Μτφρ. Ε.Κ. Βενιζέλος. [1940] 1960. Θουκυδίδου Ιστορίαι. Ι–ΙΙ. 2η έκδ. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας. (1η έκδ. Οξφόρδη: Οxford University Press).

[5.84.1] Κατά το επόμενον θέρος, ο Αλκιβιάδης έπλευσεν εις το Άργος με είκοσι πλοία και συνέλαβεν όσους Αργείους εθεωρούντο ακόμη ως ύποπτοι και ως φρονούντες τα των Λακεδαιμονίων. Τούτους, περί τους τριακοσίους τον αριθμόν, ετοποθέτησαν οι Αθηναίοι προς φύλαξιν εις τας πλησίον νήσους, επί των οποίων εξετείνετο η κυριαρχία των. Εξεστράτευσαν επίσης οι Αθηναίοι κατά της Μήλου με τριάντα ιδικά των πλοία, εξ Χιακά και δύο Λεσβιακά, και με χιλίους διακοσίους οπλίτας, τριακοσίους τοξότας και είκοσι ιπποτοξότας Αθηναίους και περί τους χιλίους πεντακοσίους οπλίτας συμμάχους, ιδίως νησιώτας. [5.84.2] Οι Μήλιοι ήσαν άποικοι των Λακεδαιμονίων και ηρνούντο να υποταχθούν εις τους Αθηναίους, όπως οι λοιποί νησιώται. Και κατ' αρχάς μεν ετήρησαν ουδετερότητα και έμειναν ήσυχοι, έπειτα όμως, πιεζόμενοι από τους Αθηναίους, οι οποίοι ερήμωναν το έδαφός των, περιήλθαν εις κατάστασιν απροκαλύπτου πολέμου. [5.84.3] Ως εκ τούτου, οι Αθηναίοι στρατηγοί, Κλεομήδης, υιός του Λυκομήδους, και Τεισίας, υιός του Τεισιμάχου, εστρατοπέδευσαν επί του εδάφους των με την στρατιωτικήν ταύτην δύναμιν. Αλλά πριν αρχίσουν την ερήμωσιν αυτού, έστειλαν προς διαπραγμάτευσιν πρέσβεις, τους οποίους οι Μήλιοι δεν παρουσίασαν ενώπιον του λαού, αλλά τους εζήτησαν να εκθέσουν τον σκοπόν της ελεύσεώς των προς τας αρχάς και το κυβερνητικόν συμβούλιον. [5.85.1] Οι πρέσβεις ούτοι των Αθηναίων ωμίλησαν ως εξής περίπου.

«Αφού δεν πρόκειται να συζητήσωμεν μετά του λαού, εκ φόβου προδήλως μήπως το πλήθος παραπλανηθή, ακούον επαγωγά και ανεξέλεγκτα επιχειρήματα εκτιθέμενα εις μίαν συνεχή αγόρευσιν (διότι εννοούμεν, ότι τούτον έχει τον σκοπόν η προσαγωγή ημών ενώπιον περιωρισμένου και εκλεκτού ακροατηρίου), υμείς οι παρακαθήμενοι εις την συνδιάσκεψιν ταύτην δύνασθε ν' ακολουθήσετε τρόπον ακόμη ασφαλέστερον. Αντί να περιμένετε το τέλος του λόγου μας, όπως απαντήσετε και σεις δια συνεχούς αγορεύσεως, απαντάτε ευθύς εις έκαστον σημείον, επί του οποίου διαφωνείτε, επικρίνοντες αυτό. Και πρώτον, ειπέτε εάν εγκρίνετε τον τρόπον τούτον της συζητήσεως.»

[5.86.1] Οι αντιπρόσωποι των Μηλίων απήντησαν: «Η μεγαλοφροσύνη της προτάσεώς σας, όπως εξηγηθώμεν αμοιβαίως με ησυχίαν, είναι αξία παντός επαίνου. Η πολεμική όμως ενέργεια, η οποία δεν περιμένει, αλλ' εις την οποίαν προέβητε ήδη, είναι εις προφανή αντίθεσιν προς αυτήν. Διότι βλέπομεν ότι έρχεσθε αυτοί οι ίδιοι ως δικασταί των όσων μέλλουν να λεχθούν, και ότι η έκβασις της συζητήσεως, κατά πάσαν πιθανότητα, θα είναι δι' ημάς, εάν μεν αι δικαιολογίαι ημών είναι επικρατέστεροι και επομένως δεν ενδώσωμεν, ο πόλεμος, εάν δε τουναντίον ενδώσωμεν, η δουλεία.»

Μτφρ. Ε. Λαμπρίδη. 1962. Θουκυδίδου Ιστορία. Πρόλογος, μετάφραση, σχόλια. Εισαγωγή: Ι.Θ. Κακριδής. Ι–IV. Αθήνα: Γκοβόστης.

[5.84.1] To ακόλουθο καλοκαίρι αρμένισε στο Άργος ο Αλκιβιάδης με είκοσι Αθηναϊκά καράβια και συνέλαβε όσους από τους Αργείους φαίνονταν ύποπτοι πως ενεργούν ακόμα για το συμφέρον των Λακεδαιμονίων, τρακόσιους άντρες, και οι Αθηναίοι τους απίθωσαν στα κοντινά νησιά, που τα εξουσίαζαν· κ' έκαναν εκστρατεία οι Αθηναίοι στο νησί τη Μήλο με τριάντα δικά τους καράβια, έξη Χιώτικα και δυο από τη Λέσβο, και με δικούς τους βαριά αρματωμένους στρατιώτες, χίλιους διακόσιους και τρακόσιους τοξότες και είκοσι ιπποτοξότες και με στρατιώτες των συμμάχων και των νησιωτών κάπου χίλιους πεντακόσιους. [5.84.2] Οι Μήλιοι ήταν άποικοι των Λακεδαιμονίων και δεν εννοούσαν να γίνουν υπήκοοι των Αθηναίων όπως οι άλλοι νησιώτες, αλλά στην αρχή δεν ήταν με κανένα από τα δυο μέρη κ' έμεναν αμέτοχοι στον πόλεμο, αργότερα όμως επειδή τους εξανάγκασαν οι Αθηναίοι ρημάζοντας τα χωράφια τους, μπήκαν σε φανερή αμάχη μαζί τους. [5.84.3] Αφού έστησαν λοιπόν το στρατόπεδό τους στην ύπαιθρο της Μήλου με το στρατό που περιγράψαμε, οι Αθηναίοι στρατηγοί Κλεομήδης ο γιος του Λυκομήδη και Τεισίας ο γιος του Τεισιμάχου, πριν κάνουν καμιά ζημιά στην ύπαιθρο, έστειλαν πρέσβεις για να 'ρθουν πρώτα σε διαπραγματεύσεις, αλλά οι Μήλιοι δεν τους άφησαν να μιλήσουν στη σύναξη του λαού, μόνο τους πρόσταξαν να πουν αυτά για τα οποία ήρθαν μπροστά στις αρχές και τους ολιγαρχικούς επίσημους. [5.85.1] Οι πρέσβεις των Αθηναίων λοιπόν είπαν απάνω–κάτω τα εξής:

«Αφού δε γίνεται η συζήτηση μπροστά στο λαό για να μην ξεγελαστούν οι πολλοί ακούγοντας ένα συνεχή λόγο μας και τον βρουν ελκυστικό χωρίς να 'χουν τη δυνατότητα να τον ελέγξουν (γιατί ξέρομε πως αυτό σημαίνει το ότι μας φέρατε μόνο μπροστά στους λίγους εσάς), κάντε σεις, που κάθεστε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, κάτι ακόμα πιο σίγουρο για σας. Ας πάρομε δηλαδή ένα–ένα ζήτημα χωριστά, και ούτε σεις να βγάλετε συνεχή λόγο, αλλά σε κάθε σημείο όπου νομίζετε πως δε μιλούμε καθώς σας συμφέρει, να μας διακόπτετε και ν' αποκρίνεστε. Και πρώτα πέστε μας αν συμφωνείτε μ' αυτά».

[5.86.1] Και οι σύνεδροι των Μηλίων αποκρίθηκαν: «Δεν κατηγορούμε βέβαια την ιδέα πως είναι σωστό να διαφωτίζουμε ο ένας τον άλλον με την ησυχία μας. Αλλά η απειλή του πολέμου, που είναι κι όλας μπροστά μας, κι όχι μελλοντική, φαίνεται κάπως διαφορετική απ' αυτή τη μέθοδο. Γιατί βλέπομε πως εσείς οι ίδιοι έρχεστε τώρα να κρίνετε τα όσα θα πούμε, και πως στο τέλος, όπως είναι επόμενο, αν και θα 'χομε νικήσει κατά το δίκαιο, κ' εξ αιτίας αυτού δεν υποχωρήσομε, θα μας κάνετε πόλεμο, κι αν πάλι πειστούμε, θα μας φέρετε την υποδούλωση».