Μτφρ. Γ. Κορδάτος & Η. Ηλιού. [1939] χ.χ. Αισχίνης. Λόγοι. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

[166] Όλα αυτά είναι πρόδηλα, ο Δημοσθένης όμως θα επινοήση μυρίας αντιρρήσεις. Και όσον μεν διά τας κακοηθείας που θα είπη προς υποστήριξιν της υποθέσεώς του, δεν πρέπει να αγανακτή κανείς και πολύ. Θα επεκταθή όμως και εις πράγματα άσχετα προς την υπόθεσίν μας, παραβλάπτων τα συμφέροντα της Πολιτείας, και αυτό δημιουργεί την οργήν μας. [167] Και ασφαλώς θα είπη πολλά περί του Φιλίππου, θα αναμίξη δε και το όνομα του υιού του, του Αλεξάνδρου. Διότι εκτός των άλλων ελαττωμάτων του είναι και αγενής και ανάγωγος. Και το να θίγη μεν τον Φίλιππον με τα λόγια του, είναι βεβαίως άστοχον και άτοπον, μικρότερον όμως από το σφάλμα που πρόκειται να σας εκθέσω. Διότι επί τέλους δεν είναι βαρείαι αι προσβολαί που θα κάμη προς ένα άνδρα, αυτός που άνδρας δεν είναι. Πρόκειται όμως με περιστροφάς και ευφημισμούς να υπαινιχθή διαφόρους αισχρότητας εις βάρος του υιού του, και έτσι θα καταστήση καταγέλαστον την πόλιν μας. [168] Πράγματι ο Δημοσθένης, προσπαθεί να δυσχεράνη την θέσιν μου, προκειμένου να λογοδοτήσω διά την πρεσβείαν που μου είχατε αναθέσει και δι' αυτό λέγει ότι, όταν προ τινός καιρού ωμίλει εις την βουλήν διά το παιδί αυτό, τον Αλέξανδρον, πως σε κάποιο γλέντι έπαιζε κιθάραν και έλεγε τραγούδια και απαντούσε με τσακίσματα εις τα τραγούδια που έλεγε ένα άλλο παιδί, και εν γένει εξέθεσε όσα συνέβη να γνωρίζη περί του Αλεξάνδρου, εγώ τάχα εξωργίσθην δι' όσα χλευαστικά είπεν εις βάρος αυτού του παιδιού, όχι ως μέλος της πρεσβείας, αλλά ως άνθρωπος συνδεδεμένος μαζί του. [169] Φυσικά εγώ, λόγω της διαφοράς της ηλικίας δεν συνέβη να συνομιλήσω με τον Αλέξανδρον. Τον Φίλιππον όμως τον επαινώ διά τας καλάς διαθέσεις που εξεδήλωσε. Αν δε τα έργα του πρόκειται να είναι όμοια με τας υποσχέσεις του, αφόβως και με ευκολίαν όλοι θα τον επαινούμεν. Αν δε επέπληξα τον Δημοσθένην εις την βουλήν δι' όσα είπε τότε, δεν το έκαμα διά να αποκτήσω την εύνοιαν του νεαρού Αλεξάνδρου, αλλά διότι ενόμιζα ότι, εάν ηνείχεσθε αυτά τα πράγματα, θα εφαίνετο η πόλις μας εξ ίσου άκοσμος προς τον ρήτορα.

[170] Σας προτρέπω δε, ω Αθηναίοι, να μη δεχθήτε να επεκταθή ο κατηγορούμενος σε πράγματα άσχετα προς την παρούσαν υπόθεσιν, αφ' ενός μεν σύμφωνα με τον όρκον που εδώσατε, αφ' ετέρου δε διά να μη παρασυρθήτε από τον άνθρωπον αυτόν, που η τέχνη του είναι να διαστρέφη τα πράγματα με τα λόγια του. Για να σας διαφωτίσω, θα ανατρέξω ολίγον μακράν. Πράγματι ο Δημοσθένης αφού εσπατάλησε την πατρικήν του περιουσίαν ήρχισε να ζητή ανά την πόλιν εκείνους τους πλουσίους νέους που οι μεν πατέρες των είχαν αποθάνει, την δε περιουσίαν των διεχειρίζοντο αι μητέρες των. Θα παραλείψω πολλούς άλλους και θα σας υπενθυμίσω τι συμφορά έπαθεν ένας εξ αυτών. [171] Ο Δημοσθένης ανεκάλυψε ένα σπίτι πλούσιο, αλλά που διευθύνετο κακώς, από μίαν γυναίκα μωράν και υπερήφανον, ενώ τα χρηματικά ζητήματα διεχειρίζετο ένας ημιπαράφρων νεανίας, ο Αρίσταρχος ο υιός του Μόσχου. Προσεποιήθη τότε ότι τον αγαπά και τον παρεκάλεσε να ανταποκριθή εις τα αισθήματα του. Αφού δε τον εγέμισε με κενάς ελπίδας, ότι εντός ολίγου θα τον κάμη πρώτον από όλους τους ρήτορας, παρουσιάζων εις αυτόν και κατάλογον των μαθητών του, [172] του εισηγήθη και τον εδίδαξε τοιαύτα έργα, ώστε κατήντησε να εξορισθή από την πατρίδα του, αφού προηγουμένως ο Δημοσθένης ιδιοποιήθη τα χρήματα που θα έπαιρνεν εκείνος μαζί του διά να συντηρήται κατά την εξορίαν του, τρία ολόκληρα τάλαντα. Διότι ο Αρίσταρχος έδωσε βίαιον θάνατον εις τον Νικόδημον από τας Αφίδνας, και του έβγαλε του δυστυχούς τα δυο του μάτια και του έκοψε την γλώσσαν, με την οποίαν τόσον θαρραλέα ωμίλει, έχων πεποίθησιν εις τους νόμους και εις σας. [173] Και από σας, ω Αθηναίοι, που καταδικάσετε εις θάνατον τον σοφιστήν Σωκράτην, επειδή ήτο γνωστόν ότι υπήρξε ο διδάσκαλος του Κριτίου, ενός από τους τριάκοντα τυράννους που κατέλυσαν την λαοκρατίαν, θα έλθη ο Δημοσθένης να ζητήση να απαλλάξετε τους φίλους του, αυτός που έτσι εκδικείται τους λαοκρατικούς πολίτας όταν τολμούν να ασκούν το δικαίωμα του λόγου; Προσέξατε, εις το ακροατήριον ευρίσκονται αρκετοί μαθηταί του, κατόπιν προσκλήσεώς του. Και επιχειρεί να διαφημισθή εις βάρος σας, καθώς πληροφορούμαι, διότι τους έχει προαναγγείλει ότι θα επιτύχη, χωρίς να το πάρετε είδησιν, να μεταφέρη την υπόθεσιν εις άλλα θέματα. [174] Και ότι θα εμπνεύση μεν εις τον κατηγορούμενον θάρρος, θα κάμη δε τον μηνυτήν να τα χάση και ν' αρχίση να φοβήται διά τον εαυτόν του. Ανήγγειλεν ακόμη ότι θα αναμίξη εις την υπόθεσιν τας πολιτικάς αγορεύσεις μου και θα επικρίνη την ειρήνην που διεπραγματεύθην εγώ και ο Φιλοκράτης και θα προκαλέση τόσον θόρυβον και αποδοκιμασίας μου εκ μέρους των δικαστών, ώστε, όταν έλθη η σειρά μου να λογοδοτήσω διά την εκτέλεσιν της εντολής μου ως πρεσβευτού, ούτε καν θα τολμήσω να απολογηθώ, αλλά θα είμαι πολύ ευχαριστημένος, αν καταδικασθώ εις χρηματικήν ποινήν και αποφύγω την καταδίκην εις θάνατον. [175] Λοιπόν προσέξατε να μη δώσετε, με κανένα τρόπον, ευκαιρίαν εις τον στρεψόδικον αυτόν να γελά και να σχολιάζη εις βάρος σας. Φαντασθήτε ότι τον βλέπετε να επιστρέφη από το δικαστήριον εις το σπίτι του και να καμαρώνη, συνομιλών με τους νεαρούς μαθητάς του και να εκθέτη λεπτομερώς πώς σας παρεπλάνησεν από την υπόθεσιν. «Τους παρέσυρα, θα λέγη, από τας εναντίον του Τιμάρχου κατηγορίας και προσήλωσα την προσοχήν των επί του μηνυτού, επί του Φιλίππου, επί των Φωκέων. Ενέσπειρα τον φόβον εις το ακροατήριον και έκαμα ώστε ο μεν κατηγορούμενος να μετατραπή εις κατήγορον, ο δε μηνυτής να γίνη υπόδικος, οι δε δικασταί να ξεχάσουν τίνος υποθέσεως ήσαν δικασταί και να ακούσουν πράγματα επί των οποίων δεν επρόκειτο να αποφανθούν».

[176] Ιδικόν σας έργον είναι να αντιταχθήτε εις όλα αυτά και παρακολουθούντες τον Δημοσθένην με προσοχήν, να μη του επιτρέψητε με κανένα τρόπον να εξέλθη από το θέμα και να παίρνη επιχειρήματα από υποθέσεις ασχέτους προς την σημερινήν δίκην. Και να τον υποχρεώσετε, όπως γίνεται και εις τας ιπποδρομίας, να ακολουθήση μόνον τον δρόμον που είναι χαραγμένος δι' αυτήν την υπόθεσιν. Αν κάμετε όσα σας συμβουλεύω, θα γίνετε σεβαστοί, και ο κόσμος θα εκτιμά τας δικαστικάς αποφάσεις σας όσον εκτιμά και τους νόμους σας. Εις την αντίθετον περίπτωσιν θα θεωρηθήτε ότι προβλέπετε μεν τι αδικήματα είναι δυνατόν να γίνουν και κάμετε νόμους διά να τα πατάξετε, όταν όμως πλέον τα αδικήματα συντελεσθούν, σας ευρίσκουν τελείως αδιαφόρους.

Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος. [1963] 1975. Αισχίνου Λόγοι. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

[166] Καίτοι όμως όλα αυτά τα σημεία είναι τόσον σαφώς καθωρισμένα, εν τούτοις ο Δημοσθένης θα επινοήση μυρίας παρεκβάσεις. Και διά μεν τας κακοηθείας που θα είπη προς στήριξιν της υποθέσεως, ολιγώτερον ήθελε τις αγανακτήσει· αν όμως παρεμβάλη εις την έκθεσίν του και πράγματα άσχετα με την υπόθεσιν και ικανά να βλάψουν τα συμφέροντα της πόλεώς μας, τότε δικαίως ηθέλομεν οργισθή εναντίον του. [167] Διότι θα προβάλη αδιακόπως τον Φίλιππον, χωρίς να παραλείψη να συνδυάση με αυτόν και το όνομα του υιού του Αλεξάνδρου. Διότι εκτός των άλλων ελαττωμάτων του είναι και αγενής και αμόρφωτος. Διότι το να θίγη με τα λόγια τον Φίλιππον είναι βεβαίως και άστοχον και άτοπον, μικρότερον όμως από το σφάλμα που πρόκειται να σας εκθέσω. Διότι επι τέλους δεν είναι βαρείαι αι προσβολαί που θα κάμη εις ένα άνδρα αυτός που δεν είναι ανήρ. Όταν όμως με περιστροφάς και ευφημισμούς παρεμβάλλη διαφόρους αισχρότητας εις βάρος του υιού του, τότε κάμνει την πόλιν μας καταγέλαστον. [168] Διότι με την ιδέαν, ότι θα κάμη δύσκολον την θέσιν μου, όταν πρόκειται να λογοδοτήσω διά την πρεσβείαν λέγει, ότι, ότε προ τινός καιρού ωμίλει εις την βουλήν διά το παιδί αυτό, τον Αλέξανδρον, και έλεγεν, ότι εις κάποιο συμπόσιόν μας έπαιζε κιθάραν και έλεγε τραγούδια και απήντα με τσακίσματα εις τα τραγούδια που έλεγεν ένα άλλο παιδί, και εν γένει εξέθεσεν όσα συνέβη να γνωρίζη διά τον Αλέξανδρον, εγώ τάχα εξωργίσθην δι' όσα χλευαστικά είπεν εναντίον αυτού του παιδιού, όχι ως μέλος της πρεσβείας, αλλά ωσάν να ήμην ένας εκ των στενών συγγενών του. [169] Με τον Αλέξανδρον φυσικά εγώ ένεκα της διαφοράς της ηλικίας μας δεν συνέβη να συνομιλήσω, τον Φίλιππον όμως τώρα επαινώ διά την ευμένειαν που έδειξε με τους λόγους του, εάν δε αυτός και εις τα προς ημάς έργα του φανή ο ίδιος, οποίος τώρα φαίνεται εις τας υποσχέσεις του, τότε θα κάμη ασφαλή και εύκολον τον προς αυτόν έπαινον όλων μας. Εάν δε εις την βουλήν επετίμησα τον Δημοσθένη δι' όσα είπε τότε, δεν το έκαμα διά να αποκτήσω την ευμένειαν του νεαρού Αλεξάνδρου, αλλά, διότι ενόμιζον ότι, αν επεδοκιμάζετε τας μεθόδους του αντιπάλου μου, η πόλις μας θα εφαίνετο συναγωνιζομένη εις απρέπειαν τον ρήτορα.

[170] Εν γένει δε, άνδρες Αθηναίοι, να μη δεχθήτε να επεκταθή ο κατηγορούμενος εις ζητήματα έξω της υποθέσεως, πρώτον μεν σύμφωνα με τον όρκον που εδώσατε, δεύτερον δε διά να μη παρασυρθήτε από άνθρωπον, ο οποίος θεωρείται έμπειρος εις την ρητορικήν. Θα αρχίσω δε από κάπως μακρύτερα διά να σας διαφωτίσω. Ο Δημοσθένης λοιπόν, αφού εσπατάλησε την πατρικήν του περιουσίαν, εγύριζεν εις την πόλιν ζητών να εύρη νέους πλουσίους ορφανούς, των οποίων οι μεν πατέρες είχον αποθάνει, αι δε μητέρες των διεχειρίζοντο την περιουσίαν των. Αφού δε παραλείψω πολλούς, θα ενθυμηθώ ένα από τα αξιολύπητα αυτά θύματα. [171] Είχεν ανακαλύψει οικίαν πλουσίαν, αλλά κακώς διοικουμένην, επί κεφαλής της οποίας ευρίσκετο γυνή υπερήφανος, αλλά στερουμένη νου, ενώ τα χρηματικά ζητήματα διεχειρίζετο νεανίας ημιπαράφρων, ο Αρίσταρχος, ο υιός του Μόσχου. Προσποιηθείς τότε ότι τον αγαπά, τον παρεκάλεσε να συμμερισθή τα φιλικά του συναισθήματα, και θέτων προ των οφθαλμών του τον κατάλογον των μαθητών του, τον εγέμισε με απατηλάς ελπίδας ότι θα γίνη εντός ολίγου ένας εκ των διασήμων ρητόρων· [172] του προέτεινε δε και τον εδίδαξε να πράξη τοιαύτα έργα, ώστε κατήντησεν εκείνος μεν να εξορισθή από την πατρίδα του, ο δε Δημοσθένης ιδιοποιήθη προηγουμένως τα χρήματα που θα έπαιρνεν εκείνος μαζί του ως εφόδια διά την εξορίαν, και ούτω τον εστέρησε τρία τάλαντα. Ο δε Νικόδημος από τας Αφίδνας είχεν αποθάνει από βίαιον θάνατον υπό του Αριστάρχου, ο οποίος του έβγαλε του δυστυχούς τα δύο του μάτια και του έκοψε την γλώσσαν, με την οποίαν τόσον θαρραλέα ωμίλει έχων πεποίθησιν εις τους νόμους και σας. [173] Έπειτα σεις, άνδρες Αθηναίοι, τον Σωκράτη μεν τον φιλόσοφον, κατεδικάσετε εις θάνατον, διότι είχε πιστευθή ότι αυτός υπήρξε διδάσκαλος του Κριτίου, ενός των τριάκοντα τυράννων, οι οποίοι κατέλυσαν την δημοκρατίαν, και σήμερον ο Δημοσθένης θα έλθη να ζητήση να απαλλάξετε τους φίλους του, αυτός που τόσον σκληρά εξεδικήθη απλούς πολίτας, οπαδούς της δημοκρατίας, διότι διά να ομιλήσουν είχον κάμει χρήσιν της ελευθερίας, η οποία ανήκει εις όλους! Κατόπιν προσκλήσεώς του μερικοί εκ των μαθητών του ήλθον να τον ακούσουν· διότι τους υπόσχεται θετικά, κερδοσκοπών εις βάρος σας, ως εγώ πληροφορούμαι, ότι θα κατορθώση να διαφύγη την προσοχήν σας, χωρίς να το αντιληφθήτε, [174] και να μεταφέρη την υπόθεσιν εις άλλα θέματα, και ότι θα εμπνεύση εις μεν τον κατηγορούμενον, όταν αυτός αναβή εις το βήμα, θάρρος, θα κάμη δε τον μηνυτήν να τα χάση και να αρχίση να φοβήται διά την ζωήν του. Ανήγγειλεν ακόμη, ότι παρεμβάλλων εις την υπόθεσιν τας αγορεύσεις μου ενώπιον του λαού, και επικρίνων την ειρήνην, την οποίαν διεπραγματεύθην εγώ και ο Φιλοκράτης, θα προκαλέση τόσον θόρυβον και αποδοκιμασίας εκ μέρους των δικαστών, όταν έλθη η σειρά μου να λογοδοτήσω διά την εκτέλεσιν της εντολής μου ως πρεσβευτού, ώστε ούτε καν θα τολμήσω να απολογηθώ, αλλά θα είμαι ευχαριστημένος, εάν μου επιβληθή κάποιο μέτριον πρόστιμον και αποφύγω την ποινήν του θανάτου. [175] Μη δώσετε λοιπόν με κανένα τρόπον ευκαιρίαν εις τον σοφιστήν τούτον να γελά και να διασκεδάζη εις βάρος σας. Φαντασθήτε, ότι τον βλέπετε να επιστρέφη από το δικαστήριον εις το σπίτι του και να καμαρώνη συνομιλών με τους νεαρούς μαθητάς του και να τους διηγήται λεπτομερώς με ποίαν δεξιότητα σας παρεπλάνησεν από την υπόθεσιν· «Τους παρέσυρα, θα λέγη από τας κατηγορίας εναντίον του Τιμάρχου, και προσήλωσα την προσοχήν των εις τον κατήγορον, τον Φίλιππον και τους Φωκείς. Ενέσπειρα τον φόβον εις το ακροατήριον και συνετέλεσα ώστε ο μεν κατηγορούμενος να μεταβληθή εις κατήγορον, ο δε μηνυτής να ενοχοποιηθή, οι δε δικασταί να ξεχάσουν τίνος υποθέσεως ήσαν δικασταί και να ακούσουν πράγματα, περί των οποίων δεν επρόκειτο να αποφανθούν. [176] Ιδικόν σας λοιπόν είναι καθήκον να αντιταχθήτε εις όλα αυτά, και παρακολουθούντες βήμα προς βήμα τον Δημοσθένην να μη του επιτρέψετε με κανένα τρόπον να εξέλθη από την υπόθεσιν και να αντλή επιχειρήματα από υποθέσεις ξένας προς την σημερινήν δίκην, αλλά, όπως γίνεται εις τας ιπποδρομίας, να τον υποχρεώσετε να ακολουθή τον δρόμον που είναι χαραγμένος δι' αυτήν την υπόθεσιν. Και αν πράττετε ταύτα, θα επιβάλετε τον σεβασμόν, και αι πράξεις σας ως νομοθετών και δικαστών θα διαπνέωνται από το ίδιον πνεύμα. Εις την αντίθετον περίπτωσιν θα δώσετε την εντύπωσιν ότι δύνασθε να προβλέπετε κάλλιστα και να αποδοκιμάζετε τα εγκλήματα εις την θεωρίαν, όταν όμως αυτά συντελεσθούν, δεικνύετε τελείαν αδιαφορίαν.