Μτφρ. Σ. Τζουμελέας. 1949. Ισοκράτους Αρεοπαγιτικός, Περί Ειρήνης. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

Εάν λοιπόν θελήσωμεν να εξετάζωμεν τας μεγίστας και ενδοξοτάτας εκ των πόλεων, θα εύρωμεν ότι αι δημοκρατίαι συμφέρουν εις αυτάς περισσότερον από τας ολιγαρχίας. Διότι και το ιδικόν μας πολίτευμα (το σημερινόν), το οποίον όλοι κατηγορούν, εάν το παραβάλωμεν ουχί προς το υπ' εμού εκτεθέν, αλλά προς το εγκαθιδρυθέν υπό των τριάκοντα, όλοι θα το θεωρήσουν θεοποίητον (θείον έργον).

Επιθυμώ δε, αν και μερικοί θα είπουν ότι ομιλώ έξω της υποθέσεως, να φανερώσω και να εκθέσω πόσον το σημερινόν πολίτευμά μας είναι ανώτερον του επί των τριάκοντα εγκαθιδρυθέντος, διά να μη φαντασθή κανείς ότι εξετάζω μεν της δημοκρατίας τα σφάλματα με πολλήν ακρίβειαν, παραλείπω δε τα άλλα, εάν τι δηλαδή καλόν και σοβαρόν έχει πραχθή υπ' αυτής. Ο λόγος δε δεν θα είναι ούτε μακρός ούτε ανωφελής διά τους ακούοντας.

Όταν δηλαδή κατεστράφη εις τον Ελλήσποντον ο στόλος μας και η πόλις μας περιέπεσεν εις τας γνωστάς συμφοράς, ποίος από τους πρεσβυτέρους αγνοεί ότι οι μεν δημοκρατικοί ήσαν πρόθυμοι να υποφέρουν οτιδήποτε διά να μη εκτελέσουν τα διατασσόμενα και ότι εθεώρουν φοβερόν να ιδή κανείς την πόλιν, που εκυριάρχησε των Ελλήνων, να ευρίσκεται υπό την εξουσίαν άλλων, οι δε επιθυμήσαντες την ολιγαρχίαν προθύμως και τα τείχη να κρημνίζουν και την δουλείαν των Σπαρτιατών να υφίστανται; Και τότε μεν, ότε είχε την εξουσίαν ο λαός (ότε ήτο δημοκρατία), (έβλεπε κανείς) ότι ημείς εφυλάττομεν τας ακροπόλεις των άλλων, όταν δε οι τριάκοντα παρέλαβον την διοίκησιν της πόλεως, ότι οι εχθροί μας κατείχον την ακρόπολίν μας; Και κατ' εκείνον μεν τον χρόνον δεσπόται ημών ήσαν οι Λακεδαιμόνιοι, όταν δε οι εξόριστοι επανελθόντες ετόλμησαν να πολεμούν υπέρ της ελευθερίας και ο Κόνων ενίκησεν εις την ναυμαχίαν, πρέσβεις ήλθον εκ μέρους των Λακεδαιμονίων και έδιδον εις την πόλιν την ηγεμονίαν της θαλάσσης; Ακόμη δε ποίος από τους συνηλικιώτας μου δεν ενθυμείται και ταύτα, ότι δηλαδή η μεν δημοκρατία έτσι εκόσμησε την πόλιν με ιερά οικοδομήματα και θεία έθιμα, ώστε ακόμη και τώρα οι ερχόμενοι εις την πόλιν να νομίζουν ότι αυτή είναι αξία όχι μόνον των Eλλήνων να άρχη, αλλά και όλων των άλλων λαών, ότι δε οι τριάκοντα τα μεν έθιμα παρημέλησαν τους δε ναούς διήρπασαν, επώλησαν δε τον ναύσταθμον αντί τριών ταλάντων διά να τον κρημνίσουν οι αγοράσαντες αυτόν, διά την οικοδόμησιν του οποίου η πόλις εξώδευσεν ουχί ολιγώτερα των εκατόν ταλάντων; Αλλά βέβαια ουδέ την πραότητα εκείνων (των τριάκοντα) δύναται τις να επαινέση δικαίως περισσότερον από την πραότητα της δημοκρατίας. Διότι εκείνοι μεν (οι τριάκοντα) παραλαβόντες διά ψηφίσματος την διοίκησιν της πόλεως χιλίους πεντακοσίους μεν πολίτας άνευ δίκης εφόνευσαν, ηνάγκασαν δε περισσοτέρους των πεντακισχιλίων να καταφύγουν εις τον Πειραιά. Ούτοι (οι καταφυγόντες εις τον Πειραιά δημοκρατικοί) νικήσαντες (τους ολιγαρχικούς) και επανελθόντες ένοπλοι εις την πατρίδα των, αφού μόνον τους αιτιωτάτους των συμφορών των εφόνευσαν, τόσον καλώς και νομίμως εφέρθησαν προς τους άλλους ολιγαρχικούς, ώστε οι εκβαλόντες (οι ολιγαρχικοί) ουδόλως είχον μικρότερα δοκαιώματα των επανελθόντων δημοκρατικών.

Καλλίστη δε και μεγίστη απόδειξις της επιεικείας του λαού από όλα τα άλλα είναι το εξής. Όταν δηλαδή εδανείσθησαν οι ολιγαρχικοί πεντήκοντα τάλαντα από τους Λακεδαιμονίους διά την πολιορκίαν των κατεχόντων τον Πειραιά (των δημοκρατικών), αφού συνήλθεν η συνέλευσις του λαού διά να αποφασίση διά την απόδοσιν των χρημάτων και έλεγον πολλοί ότι δίκαιον είναι να πληρώσουν το προς τους Λακεδαιμονίους χρέος όχι οι πολιορκηθέντες (δημοκρατικοί) αλλ' οι δανεισθέντες (ολιγαρχικοί), απεφάσισεν ο λαός να πληρώσουν το χρέος από κοινού οι δημοκρατικοί και οι ολιγαρχικοί. Και ασφαλώς η απόφασις αύτη έκαμε τόσον πολύ να ομονοήσωμεν και τόσον να προοδεύση η πόλις, ώστε οι Λακεδαιμόνιοι, οι οποίοι εν τω καιρώ της ολιγαρχίας σχεδόν καθ' εκάστην ημέραν μας διέτασσον, να έλθουν εν καιρώ της δημοκρατίας να μας ικετεύσουν και να μας εκλιπαρήσουν να μη τους αφήσωμεν να καταστραφούν. Το σύνολον λοιπόν της σκέψεως των δημοκρατικών και ολιγαρχικών ήτο το εξής. Οι μεν ολιγαρχικοί δηλαδή έκριναν άξιον να άρχουν μεν των συμπολιτών των, να δουλεύουν δε εις τους εχθρούς, οι δε δημοκρατικοί να άρχουν μεν των άλλων, να έχουν δε τα ίδια δικαιώματα με τους συμπολίτας των.

Ταύτα εξέθηκα διά δύο λόγους, πρώτον μεν, διότι θέλω να δείξω ότι δεν επιθυμώ ολιγαρχίαν και πλεονεξίαν, αλλά δίκαιον και κόσμιον δημοκρατικόν πολίτευμα, έπειτα δε ότι αι άδικοι δημοκρατίαι εγένοντο αιτία μικροτέρων συμφορών (από όσας επέφερεν η ολιγαρχία) και ότι αι καλαί δημοκρατίαι υπερέχουν (των ολιγαρχιών), διότι και δικαιότεραι είναι και κοινωφελέστεραι και περισσότερον ευχάριστοι εις τους δι' αυτών διοικουμένους.

Μτφρ. Α.Μ. Γεωργαντόπουλος, Μ. Πρωτοψάλτης & Ι. Ιωαννίδη–Φαληριώτη. [1939] χ.χ. Ισοκράτης. Λόγοι. ΙΙ, Αρεοπαγιτικός, Ευαγόρας, Ελένη, Πλαταϊκός, Περί του ζεύγους. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Εκτός αυτού, αν θελήσουμε να εξετάσουμε το πράγμα πλατύτερα, θα βρούμε ότι στις επιφανέστερες και ισχυρότερες πολιτείες συμφέρει περισσότερο το δημοκρατικό πολίτευμα από την ολιγαρχία, γιατί και το σημερινό μας πολίτευμα, που όλοι το κατακρίνουν, αν το παραβάλουμε όχι με εκείνο που εγώ παρουσίασα προ ολίγου μπροστά σας, αλλά με το πολίτευμα που επεβλήθη από τους τριάκοντα τυράννους, δεν υπάρχει κανείς που να μη το θεωρή θείο δημιούργημα.

Θέλω μάλιστα, μ' όλο που μερικοί θα πουν ότι ξεφεύγω από το θέμα που μας απασχολεί, να παρουσιάσω και να εκθέσω κάπως αναλυτικώτερα πόσο το δημοκρατικό μας πολίτευμα ήταν ανώτερο από το πολίτευμα των τριάκοντα, για να μη μένη κανείς με την εντύπωση ότι τα μειονεκτήματα της δημοκρατίας τα υποβάλλω σε εξέταση περισσότερο εξονυχιστική και ότι ίσως παραλείπω ό,τι ωραίο και σεμνό έχει προσφέρει. Για το σημείο αυτό δεν πρόκειται να πω ούτε πολλά πράγματα ούτε και ανώφελα για κείνους που με ακούνε.

Όταν λοιπόν εχάσαμε το στόλο μας κοντά στον Ελλήσποντο, και η πολιτεία μας έπεσε στη συμφορά που όλοι ξέρουμε, ποιος λησμονεί ότι από τους πρεσβυτέρους οι λεγόμενοι δημοκρατικοί ήσαν πρόθυμοι να υποφέρουν τα πάντα προκειμένου να μη δεχθούν τις προσταγές της επιβαλλόμενης ειρήνης και ότι ενόμιζαν φοβερό να βλέπη κανείς στη διάθεση των εχθρών την πολιτεία εκείνη που ήταν άλλοτε κυρίαρχος της Ελλάδος, ενώ απ' εναντίας εκείνοι που επιθυμούσαν την επιβολή ολιγαρχικού πολιτεύματος, υπέμεναν πρόθυμα και το γκρέμισμα των τειχών και την υποδούλωση των κατοίκων; Και παλαιότερα, όταν ο λαός ήταν κύριος της πολιτικής καταστάσεως, ποιος δεν ξέρει ότι εμείς είχαμε εγκαταστήσει φρουρές και στις ακροπόλεις των άλλων κρατών, ενώ από τη στιγμή που παρέλαβαν οι «τριάκοντα» την πολιτική εξουσία, οι εχθροί κατέλαβαν τη δική μας; Ποιος λησμονεί ακόμα ότι κατά την εποχή εκείνη, αν και οι Λακεδαιμόνιοι ήσαν εξουσιασταί μας, όταν οι φυγάδες ετόλμησαν να επανέλθουν και να πολεμήσουν για την ελευθερία της πολιτείας μας και ο Κόνων ενίκησε στη γνωστή ναυμαχία, ήλθαν απεσταλμένοι Λακεδαιμόνιοι και παρέδωσαν εκ νέου στην πολιτεία μας την ηγεμονία της θαλάσσης; Και τέλος ποιος δεν θυμάται από τους συνομηλίκους μου και μερικά άλλα, ότι δηλαδή η δημοκρατία τόσο ωραία εστόλισε την πόλη μας με τους ναούς και τα άλλα λατρευτικά ιδρύματα, ώστε ακόμη και σήμερα όσοι την επισκέπτονται νομίζουν, ότι η πολιτεία μας είναι άξια να κυβερνά όχι μόνο τους Έλληνας, αλλά και όλους τους άλλους ανθρώπους, ενώ οι τριάκοντα τύραννοι άλλα παραμέλησαν, άλλα εσύλησαν κι' έφτασαν τέλος στο σημείο να επιτρέψουν αντί τριών ταλάντων να γκρεμίσουν τους νεωσοίκους, για την κατασκευή των οποίων η πολιτεία μας είχε ξοδέψει όχι λιγώτερα από χίλια τάλαντα; Εκτός απ' αυτά ούτε και τον ανθρωπισμό τους είναι δυνατόν να επαινέση κανείς περισσότερο από τον ανθρωπισμό των χρόνων της δημοκρατίας. Γιατί οι τριάκοντα, αν και παρέλαβαν την πολιτεία μας με ωρισμένους νόμους που ελειτουργούσαν απαραβίαστα, εφόνευσαν χωρίς την παραμικρή τυπική διαδικασία και αναπολόγητα χίλιους πεντακόσιους πολίτας, ενώ ανάγκασαν παρά πάνω από πέντε χιλιάδες πολίτας να καταφύγουν στον Πειραιά (από το φόβο παρόμοιας τιμωρίας). Αυτοί πάλι, αφού υπερίσχυσαν και επανήρχοντο ωπλισμένοι, αφού ετιμώρησαν με θάνατο τους υπαίτιους όλων αυτών των συμφορών, τόσο ανθρωπιστικά και νόμιμα εκυβέρνησαν τους νομοταγείς πολίτας, ώστε να μη βρίσκωνται σε πλεονεκτική θέση, εκείνοι που εξώρισαν πολλούς πολίτας από τους εξορίστους που γύρισαν πάλι στην πατρίδα τους.

Το πιο ωραίο μάλιστα και το πιο αξιομνημόνευτο παράδειγμα της επιεικείας που έδειχνε το δημοκρατικό πολίτευμα, είναι τούτο: Όταν αυτοί που έμειναν στην πόλη, οι ολιγαρχικοί δηλαδή, εδανείστηκαν από τους Λακεδαιμονίους εκατό τάλαντα για να πολιορκήσουν τους δημοκρατικούς που κατέλαβαν τον Πειραιά και συνήλθε η εκκλησία του δήμου για να πάρη απόφαση για την επιστροφή των χρημάτων, και ενώ πολλοί υπεστήριζαν, ότι πρέπει να τακτοποιήσουν τον λογαριασμό τους με τους Λακεδαιμονίους όχι εκείνοι που επολιορκήθηκαν στον Πειραιά, αλλ' αυτοί που έκαμαν το δάνειο, εφάνη φρόνιμο στο λαό και επεκράτησε η άποψη να εξοφλήσουν από κοινού το χρέος. Είναι λοιπόν φανερό, ότι επειδή είχαν τέτοιες αντιλήψεις, κατώρθωσαν να μας φέρουν σε τέτοια ομόνοια και συνετέλεσαν να προκόψη σε τέτοιο βαθμό η πολιτεία μας, ώστε οι Λακεδαιμόνιοι, που κατά τις ημέρες της ολιγαρχίας σχεδόν κάθε μέρα μας έδιναν διαταγές, ήλθαν αργότερα στην εποχή της Δημοκρατίας για να μας θερμοπαρακαλέσουν και να μας ικετεύσουν να μη τους αφήσουμε να αναστατωθούν από την επιδρομή των Θηβαίων. Τέτοια λοιπόν περίπου ήταν η κεντρική γραμμή της σκέψεως των δημοκρατικών από το ένα μέρος και των ολιγαρχικών από το άλλο. Οι ολιγαρχικοί δηλ. είχαν την αξίωση να εξουσιάζουν τους πολίτας και να είναι δούλοι των εχθρών, ενώ οι δημοκρατικοί εφρόντιζαν να είναι άρχοντες των άλλων πόλεων, αλλά ίσοι με τους συμπολίτας των.

Και όλα αυτά σας τα είπα για δυο λόγους: Πρώτα πρώτα γιατί ήθελα να σας αποδείξω, ότι εγώ δεν έχω καμμιά επιθυμία για ολιγαρχικά πολιτεύματα και για πλεονεκτήματα εις βάρος των άλλων πολιτών, αλλά μονάχα για ένα δίκαιο και αξιοπρεπές πολίτευμα, και κατά δεύτερο λόγο για να αποδείξω ότι και τα κακοδιοικούμενα ακόμη δημοκρατικά πολιτεύματα προξενούν στους πολίτας μικρότερες συμφορές από τα ολιγαρχικά, ενώ εκείνα (τα δημοκρατικά) που λειτουργούν κανονικά, ξεχωρίζουν γιατί είναι δικαιότερα και δημοφιλέστερα και περισσότερο ευχάριστα στους πολίτας που διοικούνται μ' αυτά.