Μτφρ. Ρ. Ρούφος. [1966] 2000. Ξενοφώντος Ελληνικά. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ωκεανίδα. [1η έκδ. Αθήνα: Γαλαξίας].

Ύστερα απ' αυτά, ο αγγελιαφόρος που έφερνε το μήνυμα της καταστροφής στη Λακεδαίμονα έφτασε εκεί την τελευταία μέρα των Γυμνοπαιδιών, την ώρα που ο χορός των ανδρών βρισκόταν στο θέατρο. Μ' όλη την οδύνη, ωστόσο, που προκάλεσε στους εφόρους η είδηση της καταστροφής ―οδύνη, νομίζω, αναπόφευκτη― δεν απομάκρυναν τον χορό, αλλά τον άφησαν να διαγωνιστεί. Ανακοίνωσαν βέβαια τα ονόματα των νεκρών στις οικογένειές τους, προειδοποίησαν όμως τις γυναίκες να μη σύρουν φωνή, παρά να υποφέρουν τον χαμό τους σιωπηλά. Την άλλη μέρα, όσοι είχαν χάσει συγγενείς τους θεάθηκαν να κυκλοφορούν στους δημόσιους χώρους λάμποντας από χαρά· από κείνους, αντίθετα, που είχαν ειδοποιηθεί ότι οι δικοί τους ζούσαν, λίγοι φανερώθηκαν ― και τούτοι όμως περιφέρονταν σκυθρωποί και ταπεινωμένοι.

Κατόπιν οι έφοροι κήρυξαν επιστράτευση για τα δύο υπόλοιπα τάγματα ως την τεσσαρακοστή κλάση· κάλεσαν, ως την ίδια ηλικία, και τους εφέδρους των ταγμάτων που βρίσκονταν έξω από τα σύνορα. (Γιατί πρωτύτερα είχαν εκστρατεύσει στη Φωκίδα μόνο οι άνδρες των τριάντα πέντε πρώτων κλάσεων.) Πρόσταξαν να πάνε μαζί τους κι όσοι είχαν μείνει ως τότε πίσω για την άσκηση δημοσίων λειτουργημάτων. Καθώς ο Αγησίλαος δεν είχε ακόμα συνέλθει από την αρρώστια του, η πόλη παρήγγειλε στον γιο του Αρχίδαμο να αναλάβει τη διοίκηση αντί για κείνον. Κοντά του εξεστράτευσαν πρόθυμα οι Τεγεάτες, γιατί ζούσαν ακόμα οι οπαδοί του Στασίππου, φίλοι των Λακώνων, που είχαν αρκετή επιρροή στην πόλη τους. Μ' ενθουσιασμό κίνησαν για την εκστρατεία κι οι Μαντινείς από τα χωριά τους, γιατί είχαν αριστοκρατικό καθεστώς. Αλλά και οι Κορίνθιοι, οι Σικυώνιοι, οι Φλιάσιοι και οι Αχαιοί τους ακολούθησαν με πολλή προθυμία, κι άλλες πόλεις έστειλαν κι εκείνες στρατό. Παράλληλα, οι ίδιοι οι Λακεδαιμόνιοι και οι Κορίνθιοι επάνδρωναν πολεμικά, και ζήτησαν κι από τους Σικυωνίους να κάνουν το ίδιο, σχεδιάζοντας να τα μεταχειριστούν για να μεταφέρουν το στράτευμα αντίκρυ.

Ο Αρχίδαμος λοιπόν έκανε θυσία για το διάβα των συνόρων.

Στο μεταξύ οι Θηβαίοι έστειλαν στην Αθήνα, ευθύς μετά τη μάχη, στεφανωμένο αγγελιαφόρο, για να εξηγήσουν πόσο μεγάλη είχε σταθεί η νίκη τους και συνάμα να ζητήσουν ενισχύσεις, λέγοντας ότι τώρα είχαν την ευκαιρία να εκδικηθούν τους Λακεδαιμονίους για όλα όσα τους είχαν κάνει. Η Βουλή των Αθηναίων έτυχε τότε να συνεδριάζει στην Ακρόπολη· όταν άκουσαν τι είχε συμβεί, έγινε ολοφάνερη η μεγάλη τους στενοχώρια ― ούτε τον κήρυκα κάλεσαν να τον φιλοξενήσουν, ούτε και στο αίτημα για ενίσχυση απάντησαν, κι έτσι έφυγε ο κήρυκας από την Αθήνα.

Ωστόσο οι Θηβαίοι, ανήσυχοι για το μέλλον, έστειλαν βιαστικά να ζητήσουν βοήθεια από τον Ιάσονα, που ήταν σύμμαχός τους. Εκείνος επάνδρωσε αμέσως πολεμικά, τάχα πως θα πήγαινε σ' ενίσχυσή τους από τη θάλασσα· στο μεταξύ όμως πήρε τους μισθοφόρους και την έφιππη φρουρά του και βάδισε από τη στεριά προς τη Βοιωτία, μ' όλο τον άσπονδο πόλεμο που του 'καναν οι Φωκείς, και πολλές πόλεις τους αιφνιδιάστηκαν με την παρουσία του πριν ακόμα ειδοποιηθούν για την προσέγγισή του. Έτσι, προτού συγκεντρωθεί από τριγύρω δύναμη να τον χτυπήσει, εκείνος είχε προλάβει να βρίσκεται κιόλας μακριά ― δείχνοντας μ' αυτόν τον τρόπο ότι η ταχύτητα είναι συχνά πιο αποτελεσματική από τη χρήση βίας.

Μτφρ. Γ.Α. Ράπτης. 2005. Ξενοφώντος Ελληνικά Δ'–Ζ'. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.

Όταν έγιναν αυτά, ο αγγελιοφόρος που στάλθηκε στη Σπάρτη για να αναγγείλει τη συμφορά έφτασε την τελευταία μέρα της γιορτής των γυμνοπαιδιών και την ώρα που ο χορός των ανδρών ήταν μέσα (πάνω στη σκηνή)· κι όταν οι έφοροι πληροφορήθηκαν το κακό, λυπήθηκαν βέβαια, νομίζω, όπως το επέβαλλε η περίσταση· όμως δεν έβγαλαν έξω (από το θέατρο) το χορό, αλλά τον άφησαν να συνεχίσει. Ανακοίνωσαν βέβαια τα ονόματα καθενός από τους νεκρούς στους οικείους τους· είπαν ταυτόχρονα στις γυναίκες να μην ξεσπάσουν σε θρήνους, αλλά να υπομένουν το κακό σιωπηλές. Και την επόμενη μέρα μπορούσε κανείς να δει να κυκλοφορούν άνετα περήφανοι και με φωτεινά πρόσωπα οι συγγενείς όσων είχαν φονευθεί, ενώ οι οικείοι αυτών που είχε αναφερθεί ότι είναι ζωντανοί ήταν έξω λίγοι, που μάλιστα κυκλοφορούσαν σκυθρωποί και ταπεινωμένοι.

Μετά από αυτά οι έφοροι κήρυξαν επιστράτευση των δυο άλλων ταγμάτων μέχρι την τεσσαρακοστή κλάση· έστειλαν ταυτόχρονα και από τα έξω τάγματα στρατιώτες της ίδιας ηλικίας· γιατί, νωρίτερα είχαν εκστρατεύσει στη Φωκίδα στρατιώτες μέχρι την τριακοστή πέμπτη κλάση· διέταξαν επίσης να ακολουθήσουν και όσοι είχαν μείνει στη Σπάρτη στις διάφορες πολιτικές θέσεις. Ο Αγησίλαος δεν είχε ακόμη αναρρώσει από την αρρώστια του· η πόλη τότε αποφάσισε να ηγηθεί στο εκστρατευτικό σώμα ο γιος του Αρχίδαμος. Πρόθυμοι εξεστράτευσαν μαζί του και οι Τεγεάτες· γιατί ζούσε ακόμη η «φουρνιά» του Στάσιππου, με φιλολακωνικά αισθήματα και μεγάλη επιρροή στην πόλη. Σθεναρά επίσης ακολούθησαν την εκστρατεία και οι Μαντινείς απ' τα χωριά τους· γιατί έτυχε να κυβερνούνται τότε από ολιγαρχικούς. Με την ίδια προθυμία ακολουθούσαν και οι Κορίνθιοι και οι Σικυώνιοι και οι Φλειάσιοι και οι Αχαιοί, και έστειλαν στρατιώτες και άλλες πόλεις. Επάνδρωσαν και τριήρεις και οι ίδιοι οι Λακεδαιμόνιοι και οι Κορίνθιοι, και απαίτησαν και από τους Σικυώνιους να κάνουν το ίδιο, πάνω στις οποίες σχεδίαζαν να περάσουν απέναντι το πεζικό. Ο Αρχίδαμος τότε έκανε θυσίες για να περάσουν εύκολα απέναντι με τη βοήθεια των θεών.

Οι Θηβαίοι αμέσως μετά τη μάχη έστειλαν στην Αθήνα αγγελιοφόρο στεφανωμένο και από τη μια ενημέρωναν για το μέγεθος της νίκης κι από την άλλη ζητούσαν βοήθεια, λέγοντας ότι τώρα ήταν η στιγμή να πληρώσουν οι Λακεδαιμόνιοι για όλα όσα είχαν κάνει μέχρι τότε σε βάρος τους. Η βουλή των Αθηναίων έτυχε εκείνη την ώρα να συνεδριάζει στην Ακρόπολη. Όταν άκουσαν αυτό που είχε γίνει, έγινε ολοφάνερο σε όλους ότι λυπήθηκαν πολύ· γιατί ούτε τον κήρυκα κάλεσαν για φιλοξενία ούτε απάντησαν τίποτε σχετικά με τη βοήθεια. Έτσι λοιπόν έφυγε ο κήρυκας από την Αθήνα. Έπειτα οι Θηβαίοι έστειλαν εσπευσμένα απεσταλμένο στον Ιάσονα, που ήταν σύμμαχός τους, ζητώντας του να βοηθήσει, αναλογιζόμενοι τις επόμενες εξελίξεις. Αυτός αμέσως επάνδρωσε τριήρεις για να βοηθήσει από τη θάλασσα, κι αφού συγκέντρωσε τους μισθοφόρους του και το ιππικό, παρόλο που οι Φωκείς ήταν μαζί του σε ακήρυχτο πόλεμο, κατευθύνθηκε από τη στεριά προς τη Βοιωτία, με τέτοια ταχύτητα που οι περισσότερες πόλεις τον έβλεπαν μπροστά τους παρά πληροφορούνταν από νωρίτερα ότι επελαύνει. Πράγματι, πριν να προλάβουν να συγκεντρώσουν κάποιες δυνάμεις από γύρω τους, προλάβαινε να απομακρυνθεί, αποδεικνύοντας ότι σε πολλές περιπτώσεις η ταχύτητα πετυχαίνει αυτά που χρειάζονται καλύτερα από τη χρήση βίας.