Μτφρ. Γ. Κορδάτος. [1939] χ.χ. Δημοσθένης. Ι, Περί του Στεφάνου. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

[270] Θέλω δε τώρα που απηλλάγην από την υποχρέωσιν να σας εκθέσω τα του ιδιωτικού μου βίου να σας είπω ολίγα τινά ακόμη περί της δημοσίας μου δράσεως. Εάν μεν, κύριε Αισχίνη, έχης να αναφέρης έναν από τους ανθρώπους που ζουν κάτω από τούτον τον ήλιον, που να μην υπέστη βλάβην πρωτύτερα μεν από την εξουσίαν του Φιλίππου και τώρα από την εξουσίαν του Αλεξάνδρου, άνθρωπον Έλληνα ή και βάρβαρον, έστω, τότε σε συγχωρώ να λέγης πως η ιδική μου τύχη ή όπως θέλης να την ονομάζης: δυστυχία, έγινεν η αιτία όλων των συμφορών που βρήκαν (την πολιτείαν μας). [271] Εάν δε και από εκείνους που ποτέ ως τα τώρα δεν με είδαν, ούτε έχουν ακούσει την φωνήν μου, πολλοί απ' αυτούς πολλά και μάλιστα φοβερά έχουν πάθει, όχι μόνον ως άτομα αλλά και ως ολόκληροι πόλεις και λαοί, πόσον δικαιότερον, και αληθέστερον, καθώς φαίνεται, είναι να εκλαμβάνη κανείς ως αιτίαν όλων αυτών των κακών, την κοινήν όλων των ανθρώπων τύχην και κάποιαν ακράτητον και δύσκολην πορείαν των πραγμάτων, που δεν έπρεπε να γίνη. [272] Συ λοιπόν αφήσας αυτά, κατηγορείς εμένα που επολιτεύθηκα σύμφωνα με την γνώμην αυτών εδώ (των Αθηναίων), αν και γνωρίζεις πως αν όχι όλαι αι κακολογίαι σου αλλά μέρος βεβαίως εξ αυτών αναλογεί εις όλους τους πολιτικούς και προ πάντων εις εσένα. Διότι εάν μεν εγώ ήμουν ο μόνος κυβερνήτης με απόλυτον εξουσίαν και ελάμβανον κατ' ιδίαν βούλησιν αποφάσεις περί των υποθέσεων της Πολιτείας, θα ήτο επιτετραμμένον εις εσάς τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς (ρήτορας) να με κατηγορήτε. [273] Εάν δε όλοι εσείς παρευρίσκεσθε μεν εις όλας τας λαϊκάς συνελεύσεις, πάντοτε δε η πόλις επρότεινεν εις όλους σας γενικώς να συζητήτε ό,τι είναι συμφέρον, και εις όλους σας τότε (τα ψηφίσματά μου) εφαίνοντο ότι είναι άριστα, και προ πάντων εις εσένα (διότι όχι βέβαια από συμπάθειαν προς εμέ μου παραχωρούσες τότε και (αγαθάς) ελπίδας (με την απέναντί μου διαγωγήν σου) και επαίνους και τιμάς, διότι όλα αυτά εταίριαζαν εις τας τότε πράξεις μου, αλλά διότι ενικάσο από την αλήθειαν και διότι δεν είχες να προτείνης τίποτε το καλύτερον), πώς λοιπόν δεν κάμνεις άδικα πράγματα και φοβερά, με το να κατηγορής τώρα αυτά, από τα οποία τότε δεν είχες τίποτε το καλύτερον να προτείνης; [274] Δι' όλους λοιπόν τους ανθρώπους βλέπω εγώ τουλάχιστον πως είναι κανονισμένα και ωρισμένα κατά τούτον τον τρόπον τα ζητήματα ταύτα. Εάν μεν κανείς θεληματικώς αδική, τότε καταφορά και τιμωρία τον περιμένει. Αν δε έσφαλλε χωρίς να το θέλη, τότε αντί της τιμωρίας τού δίδεται συγχώρησις. Δεν διαπράττει δε κανείς αδίκημα, ούτε σφάλλει, όταν αφιερώνων τον εαυτόν του διά να εξυπηρετήση το παρά πάντων νομιζόμενον ως συμφέρον της πόλεως, αποτύχη μαζί με όλους τους πολίτας εις την προσπάθειάν του αυτήν. Συνεπώς δεν είναι δίκαιον να περιπαίζη κανείς αυτόν, αλλά δίκαιον είναι να στενοχωρήται κανείς μαζί με αυτόν. [275] Εάν λοιπόν κανείς ορθώς εξετάζη όλα αυτά, θα φανούν εις αυτόν ότι ταύτα έτσι είναι κανονισμένα όχι μόνον εις την (γραπτήν) νομοθεσίαν, αλλά και ότι απ' αυτήν την φύσιν έχουν προσδιορισθή έτσι και εις τους αγράφους νόμους και εις τας συνηθείας των ανθρώπων. Ο Αισχίνης όμως έχει ξεπεράσει τόσον πολύ όλους τους ανθρώπους εις σκληρότητα και εις συκοφαντικήν μανίαν, ώστε και δι' εκείνα που αυτός τα ανέφερεν ως αποτυχίας (της πόλεως) να κατηγορή εμένα και δι' αυτά.

Μτφρ. Γ.Α. Πλατής. 1974. Δημοσθένους Υπέρ Κτησιφώντος, Περί του Στεφάνου. Πρόλογος, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα.

[270] Επιθυμώ δε, αφίνων τα προσωπικά μου, να σας είπω ολίγα ακόμη περί των δημοσίων πραγμάτων. Λοιπόν, εάν μεν ημπορής, Αισχίνη, να αποδείξης, ότι κάποιος εκ των υπό τούτον τον ήλιον ανθρώπων, έστω Έλλην ή βάρβαρος, έμεινεν αβλαβής, πρότερον από την εξουσίαν του Φιλίππου, και τώρα του Αλεξάνδρου, συμφωνώ μαζί σου, ότι αιτία όλων υπήρξεν η δική μου, είτε τύχην είτε ατυχίαν, θέλεις να την ονομάσης.

[271] Εάν όμως πολλοί από εκείνους που ποτέ έως τώρα, δεν με είδον, ούτε ήκουσαν την φωνήν μου, πολλά και φοβερά έχουν πάθει, όχι μόνον τα άτομα αλλά και πόλεις ολόκληροι, και έθνη, πόσον δικαιότερον και αληθέστερον όλων είναι, ως φαίνεται, να νομίζη κανείς, ότι αιτία τούτων είναι, η κοινή τύχη των ανθρώπων, και κάποια δυσμενής εξέλιξις των πραγμάτων, και τοιαύτη, οποία δεν έπρεπε; [272] Συ λοιπόν, λησμονήσας αυτά, αιτιάσαι εμέ τον πολιτευθέντα εν μέσω αυτών εδώ, αν και ταύτα γνωρίζεις, ότι και αν μη το όλον, μέρος τουλάχιστον των κακολογιών, επιπίπτει εις όλους, και προ πάντων εις σε.

Διότι, εάν μεν εγώ απεφάσιζον περί των πραγμάτων ως μόνος άρχων, θα ήτο δυνατόν, οι άλλοι ρήτορες να με αιτιάσθε. [273] Εάν όμως παρευρίσκεσθε μεν εις όλας τας συνελεύσεις του λαού, η δε πόλις πάντοτε επρότεινε να εξετάζεται από κοινού το συμφέρον της, εις όλους δε τότε εφαίνοντο αυτά άριστα, και προ παντός εις σε, (διότι όχι βέβαια από συμπάθειαν προς εμέ, μου παραχώρεις ελπίδας, δόξαν και τιμάς, αι οποίαι όλαι ήρμοζον εις τας τότε πράξεις μου, αλλά διότι προφανώς, ενικάσο υπό της αληθείας, και διότι δεν είχες να προτείνης τίποτε καλλίτερον), πώς δεν αδικείς, και δεν πράττεις φοβερά, όταν τώρα κατηγορείς ταύτα, καλλίτερα των οποίων δεν ηδύνασο τότε να προτείνης;

[274] Βλέπω προσέτι εγώ τουλάχιστον, ότι τα τοιαύτα έχουν περίπου ούτω ρυθμισθή, και κανονισθή, μεταξύ όλων των άλλων ανθρώπων. Αδικεί τις εκουσίως, οργή και τιμωρία, σφάλλει τις άκων, συγγνώμη εις τούτον αντί τιμωρίας. Κάποιος χωρίς να αδική, χωρίς να σφάλλεται, αφού αφιέρωσε τον εαυτόν του εις εξυπηρέτησιν των παρ'όλων θεωρουμένων ως συμφερόντων, απέτυχεν με όλους μαζί· τον τοιούτον δεν είναι δίκαιον, ούτε να τον ονειδίζη, ούτε να τον υβρίζη αλλά να λυπήται μαζί του.

[275] Όλα αυτά θα φανούν ούτως, όχι μόνον μέσα εις τους γραπτούς νόμους, αλλά και αυτή αύτη η φύσις διά των αγράφων νόμων και των εθίμων των ανθρώπων, καθώρισεν. Ο Αισχίνης λοιπόν, τοσούτον υπερέβαλλεν όλους, κατά την αναισχυντίαν και την συκοφαντίαν, ώστε και εκείνα ακόμη, τα οποία ο ίδιος εμνημόνευσεν ως ατυχήματα, και αυτά τα αποδίδει εις εμέ.