Μτφρ. Α. Τυφλόπουλος – Επιμ. Δ. Ιακώβ. 2006. Στο Ανθολόγιο Αρχαίων Ελληνικών Κειμένων. Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

Παρότι μπορώ να πω πολλά για τις πράξεις τους για τις οποίες θα λάβουν τον δίκαιο έπαινο, όταν στέκομαι μπροστά στα κατορθώματά τους, δεν ξέρω από πού να αρχίσω· γιατί καθώς μου έρχονται στον νου όλα την ίδια στιγμή, μου είναι δύσκολο να αποφασίσω τι θα επιλέξω. Ωστόσο, θα προσπαθήσω να διατηρήσω στον λόγο την ίδια σειρά στα γεγονότα με αυτήν που είχαν στη ζωή τους. Aυτοί λοιπόν διακρίνονταν από την αρχή σε όλα τα αντικείμενα μάθησης, καθώς επιδίδονταν σε ό,τι αρμόζει σε κάθε ηλικία, και δεν δυσαρεστούσαν κανέναν από όσους πρέπει, ούτε τους γονείς, ούτε τους φίλους, ούτε τους συγγενείς. Για αυτό τώρα η μνήμη των συγγενών και των φίλων τους, σαν να ακολουθεί ίχνη, κάθε στιγμή επιστρέφει σε αυτούς με λαχτάρα, καθώς έχει να θυμάται πολλά στα οποία αναγνωρίζει ότι αυτοί υπήρξαν άριστοι. Kαι όταν ανδρώθηκαν, αποκάλυψαν τον χαρακτήρα τους όχι μόνο στους συμπολίτες τους αλλά και σε όλο τον κόσμο. Γιατί κάθε, μα κάθε, αρετή έχει για αφετηρία τη σύνεση και για τερματισμό την ανδρεία· με τη σύνεση κρίνεται τι πρέπει να γίνει και με την ανδρεία διατηρείται. Aυτοί ξεχώριζαν ιδιαίτερα και στα δύο. Γιατί και αν προέκυπτε κάποιος κοινός κίνδυνος για όλους τους Έλληνες, αυτοί ήταν οι πρώτοι που τον αναγνώριζαν, και πολλές φορές τους παρακίνησαν να συμβάλλουν όλοι στη σωτηρία, κάτι που είναι ένδειξη συνετής απόφασης· και παρότι η έλλειψη αντίληψης που επέδειξαν οι Έλληνες ανάμεικτη με απουσία αρετής, όταν υπήρχε η δυνατότητα να σταματήσουν με ασφάλεια την εξέλιξη των γεγονότων, δεν τους επέτρεπε αφενός να τα προβλέψουν, αφετέρου τους έκανε να τα παραβλέψουν, ωστόσο, όταν ανταποκρίθηκαν και έδειξαν προθυμία να πράξουν τα αναγκαία, δεν συμπεριφέρθηκαν με μνησικακία αλλά τασσόμενοι επικεφαλής και προσφέροντας ολόψυχα τα πάντα, και τον εαυτό τους και χρήματα και συμμάχους, έλαβαν ενεργά μέρος στον αγώνα, στον οποίο δεν αρνήθηκαν να προσφέρουν ούτε τη ζωή τους. Aναγκαστικά, βέβαια, στον πόλεμο υπάρχουν νικητές και ηττημένοι· δεν θα διστάσω να πω ότι, κατά τη γνώμη μου, όσοι σκοτώνονται χωρίς να εγκαταλείψουν τη θέση τους και από τις δύο πλευρές δεν έχουν μερίδιο στην ήττα, αλλά είναι όλοι εξίσου νικητές. Γιατί η νίκη αποφασίζεται μεταξύ των ζωντανών, όπως ο θεός θελήσει· αυτό, όμως, που χρειαζόταν να συμβάλει ο καθένας σε αυτήν, όποιος δεν εγκατέλειψε τη θέση του το έπραξε. Aν του συνέβη το μοιραίο, όπως σε κάθε θνητό, αυτό οφείλεται στην τύχη, ενώ η ψυχή του έμεινε αήττητη απέναντι στους εχθρούς. Nομίζω, λοιπόν, ότι και το γεγονός ότι οι εχθροί δεν έχουν καταλάβει τη χώρα μας οφείλεται στην αρετή αυτών πέρα από την έλλειψη αποφασιστικότητας των εχθρών· γιατί έχοντας προσωπική πείρα όσοι τότε συγκρούστηκαν εκεί, δεν ήταν πρόθυμοι να πολεμήσουν και πάλι με τους συγγενείς εκείνων, έχοντας κατά νου ότι θα αντιμετωπίσουν βέβαια παρόμοιους χαρακτήρες, δεν είναι ωστόσο εξίσου εύκολο να έχουν το ίδιο αποτέλεσμα. Ότι έτσι έχουν τα πράγματα φαίνεται εξάλλου και από την ειρήνη που συνομολογήθηκε· γιατί δεν είναι δυνατόν να επικαλεστεί κανείς πιο αληθινή ή πιο εύλογη αιτία από το γεγονός ότι ο αρχηγός των εχθρών θέλει να γίνει φίλος με τους συγγενείς τους, επειδή θαύμασε την αρετή των νεκρών, παρά να ανακινήσει για μια ακόμη φορά ξανά το ζήτημα με κίνδυνο να τα χάσει όλα. Nομίζω ότι, αν κανείς ρωτήσει τους ίδιους τους αντιπάλους κατά πόσο θεωρούν ότι έχουν πετύχει εξαιτίας της δικής τους αρετής ή εξαιτίας της αναπάντεχης και δύσκολης συγκυρίας και της εμπειρίας και της τόλμης του επικεφαλής τους, κανένας τους δεν θα είναι ούτε τόσο αδιάντροπος ούτε τόσο αυθάδης ώστε να οικειοποιηθεί όσα έγιναν. Kαι βέβαια, σε όσα έβαλε τέλος, σύμφωνα με τη θέλησή του, ο παντοδύναμος θεός, πρέπει όλοι να απαλλάσσουν τους υπόλοιπους, ως θνητούς, από την κατηγορία της έλλειψης αρετής· αν, ωστόσο, υπάρχει κάποιος που αρμόζει να κατηγορηθεί για αυτή την υπόθεση, εύλογα θα κατηγορούνταν οι Θηβαίοι που είχαν αναλάβει αυτή την αποστολή, και όχι οι περισσότεροι ούτε από εκείνους ούτε από εμάς· αυτοί, ενώ πήραν ένα εκστρατευτικό σώμα που διέθετε ηθικό ανίκητο και ακατάβλητο και ανάλογη επιθυμία για δόξα, δεν χρησιμοποίησαν σωστά τίποτε από αυτά. Kαι όσον αφορά τα υπόλοιπα ζητήματα ο καθένας μπορεί να αποφασίσει ανάλογα με την άποψή του· αυτό, όμως, που γίνεται φανερό σε όλους τους ζωντανούς ανθρώπους ανεξαιρέτως είναι ότι η ελευθερία όλης της Eλλάδας διατηρήθηκε στην ψυχή αυτών των ανδρών· αφού, όταν η μοίρα τους πήρε τη ζωή, κανείς από τους υπόλοιπους δεν πρόβαλε αντίσταση. Kαι μακριά από τα λόγια μου ο φθόνος, αν, όμως, κανείς έλεγε πως η αρετή αυτών των ανδρών ήταν η ψυχή της Eλλάδας, μου φαίνεται πως θα έλεγε την αλήθεια· γιατί μόλις το πνεύμα τους άφησε το σώμα τους, έσβησε και η αξιοπρέπεια της Eλλάδας. Ίσως, λοιπόν, είναι μεγάλη υπερβολή, πρέπει όμως να ειπωθεί· γιατί όπως, αν κάποιος έπαιρνε από τον γνωστό μας κόσμο το φως, όλη η ζωή που θα μας έμενα θα ήταν αβάσταχτη και δύσκολη, έτσι με τον θάνατο αυτών των ανθρώπων η παλιά δόξα των Eλλήνων σκοτείνιασε και έχασε όλη της τη λάμψη.

Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος. 1965. Δημοσθένους Λόγοι. Επιτάφιος, Προς Ευβουλίδην, Ερωτικός. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

[15] Ενώ δε έχω να είπω πολλά, εξ εκείνων τα οποία έπραξαν ούτοι και διά τα οποία δικαίως θα επαινεθούν, όταν πλέον είμαι πολύ πλησίον εις το έργον τούτο, ευρίσκομαι εις δύσκολον θέσιν πώς να αρχίσω. Διότι παρουσιαζόμεθα όλα εις μίαν συγχρόνως περίστασιν με δυσκολεύουν εις την εκλογήν των. Θα προσπαθήσω όμως να ακολουθήσω την ιδίαν σειράν εις τον λόγον μου, την οποίαν ηκολούθησαν και ούτοι εις την ζωήν των.

[16] Ούτοι λοιπόν από της μικράς των ηλικίας διέπρεπον εις παν είδος μορφώσεως, επιδιδόμενοι εις τας πρεπούσας δι' εκάστην ηλικίαν ασκήσεις και ήσαν ευχάριστοι εις όλους όσους έπρεπε, γονείς, φίλους, οικείους. Διά τούτο ακριβώς, τρόπον τινά, αναγνωρίζουσα τα ίχνη των τώρα η ανάμνησις των οικείων και αγαπητών των προσώπων, στρέφεται προς αυτούς κατά το κορύφωμα της λύπης των, [17] και ευρίσκει πολλά σημεία που ενθυμίζουν τας αρετάς, που έβλεπον εις αυτούς. Όταν δε έφθασαν εις την ανδρικήν ηλικίαν, έδειξαν την έξοχον φύσιν των όχι μόνον εις τους συμπολίτας των, αλλά και εις όλους τους ανθρώπους. Διότι πάσης αρετής αρχή μεν είναι η σύνεσις, πέρας δε η ανδρεία· και με εκείνην μεν εξετάζεται τι πρέπει να πραχθή, με ταύτην δε έκαστος σώζεται. [18] Και εις τα δύο αυτά προτερήματα οι προκείμενοι νεκροί διεκρίθησαν. Διότι, και αν παρουσιάζετο κάποιος κίνδυνος διά τους Έλληνας, πρώτοι ούτοι τον προέβλεπον και έκαμναν έκκλησιν διά την σωτηρίαν των εις όλους τους Έλληνας· τούτο είναι απόδειξις νου σωφρόνος. Ενώ δε ήτο ακόμη δυνατόν να σταματήσουν, χωρίς να κινδυνεύσουν, την θεομηνίαν οι Έλληνες, όντες τυφλοί και δειλοί δεν την έβλεπον ή προσεποιούντο ότι δεν την έβλεπον, αφ' ότου όμως, γενόμενοι πειθαρχικοί, απεφάσισαν να δράσουν, αυτοί εδώ οι νεκροί, αφήνοντες πάσαν μνησικακίαν ετέθησαν επί κεφαλής των και δώσαντες όλα προθύμως, και σώματα και χρήματα και συμμάχους, απεδύθησαν εις αγώνα, εις τον οποίον δεν ελογάριασαν ουδέ την ζωήν των.

[19] Εξ ανάγκης δε συμβαίνει, όταν γίνεται μάχη, άλλοι μεν να νικώνται, άλλοι δε να νικώσι. Δεν ήθελον δε διστάσει να είπω, ότι και από τα δύο μέρη εκείνοι που πίπτουν εις το πεδίον της μάχης, δεν μετέχουν της ήττης, αλλά νικώσιν ομοίως και οι δύο. Διότι η νίκη μεταξύ των ζώντων κρίνεται αναλόγως της ευνοίας της τύχης· αλλ' εκείνο, το οποίον έπρεπεν έκαστος να προσφέρη διά την επιτυχίαν της νίκης, πας ο φονευθείς εις την θέσιν του το έπραξε. Αν δε θνητός ων υπέστη το μοιραίον, έπαθεν εκείνο που συμβαίνει από την τύχην, αλλά η ψυχή του δεν εγνώρισε την ήτταν. [20] Νομίζω δε ότι και το ότι οι εχθροί δεν εισέβαλον εις την χώραν μας, εκτός της απερισκεψίας των, οφείλεται και εις γενναιότητα των προκειμένων νεκρών. Διότι, αφού έλαβον πείραν τούτων εις τον αγώνα σώματος προς σώμα, δεν ηθέλησαν να αναλάβουν νέον αγώνα εναντίον των συμπολιτών των ανδρών τούτων, διότι αντελαμβάνοντο καλώς, ότι θάρρος μεν θα συνήντων το ίδιον, αλλά δεν ήταν βέβαιοι, ότι θα εύρουν την ιδίαν τύχην. Της αληθείας ταύτης μεγίστη απόδειξις είναι η επακολουθήσασα ειρήνη· διότι δεν είναι δυνατόν να λεχθή ότι ο επί κεφαλής των εχθρών δεν απεφάσισε να κλείση την ειρήνην από ελατήρια περισσότερον πραγματικά και ένδοξα δι' ημάς· θαυμάσας την ανδρείαν των ενδόξων τούτων νεκρών, επροτίμησε να γίνη φίλος των συμπολιτών των παρά να αναλάβη εκ νέου τον υπέρ των όλων κίνδυνον. [21] Νομίζω δε, ότι, εάν τις ήθελεν ερωτήσει αυτούς, οι οποίοι κατεπολέμησαν τους πολεμιστάς μας, εάν νομίζουν, ότι οφείλουν την νίκην των εις την ιδίαν των αξίαν ή εις κάποιο παράδοξον ή κάποιο φοβερόν κτύπημα της τύχης και εις την τόλμην του εμπείρου αρχηγού των, κανείς δεν θα είναι τόσον αναίσχυντος και τολμηρός, ώστε να διεκδικήση υπέρ εαυτού την νίκην ταύτην. Εξ άλλου, εις ένα γεγονός, του οποίου το αποτέλεσμα εκανονίσθη υπό της τύχης, η οποία είναι κυρίαρχος πάντων, είναι ανάγκη να απαλλάξη τις της μομφής της δειλίας τους Αθηναίους και τους συμμάχους των, οι οποίοι βεβαίως ήσαν άνθρωποι. Το ότι δε ο αρχηγός των πολεμίων υπερεφαλάγγισε την πτέρυγα των Θηβαίων που είχε ταχθή απέναντί του, δεν οφείλεται ούτε εις τους Μακεδόνας, ούτε εις τους Αθηναίους. [22] Εάν δε υπάρχη κάποιος εκ των ανθρώπων, τον οποίον θα έπρεπε τις να κατηγορήση διά τούτο, ούτοι είναι οι Θηβαίοι, οι οποίοι ετάχθησαν απέναντί του, δεν ήθελεν όμως κατηγορήσει ούτε ημάς, ούτε εκείνους, και ευλόγως· διότι ούτοι υποστηριζόμενοι από στρατόν με ψυχήν αήττητον, ανίκανον να υποχωρή και με απαράμιλλον αγάπην προς την δόξαν, δεν ηδυνήθησαν να επωφεληθούν των τόσων πλεονεκτημάτων. [23] Και εις μεν τα άλλα σημεία αι γνώμαι δύνανται να διχασθούν, εκείνο όμως, το οποίον έχει γίνει φανερόν εις όλους τους υπάρχοντας ανθρώπους, είναι ότι η ελευθερία ολοκλήρου της Ελλάδος είχε την σωτηρίαν της εις τας ψυχάς των γενναίων τούτων ανδρών· επειδή όμως το πεπρωμένον αφήρπασεν αυτούς, έπαυσε πλέον πάσα αντίστασις της Ελλάδος. Και είθε κανείς να μη φθονήση τους λόγους μου, μου φαίνεται όμως, ότι θα έλεγε τις την αλήθειαν, εάν έλεγεν ότι η ψυχή της Ελλάδος ήτο η ανδρεία των ανδρών τούτων. [24] Διότι μόλις αι ψυχαί των απηλλάγησαν των σωμάτων των και η τιμή της Ελλάδος έσβησε. Μεγάλην μεν λοιπόν ίσως υπερβολήν θα φανώμεν ότι λέγομεν, πρέπει όμως να την είπωμεν· διότι, όπως, εάν τις ήθελεν αφαιρέσει από τον υπάρχοντα κόσμον τον ήλιον, θα εγίνετο ο υπόλοιπος βίος μας πολύ δύσκολος και άθλιος, ομοίως μετά τον θάνατον των πολεμιστών τούτων η παλαιά δόξα των Ελλήνων έπεσεν εις το σκότος και μεγάλην δυσφήμησιν.