Μτφρ. Ε.Κ. Βενιζέλος. [1940] 1960. Θουκυδίδου Ιστορίαι. Ι–ΙΙ. 2η έκδ. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας. (1η έκδ. Οξφόρδη: Οxford University Press).

[8.52.1] Έκτοτε ο Αλκιβιάδης κατέβαλε πάσαν προσπάθειαν, όπως πείση τον Τισσαφέρνη να ταχθή υπέρ των Αθηναίων. Ούτος, μολονότι φοβούμενος τους Πελοποννησίους, λόγω του ότι είχαν επί τόπου περισσότερον στόλον από τους Αθηναίους, τίποτε άλλο καλλίτερον δεν ήθελε παρά να ημπορέση να πεισθή, ιδίως αφότου αντελήφθη εις την Κνίδον την δυσαρέσκειαν των Λακεδαιμονίων, δια την υπό του Θηριμένους συνομολογηθείσαν συνθήκην. Διότι το επεισόδιον τούτο της Κνίδου είχε λάβει χώραν, πριν μετασταθμεύσουν οι Πελοποννήσιοι εις την Ρόδον, όπου ευρίσκοντο τώρα, και ο έτι προγενέστερος ισχυρισμός του Αλκιβιάδου, ότι η πολιτική των Λακεδαιμονίων αποβλέπει εις την απελευθέρωσιν όλων των Ελληνικών πόλεων, επεβεβαιώθη δια των λόγων του Λίχα, υποστηρίξαντος, ότι δεν είναι ανεκτή η διάταξις των συνθηκών, κατά την οποίαν αναγνωρίζεται η κυριαρχία του Βασιλέως εφ' όλων των χωρών, των οποίων, εις παρελθούσαν ποτέ εποχήν, αυτός ή οι πρόγονοί του ήσαν κύριοι. Ούτω, λοιπόν, ο Αλκιβιάδης, αγωνιζόμενος υπέρ μεγάλων πραγμάτων, εκολάκευε τον Τισσαφέρνη και εδείκνυε προς αυτόν μεγάλην αφοσίωσιν.

[8.53.1] Εν τω μεταξύ, η εκ Σάμου αποσταλείσα υπό τον Πείσανδρον πρεσβεία, ελθούσα εις τας Αθήνας, ωμίλησε προς τον δήμον κεφαλαιωδώς περί των λοιπών, ενδιατρίψασα ιδίως εις το ότι ημπορούν, εάν επαναφέρουν τον Αλκιβιάδην και φέρουν τροποποιήσεις εις το δημοκρατικόν των πολίτευμα,να εξασφαλίσουν και την συμμαχίαν του Βασιλέως και την νίκην κατά των Πελοποννησίων. Και πολλοί όμως άλλοι αντετάσσοντο κατά πάσης μεταβολής του δημοκρατικού πολιτεύματος, και οι εχθροί συγχρόνως του Αλκιβιάδου κατεκραύγαζαν, ότι θα ήτο τερατώδες να επιτύχη την κάθοδόν του δια της ανατροπής του δημοκρατικού πολιτεύματος, και οι Ευμολπίδαι και οι Κήρυκες διεμαρτύροντο και εξώρκιζαν να μη επαναφέρουν άνθρωπον εξορισθέντα δια την βεβήλωσιν των μυστηρίων. Ο Πείσανδρος, χωρίς να πτοηθή ενώπιον τοιαύτης αντιδράσεως και τόσων ύβρεων, επροχώρησεν εις το μέσον και προσκαλών αλληλοδιαδόχως ένα έκαστον των αντιλεγόντων τον ηρώτα, εάν τώρα που οι Πελοποννήσιοι και στόλον όχι μικρότερον του ιδικού των έχουν, έτοιμον ανά πάσαν στιγμήν προς επίθεσιν, και συμμάχους περισσοτέρους και χρήματα ελάμβαναν από τον Βασιλέα και τον Τισσαφέρνη, έχουν καμμίαν ελπίδα σωτηρίας δια την πόλιν, εφόσον δεν κατορθώση κανείς να πείση τον Βασιλέα να στραφή με το μέρος των. [8.53.3] Και όταν εις την ερώτησιν, η απάντησις ήτον αρνητική, τότε πλέον έλεγε προς αυτούς άνευ περιστροφών· «Αυτό λοιπόν δεν ημπορούμεν να το κατορθώσωμεν, παρά μόνον, εάν πολιτευθώμεν σωφρονέστερον και αναθέσωμεν την εξουσίαν εις ολίγους μάλλον, δια να εμπνέωμεν εμπιστοσύνην εις τον Βασιλέα, εάν την προσοχήν μας στρέψωμεν σήμερον ολιγώτερον προς το πολίτευμα και περισσότερον προς την σωτηρίαν του κράτους (διότι αργότερα βέβαια κανείς δεν μας εμποδίζει να μεταβάλωμεν ό,τι τυχόν δεν μας αρέσει) και επαναφέρωμεν τον Αλκιβιάδην, ο οποίος είναι ο μόνος σήμερον άνθρωπος που ημπορεί να το κατορθώση.»

[8.54.1] Ο λαός, μολονότι εδυσανασχέτει κατ' αρχάς ακούων τα περί ολιγαρχίας, όταν ο Πείσανδρος τους εξήγησεν άνευ περιστροφών ότι δεν υπάρχει άλλη σωτηρία, ενέδωσε, και εκ φόβου και διότι συγχρόνως ήλπιζεν, ότι το νέον αυτό καθεστώς δεν θα ήτο μακρόβιον. [8.54.2] Ως εκ τούτου, εψήφισαν την αποστολήν του Πεισάνδρου, με δέκα άλλους, όπως διαπραγματευθούν με τον Τισσαφέρνη και τον Αλκιβιάδην, όπως αυτοί κρίνουν συμφερώτερον, [8.54.3] και επειδή συγχρόνως ο Πείσανδρος διέβαλε τον Φρύνιχον, ο λαός απέλυσεν αυτόν και τον Σκυρωνίδην και διώρισεν εις αντικατάστασίν των τον Διομέδοντα και τον Λέοντα. Τον Φρύνιχον διέβαλεν ο Πείσανδρος, ισχυριζόμενος ότι επρόδωσε την Ίασον και τον Αμόργην, πράγματι όμως, διότι τον εθεώρει αντίθετον εις τας μετά του Αλκιβιάδου διαπραγματεύσεις. [8.54.4] Ο Πείσανδρος, ακολούθως, αφού επεσκέφθη όλας τας πολιτικάς λέσχας, όσαι υφίσταντο ήδη από πριν εις την πόλιν, ασχολούμεναι με δίκας και τας εκλογάς, και εσύστησεν εις αυτάς να ενωθούν και προβούν, κατόπιν κοινής αποφάσεως, εις την κατάλυσιν της δημοκρατίας, και έλαβεν όλα τα υπό των περιστάσεων ενδεικνυόμενα μέτρα, δια να μη χάνεται πλέον καιρός, αυτός μετά των άλλων δέκα απεσταλμένων ανεχώρησαν, προς συνάντησιν του Τισσαφέρνους.

Μτφρ. Ε. Λαμπρίδη. 1962. Θουκυδίδου Ιστορία. Πρόλογος, μετάφραση, σχόλια. Εισαγωγή: Ι.Θ. Κακριδής. Ι–IV. Αθήνα: Γκοβόστης.

[8.52.1] Ύστερ' απ' αυτά εξακολούθησε ο Αλκιβιάδης να προετοιμάζει και να δασκαλεύει τον Τισσαφέρνη, με ποιον τρόπο να μεταγυρίσει τη φιλία του προς τους Αθηναίους· ο Τισσαφέρνης είχε αρχίσει να φοβάται κι αυτούς τους Λακεδαιμονίους, γιατί βρίσκονταν στα λημέρια του με περισσότερα καράβια παρά οι Αθηναίοι, και ήθελε ν' ακολουθήσει τις ορμήνειες του Αλκιβιάδη, αν μπορούσε με κάποιον τρόπο να πειστεί με ισχυρά επιχειρήματα τόσο γι' άλλους λόγους όσο και γιατί είχε μάθει τη διένεξη στην Κνίδο ανάμεσα στους Πελοποννησίους ως για τις σπονδές του Θηριμένη (γιατί είχε ξεσπάσει στο κεφάλι του την εποχή που βρίσκονταν οι Λακεδαιμόνιοι στη Ρόδο)· εκεί ο Λίχας είχε επικυρώσει με τις δηλώσεις του όσα του είχε πει προτήτερα ο Αλκιβιάδης, πως πολιτική των Λακεδαιμονίων ήταν να ελευθερώσουν όλες τις Ελληνικές πολιτείες χωρίς εξαίρεση, λέγοντας πως ήταν αβάσταχτο να υπάρχουνε συνθήκες που έδιναν στο βασιλιά της Περσίας την επικυριαρχία σε όσες πολιτείες εξουσίασε ποτέ ή αυτός ο ίδιος ή οι πρόγονοί του. Και τώρα βέβαια ο Αλκιβιάδης, που τα έπαιζε όλα για όλα κολάκευε κι ορμήνευε τον Τισσαφέρνη με ζήλο πολύ κ' επιμονή.

[8.53.1] Οι πρέσβεις τώρα που είχανε στείλει από τη Σάμο οι Αθηναίοι με αρχηγό τον Πείσανδρο, όταν έφτασαν στην Αθήνα, μίλησαν μπροστά στην σύναξη του λαού, συγκεφαλαιώνοντας πολλά επιχειρήματα και τονίζοντας πως είχαν τώρα οι Αθηναίοι τη δυνατότητα, αν ξανάφερναν πίσω τον Αλκιβιάδη και δεν κρατούσαν το ίδιο δημοκρατικό πολίτευμα, να κερδίσουν τη συμμαχία του Πέρση βασιλιά, και να νικήσουν τους Πελοποννησίους. [8.53.2] Ενώ όμως πολλοί διαμαρτύρονταν, άλλοι υπερασπίζοντας τη δημοκρατία, κ' οι προσωπικοί εχτροί του Αλκιβιάδη φωνάζοντας πως θα ήταν φοβερό να γυρίσει αυτός πίσω πατώντας τους νόμους, και ενώ οι Ευμολπίδες κ' οι Κήρυκες μιλούσαν για τα μυστήρια που για την παράβασή τους είχε εξοριστεί, κ' επικαλούνταν τη μαρτυρία των θεών κ' εξόρκιζαν τον κόσμο να μην τον επαναπατρίσουν, ανέβηκε στο βήμα ο Πείσανδρος, και μιλώντας προς το καταταραγμένο πλήθος κι ακούγοντας από παντού βρισιές κι αντιλογίες, άρχισε να ρωτάει έναν–έναν όσους αντιμιλούσαν, ανεβάζοντάς τους διαδοχικά στο βήμα, τι ελπίδες είχε να σωθεί η πολιτεία τώρα που οι Πελοποννήσιοι είχανε στη θάλασσα καράβια όχι λιγότερα από τα δικά τους, που μπορούν να τους αντιμετωπίσουν πλώρη με πλώρη, καθώς και περισσότερες συμμαχικές πολιτείες απ' αυτούς, και που τους έδιναν χρήματα ο βασιλιάς κι ο Τισσαφέρνης, ενώ οι Αθηναίοι δεν είχαν πια καθόλου, εξόν αν βρισκόταν κάποιος να πείσει το βασιλιά ν' αλλάξει πολιτική και να 'ρθει με το μέρος τους. [8.53.3] Και κάθε φορά που δε μπορούσε ν' απαντήσει ο άλλος παρά πως δεν υπήρχε άλλη ελπίδα, τους έλεγε καθαρά και ξάστερα: «Αυτό λοιπόν δεν μπορεί να μας έρθει αν δεν πολιτευθούμε πιο λογικά κι αν δε δώσουμε την εξουσία στους ολιγαρχικούς για να μας δώσει την εμπιστοσύνη του ο βασιλιάς· (και δε συζητούμε αυτή τη στιγμή για πολίτευμα, παρά για την ίδια την επιβίωσή μας· αργότερα θα γίνει ίσως δυνατό να το γυρίσομε πάλι στη δημοκρατία, αν δε μείνομε ευχαριστημένοι με την αλλαγή), κι αν δε φέρομε πίσω τον Αλκιβιάδη, που είναι ο μόνος από τους συγχρόνους μας που μπορεί να το καταφέρει αυτό».

[8.54.1] Ο λαός όμως, μόλις το πρωτάκουσε για την ολιγαρχία, αγανάχτησε, με την καθαρή όμως ανάπτυξη του Πεισάνδρου πως δεν είναι άλλος τρόπος να σωθούν, και φοβισμένος σύγκαιρα ελπίζοντας πως θα μπορέσει να μεταλλάξει πάλι τα πράματα, υποχώρησε. [8.54.2] Και ψήφισαν να φύγει ο Πείσανδρος και δέκα άλλοι άντρες μαζί του και να διαπραγματευθούν όπως τους φανεί πιο σωστό ως για τις σχέσεις με τον Τισσαφέρνη και με τον Αλκιβιάδη. [8.54.3] Συγχρόνως, επειδή τους συκοφάντησε αυτός το Φρύνιχο, τον έπαψαν από στρατηγό καθώς και το συστράτηγό του το Σκιρωνίδη κ' έστειλαν στη θέση τους στρατηγούς στα καράβια το Διομέδοντα και το Λέοντα. Το Φρύνιχο τον συκοφάντησε ο Πείσανδρος λέγοντας πως είχε προδώσει την Ίασο και την Αμόργη, επειδή δεν τον θεωρούσε ευνοϊκό προς τις διαπραγματεύσεις με τον Αλκιβιάδη. [8.54.4] Και ο Πείσανδρος πήγε σ' όλες τις λέσχες και τους συνδέσμους που υπήρχαν προτήτερα στην πολιτεία για να επηρεάζουν τα δικαστήρια και την εκλογή των αρχόντων και τους ορμήνεψε να ενωθούν όλοι μαζί και να πάρουν κοινά μέτρα για να καταλύσουν τη δημοκρατία· κι αφού προετοίμασε όλες τις άλλες ενέργειες, ώστε να μη καθυστερήσει η εξέλιξη των πραγμάτων, ξεκίνησε με τους δέκα άντρες στο ταξίδι του προς τον Τισσαφέρνη.