλιον, δηνάριον. Στους παπύρους συναντάμε αρκετές λέξεις της καθημερινής ζωής: Επαγγέλματα: πλουμάριος, βρακάριος, κελλάριος. Οικία-σκεύη: φούρναξ, μακελλάριον. Ενδυμασία: βεστίον, σαγίον κ.ά. Οι λατινικές λέξεις προσαρμόζονται, όσο είναι δυνατόν, στο κλιτικό σύστημα της Ελληνικής: Αὐγουστάλιος < Augustalis, χώρτη < cohors. Υπάρχουν ακόμα αρκετές παραγωγικές καταλήξεις: -άρι(ο)ς < arius, -ᾶτος < -atus, -άνος < -anus. Σημαντική είναι η διαπίστωση ότι οι Έλληνες δεν δανείστηκαν παρά ελάχιστα ρήματα από τη Λατινική.

Έχει υποστηριχθεί ότι τα στοιχεία που έδωσαν οι Μακεδόνες στη νέα γλώσσα είναι ελάχιστα, παρά την αποφασιστική συμβολή τους στη δημιουργία της Κοινής. Όμως τα μακεδονικά λεξιλογικά στοιχεία είναι πολύ περισσότερα απ' αυτά που είχαν επισημάνει παλιότεροι ερευνητές. Ο Ι. Καλλέρης (1953) εξετάζει και ερμηνεύει 44 συνολικά μακεδονικές λέξεις, από τις οποίες πολλές ανήκουν, όπως είναι φυσικό, στη στρατιωτική ορολογία: δεκανός, διμοιρίτης, σάρισα, ταξίαρχος. Επιπλέον, μακεδονική προέλευση φαίνεται ότι έχει η κατάληξη -ισσα που έγινε παραγωγική στη μεσαιωνική γλώσσα, κ.ά.

Η Ιωνική είναι η δεύτερη διάλεκτος μετά την Αττική που συνέβαλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση της Κοινής. Η σημασία και η σπουδαιότητα της ιωνικής φυλής αποδεικνύεται από το γεγονός ότι οι λαοί της Ανατολής χαρακτήριζαν με το όνομα Ίωνες όλους τους Έλληνες. Και σήμερα στα τουρκικά ο Έλληνας λέγεται Γιουνάν. Οι Ίωνες εγκαταστάθηκαν νωρίς στην Αττική, γι' αυτό και γίνεται λόγος για μια Ιωνική-Αττική διάλεκτο. Στο φωνητικό-μορφολογικό επίπεδο έχουμε έντονες επιδράσεις, όπως για παράδειγμα τη χρήση λέξεων με σσ και ρσ αντί για τα αττικά ττ και ρρ: γλῶσσα ιωνικά - γλῶττα αττικά, Χερσόνησος ιωνικά - Χερρόνησος αττικά. Το ιωνικό η έναντι του δωρικού : ἀκαταστασίης, φιλίης. Η ψίλωση: ἀπηλιώτης. Η προφορά του η ως ε: ἐρρέθη. Ασυναίρετοι ονοματικοί τύποι: νεομηνία, ἐπαοιδός, κ.ά. Στο μορφολογικό επίπεδο έχουμε την κλίση των ουσιαστικών -ᾱς, -ᾱδος, και -οῡς, -οῡδος, ασυναίρετους τύπους γενικής πληθυντικού τριτόκλιτων του τύπου ἀνθέων, ρηματικούς τύπους ἐλέυσομαι (αττικά εἶμι), ἔζησα (αττικά ἐβίων), κ.ά. Η συμβολή της Ιωνικής είναι πολύ πιο αισθητή στη διαμόρφωση του λεξιλογίου της Κοινής. Τα ουσιαστικά σε -μα και -σις πιστεύεται ότι έχουν ιωνική προέλευση. Ιωνικές είναι οι λέξεις: βλαστός, ἔρευνα, καμάρα, φωρά (κλοπή), ἀχανής, ὀμότιμος, πετεινός, στεγνός, γογγύζω, ἐντρέπομαι, συμπαρίσταμαι, συναντάω, χωνεύω, πάρεξ, ὕπερθεν, κ.ά.

Η Δωρική πρόβαλε μεγάλη αντίσταση στη διάδοση της Κοινής, όπως μαρτυρούν οι άφθονοι δωρισμοί των νεοελληνικών διαλέκτων. Στη φωνητική το πιο χαρακτηριστικό δωρικό στοιχείο παραμένει το δωρικό , έναντι του ιωνικού-αττικού η, ενώ στην περιοχή του λεξιλογίου η επίδραση είναι αισθητά μεγαλύτερη: ἀλέκτωρ (ιωνικά-αττικά ἀλεκτρυών), βουνός, λαός, ναός, ἀμφιάζω, μοιχᾱν, ὁρκίζειν, ἔναντι, σατινός, ιωνικά σῆτες (ἐφέτος), κ.ά. Ο Αγ. Τσοπανάκης εντόπισε μια δωρική διαλεκτική ζώνη που πρέπει να περιελάμβανε τα περισσότερα περιφερειακά νεοελληνικά ιδιώματα: Δωδεκάνησα, Κρήτη, Θήρα, Κύθηρα, Αίγινα, Μέγαρα, Τσακωνιά, Λακωνία (Μάνη), Μεσσηνία, Ιόνια νησιά, παράλια της Ηπείρου, Κάτω Ιταλία.


Μακεδονικά στοιχεία
 
α. Ανώνυμος Αλεξανδρινός σχολιαστής του Ομήρου (Σχόλιο Β, Ἰλιάδα, Υ 404) αναφέρει ότι το υποκοριστικό κοράσιον είναι μακεδονικό. Ο Φρύνιχος παραδίδει το ίδιο για τις λέξεις παρεμβολὴ και ῥύμη.
 
β. Φρύνιχος:
παρεμβολή· δεινῶς μακεδονικὸν
ῥύμη· καὶ τοῦτο μὲν οἱ Ἀθηναῖοι ἐπὶ τῆς ὁρμῆς ἐτίθεσαν,
οἱ δὲ νῦν ἀμαθεῖς ἐπὶ τοῦ στενωποῦ. δοκεῖ δέ μοι καὶ
τοῦτο μακεδονικὸν εἶναι.
 
γ. Η λέξη δεκανός: υπαξιωματικός επικεφαλής μιας δεκάδος, δεκαδάρχης, είναι γνήσια μακεδονική. Το λατινικό decanus (σύγκρινε ιταλικό decano, γερμανικό dekan, γαλλικό décan, αγγλικό dean) προέρχεται από το ελληνικό δεκανὸς (>νεοελληνικό δεκανέας και δεκανίκι· δεκανίκια ήταν αρχικά τα ραβδιά των δεκανών) και όχι αντίστροφα, όπως πιστεύουν μερικοί ερευνητές.
 
δ. Περίφημο ήταν και το μακεδονικό φαγητό ματτύη, το οποίο παρασκευαζόταν από κοπανιστό κρέας πουλερικών και διάφορα είδη χόρτων. Ο Πολυδεύκης, Ὀνομαστικόν, 6, 70, αναφέρει: «Ἡ ματτύη μακεδονικὸν εὕρευμα, δίψους ἐγερτικὸν βρῶμα ᾧ ἐχρῶντο μεσοῦντος τοῦ πότου», ενώ ο Αθήναιος, 663 D, το χαρακτηρίζει ως ένα από τα πιο πολυτελή ηδύσματα.

 


Ιωνικά στοιχεία
 
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η επικράτηση μορφολογικών στοιχείων της Ιωνικής και η επιβίωσή τους μέσω της Κοινής στη Νεοελληνική γλώσσα. Η κατάληξη -ας, η οποία υπάρχει σε ανδρικά συγκοπτόμενα ονόματα (Ἀπολλᾶς, Απολλόδωρος) και σε ουσιαστικά δηλωτικά παρωνυμίων ή επαγγελμάτων είχε στην Κοινή μεγάλη διάδοση, όπως και σήμερα. Χρησιμοποιείται σε επαγγελματικά ουσιαστικά: περιπτεράς, για τον σχηματισμό κτητικών: κεφαλάς, επιτακτικών: δουλευταράς, για να δηλώσει ότι τρώει κανείς κάτι ευχάριστα: κρεατάς. Από την ιωνική κατάληξη -οῦς -οῦδος σχηματίστηκε η νεοελληνική -ου, -ούδες για να δηλώσει ότι και με την αντίστοιχη κατάληξη των αρσενικών ονομάτων σε -άς: φουρναρού, μαγουλού, υπναρού, κρεατού. Και η διάδοση της ανισοσυλλαβίας (μαθητής, μαθητάδες, αλεπού, αλεπούδες) στο νεοελληνικό κλιτικό σύστημα, όπως και πολλά στοιχεία της Ποντιακής διαλέκτου (οι τύποι βασιλή, οικονομή, φιλή, που προέρχονται από ιωνικά βασιλείη, οἰκονομίη, φιλίη, ίσως η προφορά του η ως ε: ζεμία, οι λέξεις φορή: φορά, κι -ουκί [διτυπία]: ουχί, κ.ά.) έχουν ιωνική προέλευση.

 


Δωρικά στοιχεία
 
Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, οι οποίες ανήκουν στην παλαιά δωρική διαλεκτική ζώνη, διασώζονται μέχρι σήμερα αρκετοί δωρισμοί, οι κυριότεροι από τους οποίους είναι: η διατήρηση του δωρικού : σακός, σακάζω (Κάρπαθος, Κρήτη), ἀμέρα, φαγό < φαγός: οξιά (Τσακωνιά), nasida (νασίδα) < νησίς (Κ. Ιταλία). Τοπωνύμια: Δαματαριά, Κάπος (Ρόδος), Μίλατος (Κρήτη), Δάμος (Κάλυμνος). Η προφορά του υ ως ου: εσού (Σύμη), γρουλλί (Ρόδος), άχιουρα (Τσακωνιά), κ.ά. Η αντωνυμία αὐτοσαυτός - αὐταυτός εξελίχθηκε στη νεοελληνική σε απατός και απαυτός. Η Τσακωνική, τέλος, είναι η μόνη νεοελληνική διάλεκτος που αποτελεί άμεση συνέχεια και επιβίωση αρχαίας ελληνικής διαλέκτου, της Νεολακωνικής. Η «αιολοδωρική θεωρία» του Α. Χριστόπουλου και άλλων, η οποία υποστήριζε ότι η Νεοελληνική γλώσσα αποτελεί άμεση συνέχεια της αρχαίας Αιολικής και Δωρικής διαλέκτου, καταρρίφθηκε από τον Γ. Χατζηδάκι. Όπως φαίνεται από τα παραπάνω ενδεικτικά στοιχεία, η Δωρική αντιστάθηκε σθεναρά στη διάδοση της Κοινής, ενώ η Αιολική υποχώρησε, αφήνοντας ελάχιστα ίχνη στη νέα γλώσσα.

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 10:47