Μτφρ. Π. Βλαχάκος & Γ.Α. Ράπτης. 2003. Ξενοφώντος Αγησίλαος. Εισαγωγή, μετάφραση, περίληψη, σχόλια Π. Βλαχάκος. Πρόλογος Δ. Λυπουρλής. Λακεδαιμονίων Πολιτεία. Εισαγωγή, μετάφραση, περίληψη, σχόλια Γ.Α. Ράπτης. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.

Θα περιγράψω βέβαια και τη μάχη∙ καμιά άλλη λοιπόν δεν έγινε σαν κι' αυτή στις μέρες μας. Τα αντίπαλα στρατεύματα συγκρούστηκαν στην πεδιάδα της Κορώνειας, οι στρατιώτες του Αγησιλάου έρχονταν από τη μεριά του Κηφισού, των Θηβαίων και των συμμάχων τους από τον Ελικώνα. Υπολόγιζα με το βλέμμα τις φάλαγγες και του ενός και του άλλου ότι ήταν περίπου ισοδύναμες και οι ιππείς και των δύο αντιπάλων σχεδόν ισάριθμοι. Ο Αγησίλαος είχε μαζί του το δικό του στράτευμα στη δεξιά πτέρυγα και οι Ορχομένιοι βρίσκονταν τελευταίοι στην αριστερή του πτέρυγα. Αντίκρυ οι Θηβαίοι βρίσκονταν στο δεξιό μέρος, ενώ οι Αργείοι στο αριστερό. Καθώς προχωρούσαν για να έλθουν αντιμέτωποι και οι δύο στρατοί τηρούσαν για λίγο απόλυτη σιγή. Όταν όμως βρίσκονταν σε απόσταση περίπου ενός σταδίου οι Θηβαίοι έβγαλαν πολεμικές κραυγές και προχωρούσαν ίσια επάνω τους τρέχοντας. Και όταν η απόσταση ανάμεσά τους ήταν σχεδόν τρία πλέθρα, πέρασαν στην αντεπίθεση οι ξένοι από τη φάλαγγα του Αγησιλάου, διοικητής των οποίων ήταν ο Ηριππίδας (αυτοί αποτελούνταν από εκείνους, που είχαν εκστρατεύσει από την πατρίδα τους και ορισμένους Μύριους) και στη συνέχεια οι Ίωνες, οι Αιολείς και οι Ελλησπόντιοι. Όλοι αυτοί συμμετείχαν στην αντεπίθεση και, όταν έφτασαν σε απόσταση βολής, έτρεψαν σε φυγή το απέναντί τους αντίπαλο τμήμα. Οι Αργείοι όμως δεν στάθηκαν ν' αντιμετωπίσουν τους στρατιώτες του Αγησιλάου, αλλά έφυγαν προς τον Ελικώνα. Και εδώ ορισμένοι μισθοφόροι στρατιώτες ήθελαν πια να στεφανώσουν ως νικητή τον Αγησίλαο, κάποιος όμως τους ανήγγειλε ότι οι Θηβαίοι διέσπασαν την αμυντική γραμμή των Ορχομενίων και είχαν φτάσει μέχρι τους σκευοφόρους. Τότε ο Αγησίλαος ξεδίπλωσε με ταχύ ρυθμό τη φάλαγγά του και την οδήγησε εναντίον τους. Οι Θηβαίοι όμως βλέποντας ότι οι σύμμαχοί τους είχαν καταφύγει στους πρόποδες του Ελικώνα και προσπαθώντας να διαφύγουν στην ίδια κατεύθυνση υποχωρούσαν με μεγάλη ορμή. Σ' αυτό λοιπόν το σημείο μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει αναμφίβολα γενναίο τον Αγησίλαο, που δεν προτίμησε βέβαια την πιο σίγουρη τακτική. Γιατί είχε το περιθώριο ν' αφήσει όσους προσπαθούσαν να διαφύγουν και ακολουθώντας τους να αιχμαλωτίζει τους τελευταίους, δεν το εφάρμοσε όμως, αλλά επιτέθηκε μετωπικά στους Θηβαίους. Και όταν άρχισαν τη σύγκρουση χτυπούσαν σώμα με σώμα τις ασπίδες, μάχονταν, σκότωναν, σκοτώνονταν. Και καμιά κραυγή δεν έβγαινε, ούτε όμως και σιγή ήταν αυτό το πράγμα, αλλά ένας θόρυβος σαν αυτόν που δίνει ο θυμός μαζί με τη μάχη. Τελικά ορισμένοι Θηβαίοι πέρασαν στον Ελικώνα, πολλοί όμως σκοτώθηκαν την ώρα που έφευγαν. Όταν πια η νίκη έγειρε προς το μέρος του Αγησιλάου, τον μετέφεραν τραυματισμένο στη φάλαγγα και τότε φτάσανε τρέχοντας ορισμένοι ιππείς και του ανέφεραν ότι ογδόντα εχθροί στρατιώτες βρίσκονται ένοπλοι στο ναό και τον ρωτούσαν τι πρέπει να κάνουν μ' αυτούς. Και ο ίδιος, αν και έφερε παντού αρκετά τραύματα και από διάφορα όπλα, ωστόσο δεν ξέχασε το θεό, αλλά έδωσε διαταγή να τους αφήσουν ελεύθερους να φύγουν, όπου θέλουν και δεν άφησε να τους κάνουν κακό, αλλά είπε στους ιππείς της προσωπικής του φρουράς να τους ξεπροβοδίσουν μέχρι να φτάσουν σε μέρος ακίνδυνο. Και όταν πια έπαυσε η μάχη, μπορούσες να παρατηρήσεις το πεδίο, όπου συγκρούστηκαν, το χώμα ποτισμένο με αίμα , τους νεκρούς φίλους και εχθρούς να βρίσκονται ο ένας δίπλα στον άλλον, τις ασπίδες κομμάτια, τα δόρατα σπασμένα, σπαθιά χωρίς θήκες, άλλα στο έδαφος, άλλα μπηγμένα στα σώματα και άλλα να τα βαστάνε ακόμη στα χέρια. Τότε λοιπόν ―ήταν πια περασμένη η ώρα― συμμάζεψαν τους νεκρούς των εχθρών μέσα στο χώρο της φάλαγγας, δείπνησαν και κοιμήθηκαν. Ξημερώματα διέταξε τον πολέμαρχο Γύλη να παρατάξει το στράτευμα, να στήσει τρόπαιο, να στεφανώσει όλους τους στρατιώτες για να τιμήσουν το θεό και όλοι οι αυλητές να παίζουν τον αυλό. Και αυτοί έτσι πράξαν. Οι Θηβαίοι έστειλαν μαντατοφόρο και ζητούσαν να θάψουν τους νεκρούς με ανακωχή. Και έτσι έγινε ανακωχή και ο Αγησίλαος έφυγε για την πατρίδα του, γιατί προτίμησε αντί να είναι ο πιο σπουδαίος στην Ασία να κυβερνά την πατρίδα του και να κυβερνιέται σύμφωνα με τους νόμους.

Μτφρ. Κ. Καιροφύλας. [1939] χ.χ. Ξενοφώντος Απολογία Σωκράτους, Συμπόσιον, Αγησίλαος. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Θα διηγηθώ δε και την μάχην· διότι υπήρξε η περιφημοτέρα των ημερών μας. Συνηντήθησαν λοιπόν εις την πλησίον της Κορωνείας πεδιάδα, οι μεν άνδρες του Αγησιλάου ερχόμενοι από τον Κηφισόν, οι δε των Θηβαίων από τον Ελικώνα. Έβλεπον δε ότι το πεζικόν των ήτο σχεδόν ισόπαλον, σχεδόν δε και το ιππικόν των ισάριθμον. Ο Αγησίλαος κατείχε με τους ιδικούς του την δεξιάν, οι δε Ορχομένιοι κατείχον την άκραν αριστεράν. Οι Θηβαίοι αφ' ετέρου κατείχον την δεξιάν, οι δε Αργείοι την αριστεράν. Εφ' όσον εβάδιζον, σιγή βαθεία επεκράτει εις αμφότερα τα στρατεύματα· μόλις όμως έφθασαν εις απόστασιν ενός σταδίου απ' αλλήλων, προήλασαν ομαδικώς οι Θηβαίοι κραυγάζοντες. Ενώ δε υπελείπετο μεταξύ των δύο αντιπάλων έν διάστημα τριών πλέθρων ακόμη, από το πεζικόν του Αγησιλάου απεσπάσθησαν εκείνοι των οποίων αρχηγός ήτο ο Ηριππίδας (ήσαν δε αυτοί οι εκστρατεύσαντες μαζί με αυτόν από την πατρίδα (Λακεδαίμονα) και μερικοί από τον στρατόν του Κύρου) και Ίωνες επίσης και Αιολείς και Ελλησπόντιοι. Όλοι αυτοί επροχώρησαν μαζί του εις έφοδον, και φθάσαντες εις απόστασιν δόρατος επετέθησαν κατά των αντιπάλων. Οι Αργείοι λοιπόν, μη δυνηθέντες να αντιμετωπίσουν τον στρατόν του Αγησιλάου, ετράπησαν εις φυγήν επάνω εις τον Ελικώνα. Ήδη μερικοί από τους ξένους στρατιώτας εστεφάνωσαν τον Αγησίλαον ως νικητήν, ότε αγγέλλεται εις αυτόν ότι οι Θηβαίοι, διαρρήξαντες το μέτωπον του στρατεύματος των Ορχομενίων, έφθασαν μέχρι των σκευοφόρων. Ο Αγησίλαος τότε μεταστρέψας τας όπισθεν σειράς του στρατού προς το μέτωπον, επετέθη κατ' αυτών. Οι Θηβαίοι, μόλις είδον ότι οι σύμμαχοί των είχον φύγει προς τον Ελικώνα ετράπησαν βιαστικά εις φυγήν διά να ενωθούν μαζί με αυτούς.

Κατά την περίστασιν ταύτην επιτρέπεται να ονομασθή ο Αγησίλαος αναμφιβόλως γενναίος, διότι δεν εξέλεξε τον ευκολώτερον δρόμον. Καθότι, ενώ ηδύνατο να αφήση να περάσουν οι φυγάδες, έπειτα δε να επιτεθή και να αιχμαλωτίση τους οπισθοπορούντας, δεν έκαμε αυτό, αλλά προσέβαλε τους Θηβαίους κατά μέτωπον. Και από τα δύο μέρη συμπλέκοντες τας ασπίδας εκτυπώντο, επολέμουν, εφόνευον, απέθνησκον. Και κραυγή μεν καμμία δεν ηκούετο, αλλ' ούτε και σιωπή, αλλά μία βοή ομοία με εκείνην την οποίαν προξενούν η οργή και η πάλη. Tέλος έν μέρος από τους Θηβαίους ξεφεύγει προς τον Ελικώνα, πολλοί δε φεύγοντες εφονεύθησαν. Ενώ δε νικητής ο Αγησίλαος εφέρετο τραυματισμένος προς την φάλαγγά του, μερικοί από τους ιππείς του προσδραμόντες του λέγουν ότι ογδοήκοντα από τους εχθρούς ένοπλοι είχον καταφύγει εις τον ναόν, και τον ηρώτων τι έπρεπε να κάμουν. Καίτοι γεμάτος πληγάς παντού και από παντοία όπλα, εν τούτοις δεν ελησμόνησε την ιερότητα του τόπου, αλλά διέταξε να τους αφήσουν να φύγουν και να μεταβούν όπου ήθελον, μη επιτρέψας να τους κακοποιήσουν, αλλ' επέβαλε να τους προπέμψουν οι ιππείς του οι αποτελούντες την προσωπικήν του φρουράν μέχρις ότου θα έφθανον εις μέρος ασφαλές.

Αφού δε έληξε η μάχη, ηδύνατο να ιδή κανείς εις το μέρος όπου συνεκρούσθησαν τα δύο στρατεύματα την γην ανάμικτον με αίμα, νεκρούς ανακατευμένους και από τα δύο στρατόπεδα, ασπίδας συντριμμένας, δόρατα σπασμένα, μαχαίρια γυμνά από τους κολεούς των, άλλα καταγής, άλλα καρφωμένα εις σώματα και άλλα σφιγμένα ακόμη εις τα χέρια.

Τότε λοιπόν ―διότι είχε βραδυάσει― αφού εσώριασαν τους νεκρούς των εχθρών μέσα εις το στρατόπεδον, εδείπνησαν και εκοιμήθησαν. Το δε πρωί ο Αγησίλαος διέταξε τον πολέμαρχον Γύλιν να παρατάξη τον στρατόν και να στήση τρόπαιον, όλοι δε να θυσιάσουν στεφανωμένοι εις τον θεόν και όλοι οι αυληταί να παίζουν τους αυλούς των. Οι δε Θηβαίοι έστειλαν κήρυκα ζητούντες ανακωχήν διά να θάψουν τους νεκρούς των. Και πράγματι γίνεται ανακωχή και ο Αγησίλαος ανεχώρησε διά την πατρίδα του, προτιμών, αντί να είναι απόλυτος άρχων εις την Ασίαν, να κυβερνά την πατρίδα του και να υπακούη εις τους νόμους αυτής.