Μτφρ. Δ. Αναστασόπουλος. 1911. Ξενοφώντος Κύρου Ανάβασις. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Φέξης.

Ο μεν λοιπόν Κύρος ούτως απέθανεν. Ανήρ εξ όλων όσοι διεδέχθησαν τον παλαιόν εκείνον Κύρον ικανώτατος εις το βασιλεύειν και αξιώτατος εις το άρχειν, καθώς ομολογείται παρά πάντων όσοι έλαβαν πείραν των πραγμάτων της διοικήσεως του Κύρου.

Διότι πρώτον μεν, ότε ακόμη ήτο παις, εκπαιδευόμενος με τον αδελφόν του και με τους άλλους των μεγιστάνων παίδας, εθεωρείτο παρ' όλων και εις όλα ικανώτατος.

Διότι όλοι οι των καλλιτέρων Περσών παίδες ανατρέφονται εις την αυλήν του βασιλέως. Όπου θα ηδύνατό τις να διδαχθή πολλήν μεν (περί τον βίον) φρόνησιν, ουδέν δε το αισχρόν ούτε να ίδη ούτε ν' ακούση.

Εις την αυλήν, προς τούτοις, και βλέπουν και ακούουν τόσον τους τιμωμένους υπό του βασιλέως, όσον και τους ατιμαζομένους υπ' αυτού. Ώστε από της παιδικής των ακόμη ηλικίας μανθάνουν να άρχουν των άλλων και να άρχωνται.

Εκεί ο Κύρος εφαίνετο ότι ήτο ο ντροπαλώτερος όλων των ομηλίκων του και ότι υπήκουε περισσότερον από τους κατωτέρους του εις τους μεγαλειτέρους αυτού την ηλικίαν. Έπειτα δε ηγάπα πάρα πολύ τους ίππους, γνωρίζων την τέχνην να τους μεταχειρίζεται μετά δεξιότητος. Πάντες δε τον έκριναν και εις τας πολεμικάς ακόμη ασχολίας, εις το να ρίπτη το τόξον και το ακόντιον, ότι και φιλομαθέστατος ήτο και μελετηρότατος.

Όταν δ' έγεινεν έφηβος (εμεγάλωσεν), έδειξε μεγάλην κλίσιν εις το κυνήγιον, εις τας επιθέσεις του δε κατά των θηρίων ήτο λίαν ριψοκίνδυνος. Όταν δε ποτε ώρμησεν άρκτος εναντίον του, δεν την εφοβήθη, αλλά συμπλακείς μαζή της έπεσε κάτω από τον ίππον. Και όσα μεν υπέστη εκ της συμπλοκής τα εφανέρωναν αι επουλωμέναι έκτοτε πληγαί του. Την εφόνευσεν όμως επί τέλους. Εκείνος δε, όστις πρώτος έτρεξεν εις βοήθειάν του, εμακαρίζετο παρ' όλων κατόπιν διά τα δώρα που έλαβεν.

Αφού δε απεστάλη από τον πατέρα του σατράπης της Λυδίας και της μεγάλης Φρυγίας και της Καππαδοκίας, και απεδείχθη εκεί στρατηγός όλων των στρατευμάτων όσα είχαν διαταγάς να συναθροίζωνται εις την πεδιάδα του Καστωλού, πρώτον μεν εφάνη ότι εξαιρετικήν κατέβαλε φροντίδα να μη ψεύδεται ούτε προς εκείνον με τον οποίον έκαμε σπονδάς ειρήνης ή ανακωχής, ούτε προς εκείνον με τον οποίον ήρχετο εις συμφωνίας δι' οιανδήποτε υπόθεσιν, ούτε προς εκείνον εις τον οποίον υπεσχέθη τι.

Διά τούτο βεβαίως και τον ενεπιστεύοντο όσαι πόλεις εκήρυττον αυτόν επίτροπόν των. Επίσης και όλος ο στρατός. Και εάν τις εγίνετο εχθρός του, ήτο βέβαιος ότι, εις ενδεχομένας περί ειρήνης σπονδάς μετά του Κύρου, δεν θα υφίστατο καμμίαν από αυτόν ενόχλησιν παρά τας σπονδάς.

Και τω όντι, ότε εκήρυξεν άλλοτε τον πόλεμον κατά του Τισσαφέρνους, όλαι αι πόλεις εκουσίως των είχον προτιμήση αντί του Τισσαφέρνους τον Κύρον, εκτός των Μιλησίων. Ούτοι δε εφοβούντο αυτόν, μόνον και μόνον διότι δεν ήθελε να εγκαταλείψη τους φυγάδας (εις την τύχην των).

Διότι και εμπράκτως και διά λόγου εβεβαίωνε ότι δεν θα ήθελε ποτέ να τους εγκαταλείψη, αφού άπαξ έγινε φίλος των, ούτε εάν ακόμη μείνουν ολιγώτεροι, ούτε εάν ακόμη περισσότερον δυστυχήσουν.

Μτφρ. Α. Τζάρτζανος. 1938. Ξενοφώντος Κύρου Ανάβασις. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

Ο Κύρος τέλος πάντων έτσι ετερμάτισε την ζωήν του, αυτός ο οποίος εκ των Περσών που έζησαν μετά τον Κύρον τον αρχαίον ήτο αξιώτατος δια να βασιλεύη και ικανώτατος δια να άρχη, όπως ομοφώνως το βεβαιώνουν όλοι περί όσων πιστεύεται ότι εγνώρισαν καλώς τον Κύρον. Και πρώτον μεν ότε ακόμη ήτο παις και εξεπαιδεύετο μαζί με τον αδελφόν του και με τους άλλους παίδας, από όλους εις όλα καλύτερος εθεωρείτο. Διότι όλοι οι παίδες των ευγενών Περσών εντός της βασιλικής αυλής εκπαιδεύονται. Εκεί δε πολλά μεν μαθήματα συνέσεως και ευκοσμίας ημπορεί να λάβη τις, άσχημον δε πράγμα κανέν ούτε να ακούση ούτε να ίδη είναι δυνατόν.

Εκεί βλέπουν οι παίδες και εκείνους, που τιμώνται υπό του βασιλέως, και ακούουν τίνων τιμών αξιούνται ούτοι, και άλλους βλέπουν που περιπίπτουν εις την δυσμένειάν του. Ώστε ευθύς από της παιδικής των ηλικίας μανθάνουν να άρχουν και να άρχωνται. Εκεί λοιπόν ο Κύρος πρώτον μεν ο μάλλον εντροπαλός από όλους τους συνομήλικάς του εφαίνετο, και προς τους μεγαλυτέρους του περισσότερον ευπειθής και από αυτούς τους υποδεεστέρους του ήτο. Έπειτα δε πολύ φίλος των ίππων ήτο και ικανός εις το να χειρίζεται αυτούς με μεγάλην δεξιότητα.

Τον εύρισκον προσέτι και όσον αφορά τας πολεμικάς ασκήσεις, εις τον χειρισμόν δηλαδή του τόξου και εις τον ακοντισμόν, φιλομαθέστατον, και μετά μεγίστου ζήλου ησκείτο εις αυτά. Όταν δε πλέον εταίριαζε εις την ηλικίαν του, τότε και εις το κυνήγιον μετ' ενθουσιασμού επεδίδετο και προς τα άγρια θηρία μεγάλως ηγάπα να ριψοκινδυνεύη. Έτσι κάποτε ενώπιον μιας άρκτου, η οποία επήρχετο εναντίον του, δεν εδειλίασε, παρά επέπεσε κατ' επάνω της και συνεπλάκη με αυτήν. Και ναι μεν τον απέσπασεν η άρκτος κάτω από τον ίππον του και διαφόρους πληγάς του επροξένησε, των οποίων κατόπιν διετήρει τας ουλάς, αλλά τέλος ο Κύρος την εφόνευσε. Και εκείνον όμως ο οποίος πρώτος έδραμε προς βοήθειάν του, τον έκαμεν ώστε πολλοί να τον καλοτυχίζουν.

Άμα δε υπό του πατρός του απεστάλη κάτω εις την Μικράν Ασίαν ως σατράπης της Λυδίας και της Φρυγίας της μεγάλης και της Καππαδοκίας και διωρίσθη προσέτι αρχιστράτηγος πάντων, όσοι είναι καθωρισμένον να συναθροίζωνται εις την πεδιάδα της Καστωλού, πρώτον μεν έκαμεν ώστε να καταστή περί του εαυτού του φανερόν ότι τα μέγιστα ενδιεφέρετο οσάκις έκαμνε σπονδάς μέ τινα ή συνήπτε συνθήκην μέ τινα ή έδιδε κάποιαν υπόσχεσιν είς τινα, να μη αθετή κατ' ουδένα τρόπον τον λόγον του. Και δι' αυτό ακριβώς είχον εμπιστοσύνην εις αυτόν αι πόλεις, οσάκις ετίθεντο υπό την προστασίαν του, καθώς και οι ιδιώται εν γένει.

Και οσάκις τις συνέβη να καταστή εχθρός του δια πολέμου, ούτος, άμα ο Κύρος ήθελε συνδιαλλαγή και κάμη σπονδάς με αυτόν, είχε πεποίθησιν ότι τίποτε δεν είχε να πάθη κατά παράβασιν των όρων της συνδιαλλαγής. Δι' αυτό λοιπόν, όταν περιήλθε εις πόλεμον προς τον Τισσαφέρνην, όλαι αι Ελληνικαί πόλεις αυτοπροαιρέτως επροτίμησαν να συνταχθούν μετά του Κύρου εγκαταλείψασαι τον Τισσαφέρνην, εκτός των Μιλησίων. Ούτοι δε, δια τον λόγον ότι δεν ήθελε να αφήση εις την τύχην των τους εξορίστους, τον εφοβούντο. Διότι και δια των πράξεών του εδείκνυε και συγχρόνως έλεγεν ότι δεν θα τους άφηνε ποτέ εις την τύχην των, αφού άπαξ είχε γίνει φίλος των, και αν ήθελον μείνει ακόμη ολιγώτεροι κατ' αριθμόν, και αν τα πράγματά τους ήθελον βαδίσει ακόμη προς το χειρότερον.