Μτφρ. Α. Τυφλόπουλος – Επιμ. Δ. Ιακώβ. 2006. Στο Ανθολόγιο Αρχαίων Ελληνικών Κειμένων. Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

Πρέπει, λοιπόν, να εξετάζετε και αυτό το ζήτημα, ότι δηλαδή πολλοί Έλληνες συχνά αποφασίζουν με την ψήφο τους να χρησιμοποιήσουν τους δικούς σας νόμους, κάτι για το οποίο είστε υπερήφανοι, όπως είναι εύλογο· γιατί κάτι που λέγεται ότι είπε κάποιος ενώπιόν σας μου φαίνεται πως αληθεύει, ότι δηλαδή όλοι οι συνετοί εκλαμβάνουν τους νόμους ως τον χαρακτήρα της πόλης. Πρέπει, επομένως, να μεριμνάμε ώστε να φαίνεται ότι είναι οι καλύτεροι, και να τιμωρούμε όσους τους κακομεταχειρίζονται και τους διαστρεβλώνουν, γιατί, αν δείξετε αδιαφορία, και την υπερηφάνεια αυτή θα χάσετε και θα δημιουργήσετε μια μη ευνοϊκή φήμη για την πόλη. Και, βέβαια, αν επαινείτε τον Σόλωνα και τον Δράκοντα, όπως είναι δίκαιο, χωρίς να μπορείτε να πείτε για την ευεργεσία που εξίσου πρόσφερε ο καθένας τίποτε άλλο πέρα από το γεγονός ότι θέσπισαν ωφέλιμους και σωστούς νόμους, είναι δίκαιο ασφαλώς να δίνετε την εντύπωση ότι θυμώνετε και τιμωρείτε όσους θεσπίζουν τα ακριβώς αντίθετα. Ξέρω, όμως, ότι ο Τιμοκράτης εισηγήθηκε αυτόν τον νόμο κατεξοχήν για τον εαυτό του· γιατί θεώρησε ότι πολλές πολιτικές του ενέργειες στην πόλη σας αξίζουν ποινή φυλάκισης.

Θέλω, λοιπόν, να σας εκθέσω με λεπτομέρειες επίσης αυτό που λένε πως είπε ο Σόλωνας, ο οποίος κατήγγειλε κάποιον που δεν είχε θεσπίσει έναν κατάλληλο νόμο. Έτσι, αναφέρεται ότι αυτός είπε στους δικαστές, αφού απηύθυνε όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες, ότι υπάρχει σε όλες, θα λέγαμε, τις πόλεις νόμος, σύμφωνα με τον οποίο, που προβλέπει, αν κανείς υποτιμήσει το νόμισμα, η ποινή να είναι ο θάνατος. Αφού ρώτησε στη συνέχεια αν ο νόμος τους φαίνεται δίκαιος και σωστός, και οι δικαστές συμφώνησαν, λένε ότι είπε πως ο ίδιος θεωρεί ότι ενώ το νόμισμα είναι ένα ανταλλακτικό μέσο που επινοήθηκε από τους απλούς ανθρώπους για τις ιδιωτικές συναλλαγές, οι νόμοι είναι το νόμισμα της πόλης. Πρέπει, συνεπώς, οι δικαστές πολύ περισσότερο, αν κάποιος υποτιμήσει το νόμισμα της πόλης και ρίξει στην κυκλοφορία παραχαραγμένο νόμισμα, να τον εχθρεύονται και να τον τιμωρούν, από ό,τι κάποιον που κάνει τα ίδια με το νόμισμα των απλών πολιτών. Αναφέρεται ότι πρόσθεσε ως απόδειξη πως πρόκειται για σημαντικότερο έγκλημα να υφίστανται υποτίμηση οι νόμοι παρά το χρήμα, ότι πολλές πόλεις που χρησιμοποιούν ασημένιο νόμισμα με προσμείξεις χαλκού και μολύβδου χωρίς να το κρύβουν επιβιώνουν και δεν παθαίνουν το παραμικρό από αυτό, ενώ καμιά πόλη ποτέ έως τώρα από όσες επέτρεψαν την εφαρμογή φαύλων νόμων και την υποτίμηση των υπαρχόντων δεν επιβίωσε. Συνεπώς, για αυτή την κατηγορία είναι τώρα υπόλογος ο Τιμοκράτης, και δίκαια θα λάβει από εσάς την ανταμοιβή που του αρμόζει.

Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος. 1961. Δημοσθένους Λόγοι. Κατά Τιμοκράτους. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

[210] Πρέπει δε σεις και εκείνο να έχετε υπ' όψιν σας, ότι πολλοί εκ των Ελλήνων έχουν αποφασίσει να μεταχειρίζωνται τους νόμους σας, πράγμα το οποίον προξενεί εις σας τιμήν, και ευλόγως· διότι εκείνο, το οποίον αναφέρουν ότι είπε κάποιος ιδικός σας ρήτωρ, μου φαίνεται ότι είναι αληθές, ότι δηλαδή όλοι οι σώφρονες άνδρες θεωρούν τους νόμους ως έκφρασιν των ηθών της πόλεως. Πρέπει λοιπόν να φροντίζετε, πώς θα φανώσι οι νόμοι όσον το δυνατόν τέλειοι και να τιμωρήτε εκείνους, οι οποίοι τους καταστρέφουν και τους διαστρέφουν, διότι, εάν δειχθήτε κάπως μαλακοί, θα στερηθήτε της τιμής ταύτης και θα προσάψετε εις την πόλιν κακήν φήμην. [211] Προς τούτοις, εάν τον Σόλωνα και τον Δράκοντα δικαίως επαινήτε μη δυνάμενοι να αναφέρετε ούτε διά τον ένα ούτε διά τον άλλον άλλο κοινόν ευεργέτημα παρά ότι έθεσαν νόμους συμφέροντας και καλώς έχοντας, δίκαιον είναι βεβαίως να φαίνεσθε ότι οργίζεσθε και τιμωρείτε και εκείνους, οι οποίοι θέτουν νόμους όλως διόλου αντιθέτους. Είμαι δε βέβαιος, ότι ο Τιμοκράτης επρότεινε τον νόμον του φροντίζων προ πάντων διά τον εαυτόν του· διότι ενόμιζεν ότι πολλαί από τας πολιτικάς του πράξεις ήσαν άξιαι φυλακίσεως. [212] Θέλω δε και εκείνο να σας αναφέρω, το οποίο λέγουν ότι είπεν ο Σόλων κατηγορών κάποιον, ο οποίος εισηγήθη νόμον ουχί κατάλληλον. Λέγεται δηλαδή, ότι αυτός είπεν εις τους δικαστάς μετά τα άλλα επιχειρήματά του, ότι εις όλας σχεδόν τας πολιτείας υπάρχει νόμος, εάν κανείς παραποιεί το νόμισμα, να επιβάλλεται εις τούτον η ποινή του θανάτου. Μετά ταύτα τους ηρώτησεν, εάν ο νόμος ούτος εφαίνετο δίκαιος και καλώς έχων, [213] οι δε δικασταί απήντησαν καταφατικώς· τότε αυτός προσέθεσεν, ότι κατά την γνώμην του, όπως τα χρήματα ήσαν το νόμισμα των ιδιωτών, εφευρεθέν διά τας ιδιωτικάς συναλλαγάς, ομοίως και οι νόμοι είναι το νόμισμα της πόλεως. Πρέπει λοιπόν οι δικασταί κατά μεγαλύτερον λόγον, εάν τις το νόμισμα της πόλεως φθείρη και παραποιή, να τον μισούν και να τον τιμωρούν, παρά εάν καταστρέφη το νόμισμα των ιδιωτών. [214] Λέγουν δε, ότι ο Σόλων προσέθεσε προς απόδειξιν ότι είναι μεγαλύτερον το αδίκημα της καταστροφής των νόμων παρά των χρημάτων, ότι πολλαί μεν εκ των πόλεων με τα νομίσματα, τα οποία είναι φανερώς κατεσκευασμένα από ανάμιξιν αργύρου και χαλκού ή μολύβδου σώζονται και εξ αιτίας τούτου δεν παθαίνουν τίποτε κακόν, καμμία όμως πόλις δεν εσώθη ποτέ έως τώρα, μεταχειρισθείσα νόμους κακούς και επιτρέπουσα να καταστρέφωνται οι υπάρχοντες. Αυτή λοιπόν η κατηγορία βαρύνει τώρα κατά του Τιμοκράτους και είναι δίκαιον να επιβάλετε εις αυτόν την αρμόζουσαν τιμωρίαν.