Μτφρ. Α. Τυφλόπουλος – Επιμ. Δ. Ιακώβ. 2006. Στο Ανθολόγιο Αρχαίων Ελληνικών Κειμένων. Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

Kαι βέβαια, κύριοι, αξίζει να αναλογιστείτε ότι τώρα όλοι οι Έλληνες θεωρούν ότι έχετε υπάρξει οι καλύτεροι και έχετε λάβει τις ορθότερες αποφάσεις, επειδή δεν επιδιώξατε την τιμωρία για όσα έγιναν αλλά τη σωτηρία της πόλης και την ομόνοια των πολιτών. Γιατί συμφορές έχουν συμβεί και σε πολλούς άλλους εξίσου μεγάλες με τις δικές μας· η διευθέτηση όμως των διαφορών μεταξύ δύο μερών με σωστό τρόπο εύλογα θεωρείται πλέον αποτέλεσμα καλών και συνετών ανθρώπων. Όταν, λοιπόν, όλοι, είτε για εχθρούς πρόκειται είτε για φίλους, αναγνωρίζουν ότι αυτά μας χαρακτηρίζουν, μην αλλάζετε γνώμη, ούτε να θέλετε να στερήσετε από την πόλη την άποψη που υπάρχει για αυτήν, ούτε πάλι οι ίδιοι να δώσετε την εντύπωση ότι αυτά τα αποφασίσατε τυχαία αλλά ύστερα από σκέψη.

Σας παρακαλώ, λοιπόν, να έχετε την ίδια άποψη για μένα με αυτήν που είχατε για τους προγόνους μου, για να μπορέσω και εγώ να τους μιμηθώ, αφού θυμηθείτε ότι μοιάζουν με όσους υπήρξαν πρόξενοι για τα περισσότερα και τα μεγαλύτερα καλά στην πόλη, ενώ για πολλούς λόγους έδειξαν μια τέτοια συμπεριφορά, κυρίως για να αποσπάσουν τη δική σας εύνοια, και με σκοπό, αν κάποτε προέκυπτε σε αυτούς ή στους απογόνους τους κάποιο επικίνδυνο γεγονός ή κάποια συμφορά, να σωθούν με τη δική σας συγχώρεση. Kαι είναι εύλογο να τους θυμηθείτε· γιατί βέβαια σε ολόκληρη την πόλη οι αρετές των προγόνων μας απέκτησαν πολύ μεγάλη αξία. Όταν, λοιπόν, κύριοι, καταστράφηκαν τα πλοία, ενώ πολλοί ήθελαν να κυκλώσουν την πόλη με αθεράπευτες συμφορές, οι Λακεδαιμόνιοι έκριναν, παρότι ήταν εχθροί τότε, ότι θα σώσουν την πόλη για τις αρετές εκείνων των ανθρώπων, οι οποίοι αποτέλεσαν την απαρχή της ελευθερίας για ολόκληρη την Eλλάδα. Όταν, λοιπόν, και η πόλη σώθηκε σε δημόσιο επίπεδο εξαιτίας των αρετών των προγόνων μας, προβάλλω την αξίωση να σωθώ και εγώ ως άτομο εξαιτίας των αρετών των δικών μου προγόνων. Γιατί βέβαια η συμβολή των προγόνων μου σε αυτά τα έργα, μέσω των οποίων σώθηκε η πόλη, δεν ήταν καθόλου μικρή· εξαιτίας αυτών είναι δίκαιο να δώσετε και μένα τη σωτηρία, όπως ακριβώς σωθήκατε και εσείς οι ίδιοι από τους Έλληνες.

Aναλογισθείτε, επίσης, και το εξής: αν με αθωώσετε, τι είδους πολίτη θα έχετε στη διάθεσή σας· ο οποίος αρχικά ενώ ήμουν πολύ πλούσιος, όπως ξέρετε, έγινα πολύ φτωχός και άπορος όχι από δικό μου σφάλμα αλλά εξαιτίας των συμφορών που βρήκαν την πόλη, και στη συνέχεια έφτιαξα καινούργια περιουσία με έντιμα μέσα, με το μυαλό και τα χέρια μου· επιπλέον, επειδή ξέρω τι σημαίνει να είναι κανείς πολίτης μιας τέτοιας πόλης, και ξέρω τι σημαίνει να είσαι ξένος και μέτοικος στις γειτονικές πόλεις, γνωρίζω καλά τι σημαίνει η σύνεση και η ορθή κρίση, και γνωρίζω καλά τι σημαίνει να κάνει κανείς κακό και να το πληρώσει, καθώς έχω συναναστραφεί με πολλούς και έχω επιχειρήσει να έρθω σε επαφή με πολύ περισσότερους, από τους οποίους απέκτησα σχέσεις και φιλίες με πολλούς, και βασιλιάδες και πόλεις και άλλους προσωπικούς φίλους, στις οποίες θα συμμετέχετε και εσείς αν με αθωώσετε, και θα μπορέσετε να τις χρησιμοποιήσετε, σε οποιαδήποτε περίσταση σας παρουσιαστεί.

H κατάσταση, κύριοι, έχει ως εξής· αν με εξοντώσετε τώρα, δεν απομένει κανείς ζωντανός από τη δική μου γενιά, αλλά αυτή σβήνει για πάντα. Kαι βέβαια δεν σας ντρόπιαζε το σπίτι του Aνδοκίδη και του Λεωγόρα, αλλά πολύ περισσότερο σας ντρόπιαζε τότε, όταν, ενόσω βρισκόμουν στην εξορία, κατοικούσε σε αυτό ο Kλεοφώντας ο λυροποιός. Γιατί ποτέ κανείς από εσάς περαστικός από το σπίτι μας δεν θυμήθηκε ότι έπαθε κάτι κακό από εκείνους είτε προσωπικά είτε δημόσια, οι οποίοι ως στρατηγοί πολλές φορές σας κέρδισαν πολλές νίκες εναντίον των εχθρών σε μάχες τόσο σε ξηρά όσο και σε θάλασσα, ενώ ανέλαβαν και πολλά άλλα αξιώματα και διαχειρίστηκαν τα χρήματά σας χωρίς να οφείλουν ποτέ σε κανέναν· ούτε σας έβλαψαν ούτε μας βλάψατε, και το σπίτι ήταν το παλαιότερο και το πιο ανοιχτό πάντοτε σε όποιον το είχε ανάγκη. Δεν υπάρχει όμως περίσταση στην οποία κάποιος από αυτούς τους ανθρώπους έχοντας εμπλακεί σε δικαστικό αγώνα να σας ζητήσει να δείξετε ευγνωμοσύνη για αυτά τα έργα. Eπομένως μην ξεχάσετε, αν και έχουν πεθάνει, και τις πράξεις τους, αλλά ενθυμούμενοι όσα έκαναν να θεωρήσετε ότι τους βλέπετε με σάρκα και οστά να σας ζητάνε να με αθωώσετε. Ποιον να φωνάξω πάνω στο βήμα ώστε να σας παρακαλέσει για μένα; Tον πατέρα μου; Έχει βέβαια πεθάνει. Mήπως τους αδελφούς μου; Δεν είναι πια στη ζωή. Tα παιδιά μου άραγε; Δεν έχουν γεννηθεί ακόμη. Eσείς γίνετε, λοιπόν, και ο πατέρας και οι αδελφοί και τα παιδιά· σε σας καταφεύγω και σε σας απευθύνομαι και εσάς ικετεύω· εσείς ζητώντας το από εσάς τους ίδιους να με σώσετε, και μη θελήσετε κατοίκους τους Θεσσαλίας και της Άνδρου να τους κάνετε Aθηναίους πολίτες λόγω λειψανδρίας, και τους γνήσιους πράγματι πολίτες, οι οποίοι αρμόζει να είναι σωστοί άνθρωποι και θα είναι εφόσον το θελήσουν, να τους εξοντώσετε. Mην το κάνετε. Έπειτα, σας παρακαλώ να με τιμήσετε για τις ευεργεσίες που σας παρείχα. Oπότε, αφενός αν πεισθείτε σε μένα, δεν θα στερηθείτε τις ευεργεσίες μου που θα μπορέσω να σας προσφέρω. Aν, αφετέρου, πεισθείτε στους εχθρούς μου, η μεταμέλειά σας αργότερα δεν θα σας προσφέρει κάποια ωφέλεια. Eπομένως, ούτε εσείς να στερηθείτε τις προσδοκίες που έχετε από εμένα, ούτε εγώ να στερηθώ τις προσδοκίες που έχω από εσάς.

Zητώ τώρα από αυτούς που έχουν αποδείξει τη μέγιστη αρετή τους ήδη ενώπιον όλων σας, αφού ανέβουν στο βήμα, να καταθέσουν όσα γνωρίζουν για το πρόσωπό μου. Kαλώ τον Άνυτο, τον Kέφαλο, και επιπλέον όσους από τη φυλή μου έχουν επιλεγεί να με υπερασπιστούν, τον Θράσυλλο και τους υπόλοιπους.

Μτφρ. Ε. Ανδρουλιδάκης. [1939] χ.χ. Ανδοκίδης. Λόγοι. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

[140] Αξίζει, κύριοι δικασταί, να λάβετε και τα εξής υπ' όψιν, ότι δηλ. τώρα θα φανήτε εις όλους τους Έλληνας ότι υπήρξατε άριστοι πολίται και σωφρονέστατοι εάν δεν ασχοληθήτε με την τιμωρίαν εκείνων που έχουν γίνει, αλλά με την σωτηρίαν της πόλεως και την ομόνοιαν των πολιτών. Βέβαια και εις πολλούς άλλους συνέβησαν ήδη συμφοραί όχι μικρότεραι παρά ό,τι εις ημάς· η καλή όμως τακτοποίησις των διαφορών που εδημιουργήθησαν μεταξύ μας, θεωρείται φυσικά ότι είναι έργον καλών και σωφρόνων πολιτών. Επειδή λοιπόν, όπως όλοι ομολογούν, τα έχετε σεις αυτά, και αν ακόμη κανείς σας είναι κατά τύχην είτε φίλος είτε εχθρός μου, μην αλλάξετε γνώμην και μην θελήσετε να εξαλείψετε από τους πολίτας αυτήν την γνώμην, ούτε και σεις οι ίδιοι να θεωρήσθε ότι αποφασίσατε μάλλον κατά τύχην και όχι σύμφωνα με την γνώμην σας.

[141] Σας παρακαλώ όλους σας να έχετε δι' εμένα την ιδίαν γνώμην που έχετε και διά τους προγόνους μου, διά να ημπορέσω και εγώ να τους μιμηθώ, ενθυμηθέντες ότι αυτοί υπήρξαν όμοιοι προς εκείνους που έκαμαν πλείστα και μέγιστα καλά εις την πόλιν, δεικνύοντες τέτοιαν διαγωγήν ένεκα πολλών αιτιών, κυρίως όμως ένεκα της αγάπης των προς εσάς και με τον σκοπόν, εάν ποτέ παρουσιάζετο εις αυτούς, ή εις κανένα συγγενή των, κανείς κίνδυνος ή καμμιά συμφορά, να σώζωνται συγχωρούμενοι από σας. [142] Και δικαιολογημένως θα τους ενθυμηθήτε· διότι και αι αρεταί των ιδικών σας προγόνων εξετιμήθησαν παραπολύ από όλους τους πολίτας. Διότι, όταν κύριοι δικασταί, κατεστράφησαν τα πλοία μας και ενώ πολλοί ήθελαν να προξενήσουν εις την πόλιν ανεπανορθώτους καταστροφάς, εν τούτοις οι Λακεδαιμόνιοι απεφάσισαν, αν και ήσαν τότε εχθροί μας, να σώσουν την πόλιν χάριν της γενναιότητος των ανδρών εκείνων, που υπήρξαν αρχηγοί εις τον αγώνα υπέρ της ελευθερίας ολοκλήρου της Ελλάδος. [143] Αφού λοιπόν και η πόλις εσώθη, κατά κοινήν ομολογίαν, χάρις εις τας αρετάς των προγόνων σας, έχω την αξίωσιν και εγώ να σωθώ χάριν των αρετών των ιδικών μου προγόνων. Διότι όχι ολίγον μέρος από τας προσπαθείας αυτάς, χάρις εις τας οποίας εσώθη η πόλις, κατέβαλαν οι ιδικοί μου πρόγονοι· χάριν των οποίων είναι δίκαιον και σεις τώρα να μου δώσετε μέρος της σωτηρίας που και σεις οι ίδιοι επετύχατε από τους Έλληνας.

[144] Σκεφθήτε λοιπόν και τούτο, τι είδους πολίτην θ' αποκτήσετε, εάν με σώσετε· εμένα που πρώτον μεν από τόσον μεγάλα πλούτη, που εσείς τα γνωρίζετε, όχι εξ αιτίας μου αλλ' ένεκα των συμφορών της πόλεως, έπεσα εις πτωχείαν και μεγάλην απορίαν, έπειτα δε έκαμα νέαν περιουσίαν δικαίως με τον νουν και με τον κόπον μου. Εμένα που γνωρίζω τι σημασίαν έχει το να είναι κανείς πολίτης τέτοιας πόλεως, [145] που γνωρίζω τι σημασίαν έχει το να είναι κανείς ξένος ή μέτοικος εις τας γειτονικάς πόλεις, που γνωρίζω καλά τι σημασίαν έχει το να είναι κανείς φρόνιμος και να σκέπτεται ορθώς, που ξέρω καλά τι σημαίνει το να κακοπαθήση κανείς αφού σφάλη, που συνανεστράφην πολλούς και εδοκίμασα πάρα πολλούς, από τους οποίους απέκτησα στενούς δεσμούς και φιλίας με πολλούς και βασιλείς και πόλεις και άλλους, κυρίως ξένους και από τας οποίας (φιλίας) θα λάβετε και σεις ένα μέρος, εάν με σώσετε, και θα ημπορέσετε να τους χρησιμοποιήσετε (τους φίλους μου), όπου κι' αν σας παρουσιασθή καμμιά ανάγκη. [146] Αλλά το πράγμα έχει και ως εξής δι' εσάς· εάν τώρα με καταστρέψετε, δεν σας μένει πλέον κανείς από την οικογένειάν μας, αλλά εξαφανίζεται ολόκληρος σύρριζα. Και όμως δεν είναι δι' εσάς εντροπή ότι διατηρείται η οικία του Ανδοκίδου και του Λεωγόρου, ενώ ήταν πολύ μεγάλη εντροπή, όταν εγώ ήμουν εξόριστος και κατοικούσεν εις αυτήν ο Κλεοφών ο λυροποιός. Διότι δεν υπάρχει κανείς από σας που, διερχόμενος από την οικίαν μας, ανεμνήσθη κάποιο κακόν που να το έπαθεν εις τον ιδιωτικόν ή τον δημόσιον βίον του από εκείνους, [147] που, διατελέσαντες πολλάκις στρατηγοί, σας επέδειξαν πολλά τρόπαια από τας νίκας των κατά των εχθρών και κατά γην και κατά θάλασσαν, χρηματίσαντες δε άρχοντες εις πολλάς θέσεις και διαχειρισθέντες τα χρήματά σας δεν κατεδικάσθησαν ποτέ εις κανένα πρόστιμον, ούτε έχει γίνει ποτέ κανένα σφάλμα ούτε από ημάς εις βάρος σας ούτε και από σας εις βάρος μας, η οικίας μας δε είναι αρχαιοτέρα όλων και ανοικτή πάντοτε εις όποιον είχεν ανάγκην. Ούτε και υπάρχει κανείς από τους άνδρας εκείνους (της οικογενείας μου) ο οποίος, περιπλακείς εις δικαστικόν αγώνα, σας εζήτησε χάριν, ένεκα των υπηρεσιών αυτών. [148] Επειδή λοιπόν αυτοί έχουν αποθάνει, μην λησμονήσετε και εκείνα που έχουν κάμει, αλλά ενθυμούμενοι τα έργα των, θεωρήσετε ότι βλέπετε αυτούς τους ιδίους που σας ζητούν να με σώσετε. Διότι ποίον να φέρω εδώ που να παρακαλέση δι' εμένα; Τον πατέρα μου; Απέθανε. Μήπως τους αδελφούς μου; Δεν έχω. [149] Τα τέκνα μου; Δεν έχω αποκτήσει ακόμη. Σας, λοιπόν, έχω αντί των αδελφών και των τέκνων· σ' εσάς καταφεύγω και παρακαλώ και ικετεύω· σώσατέ με ζητούντες την σωτηρίαν μου σεις οι ίδιοι από τους εαυτούς σας και μην θέλετε να κάνετε πολίτας Θεσσαλούς και Ανδρίους, επειδή δεν υπάρχουν άνδρες, ενώ εκείνους που ομολογουμένως είναι πολίται, οι οποίοι αρμόζει να είναι καλοί και, εάν το θέλουν, θα ημπορέσουν (να γίνουν), αυτούς τους καταστρέφετε. Μην το κάμετε λοιπόν. Εξ άλλου σας παρακαλώ και διά τούτο: αφού σας κάμνω καλόν να τιμώμαι και εγώ από σας. Ώστε εάν πεισθήτε εις εμένα δεν θα χάσετε εκείνο που εγώ θα ημπορέσω να σας παράσχω· εφόσον όμως πεισθήτε εις τους εχθρούς μου και αν ακόμη αργότερα μετανοήσετε, δεν θα κάμετε πλέον τίποτε παραπάνω. [150] Μη στερήσετε λοιπόν ούτε τους εαυτούς σας από τας ελπίδας που έχετε εις εμένα ούτε και εμένα από εκείνας που έχω δι' εσάς. Έχω δε την αξίωσιν από τούτους, που έδειξαν μεγίστην αρετήν ενώπιον του λαού σας, αφού ανέβουν εδώ να σας δώσουν την γνώμην των δι' εκείνα που γνωρίζουν περί εμού. Έλα Άνυτε, Κέφαλε και ακόμα οι συμφυλέται μου που έχετε εκλεγή ως συνήγοροι μου, ο Θράσυλλος και οι άλλοι.