Βιβλιογραφία 

Σώματα Κειμένων 

 

Δημιουργία νέων σωμάτων κειμένων

Περιγραφή των σωμάτων κειμένων της Πύλης

Στο πλαίσιο της αναβάθμισης του Ηλεκτρονικού Κόμβου του ΚΕΓ σε Ηλεκτρονική Πύλη επιχειρείται αφενός η βελτίωση και επέκταση των υφιστάμενων σωμάτων κειμένων (των δημοσιογραφικών κειμένων που προέρχονται από την εφημερίδα 'Μακεδονία' της Θεσσαλονίκης) και αφετέρου η δημιουργία νέων σωμάτων, δημοσιογραφικού και εκπαιδευτικού λόγου. Θα πρέπει εξαρχής να τονισθεί ότι τα σώματα αυτά απευθύνονται κυρίως στην εκπαιδευτική κοινότητα και έχουν ως στόχο την αρτιότερη μελέτη και διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας. Γι' αυτό, εξάλλου, αποφασίστηκε να στηριχθούν σε δύο «αποικίες λόγου» (Hoey 2000: 75-77), αυτήν της δημοσιογραφίας, που αποτελεί τον πιο ευρύχωρο, εγκυκλοπαιδικό και αντιπροσωπευτικό λόγο των σύγχρονων κοινωνιών, και εκείνη των σχολικών εγχειριδίων, που συνιστά τον λόγο του γραμματισμού τον οποίο παρέχει μια δημοκρατική πολιτεία στα νεαρά της μέλη.

Το σώμα κειμένων της 'Μακεδονίας' ανασυγκροτείται ως προς την αρχική ταξινόμηση των επιμέρους σωμάτων του, δηλαδή των θεματικών στηλών της εφημερίδας, έτσι ώστε να εναρμονισθεί με την ταξινόμηση των ειδών του νέου δημοσιογραφικού υλικού που θα στεγάσει η Ηλεκτρονική Πύλη. Η ανασυγκρότηση αυτή κρίθηκε αναγκαία, γιατί, όπως είναι γνωστό από τη διεθνή εμπειρία και τη σύγχρονη κειμενολογική θεωρία[1], η κατάτμηση της ημερήσιας (ή εβδομαδιαίας) δημοσιογραφικής ύλης και η ονοματοδότηση των θεματικών στηλών ποικίλλουν από έντυπο σε έντυπο. Στόχος κάθε εφημερίδας είναι να μορφοποιήσει ένα στιλ σελιδοποίησης που θα εκφράζει την εκδοτική της γραμμή∙ δεν είναι η θεωρητικά συνεπής κατανομή και μεταγλωσσική δήλωση των «οικογενειών συμβάντων» που παρουσιάζει.

Όπως είδαμε, τα επιμέρους σώματα κειμένων της 'Μακεδονίας' ακολούθησαν, στην πρώτη τους ταξινόμηση, τη θεματική και την ονοματολογία των στηλών της εφημερίδας. Στη νέα ταξινόμηση, που θα παρουσιάσουμε παρακάτω, γίνεται προσπάθεια, χωρίς να αγνοηθεί η «φιλοσοφία» της σελιδοποίησης της εφημερίδας, να ενταχθούν τα δημοσιογραφικά άρθρα σε μια ιεραρχική διάταξη κειμενικών ειδών που απορρέει από τη σύγχρονη ανάλυση του δημοσιογραφικού λόγου και έχει αξιώσεις καθολικότητας, δηλαδή δεν δεσμεύεται από τις (μεταβαλλόμενες) επικεφαλίδες των στηλών αλλά τις χαρακτηρίζει με ειδολογικά ονόματα που περιγράφουν την ακριβή κειμενική τους ταυτότητα.

Το νέο δημοσιογραφικό υλικό.

Το νέο δημοσιογραφικό υλικό της Ηλεκτρονικής Πύλης περιλαμβάνει κείμενα της 'Μακεδονίας', έκτασης δύο εκατομμυρίων στοιχείων (δηλαδή, λεκτικών τύπων, αριθμών και συμβόλων), και των 'Νέων', έκτασης, επίσης, δύο εκατομμυρίων στοιχείων. Όσον αφορά τη 'Μακεδονία', τα νέα κείμενα θα είναι μεταγενέστερα του 2000. Τα κείμενα των 'Νέων' καλύπτουν το χρονικό διάστημα των τεσσάρων πρώτων μηνών του 2003.

Από την επιλογή δημοσιογραφικής ύλης αποκλείστηκαν οι ρουμπρίκες που δεν συνδέονται με την επικαιρότητα και τα ζητήματα δημόσιου ενδιαφέροντος (πρακτικές πληροφορίες για θεάματα, δελτία καιρού, σταυρόλεξα, αστρολογικές προβλέψεις, επιστολές αναγνωστών κ.ά.)[2]. Η ύλη αυτή, παρά το γλωσσικό της ενδιαφέρον, δεν είναι δημοσιογραφική, δεν είναι ενυπόγραφη και δεν προσφέρεται ιδιαίτερα σε διδακτική εκμετάλλευση, επειδή τα εν λόγω κείμενα −μερικά από αυτά, μάλιστα, όπως τα σταυρόλεξα ή τα δρομολόγια πλοίων και τρένων, μόλις και μετά βίας θα μπορούσαν να θεωρηθούν εντελή κείμενα− αποτελούν ιδιότυπες λειτουργικές ποικιλίες (registers) και δεν στοιχούν στα είδη λόγου που διδάσκονται στην εκπαίδευση. Συνεπώς, ένα σώμα κειμένων όπως το υπό συζήτηση, που απευθύνεται πρωτίστως σε εκπαιδευτικούς και μαθητές, δεν κρίνεται χρήσιμο να περιλαμβάνει την ήσσονος ενδιαφέροντος εφημεριδική ύλη.

Για την ταξινόμηση των ειδών του δημοσιογραφικού λόγου προκρίθηκε ένα μοντέλο που συνδυάζει την αγγλοσαξονική και τη γαλλική δημοσιογραφική παράδοση[3], ενώ μπορεί να χαρτογραφήσει με σημαντική ακρίβεια και την ελληνική δημοσιογραφική παραγωγή. Αυτό το «σημαντική ακρίβεια» υπονοεί τη δυσχέρεια κάθε ταξινομικού προτύπου να τιθασεύσει τη μεικτή ειδολογική ταυτότητα πολλών κειμένων. Για παράδειγμα, ο ταξινομητής βρίσκεται συχνά μπροστά στο δίλημμα σε ποια κατηγορία να κατατάξει δημοσιογραφικά κείμενα τα οποία συνδυάζουν την ειδησεογραφία με το βιογραφικό στοιχείο (πορτρέτο) ή μια σύντομη καλλιτεχνική είδηση που άλλοτε έχει εμφανώς γεγονοτικό περιεχόμενο και άλλοτε φλερτάρει με το σχόλιο.

Το μοντέλο προβλέπει τρία γένη δημοσιογραφικού λόγου (βλ. πίνακα επόμενης σελίδας): α) την πληροφόρηση-ενημέρωση, β) τη συνέντευξη και, γ) τον σχολιασμό (πρβλ. Charaudeau 1997). Η πληροφόρηση-ενημέρωση περιλαμβάνει «αντικειμενικές» ειδήσεις, σύντομες ή ανεπτυγμένες, και «υποκειμενικές». Οι «αντικειμενικές» ειδήσεις είναι ο κορμός της επαγγελματικής δημοσιογραφίας. Διακρίνονται σε «περιπετειώδεις» (ειδήσεις-αφηγήσεις) και περιγραφικές συμβάντων όπου κυριαρχεί ο λόγος δημοσίων προσώπων (ειδήσεις-λόγοι). Στο ίδιο επίπεδο, αλλά σε χωριστό κόμβο ταξινομούνται οι

ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΙΚΩΝ ΕΙΔΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ

Α. ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ-ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

  1. ΕΙΔΗΣΗ «ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ»
    • 1. 1. Σύντομη
    • 1. 2. Ανεπτυγμένη
      • 1. 2. 1. Γενική
        • 1. 2. 1. 1. Είδηση-αφήγηση
        • 1. 2. 1. 2. Είδηση-λόγος
      • 1. 2. 2. Ειδικού θέματος
        • 1. 2. 2. 1. Οικονομική
        • 1. 2. 2. 2. Αθλητική
        • 1. 2. 2. 3. Καλλιτεχνική
        • 1. 2. 2. 4. Επιστημονική
  2. ΕΙΔΗΣΗ «ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ» ('ανθρώπινη ιστορία')
  3. ΡΕΠΟΡΤΑΖ
    • 3. 1. Πολιτικό
    • 3. 2. Κοινωνικό
    • 3. 3. Αστυνομικό
    • 3. 4. Δικαστικό
    • 3. 5. Ελεύθερο
    • 3. 6. Ταξιδιωτικό
  4. ΕΡΕΥΝΑ
  5. ΠΟΡΤΡΕΤΟ

Β. ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ (μεταξύ πληροφόρησης και σχολιασμού)

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

  1. Συνέντευξη-πληροφορία
  2. Συνέντευξη-γνώμη
  3. Συνέντευξη-πορτρέτο
    • 3. 1. Συνεχής
    • 3. 2. Διαλογική

Γ. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ

  1. ΑΝΑΛΥΣΗ
  2. ΓΝΩΜΗ
  3. ΣΧΟΛΙΟ
  4. ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ
  5. ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΑ
  6. ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
  7. ΕΥΘΥΜΟΓΡΑΦΗΜΑ
  8. ΣΑΤΙΡΑ
  9. ΚΡΙΤΙΚΗ
    • 9.1. Τηλεόρασης
    • 9.2. Κινηματογράφου
    • 9.3. Θεάτρου
    • 9.4. Βιβλίου
    • 9.5. Μουσικής
    • 9.6. Εικαστικών
    • 9.7. Χορού

Δ. ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ

  1. ΣΥΝΤΑΓΕΣ
  2. ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ

ειδήσεις ειδικού θέματος (οικονομικές, αθλητικές, καλλιτεχνικές κ.ά.). Οι «υποκειμενικές» ειδήσεις είναι οι γνωστές από την αγγλοσαξονική παράδοση «ανθρώπινες ιστορίες» (feature articles), δραματοποιημένες ιστορίες ιδιωτικού ενδιαφέροντος. Το ρεπορτάζ με τα επιμέρους είδη του (πολιτικό, κοινωνικό κ.λπ.) αντιδιαστέλλεται προς την είδηση, τη «δημοσιογραφία γραφείου», γιατί αποτελεί «δημοσιογραφία πεδίου», προϋποθέτει αυτοψία και έρευνα του ρεπόρτερ, και είναι κείμενο πιο προσωπικό και πιο διεισδυτικό όσον αφορά τις συμπεριφορές ή τα κίνητρα των δρώντων προσώπων. Τα άλλα δύο είδη του γένους της πληροφόρησης-ενημέρωσης είναι η έρευνα (συνδυάζει την ειδησεογραφία με την επιστημονική έρευνα) και το πορτρέτο (συνδυάζει την ειδησεογραφία με τη βιογραφία).

Η συνέντευξη είναι, σύμφωνα με τον Grosse (όπ. παραπ.), το μεταβατικό πεδίο μεταξύ πληροφόρησης και σχολιασμού. Γι' αυτό, διακρίνονται (με κριτήρια περιεχομένου και όχι οργανωτικής δομής, γιατί το οργανωτικό πρότυπο της συνέντευξης είναι πρωτοτυπικό) συνεντεύξεις-πληροφορίες και συνεντεύξεις-γνώμες. Επίσης, η συνέντευξη αποτελεί και ξενιστή του δημοσιογραφικού πορτρέτου. Έτσι, έχουμε και συνεντεύξεις-πορτρέτα, συνεχούς ή συνομιλιακού λόγου, ανάλογα με την πιστότητα αναπαραγωγής της συνέντευξης. Όταν η συνέντευξη-πορτρέτο είναι συνεχής, επιστρατεύονται μηχανισμοί παράφρασης και πύκνωσης του λόγου του ερωτώμενου ή προστίθενται σχόλια του δημοσιογράφου.

Το γένος του σχολιασμού περιλαμβάνει κατά κανόνα ενυπόγραφα κείμενα (εκτός από το κύριο άρθρο, που η πατρότητα του αποδίδεται στον διευθυντή σύνταξης της εφημερίδας), γραμμένα άλλοτε από δημοσιογράφους και άλλοτε από εξωτερικούς συνεργάτες (συγγραφείς, ερευνητές κ.ά.)[4]. Τα «πιο στοχαστικά» είδη είναι η ανάλυση (εκτενές τεχνικό κείμενο με καλή τεκμηρίωση και σύνθετη επιχειρηματολογία), η γνώμη (κείμενο που στηρίζει έναν ισχυρισμό με μέτρια ή ισχνή τεκμηρίωση και επιχειρήματα που αναμειγνύονται με αξιολογήσεις) και το σχόλιο (κείμενο προσωπικού ύφους και ελεύθερου σχολιασμού). Το κύριο άρθρο είναι κείμενο επιχειρηματολογίας πάνω σε ζήτημα επικαιρότητας δεσμευμένο από την ιδεολογική «γραμμή» του εντύπου. Η επιφυλλίδα είναι το δοκίμιο της δημοσιογραφίας, ενώ το χρονογράφημα είναι ο τόπος συνάντησης της δημοσιογραφίας και του «ανέκδοτου» (ενός ασυνήθιστου ή διασκεδαστικού περιστατικού) που εκβάλλουν σε ένα επιμύθιο. Το ευθυμογράφημα και η σάτιρα είναι τα χιουμοριστικά είδη της δημοσιογραφίας, με ανθρωπολογικό προσανατολισμό το πρώτο, με κοινωνιολογικό προσανατολισμό το δεύτερο. Τέλος, η κριτική είναι μια ξεχωριστή αποικία στο εσωτερικό της σχολιογραφίας, καθώς περιλαμβάνει την παρουσίαση και το σχόλιο για μια σειρά πολιτισμικών / καλλιτεχνικών προϊόντων ή συμβάντων (τηλεοπτική, κινηματογραφική, θεατρική, λογοτεχνική, μουσική, εικαστική, χορού).

Από τα ήσσονα δημοσιογραφικά είδη αποφασίστηκε να περιληφθεί και το γένος της συμβουλευτικής (Grosse όπ. παραπ.), που στεγάζει τις συνταγές μαγειρικής και ζαχαροπλαστικής, και τις γαστρονομικές προτάσεις. Τα κείμενα της κατηγορίας αυτής έχουν εύκολα αναγνωρίσιμη οργανωτική δομή και ύφος. Γι' αυτό, θεωρούνται ιδιαίτερα πρόσφορα για τη διδασκαλία λειτουργικών ποικιλιών, αν και το περιεχόμενο τους, σε γενικές γραμμές, δεν συγγενεύει με την ύλη των αναλυτικών προγραμμάτων του σχολείου.

Το σώμα κειμένων εκπαιδευτικού λόγου

Το σώμα του εκπαιδευτικού λόγου, έκτασης δύο εκατομμυρίων στοιχείων, περιλαμβάνει εκτενή αποσπάσματα από σχολικά εγχειρίδια του γυμνασίου και του λυκείου. Στο υλικό αυτό δεν περιλαμβάνονται εγχειρίδια μαθημάτων, όπως είναι τα αρχαιογνωστικά, όπου δεν αφθονεί ο συνεχής λόγος ή περιορίζεται μόνο σε φιλολογικό σχολιασμό. Κατά τα άλλα, καταβλήθηκε προσπάθεια το σώμα να είναι όσο το δυνατόν πιο αντιπροσωπευτικό, να ανθολογηθούν δηλαδή όσο το δυνατόν περισσότερα εγχειρίδια, κυρίως για να αποτυπωθούν τα ειδικά λεξιλόγια των διαφόρων επιστημών. Μάλιστα, δόθηκε έμφαση στα εγχειρίδια τεχνικών και «θετικών» μαθημάτων, που μέχρι τώρα έχουν, περιέργως, παραθεωρηθεί ή υποτιμηθεί ως γλωσσικό υλικό.

Επειδή ένα σχολικό εγχειρίδιο αποτελεί αυτοδύναμο είδος λόγου (Sager et al. 1980) (με συγκεκριμένο επικοινωνιακό στόχο, αναγνωρίσιμο δυναμικό οργανωτικής δομής και ιδιαίτερα λεξικο-γραμματικά χαρακτηριστικά), η ταξινόμηση του εκπαιδευτικού λόγου δεν μπορεί να ακολουθήσει το μοντέλο της ταξινόμησης του δημοσιογραφικού λόγου. Είμαστε, λοιπόν, υποχρεωμένοι να στηριχθούμε σε ιεραρχικά κατώτερες κειμενικές μονάδες, τους κειμενικούς τύπους (text types), δηλαδή την περιγραφή, την αφήγηση, την εξήγηση, την επιχειρηματολογία και την παροχή οδηγιών[5]. Όλα τα σχολικά εγχειρίδια, στο ενδιάμεσο (μεταξύ πρότασης και κειμένου) επίπεδο οργάνωσής τους (Adam 1997b), χρησιμοποιούν τους παραπάνω κειμενικούς τύπους είτε μεμονωμένα ή συνδυαστικά. Οι τύποι αυτοί συχνά ορίζουν μεγάλα αποσπάσματα λόγου (για παράδειγμα, η αφήγηση μιας μάχης, η περιγραφή ενός πειράματος ή η εξήγηση ενός μετεωρολογικού φαινομένου) και γι' αυτό μπορούν να αποτελέσουν ταξινομικό κριτήριο του εκπαιδευτικού λόγου.

Δεν θα μας απασχολήσουν στο σημείωμα αυτό τα θεωρητικά ζητήματα που συνδέονται με τον αριθμό, το περιεχόμενο και τη λειτουργία των κειμενικών τύπων[6]. Για τις ανάγκες της ταξινόμησης αποσπασμάτων από σχολικά εγχειρίδια υιοθετήθηκε το πρότυπο της (εφαρμοσμένης) συστημικής-λειτουργικής γλωσσολογίας, που πρωτοπορεί στον χώρο της μελέτης και της διδακτικής του σχολικού λόγου, στην Αυστραλία[7]. Ακολουθεί μια σύντομη παρουσίαση των κειμενικών τύπων που χρησιμοποιήθηκαν ως κριτήρια ταξινόμησης αποσπασμάτων από σχολικά εγχειρίδια.

Η περιγραφή είναι η διαδικασία που αναπαριστά γνωστικά αντικείμενα διευθετώντάς τα μέσα σε κοινόχρηστα ή τεχνικά σημασιακά πλαίσια. Είδη περιγραφής είναι οι περιγραφές προσώπων, πραγμάτων ή χώρων, οι τεχνικές περιγραφές, οι πληροφοριακές και οι επιστημονικές αναφορές, οι ορισμοί. Η αφήγηση είναι η διαδικασία που συσχετίζει πρόσωπα και συμβάντα μέσα σε χρόνο και τόπο. Μορφές αφήγησης είναι οι προσωπικές εξιστορήσεις, οι αφηγήσεις, οι μύθοι, τα παραμύθια. Η εξήγηση είναι η διαδικασία που συσχετίζει φαινόμενα μέσω χρονικών ή αιτιολογικών ακολουθιών. Περιλαμβάνει εξηγήσεις του πώς ή του γιατί, αποσαφηνίσεις, επεξεργασίες, εκθέσεις. Η παροχή οδηγιών συσχετίζει λογικά ενέργειες ή συμπεριφορές. Τα επιστημονικά πειράματα, οι τεχνικές οδηγίες, οι αναλύσεις διαδικασιών και οι συνταγές είναι είδη που στηρίζονται στην παροχή οδηγιών. Η επιχειρηματολογία είναι η διαδικασία μέσω της οποίας διευρύνεται μια λογική πρόταση για να πεισθούν οι αποδέκτες της να υιοθετήσουν μιαν ορισμένη οπτική γωνία. Επιχειρηματολογία χρησιμοποιούν τα δοκίμια, οι αντιλογικές συζητήσεις, οι κριτικές ανασκοπήσεις, οι ερμηνείες οι αξιολογήσεις.

Τα κείμενα που επιλέγονται για τα νέα σώματα κειμένων συνοδεύονται από το περικείμενό τους: πηγή, τίτλο, συγγραφέα κ.λπ. Τα στοιχεία αυτά είναι απαραίτητα για την ερμηνευτική τους επεξεργασία ενώ, παράλληλα, επιτρέπουν την αναζήτηση των κειμένων και βάσει των πληροφοριών που σχετίζονται με την προέλευσή τους.

Το ολοκληρωμένο περιβάλλον που θα αναπτυχθεί θα προσφέρει στους χρήστες μια μεγάλη δεξαμενή μη κατασκευασμένου γλωσσικού υλικού, ταξινομημένου σε «λόγους», κειμενικά είδη και κειμενικούς τύπους. Έτσι, με τη βοήθεια των υπολογιστικών εργαλείων (ηλεκτρονικών λεξικών), θα μπορούν να μελετούν ή να διδάσκουν τη νέα ελληνική ως γλωσσικό σύστημα (μορφολογία, σύνταξη, λεξιλόγιο κ.ά.) και ως σύστημα χρήσεων μέσα από αυθεντικά δείγματα λόγου και μέσα στα πραγματικά συμφραζόμενα παραγωγής του.

Βιβλιογραφικές αναφορές

  1. AdamJ.-M. (1997a). "Unités rédactionnelles et genres discursifs: cadre général pour une approche de la presse écrite", Pratiques 94: 3-18.
  2. Adam J.-M. (1997b). "Genres, textes, discours : pour une reconception linguistique du concept du genre", Revue Belge de Philologie et d'Histoire 75: 665-682.
  3. Adam J.-M. (2001). "Types de textes ou genres de discours? Comment classer les textes qui disent de et comment faire ?", Langages 141: 10-27.
  4. Bell A. (1991). The Language of News Media. Oxford: Blackwell.
  5. Charaudeau P. (1997). Le Discours d'information médiatique. La construction du miroir social. Paris: Nathan-INA.
  6. Cicurel F. (1991). Lectures interactives en langues étrangères. Ch. 3. Lire des textes authentiques / 3.1. Les textes médiatiques. Paris: Hachette.
  7. Durrer S. (2001). "De quelques affinités génériques du billet", Semen 13: 163-185.
  8. Grosse E.-U. (2001). "Evolution et typologie des genres journalistiques. Essai d'une vue d'ensemble", Semen 13: 15-36.
  9. Hoey M. (2000). Textual Interaction. An introduction to written discourse analysis. London & New York: Routledge.
  10. Lochard G. (1996). "Genres rédactionnels et apprehension de l'événement médiatique. Vers un déclin des «modes configurants»? Réseaux 76: 83-102.
  11. Macken-Horarik M. (2001). "'Something to Shoot For': A Systemic Functional Approach to Teaching Genre in Secondary School Science", στο: Johns A. (ed.) Genre in the Classroom. Multiple Perspectives, 17-42. Mahwah, N.J.: Lawrence Erlbaum.
  12. Paltridge B. (2000). Making Sense of Discourse Analysis. Gold Coast, Australia: Antipodean Educational Enterprises.
  13. Pilegaard M. & F. Frandsen (1996). "Text type", στο: Verschueren J. (ed.) Handbook of pragmatics 1996, 1-13. Amsterdam: John Benjamins.
  14. Sager J. et al. (1980). English Special Languages. Principles and practice in science and technology. Wiesbaden: Brandstetter.
  15. Ungerer F. (1999). "Newspapers as Text Ensembles", στο: Diller H.-J., E. Otto & G. Stratmann (eds) English Via Various Media, 17-38. Heidelberg: Winter.

1 Βλ. ενδεικτικά Ungerer (1999), όπου ο συγγραφέας συνεξετάζει τα περιεχόμενα τεσσάρων μεγάλων αγγλικών και αμερικανικών εφημερίδων, για να δείξει την απουσία θεματικών στηλών από έντυπο σε έντυπο και την αναντιστοιχία μεταξύ επικεφαλίδων και κειμενικών ειδών.

2 Προκειμένου να μη συρρικνωθεί το υπάρχον σώμα της 'Μακεδονίας', αποφασίστηκε να διατηρηθούν τα κείμενα που ανήκουν στα περιφερειακά γένη της δημοσιογραφίας, την ψυχαγωγία (π.χ. σταυρόλεξα), τη διαφήμιση, τις χρηστικές πληροφορίες (π.χ. προγράμματα τηλεόρασης, δελτία καιρού) ή τη στήλη των αναγνωστών.

3 Καταλληλότερη για την απεικόνιση της «αποικίας» των ειδών του ελληνικού δημοσιογραφικού λόγου τυπολογία κρίθηκε εκείνη του Grosse (2001), που εκφράζει τη γαλλική παράδοση. O ελληνικός τύπος φαίνεται να συγγενεύει περισσότερο με τον γαλλικό (πιθανόν επειδή τα πρότυπα της δημοσιογραφίας του νέου ελληνικού κράτους ήταν γαλλικά) παρά με τον αγγλοσαξονικό. Ωστόσο, χρησιμοποιήθηκε και η τυπολογία του Bell (1991), όχι μόνο επειδή διευκόλυνε την ταξινόμηση του υλικού αλλά κυρίως επειδή έχει σωστή αίσθηση της ιεραρχίας των δημοσιογραφικών ειδών και αποτυπώνει μια μακρόχρονη επαγγελματική παράδοση, η οποία διηθείται μέσα από τα κριτήρια του αναλυτή. Αποφεύχθηκε η χρήση τυπολογιών που απαντούν σε επαγγελματικά εγχειρίδια δημοσιογραφίας, γιατί, όπως έχει δείξει πειστικά ο Adam (1997a: 7-11), δεν υπάρχει σ' αυτά συστηματική ειδολογική θεωρία και, συνεπώς, ούτε σύμπτωση στην ονοματοθεσία των ειδών λόγου. Συμβατές με την προτεινόμενη τυπολογία είναι και οι ταξινομικές προτάσεις της Cicurel (1991) και του Lochard (1996).

4 Ενδιαφέρον παρουσιάζει η προσπάθεια (από τις ελάχιστες στη σχετική βιβλιογραφία) της Durrer (2001) να υποκατηγοριοποιήσει το γένος του δημοσιογραφικού σχολιασμού, επιστρατεύοντας κριτήρια εξωκειμενικά (επικοινωνιακός στόχος, μέγεθος, χωροθέτηση κ.ά.) και ενδοκειμενικά (θεματική, εκφορά λόγου, τόνος κ.ά.).

5 Για μια εισαγωγική παρουσίαση της εν λόγω έννοιας και των προβλημάτων που αφορούν τις επικαλύψεις της με άλλες παρεμφερείς, όπως η έννοια 'είδος λόγου' (genre) ή 'λειτουργική ποικιλία' (register) , βλ. Pilegaard & Frandsen (1996).

6 Ωστόσο, για μια ευφυή ανασύνθεση του προβλήματος αυτού βλ. Adam (2001).

7 Για μια αντιπροσωπευτική εικόνα των θεμελιωδών κειμενικών τύπων που χρησιμοποιούνται σε σχολικά εγχειρίδια της Αυστραλίας βλ. Paltridge (2000) και Macken-Horarik (2001).

Τελευταία Ενημέρωση: 03 Ιούλ 2008, 16:36