Μτφρ. Ν.Μ. Σκουτερόπουλος. 2002. Πλάτων. Πολιτεία. Εισαγωγικό σημείωμα, μετάφραση, ερμηνευτικά σημειώματα. Αθήνα: Πόλις.

Όταν οι ομάδες, καθεμιά χωριστά, συμπλήρωναν επτά ήμερες παραμονής στο λιβάδι, υποχρεωτικά την όγδοη ήμερα σηκώνονταν από 'κεί και ξεκινούσαν μια πορεία, και την τέταρτη ημέρα έφθαναν σ' ένα σημείο απ' όπου αντίκρυζαν να απλώνεται από ψηλά ένα φως ίσιο σαν κολόνα, το οποίο διαπερνούσε όλο τον ουρανό και τη γη, φως που έμοιαζε με το ουράνιο τόξο, μόνο που ήταν πιο λαμπερό και πιο καθαρό. Σ' αυτό το φως έφθασαν υστέρα από μιας μέρας δρόμο, κι εκεί, καταμεσής στο φως, είδαν να 'ναι τεντωμένες από τον ουρανό οι άκρες των δεσμών που τον συγκρατούν. Γιατί τούτο το φως είναι ο συνεκτικός δεσμός του ουρανού ―κάτι σαν τα υποζώματα στις τριήρεις―, αυτό που συγκρατεί όλη την περιστροφική κίνησή του, κι από τις άκρες του δεσμού είναι σφιχτά στερεωμένο το αδράχτι της Ανάγκης, αυτό που προκαλεί όλες τις περιστροφικές κινήσεις. Το αδράχτι είχε στέλεχος κι αγκίστρι από μέταλλο σκληρό, ενώ το σφοντύλι του ήταν εν μέρει από το ίδιο σκληρό μέταλλο κι εν μέρει από άλλα υλικά. Κι όσο για το σφοντύλι ήταν περίπου ως εξής: Είχε το σχήμα που έχουν και τα δικά μας σφοντύλια, απ' ότι έλεγε όμως πρέπει να το φανταστούμε πως ήταν σαν να είχαν περάσει και τοποθετήσει μέσα σε ένα μεγάλο σφοντύλι, κοίλο και εντελώς κουφωμένο, ένα άλλο όμοιο αλλά μικρότερο, που ταίριαζε ακριβώς, σαν τους κάδους που χωρούν ακριβώς ο ένας μέσα στον άλλο, και κατά τον ίδιο τρόπο ένας τρίτος κι ένας τέταρτος κι άλλοι τέσσερις ακόμη. Γιατί, όπως έλεγε, συνολικά τα σφοντύλια ήσαν οκτώ, τοποθετημένα το ένα μέσα στο άλλο, έτσι που τα χείλη τους να δείχνουν από πάνω σαν κύκλος, σχηματίζοντας ένα σφοντύλι με μια συνεχή επιφάνεια γύρω στο στέλεχος της ρόκας· αυτή πάλι περνούσε μέσα κι από τo όγδοο σφοντύλι κι έβγαινε από την άλλη μεριά. Το πρώτο και εξωτερικό σφοντύλι σχημάτιζε με τα χείλη του τον πιo πλατύ κύκλο, ακολουθούσε o κύκλος του έκτου σφοντυλιού, τρίτος σε πλάτος ήταν ο κύκλος του τέταρτου, τέταρτος του ογδόου, πέμπτος ο κύκλος του εβδόμου, έκτος του πέμπτου, έβδομος του τρίτου, όγδοος, τέλος, σε πλάτος ήταν ο κύκλος που σχημάτιζε το δεύτερο σφοντύλι. Ο κύκλος του πρώτου σε μέγεθος σφοντυλιού ήταν ποικιλόχρωμος, του εβδόμου ήταν ο πιο λαμπερός, του ογδόου ο κύκλος παίρνει το χρώμα του από το φως που σκορπάει επάνω του ο κύκλος του εβδόμου, του δεύτερου και του πέμπτου οι κύκλοι έχουν παραπλήσια χρώματα ο ένας με τον άλλο, ο τρίτος έχει το πιο λευκό χρώμα, ο τέταρτος ένα χρώμα προς το κοκκινωπό, ενώ δεύτερος σε λευκότητα ερχόταν ο έκτος κύκλος. Καθώς, τώρα, το αδράχτι περιστρέφεται, κινείται κυκλικά ολόκληρο, πάντα με την ίδια φορά, όμως μέσα στη γενική περιφορά του όλου οι επτά εσωτερικοί κύκλοι περιστρέφονται με βραδύ ρυθμό προς την αντίθετη διεύθυνση απ' ότι το όλο, και από αυτούς πιο γρήγορα, έλεγε, κινείται ο όγδοος, ακολουθούν ως προς την ταχύτητα, πηγαίνοντας μαζί, ο έβδομος, ο έκτος και ο πέμπτος· τρίτος ως προς την ταχύτητα με την οποία εκτελούσε την περιστροφή του ήταν, όπως τους φάνηκε, ο τέταρτος κύκλος, τέταρτος ο τρίτος και πέμπτος ο δεύτερος. Για το αδράχτι έλεγε ότι περιστρεφόταν πάνω στα γόνατα της Ανάγκης. Επάνω σε κάθε κύκλο του στεκόταν από μια Σειρήνα που γύριζε κι αυτή μαζί, βγάζοντας από μέσα της έναν ήχο, μια μουσική νότα· κι από όλες τις νότες, που ήσαν οκτώ, σχηματιζόταν ένα αρμονικό ταίριασμα. Και υπήρχαν άλλες τρεις καθισμένες γύρω–γύρω σε ίσες αποστάσεις, καθεμιά σ' ένα θρόνο, θυγατέρες της Ανάγκης, Μοίρες, ντυμένες στα άσπρα, φορώντας στο κεφάλι στέμμα, η Λάχεση, η Κλωθώ, η Άτροπος, και τραγουδούσαν πάνω στη μελωδία των Σειρήνων, η Λάχεση τα περασμένα, η Κλωθώ τα τωρινά, η Άτροπος τα μελλούμενα. Κι η Κλωθώ, αγγίζοντας από καιρό σε καιρό με το δεξί της χέρι το αδράχτι στο εξωτερικό χείλος του, βοηθούσε στην περιστροφή, ενώ η Άτροπος, με το αριστερό της χέρι, έκανε το ίδιο για τις εσωτερικές περιστροφές· η Λάχεση πάλι, πότε με το ένα και πότε με το άλλο χέρι βοηθούσε άλλοτε την εξωτερική κι άλλοτε τις εσωτερικές περιστροφές. Αυτοί λοιπόν, όπως έλεγε, σαν έφθασαν εκεί, έπρεπε υποχρεωτικά να πάνε στη Λάχεση.

Και τότε ένας προφήτης, αφού πρώτα τους έβαλε να παραταχθούν με τάξη, πήρε έπειτα από τα γόνατα της Λάχεσης κλήρους και παραδείγματα βίων κι ανεβαίνοντας σ' ένα ψηλό βήμα φώναξε: «Της κόρης Λάχεσης, θυγατέρας της Ανάγκης, είναι τούτος ο λόγος. Ψυχές της μιας ημέρας, αρχίζει για το θνητό γένος άλλος ένας κύκλος με κατάληξη το θάνατο. Δεν θα σας πάρει με κλήρο κάποιος δαίμονας, θα τον διαλέξετε εσείς το δαίμονα. Οποιανού λάχει ο πρώτος κλήρος, αυτός πρώτος να διαλέξει τη ζωή που αναγκαστικά θα ζήσει. Δεν έχει δεσπότη η αρετή· ανάλογα αν την τιμάει κανείς ή την περιφρονεί, θα 'ναι και πιο μεγάλο ή πιο μικρό το μερτικό του επάνω της. Η ευθύνη είναι αυτουνού που διαλέγει· ο θεός δεν έχει ενοχή».

Σαν τα 'πε αυτά έριξε τους κλήρους κι ο καθένας έπαιρνε αυτόν που έπεσε δίπλα του, εκτός από τον Ήρα, γιατί ο κήρυκας δεν του το επέτρεψε. Και παίρνοντας καθένας τον κλήρο του έβλεπε με ποια σειρά θα διάλεγε. Αμέσως μετά άπλωσε μπροστά τους, καταγής, τα παραδείγματα των βίων, πολύ περισσότερα απ' όσους ήσαν εκεί. Κι ήσαν δείγματα κάθε λογής· βίοι όλων των ζώων και βέβαια όλοι οι τρόποι της ανθρώπινης ζωής. Ανάμεσά τους υπήρχαν παραδείγματα από τυραννίδες, εν μέρει από αυτές που δεν τελειώνουν ποτέ, εν μέρει από αυτές που κάποια στιγμή πέφτουν και καταλήγουν στη φτώχεια, την εξορία και τη ζητιανιά. Υπήρχαν ακόμη βίοι ανθρώπων ξακουστών για τη μορφή, το κάλλος και την άλλη δύναμη και μαχητικότητά τους ή πάλι για την καταγωγή και τις αρετές των προγόνων τους, κι ακόμη παραδείγματα ανθρώπων άσημων ως προς αυτά τα πράγματα ― επίσης βίοι γυναικών. Κάποιος σταθερός καθορισμός των ψυχών δεν υπήρχε γιατί κατανάγκη καθεμιά τους γίνεται διαφορετική ανάλογα με το βίο που διάλεξε· τα άλλα όμως είχαν αναμιχτεί μεταξύ τους και με τον πλούτο και τη φτώχεια, κάποια άλλα με αρρώστιες και υγεία, ορισμένα άλλα πάλι με ενδιάμεσες καταστάσεις. Κι εδώ, καθώς φαίνεται, αγαπητέ μου Γλαύκων, είναι όλος ο κίνδυνος για τον άνθρωπο, και γι' αυτόν το λόγο πρέπει να φροντίζουμε πρωτίστως και κυρίως με ποιον τρόπο καθένας μας, αφήνοντας κατά μέρος κάθε άλλο μάθημα, θα επιδιώξει με ζήλο να προσοικειωθεί τούτη τη μάθηση μήπως μπορέσει πουθενά να αντιληφθεί και να βρει ποιος θα του δώσει τη δύναμη και τη γνώση να διακρίνει το καλό και το κακό στη ζωή, ώστε να διαλέγει πάντα κατά το δυνατόν το καλύτερο. Να αναστοχάζεται όλα όσα είπαμε ως τώρα, είτε συνδυάζοντας το ένα με το άλλο είτε και το καθένα χωριστά, για να αξιολογήσει την επίδρασή τους στην αρετή του βίου και να κατανοήσει έτσι ποιες είναι οι κακές ή οι αγαθές συνέπειες της ομορφιάς, αν συγκεραστεί με τη φτώχεια ή με τον πλούτο και με αυτήν ή την άλλη ψυχική διάθεση·να δει την ευγενική και την ταπεινή καταγωγή, την ιδιωτική ζωή και τα αξιώματα, τις σωματικές δυνάμεις και την ανημποριά του σώματος, την ευχέρεια με την οποία μαθαίνει κανείς ή την ακαταλληλότητά του για μάθηση, και για όλα αυτά τα πράγματα, τα οποία είναι από τη φύση βαλμένα στην ψυχή ή είναι επίκτητα, να δει ποιες επιπτώσεις έχουν, όταν αναμιχθούν το ένα με το άλλο, έτσι ώστε, αφού τα λογαριάσει όλα, να μπορεί, έχοντας στραμμένο το βλέμμα του στη φύση της ψυχής, να κάνει την επιλογή του, ποιος είναι ο χειρότερος και ποιος ο καλύτερος βίος, χαρακτηρίζοντας ως χειρότερο το βίο ο οποίος θα κάνει την ψυχή πιο άδικη και ως καλύτερο εκείνον που θα την κάνει πιο δίκαιη. Όλα τα άλλα θα τον αφήσουν αδιάφορο. Γιατί εμείς το έχουμε δει ότι και για τούτη τη ζωή και για την άλλη αυτή είναι η πιο στέρεη επιλογή. Και παίρνοντας κανείς το δρόμο για τον Άλλο Κόσμο πρέπει την πίστη αυτή να την έχει μέσα του στερεή σαν από διαμάντι, ώστε να μπορέσει και εκεί να μη θαμπωθεί από πλούτη κι άλλα τέτοια κακά, και να μην ξεπέσει σε τυραννικές και άλλες παρόμοιες πράξεις, προκαλώντας πολλά κι ανεπανόρθωτα δεινά. Και για να μην πάθει κι ο ίδιος ακόμη μεγαλύτερα παθήματα αλλά να μάθει σε τέτοια πράγματα να διαλέγει πάντα μια ζωή μεσότητας αποφεύγοντας τις υπερβολές προς τη μια ή την άλλη πλευρά, τόσο σε τούτη εδώ τη ζωή όσο, κατά το δυνατόν, και σε ολόκληρη τη μέλλουσα. Γιατί έτσι ο άνθρωπος γίνεται τρισευτυχισμένος.

Μτφρ. Ι.Ν. Γρυπάρης. χ.χ. Πλάτων. Πολιτεία. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Πρόλογος Ε. Παπανούτσος. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Αφού δε έμειναν σ' εκείνο το λιβάδι επτά ημέρες, έπρεπε την όγδοη να ξεκινήσουν κ' έπειτα από τέσσερων ημερών πορεία έφταναν σ' ένα τόπο, όθε έβλεπαν ψηλά ένα φως που απλωνόταν σ' ολόκληρο τον ουρανό και τη γη, ευθύ ως στήλη και όμοιο με την Ίριδα, αλλά λαμπρότερο και καθαρώτερο· στο φως τούτο έφτασαν ύστερ' από πορεία άλλης μιας ημέρας· εκεί είδαν, στη μέση του φωτός, να είναι από τον ουρανό τεντωμένες οι άκρες των δεσμών του ―το φως χρησίμευε ως σύνδεσμος του ουρανού και συγκρατούσε ολόκληρο τον περιστρεφόμενο ουρανό, απαράλλακτα όπως τα υποζώματα των πλοίων― και στις άκρες ήταν στερεωμένο της Ανάγκης το αδράχτι που έδινε την κίνηση σε όλες τις ουράνιες περιστροφές· το στέλεχος και τ' αγκίστρι του ήταν από χάλυβα, το σφοντύλι όμως από μίγμα χάλυβα και άλλων μετάλλων. Η φύση του σφοντυλιού ήταν η εξής: ως προς το σχήμα έμοιαζε με τα δικά μας εδώ· και για να έχης ακριβέστερην ιδέα πώς το παράσταινε, πρέπει να φαντασθής ένα μεγάλο σφοντύλι κοίλο και φαγωμένο από μέσα εντελώς· μέσα σ' αυτό προσαρμοζόταν ένα άλλο μικρότερο, όπως οι κάδοι που μπαίνουν ο ένας μέσα στον άλλο· μέσα στο δεύτερο άλλο τρίτο, και πάλι ένα τέταρτο, και ακόμη άλλα τέσσαρα· γιατί όλα ήσαν οκτώ, το ένα βαλμένο μέσα στο άλλο· από πάνω φαίνονταν του καθενός τα χείλη σαν κύκλοι και απ' έξω παρουσίαζαν επιφάνεια συνεχή, σα να ήταν ένα μόνο σφοντύλι γύρω από το στέλεχος· αυτό το στέλεχος πέρναγε καταμεσίς το κέντρο του όγδοου σφοντυλιού. Το πρώτο προς τα έξω σφοντύλι είχε τον κύκλο του χείλους πλατύτερον απ' όλους, δεύτερο στο πλάτος ερχόταν το χείλος του έκτου σφοντυλιού, τρίτο του τέταρτου, τέταρτο του όγδοου, πέμπτο του έβδομου, έκτο του πέμπτου, έβδομο του τρίτου και όγδοο του δεύτερου. Ο κύκλος που σχηματιζότανε από το χείλος του πιο μεγάλου σφοντυλιού είχε ποικίλα χρώματα, του έβδομου ήταν λαμπρότατος, ο όγδοος έπαιρνε από τον έβδομο το χρώμα και τη λάμψη του, ο δεύτερος και ο πέμπτος είχαν τα ίδια χρώματα, αλλά προς το ξανθότερο, του τρίτου το χρώμα ήταν το πιο άσπρο απ' όλα, του τέταρτου κοκκινωπό και του έκτου δεύτερο στην ασπράδα. Ολόκληρο το αδράχτι στρεφόταν γύρω στον άξονά του κατά την ίδια φορά, ενώ εσωτερικά οι επτά συγκεντρικοί κύκλοι περιστρέφονταν ήρεμα κατά την αντίθετη διεύθυνση· απ' αυτούς πάλι παραπολύ γρήγορα περιστρεφόταν ο όγδοος, κατά δεύτερο λόγο και ισόχρονα ο ένας με τον άλλο ο έβδομος, ο έκτος και ο πέμπτος· ο τέταρτος, όπως τους φαινότανε, ήταν τρίτος στην ταχύτητα, ο τρίτος τέταρτος και ο δεύτερος πέμπτος. Τούτο το αδράχτι στρεφότανε απάνω στα γόνατα της Ανάγκης. Απάνω σε καθέν' από τους κύκλους του στεκότανε από μια Σειρήνα που περιστρεφότανε κι' αυτή κ' έψαλλε με φωνή απάνω σ' ένα και τον ίδιο τόνο πάντοτε κανονισμένη, έτσι ώστε από τις οκτώ που ήσαν σχηματιζότανε μία και αρμονική συμφωνία. Γύρω από το αδράχτι και σε ίσες αποστάσεις κάθονταν απάνω σε θρόνο οι τρεις Μοίρες, θυγατέρες της Ανάγκης, η Λάχεση, η Κλωθώ και η Άτροπος, με άσπρα φορέματα και με στέμματα στο κεφάλι· συνόδευαν με το τραγούδι τους την αρμονία των Σειρηνών ψάλλοντας η Λάχεση τα περασμένα, η Κλωθώ τα τωρινά και η Άτροπος τα μέλλοντα. Η Κλωθώ αγγίζοντας κατά διαλείμματα με το δεξί της χέρι βοηθούσε στην εξωτερική περιστροφή του αδραχτιού, η Άτροπος πάλι με το αριστερό της χέρι βοηθούσε στις εσωτερικές περιστροφές· και η Λάχεση πιάνοντας πότε με το δεξί και πότε με το αριστερό της χέρι βοηθούσε και στα δύο είδη των περιστροφών. Μόλις έφτασαν εκεί, έπρεπε να παρουσιαστούν αμέσως μπροστά στη Λάχεση.

Τότε, πρώτα ένας προφήτης έδειξε στον καθένα τη θέση του και τη σειρά του, και αφού πήρε από τα γόνατα της Λάχεσης κλήρους και παραδείγματα ανθρώπινων βίων, ανέβηκε πάνω σ' ένα ψηλό βήμα και είπε:

«Αυτά εδώ τα λέγει η Λάχεση η παρθένος, της Ανάγκης η θυγατέρα. Τύχες εφήμερες, τώρ' αρχίζει άλλη περίοδος ζωής για το θνητό γένος με απόληξη πάλι το θάνατο. Δεν θα σας διαλέξη ο δαίμονας, αλλά σεις θα διαλέξετε το δαίμονά σας. Ο πρώτος που θα τον υποδείξη ο κλήρος, θα εκλέξη πρώτος το βίο του που θα τον ζήση κατ' ανάγκη. Η αρετή είναι κτήμα αδέσποτο, και καθένας θα πάρη απ' αυτή το μερδικό του ανάλογα με την τιμή ή την περιφρόνηση που θα της έχει. Ο καθένας είναι υπεύθυνος για την εκλογή του· ο θεός ανεύθυνος».

Αφού είπε αυτά, έριξε απάνω σ' όλους τους κλήρους και καθένας έπαιρνε εκείνον που έπεσε μπροστά του, εκτός απ' αυτόν εδώ [τον Ήρα], γιατί εκείνον δεν τον άφησε· ήξερε λοιπόν καθένας απ' τον κλήρο του ποια ήταν η σειρά του να διαλέξη. Αμέσως έπειτα ο προφήτης έβαλε μπροστά τους καταγής τα παραδείγματα των βίων, πολύ περισσότερα από τον αριθμό των βρισκόμενων εκεί. Και ήσαν κάθε λογής· βίοι των ζώων όλων και όλων των ανθρώπων. Υπήρχαν λοιπόν μεταξύ τους τυραννίες, άλλες ισόβιες και άλλες που καταλύονταν στο μεταξύ και καταντούσαν σε πενία, εξορία και επαιτεία· υπήρχαν επίσης βίοι ανδρών επιφανών, άλλων για τις μορφές και τα κάλλη και για την άλλη δύναμη και την αγωνιστική τους ικανότητα, άλλων πάλι για την καταγωγή τους και για τις αρετές των προγόνων τους· υπήρχαν ακόμη βίοι ανδρών άσημων από τις απόψεις αυτές, και γυναικών ομοίως. Τάξη όμως ωρισμένη για τις επιδόσεις της κάθε ψυχής δεν υπήρχε καμιά, γιατί έπρεπε η καθεμιά κατ' ανάγκη να γίνη αλλιώτικη, ανάλογα με την εκλογή που θάκανε· τα άλλα παραδείγματα ήσαν ανακατωμένα μεταξύ τους και με πλούτη και φτώχειες, άλλα με αρρώστιες, άλλα με υγείες και άλλα με μέσες καταστάσεις. ― Εδώ λοιπόν, αγαπητέ μου Γλαύκων, φαίνεται πως βρίσκεται ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τον άνθρωπο· και γι' αυτό πρέπει ο καθένας μας, αφήνοντας κατά μέρος κάθε άλλο μάθημα, ν' αφοσιωθή ολοκληρωτικά σε κείνο μόνο που θα τον κάνη ικανό ν' αναζητήση και να βρη τον άνθρωπο που θα μπορέση να του μάθη νάναι σε θέση να διακρίνη με τέλεια γνώση το βίο το χρηστό και τον πονηρό και να προτιμά παντού και πάντοτε από τους δυνατούς τον καλύτερο, και ζυγίζοντας στο νου του όλα όσα είπαμε τώρα δα να κρίνη κατά πόσον αυτά, είτε συνδυαζόμενα το ένα με το άλλο είτε χωριστά θεωρούμενα, οδηγούν στην ορθή αντίληψη για την αρετή του βίου· έτσι, παραδείγματος χάρη, θα γνωρίζη πόση ομορφιά, άμα ανακατωθή με κάποιο βαθμό φτώχειας ή πλούτου και με ωρισμένη διάθεση της ψυχής, κάνει τον άνθρωπο καλό ή κακό· ποιο αποτέλεσμα μπορούν να έχουν η ευγενής και η ταπεινή καταγωγή και ο ιδιωτικός βίος και τα αξιώματα, οι σωματικές δυνάμεις και ασθένειες, η ευμάθεια και η δυσμάθεια και μ' ένα λόγο οι διαφορές της ψυχής φυσικές ή επίκτητες ιδιότητες, συναρμοζόμενες μεταξύ τους· ώστε, αφού τα λογαριάση όλ' αυτά, να είναι σε θέση, αποβλέποντας στη φύση της ψυχής, να κάνη την εκλογή του ανάμεσα στο χειρότερο και στον καλύτερο τρόπο ζωής, με τη βεβαιότητα ότι χειρότερος είναι εκείνος που πάει να κάνη την ψυχή αδικώτερη, και καλύτερος όποιος πάει να την κάνη δικαιότερη. Όλα τάλλα δεν θα τα λογαριάση για τίποτα, γιατί είδαμε ότι αυτή είναι η καλύτερη εκλογή που έχει να κάμη, είτε γι' αυτή τη ζωή είτε για την άλλη. Πρέπει ακόμη να κατεβή στον Άδη, κρατώντας αδιάσειστη αυτή την πεποίθηση, ώστε κ' εκεί να μη τον θαμπώσουν πλούτη και άλλα τέτοια κακά, κ' έτσι πέφτοντας σε τυραννίες και άλλες όμοιες πράξεις προξενήση πολλές κ' ανεπανόρθωτες συμφορές στους άλλους και στον εαυτό του ακόμη μεγαλύτερα παθήματα, αλλ' αντίθετα να μάθη πάντα να διαλέγη τρόπο ζωής που να στέκεται στο μέσον των όσων είπαμε και ν' αποφεύγη τα άκρα, από το ένα και από τ' άλλο μέρος, και σ' αυτή τη ζωή, όσο το δυνατόν, και σ' όλη την άλλη έπειτα· γιατί μόνο έτσι γίνεται ευτυχέστατος ο άνθρωπος.