Μτφρ. Α.Μ. Γεωργαντόπουλος, Μ. Πρωτοψάλτης & Ι. Ιωαννίδη–Φαληριώτη. [1939] χ.χ. Ισοκράτης. Λόγοι. ΙΙ, Αρεοπαγιτικός, Ευαγόρας, Ελένη, Πλαταϊκός, Περί του ζεύγους. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Πολίτες των Αθηνών, επειδή ξέρομε ότι συνηθίζετε, και τους αδικουμένους πρόθυμα να βοηθάτε και στους ευεργέτες σας ν' ανταποδίδετε με το παραπάνω την ευεργεσία τους, ήλθαμε για να σας παρακαλέσωμε να μη μείνετε αδιάφοροι βλέποντας πως οι Θηβαίοι, αν και είναι ειρήνη, εν τούτοις κατέλαβαν την πατρίδα μας και μας έδιωξαν. Κι' αφού πολλοί ως τώρα κατέφυγαν σε σας και πέτυχαν ολ' αυτά για τα οποία σας παρεκάλεσαν, νομίζομε πως για τη δική μας την πόλη αξίζει να ενδιαφερθήτε πολύ περισσότερο. Γιατ' ειν' αδύνατο να βρήτε ανθρώπους που έχουν πάθει, πιο άδικα από μας, τόσο μεγάλες συμφορές ή που να έχουν προς την πόλη σας φιλικές διαθέσεις περισσότερο καιρό απ' όσο έχομ' εμείς. Κι' εκτός αυτού, έχουμ' έλθει για να σας ζητήσωμε πράγματα τέτοια, στα οποία δεν υπάρχει κανείς κίνδυνος. Ίσα–ίσα μάλιστα, εάν τα δεχθήτε, ολ' οι άνθρωποι θα πιστέψουν πως εσείς είσθε οι πιο ευσεβείς και οι πιο δίκαιοι απ' όλους τους Έλληνας.

Αν λοιπόν τώρα δεν εβλέπαμε πως οι Θηβαίοι είναι με κάθε τρόπο προετοιμασμένοι για να σας πείσουν πως δε μας έκαμαν κανένα κακό, θα προσπαθούσαμε να σας πούμε λίγα μόνο λόγια. Επειδή όμως η ατυχία μας έφθασε σε τέτοιο σημείο, ώστε να μην αγωνιζώμεθα προς τούτους (τους Θηβαίους), αλλά και προς τους πιο δυνατούς ρήτορας, τους οποίους αυτοί με τα δικά μας χρήματα τους έκαμαν συνηγόρους των, ειν' ανάγκη να μιλήσωμε γι' αυτά διεξοδικώτερα.

Εν πρώτοις, είναι βέβαια δύσκολο να διηγηθούμε τα παθήματά μας κατά τρόπον όχι κατώτερο της πραγματικότητος. Διότι ποιος λόγος θα μπορούσε ν' αποδώση ακριβώς τις δυστυχίες μας ή ποιος ρήτορας θα ήταν ικανός να κατηγορήση <όσο αξίζει> τα εγκλήματα των Θηβαίων; Εν τούτοις πρέπει να προσπαθήσωμε, με όποια μέσα διαθέτομε, να φανερώσωμε την παρανομία αυτών των ανθρώπων. Εκείνο δε που μας κάνει ν' αγανακτούμε πάρα πολύ, είναι ότι τόσο πολύ απέχομε από το να 'χωμε ίσα δικαιώματα με τους άλλους Έλληνας, ώστε αν και είναι ειρήνη και μολονότι έχουν γίνει συνθήκες, εν τούτοις όχι μόνο δεν απολαμβάνομε κι' εμείς την κοινή ελευθερία, αλλά ούτε μια υποφερτή τουλάχιστον δουλεία αξιωθήκαμε να πάθωμε.

Σας παρακαλούμε λοιπόν, πολίτες Αθηναίοι, ν' ακούσετε τα λόγια μας με καλωσύνη, έχοντας υπ' όψη σας ότι για μας θα ήταν υπερβολικά παράλογο γεγονός, αν συνέβαινε σ' εκείνους μεν που ετήρησαν πάντοτ' εχθρική στάση προς την πόλη σας να έχετε γίνει αίτιοι της ελευθερίας των, εμείς δε ούτε παρακαλώντας να μην πετύχωμε από σας αυτά που πέτυχαν οι χειρότεροί σας εχθροί.

Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος. [1955] 1975. Ισοκράτους Πλαταϊκός, Ευαγόρας. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

Γνωρίζοντες, ω άνδρες Αθηναίοι, ότι είσθε συνηθισμένοι και τους αδικουμένους προθύμως να βοηθήτε και εις τους ευεργέτας σας να χρεωστήτε μεγάλην ευγνωμοσύνην, ήλθομεν να σας παρακαλέσωμεν να μη μας αφήσετε να καταστραφώμεν υπό των Θηβαίων εν πλήρει ειρήνη. Ενώ δε πολλοί ήδη κατέφυγαν προς σας και επέτυχον όλα όσων είχον ανάγκην, νομίζομεν ότι αρμόζει εις σας να φροντίσετε κατ' εξοχήν διά την πόλιν μας. Διότι ούτε θα εύρετε κανένα άλλον λαόν να έχη περιπέσει εις τοιαύτας συμφοράς κατά τρόπον ολιγώτερον δίκαιον, ούτε θα εύρετε άλλον λαόν, ο οποίος να ευρίσκεται εις στενάς σχέσεις προς την πόλιν σας από περισσότερα χρόνια. Προς τούτοις ερχόμεθα να σας παρακαλέσωμεν περί τοιούτων πραγμάτων, τα οποία δεν συνεπάγονται μεν ουδένα κίνδυνον, εξ αιτίας δε των οποίων, αν τα δεχθήτε, όλοι οι άνθρωποι θα σας νομίσουν ότι είσθε οι πλέον όσιοι και δίκαιοι από όλους τους Έλληνας.

Εάν μεν λοιπόν δεν εβλέπομεν τους Θηβαίους να είναι παρεσκευασμένοι να σας πείσουν με κάθε τρόπον, ότι δεν διέπραξαν ουδέν αμάρτημα προς ημάς, θα ωμιλούμεν προς σας συντομώτατα· επειδή όμως έχομεν περιπέσει εις τόσην μεγάλην δυστυχίαν, ώστε να μη έχωμεν να αγωνισθώμεν μόνον προς αυτούς, αλλά και προς τους έχοντας μεγίστην επιρροήν ρήτορας, των οποίων εξησφάλισαν την υποστήριξιν στηριζόμενοι επί της δυστυχίας μας, διά τούτο είναι ανάγκη να ομιλήσωμεν περί τούτων εκτενέστερον. Είναι λοιπόν δύσκολον οι λόγοι μας να μη είναι κατώτεροι των όσων επάθομεν· διότι ποίος λόγος θα ηδύνατο να εξισωθή προς τα παθήματά μας; Ή ποίος ρήτωρ θα ήτο ικανός να κατηγορήση τους Θηβαίους διά τα εγκλήματα αυτών; Όμως πρέπει να προσπαθήσωμεν, όπως δυνάμεθα, να καταστήσωμεν φανεράν την αδικίαν τούτων. Εκείνο δε προ πάντων διά το οποίον αγανακτούμεν είναι, ότι τόσον απέχομεν του να κρινώμεθα άξιοι ίσης μεταχειρίσεως προς τους Έλληνας, ώστε, ενώ είναι ειρήνη και έχουν γίνει συνθήκαι, όχι μόνον δεν μετέχομεν της κοινής ελευθερίας, αλλά και δεν μας κρίνουν αξίους να μας μεταχειρίζωνται, δούλους όντας, κατά τρόπον επιεική. Παρακαλούμεν λοιπόν υμάς, ω άνδρες Αθηναίοι, να ακούσετε τους λόγους μας με ευμένειαν, έχοντες κατά νουν, ότι θα συνέβαινεν εις ημάς το πλέον παράδοξον πράγμα, εάν εις εκείνους μεν, οι οποίοι καθ' όλον τον χρόνον διάκεινται δυσμενώς προς την πόλιν σας, έχετε γίνει αίτιοι να ελευθερωθούν, ημείς δε, και ενώ ακόμη σας ικετεύομεν, δεν ηθέλομεν τύχει της αυτής μεταχειρίσεως με τους ασπόνδους εχθρούς μας.