Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος. 1958. Ισοκράτους Περί αντιδόσεως. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

Είπον δε προτού αναγνωσθούν οι λόγοι ούτοι, ότι ήμην άξιος όχι μόνον να τιμωρηθώ από σας, εάν οι λόγοι μου είναι βλαβεροί, αλλά και εάν δεν ήσαν ανώτεροι των λόγων των άλλων, να τιμωρηθώ με την μεγίστην τιμωρίαν. Εάν μεν λοιπόν μερικοί από σας ενόμισαν ότι είναι πολύ αλαζονικοί οι λόγοι μου και πλήρεις κομπορρημοσύνης, δεν θα έχουν σήμερον την γνώμην ταύτην, διότι νομίζω ότι εξεπλήρωσα την υπόσχεσίν μου και ότι οι αναγνωσθέντες λόγοι μου είναι τοιούτοι οποίους εξ αρχής παρουσίασα αυτούς. Εν τούτοις θέλω να απολογηθώ συντομώτατα δι' έκαστον τούτων και να κάμω ακόμη περισσότερον καταφανές ότι και πρότερον και τώρα λέγω την αλήθειαν περί αυτών. Και πρώτον μεν ποίος λόγος δύναται να γίνει ευσεβέστερος και δικαιότερος παρά εκείνος ο οποίος επαινεί τους προγόνους κατά τρόπον άξιον της ανδρείας των και των κατορθωμάτων αυτών; Έπειτα ποίος δύναται να είναι πατριωτικώτερος και περισσότερον αρμόζων εις την πόλιν από εκείνον ο οποίος αποδεικνύει ότι η ηγεμονία είναι μάλλον ιδική μας παρά των Λακεδαιμονίων σύμφωνα προς τας ευεργεσίας μας προς την Ελλάδα και τους κινδύνους που υπέστημεν. Προσέτι ποίος λόγος περί καλυτέρων και σημαντικωτέρων πραγμάτων συμβουλεύει τους έλληνας από εκείνον, ο οποίος τους προτρέπει εις την εκστρατείαν εναντίον των βαρβάρων και τους συμβουλεύει να ομονοούν μεταξύ των; Εις μεν λοιπόν τον πρώτον λόγον αυταί είναι αι ιδέαι που εκθέτω, εις τους επομένους ομιλώ περί ζητημάτων μικροτέρας μεν σημασίας και όχι τόσον μεγάλης, αλλ' όχι ολιγώτερον ωφελίμων, ούτε ολιγώτερον συμφώνων προς τα συμφέροντα της πόλεως. Θα αναγνωρίσετε δε την σημασίαν αυτών, αν τους παραβάλετε προς άλλα έργα ονομαστά και τα οποία θεωρούνται ωφέλιμα.

Νομίζω λοιπόν ότι όλοι μεν ήθελον συμφωνήσει ότι οι νόμοι είναι αίτιοι πλείστων και μεγίστων αγαθών διά την ζωήν των ανθρώπων· αλλ' η φύσις των νόμων είναι τοιαύτη ώστε η χρήσις τούτων εις τούτο μόνον ωφελεί, δηλαδή εις τας υποθέσεις της πόλεως και τας μεταξύ σας σχέσεις· εάν δε ηθέλετε πεισθή εις τους λόγους μου, ηθέλετε διοικεί ολόκληρον την Ελλάδα καλώς και συμφώνως προς το συμφέρον της πόλεως. Πρέπει δε οι σώφρονες άνθρωποι να φροντίζουν και διά τα δύο ταύτα, να προτιμούν δε από αυτά το σπουδαιότερον και το μεγαλυτέρας αξίας, έπειτα δε και εκείνο να γνωρίζουν, ότι νόμους μεν πάρα πολλοί και από τους Έλληνας και από τους βαρβάρους είναι ικανοί να θέσουν, αλλ' ολίγοι ήθελον δυνηθή να ομιλήσουν κατά τρόπον άξιον προς τα συμφέροντα της πόλεως και της Ελλάδος. Ένεκα τούτων οι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν ως έργον των να ευρίσκουν τοιούτους λόγους, πρέπει να απολαύουν τόσον μεγαλυτέραν εκτίμησιν από εκείνους, οι οποίοι προτείνουν και καταστρώνουν τους νόμους, όσον τα έργα των είναι σπανιώτερα, δυσκολώτερα να συντεθούν και απαιτούν μεγαλυτέρας πνευματικάς ικανότητας, και μάλιστα σήμερον. Διότι ότε μεν ήρχιζε το ανθρώπινον γένος να γίγνεται και να συνοικίζεται κατά πόλεις, ήτο φυσικόν να ζητώνται εξ ίσου και τα δύο ταύτα· επειδή όμως έχομεν φθάσει εις τοιούτον σημείον, ώστε και οι λόγοι όσοι έχουν λεχθή και οι νόμοι όσοι έχουν τεθή να είναι αναρίθμητοι, και εκ των νόμων μεν να επαινώνται οι αρχαιότατοι, εκ των λόγων δε οι νεώτατοι, τα δύο ταύτα δεν είναι πλέον έργον της αυτής διανοίας· αλλ' εκείνοι μεν οι οποίοι θέλουν να προτείνουν νόμους, ευρίσκουν βοήθειαν εις το πλήθος των νόμων, οι οποίοι υπάρχουν ήδη ―διότι δεν υπάρχει καμμία ανάγκη να αναζητούν άλλους, αλλά να προσπαθούν να συναθροίζουν τους έχοντας μεγάλην υπόληψιν εις τους άλλους, πράγμα το οποίον ευκόλως ήθελεν επιτύχει ο θέλων―, αλλ' εκείνοι, οι οποίοι ασχολούνται με τους λόγους ευρίσκονται εις αντίθετον κατάστασιν, διότι τα περισσότερα των θεμάτων είναι πρότερον διαπραγματευμένα· διότι, εάν μεν επαναλάβουν τα ίδια με όσα ελέχθησαν προηγουμένως, θα θεωρηθούν ως ανόητοι και φλύαροι, εάν δε ζητήσουν νέα θέματα, με δυσκολίαν θα τα εύρουν. Διά τούτο έλεγον ότι αρμόζει και οι δύο να επαινώνται, αλλά πολύ περισσότερον εκείνοι, οι οποίοι δύνανται να φέρουν εις αίσιον πέρας τας δυσκόλους εργασίας.

Προς τούτους ηθέλομεν φανή αληθέστεροι και χρησιμώτεροι εκείνων, οι οποίοι προσποιούνται ότι προτρέπουν προς την δικαιοσύνην και σωφροσύνη. Διότι ούτοι μεν προτρέπουν προς την αρετήν και την φρόνησιν, η οποία υπό των άλλων μεν αγνοείται, υπ' αυτών δε των ιδίων αμφισβητείται, ενώ εγώ προτρέπω προς την υπό πάντων παραδεδεγμένην· και εκείνοι μεν είναι ικανοποιημένοι, εάν δυνηθούν μόνον με την φήμην του ονόματός των να οδηγήσουν μερικούς ανθρώπους εις την μεθ' εαυτόν συναναστροφήν, εγώ δε θα φανώ ότι κανένα ποτέ έως τώρα δεν προσείλκυσα προς τον εαυτόν μου, προσπαθώ δε να πείθω ολόκληρον την πόλιν να επιχειρή τοιαύτας πράξεις, αι οποίαι να συντελέσουν και εις την ιδίαν των ευδαιμονίαν και τους άλλους Έλληνας να απαλλάξουν των παρόντων κακών.

Μτφρ. Θ. Παπακωνσταντίνου & Ε. Πανέτσος. χ.χ.Ισοκράτης. Λόγοι. III, Περί Αντιδόσεως, Παραγραφή προς Καλλίμαχον, Αιγινητικός, Κατά Λοχίτου, Προς Ευθύνουν. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Είπον δε, νομίζω, πριν αναγνωσθούν ούτοι, ότι έχω την αξίωσιν, όχι μόνον, εάν κάνω χρήσιν των ρητορικών λόγων επί βλάβη, να τιμωρηθώ υφ' υμών, αλλά να μου επιβληθή μεγίστη τιμωρία, εάν δεν γράφω τοιούτους, οποίους κανείς άλλος. Εάν λοιπόν μερικοί εξ υμών εθεώρησαν τότε ότι είναι λίαν αλαζονικόν και μέγα το λεχθέν, δεν δύνανται δικαίως να έχουν ακόμη την ιδίαν γνώμην· διότι νομίζω ότι έχω εκπληρώσει την υπόσχεσιν και ότι οι αναγνωσθέντες λόγοι είναι τοιούτοι, οποίοι ακριβώς εξ αρχής υπεσχέθην ότι είναι. Επιθυμώ δε διά βραχέων να απολογηθώ εις σας διά το καθένα χωριστά και να καταστήσω ακόμη περισσότερον καταφανές τούτο, ότι δηλ. και τότε προείπον και τώρα λέγω την αλήθειαν όσον αφορά την υπόθεσιν ταύτην.

Και πρώτον ποίος λόγος ήτο δυνατόν να γίνη οσιώτερος ή δικαιότερος απ' εκείνον που εγκωμιάζει τους προγόνους ανταξίως της αρετής των και των έργων τα οποία έχουν πραχθή υπ' αυτών; Έπειτα ποίος λόγος ήτο δυνατόν να γίνη υποστηρίζων περισσότερον τα συμφέροντα της πόλεως και αρμόζων εις αυτήν από εκείνον που δι' ακαταμαχήτων επιχειρημάτων αποδεικνύει ότι η ηγεμονία, ένεκα των άλλων ευεργεσιών και ένεκα των κινδύνων εις τους οποίους εξετέθημεν, ανήκει εις ημάς μάλλον παρά εις τους Λακεδαιμονίους; Ακόμη δε ποίος λόγος ήτο δυνατόν να γίνη δι' ωραιότερα και υψηλότερα πράγματα από εκείνον που παρακινεί τους Έλληνας εις την εναντίον των βαρβάρων εκστρατείαν και συμβουλεύει περί της προς αλλήλους ομονοίας; Εις μεν λοιπόν τον πρώτον λόγον αυτά τα σπουδαία πράγματα πραγματεύομαι, εις δε τους κατόπιν περί ζητημάτων μικροτέρας μεν αξίας εν συγκρίσει προς αυτά τα σπουδαία, ουδόλως όμως κατωτέρας χρησιμότητος, όσον αφορά τα συμφέροντα της πόλεως. Θα κατανοήσετε δε την δύναμιν αυτών, εάν τους παραβάλλετε προς άλλους ανθρώπων που έχουν επιβληθή εις την κοινήν συνείδησιν και θεωρούνται ότι είναι ωφέλιμοι.

Νομίζω λοιπόν ότι όλοι θα ομολογήσετε ότι οι νόμοι είναι αίτιοι πάρα πολλών και μεγίστων αγαθών εις τον ανθρώπινον βίον· αλλ' η χρήσις αυτών κατά τούτο μόνον είναι φυσικόν να ωφελή, όσον αφορά δηλ. τας σχέσεις των πολιτών προς την πόλιν και τας συναλλαγάς αι οποίαι γίνονται μεταξύ μας· εάν δε ηθέλετε πεισθή εις τους λόγους μου, ολόκληρον την Ελλάδα δύνασθε καλώς και δικαίως να διοικήτε και την πόλιν συμφώνως προς το συμφέρον της. Πρέπει δε οι νουνεχείς περί τα δύο αυτά σοβαρώς να ασχολούνται, εις αυτά δε τα δύο αξίζει να δίδουν κυρίως και ως επί το πλείστον την πρώτην θέσιν, έπειτα δε και εκείνο να γνωρίζουν καλώς, ότι δηλ. έχουν γίνει ικανοί να θέτουν νόμους αναρίθμητοι και εκ των άλλων Ελλήνων και εκ των βαρβάρων, να ομιλήσουν όμως όπως αξίζει περί των συμφερόντων της πόλεως και της Ελλάδος δεν θα ηδύναντο πολλοί. Ένεκα τούτου πρέπει να ενδιαφέρεσθε δι' εκείνους που έχουν κάμει έργον των να επινοούν τους τοιούτους λόγους, παρά δι' εκείνους που θέτουν και γράφουν νόμους, τόσον περισσότερον όσον βεβαίως είναι σπανιώτεροι και δυσκολώτεροι και έχοντες ανάγκην ηρεμωτέρας ψυχής ― σήμερον περισσότερον από πάσαν άλλην περίπτωσιν. Διότι ότε μεν ήρχισε το ανθρώπινον γένος να γίνεται και να συνοικίζεται κατά πόλεις, φυσικόν ήτο να είναι αναγκαία η ζήτησις αυτών (δηλ. των νομοθετών). Επειδή δε έχομεν φθάσει εις το σημείον τούτο, ώστε και οι εκφωνηθέντες λόγοι και οι κείμενοι νόμοι να είναι αναρίθμητοι και εκ μεν των νόμων να επαινούνται οι αρχαιότεροι, εκ δε των λόγων οι νεώτατοι, δεν είναι πλέον έργον της αυτής προσπαθείας, αλλά δι' εκείνους μεν οι οποίοι προτιμούν να θέτουν νόμους, ως προεργασία υπάρχει το πλήθος των κειμένων νόμων, διότι ουδόλως πρέπει αυτοί να αναζητούν άλλους, αλλά να προσπαθήσουν να συναγάγουν εκείνους που εν τη εφαρμογή των εις άλλους θεωρούνται άριστοι, πράγμα το οποίον δύναται βεβαίως να κάμη όποιος ήθελε· δι' εκείνους όμως που ασχολούνται με τους ρητορικούς λόγους, επειδή έχουν πραγματευθεί προηγουμένως άλλοι τα πλείστα θέματα, έχει συμβεί το εναντίον· εάν μεν λέγουν τα αυτά με εκείνα που έχουν λεχθεί πρότερον, θα θεωρηθούν αναίσχυντοι και φλύαροι, εάν δε αναζητούν νέα, μετά κόπου θα εύρουν. Διά τούτο ακριβώς έλεγον, ότι αρμόζει να επαινούνται αμφότεροι, πολύ περισσότερον όμως εκείνοι που δύνανται να φέρουν εις πέρας το δυσκολώτερον έργον.

Αλλά και απ' εκείνους οι οποίοι ισχυρίζονται ότι έργον των είναι να προτρέπουν εις την σωφροσύνην και δικαιοσύνην, εγώ προφανώς δύναμαι να θεωρηθώ ότι είμαι θετικώτερος και χρησιμώτερος. Διότι εκείνοι μεν παρακινούν εις την αρετήν και την φρόνησιν, η οποία από μεν τους άλλους πολίτας αγνοείται, από αυτούς δε τους ιδίους αμφισβητείται, εγώ δε προτρέπω εις την υπό πάντων ανεγνωρισμένην· και εις εκείνους μεν είναι αρκετόν τόσον μόνον, αν δυνηθούν δηλ. με τα επιφανή ονόματά των να παρασύρουν μερικούς και να τους κάμουν μαθητάς των, εγώ δε εκ των πολιτών ουδένα ποτέ έως τώρα θα φανώ ότι παρεκίνησα να έλθη μαζί μου, όλους δε τους πολίτας προσπαθώ να πείθω να προβαίνουν εις τοιαύτας ενεργείας διά των οποίων και αυτοί οι ίδιοι θα ευδαιμονήσουν και τους άλλους Έλληνας θα απαλλάξουν από τα σημερινά κακά.