Μτφρ. Γ. Κορδάτος. [1939] χ.χ. Δημοσθένης. Ι, Περί του Στεφάνου. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

[188] Αυτό το ψήφισμα έγινε η αρχή να διαπραγματευθώμεν με τους Θηβαίους και ήτο η πρώτη φιλική επαφή μας με αυτούς, διότι πριν απ' αυτά τα γεγονότα, αι δύο πόλεις εξ αιτίας τούτων αλληλοεχθρεύοντο, αλληλεμισούντο και αλληλοϋπεβλέποντο. Τούτο λοιπόν το ψήφισμα έκανε τον κίνδυνο που τότε την πόλη μας γυρόφερνε να περάση γοργά σα σύννεφο. Ήτο δε καθήκον τούτου εάν ήτο νομιμόφρων πολίτης, αν είχε τίποτε καλύτερον από όσα επρότεινα εγώ, να το ανακοινώση τότε εις όλους και να μη με επικρίνη τώρα. Διότι ο σύμβουλος (της πόλεως) και ο συκοφάντης, χωρίς βεβαίως να μοιάζουν αναμεταξύ των εις τίποτα, διαφέρουν κατά τούτο κυρίως ο ένας από τον άλλον: [189] Ο μεν (σύμβουλος) εκφέρει προ των γεγονότων γνώμην και καθίσταται υπεύθυνος απέναντι εκείνων που θα πεισθούν εις αυτόν, και απέναντι της τύχης, των περιστάσεων και παντός που θα θελήση να τον επικρίνη. Ο δε (συκοφάντης) σιωπήσας τότε που έπρεπε να ομιλήση, εάν συμβή κανέν ατύχημα (εις την πόλιν) τότε βρίσκει αφορμήν να χύση το φαρμάκι του. [190] Ήτο λοιπόν, όπως είπα, εκείνη η περίστασις κατάλληλος και διά τον δεικνύοντα ενδιαφέρον υπέρ της πόλεως να δείξη τούτο (με έργα) και διά να ακουσθούν παρ' αυτού (από του βήματος) λόγοι υπέρ των δικαίων της πόλεως. Εγώ τόσον πολύ προχωρώ, ώστε και τώρα ακόμη εάν κανείς έχη να προτείνη τίποτε καλύτερον ή εν γένει αν ισχυρίζεται ότι υπήρχε τότε και κάτι άλλο να εκλέξετε παρά εκείνο που εγώ υπέδειξα, είμαι πρόθυμος να παραδεχθώ ότι ευρίσκομαι εν αδίκω. Διότι εάν και τώρα (μετά τα γεγονότα), είναι δυνατόν να υποπέση εις την αντίληψιν κανενός ό,τι δήποτε το οποίον εάν εγίνετο τότε, θα ωφέλει, ομολογώ, ότι έπρεπε τούτο να μη μου διαφύγη. Εάν δε μήτε τώρα υπάρχη κανείς, ο συμβουλεύων, ούτε και τότε υπήρχε, και μήτε και σήμερον παρουσιάζεται κανείς που να υποδεικνύει τίποτε το σωστότερον, τι έπρεπε λοιπόν να κάμω εγώ τότε ως σύμβουλός σας; Δεν έπρεπε να εκλέξω εκείνα που εφαίνοντο και ήσαν τα κάλλιστα; [191] Αυτό λοιπόν έκαμα κι εγώ, κύριε Αισχίνη, όταν ο κήρυξ ερωτούσε «ποιος θέλει να αγορεύση» και όχι «ποιος θέλει να γκρινιάζη διά τα περασμένα», και ούτε «ποιος θέλει να εγγυηθή διά τα μέλλοντα να συμβούν». Ενώ δε εσύ κατ' εκείνην την περίστασιν εκάθησο εις τας συνελεύσεις του λαού χωρίς να βγάζης τσιμουδιά, εγώ ανήλθον εις το βήμα και ωμίλησα. Επειδή δε τότε δεν είπες την γνώμην σου (και δεν έδωσες εις την πόλιν ουδεμίαν συμβουλήν), μίλα τουλάχιστον τώρα (και πες τι έπρεπε να γίνη εις την κρίσιμον εκείνην περίστασιν). Λέγε ποία συμβουλή που έπρεπε (να δώσω εις την πόλιν) ή ποία ευκαιρία συμφέρουσα παρημελήθη από μένα προς βλάβην της πόλεως; Ποία δε συμμαχία και ποία πολιτική ενέργεια παρημελήθη από μένα εις την οποίαν μου επεβάλλετο να κατευθύνω τούτους εδώ;

[192] Ωστόσο τα περασμένα πάντοτε όλος ο κόσμος τ' αφήνει στην μπάντα και κανείς σε κανένα μέρος δεν προτείνει να γίνη σύσκεψις περί αυτών. Το μέλλον δε ή το παρόν είναι από εκείνα που απαιτούν την γνώμην του συμβούλου. Τότε λοιπόν, καθώς εφαίνετο, μερικά μεν από τα τρομερά επρόκειτο να συμβούν (εις το μέλλον), άλλα όμως απ' αυτά είχον συμβή. Ποία δε υπήρξεν η πολιτική μου διαγωγή και η ιδεολογία μου κατά τας δεινάς εκείνας περιστάσεις που συνέβησαν αυτά, αυτό να εξετάζης και να κρίνης και να μη συκοφαντής τα γενόμενα γενικώς. Διότι το μεν τέλος των πραγμάτων γίνεται όπως ο θεός θέλει, αι δε πολιτικαί αρχαί που ακολουθεί ο σύμβουλος δεικνύουν τους σκοπούς του. [193] Εάν δε ο Φίλιππος ενίκησεν εις την μάχην (της Χαιρωνείας) δεν πρέπει να μου το καταλογίζης αυτό ως έγκλημα ιδικόν μου, διότι από την θέλησιν του θεού εξηρτάτο τούτο και όχι από μένα. Αλλά εάν όλα εκείνα που ήσαν κατορθωτά κατά τους ανθρωπίνους υπολογισμούς, και τα οποία εξέλεξα (ως πολιτικός σύμβουλος) να ενεργήσω ταύτα εάν δεν τα έκαμα με δικαιοσύνην και επιμέλειαν και φιλοπονίαν ανωτέραν των δυνάμεών μου, ή ότι επεχείρησα πράγματα όχι καλά και αντάξια της πόλεως και αναγκαία, αυτά να μου αποδείξης και τότε πλέον να με κατηγορής όσο θέλεις. [194] Εάν δε ο κεραυνός που έπεσεν ήτο ισχυρότερος όχι μόνον από ημάς αλλά και από όλους τους άλλους Έλληνας τι πρέπει να κάμωμεν; Πρέπει λοιπόν να σιωπάς και να μη αιτιάσαι τον σύμβουλον διά τα όσα δυσάρεστα έχουν συμβή, διότι είναι το ίδιον ωσάν κανένας να κατηγορή τον ιδιοκτήτην του καραβιού ως αίτιον του ναυαγίου, διότι αν και ούτος έλαβε τα μέτρα του, και έφτιαξε γερό το καράβι για ν' αντέχη στις φουρτούνες, ωστόσο άμα το βρήκε μεγάλη θαλασσοταραχή του έσπασε τα εξάρτια του ή του τα χάλασε όλα. Τότε όμως και ο ιδιοκτήτης του καραβιού θα μπορούσε (εις τας αιτιάσεις αυτάς με όλον του το δίκαιο) ν' απαντήση: Κύριέ μου, όταν έγινε το ναυάγιο δεν ήμουν εγώ καπετάνιος. Απαράλλακτα όπως θα μπορούσα να πω κι εγώ (εις την προκειμένην περίπτωσιν) ότι δεν ήμουν στρατηγός (εις την μάχην της Χαιρωνείας) και ούτε εξουσίαζα την τύχην αλλ' εκείνη εξουσίαζε τα πάντα.

Μτφρ. Γ.Α. Πλατής. 1974. Δημοσθένους Υπέρ Κτησιφώντος, Περί του Στεφάνου. Πρόλογος, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα.

[188] Αυτή υπήρξεν η απαρχή διά την διευθέτησιν των Θηβαϊκών πραγμάτων, και η διά πρώτην φοράν ύφεσις εις τας σχέσεις, ενώ προ αυτών, αι πόλεις είχον παρασυρθή υπό τούτων, εις έχθρας και μίσος και απιστίαν. Τούτο το ψήφισμα, έκαμε, τον τότε την πόλιν περιβαλόντα κίνδυνον, ωσάν νέφος να παρέλθη. Ήτο λοιπόν τότε καθήκον του καλού πολίτου να υποδείξη εις πάντας, αν είχε καλλίτερον τι τούτων, και όχι να επικρίνη σήμερον.

[189] Διότι, ενώ, ο σύμβουλος και ο συκοφάντης, δεν ομοιάζουν εις κανέν εκ των άλλων, κατά τούτο διαφέρουν πάρα πολύ μεταξύ των, ο μεν βεβαίως εκφέρει γνώμην προ των γεγονότων, και καθιστά εαυτόν υπεύθυνον έναντι εκείνων τους οποίους έπεισε, έναντι της τύχης, των περιστάσεων, έναντι οιουδήποτε· ο δε σιγήσας, όταν έπρεπε να ομιλή, εάν συμβή τι το δυσάρεστον, τούτο κατηγορεί από φθόνον. [190] Εκείναι λοιπόν αι περιστάσεις, όπως είπον, εχρειάζοντο τον πράγματι ενδιαφερόμενον διά την πόλιν άνδρα, και τους ορθούς λόγους. Εγώ δε τοσούτον υπερβάλλω, ώστε, εάν τώρα έχη τις να υποδείξη κάτι καλλίτερον, ή εν γένει, αν ήτο δυνατόν άλλο τι, εκτός εκείνων, τα οποία προετίμησα εγώ, ομολογώ ότι έχω άδικον.

Αν δεν υπάρχη κάτι, το οποίον είδε κανείς τώρα, όπερ αν τότε επράττετο, θα ωφέλει, εγώ παραδέχομαι, ότι τούτο έπρεπε να μη μου διαφύγη. Εάν όμως ούτε υπάρχη, ούτε υπήρχεν, ουδέ θα ηδύνατο κανείς, και σήμερον ακόμη, να είπη κάτι διάφορον, τι έπρεπε να πράξη ο σύμβουλος; Δεν έπρεπε από τα εμφανή και τα εφικτά, να εκλέξη τα άριστα;

[191] Αυτό λοιπόν έπραξα, όταν ο κήρυξ ηρώτα, Αισχίνη, «τις αγορεύειν βούλεται», όχι «τις θέλει να κατηγορήση διά τα παρελθόντα», ούτε «τις θέλει να εγγυηθή διά τα μέλλοντα να συμβούν». Εν ω δε συ, κατ' εκείνην την εποχήν εκάθησο εις τας συνελεύσεις άφωνος, εγώ ανελθών εις το βήμα, ηγόρευον. Επειδή δε ούτε τότε υπέδειξες, υπόδειξε τουλάχιστον τώρα. Λέγε ποία, ή συμβουλή, την οποίαν έπρεπε επί πλέον να διαθέσω, ή ευκαιρία ευνοϊκή διά την πόλιν, παρημελήθη υπ' εμού; Ποία δε συμμαχία, ποία πράξις προς την οποίαν έπρεπε μάλλον να κατευθύνω τούτους εδώ;

[192] Αλλά πράγματι, το μεν παρελθόν πάντοτε απ' όλους παραμερίζεται, και ουδείς περί τούτου ουδαμού προτείνει γνώμην προς συζήτησιν, το μέλλον όμως, ή το παρόν, απαιτεί την γνώμην του συμβούλου. Τότε λοιπόν, ότε εκ των δεινών, άλλα μεν, όπως επιστεύετο, έμελλον να συμβούν, άλλα δε είχον συμβή ήδη, εξέταζε την πολιτικήν μου πρόθεσιν έναντι αυτών, και μη συκοφάντει τα γενόμενα. Διότι η μεν έκβασις όλων των πραγμάτων γίνεται όπως θελήση θεός, η δε πρόθεσις, αυτή καθ' εαυτήν, φανερώνει την σκέψιν του συμβούλου.

[193] Μη καταλογίσης, όχι, ως ιδικόν μου σφάλμα, τούτο, εάν συνέβη να νικήση ο Φίλιππος εις την μάχην, διότι το αποτέλεσμα αυτής εξηρτάτο από τον θεόν, όχι από εμέ. Αλλ' ότι δεν προετίμησα πάντα όσα ήσαν δυνατά κατ' ανθρώπινον υπολογισμόν, και ότι δεν εξετέλεσα ταύτα, και δικαίως και με επιμέλειαν, και με φιλοπονίαν, ανωτέρας των δυνάμεών μου, ή ότι δεν επεχείρησα τα καλά και άξια της πόλεως και τα αναγκαία, αυτά δείξε μου, και τότε πλέον κατηγόρησέ με. [194] Εάν δε η ενσκήψασα καταιγίς, υπήρξεν ισχυροτέρα, όχι μόνον ημών, αλλά και όλων των άλλων Ελλήνων, τι πρέπει να κάμωμεν; Είναι ως να κατηγορή κανείς ως αίτιον του ναυαγίου, τον κύριον του πλοίου, όστις έκαμε τα πάντα διά την σωτηρίαν αυτού, και ο οποίος το εφωδίασε με όλα εκείνα, με τα οποία ενόμιζεν, ότι θα σωθή, επειδή, έπειτα, ένεκα τρικυμίας, εβλάβησαν τα εξαρτήματα ή και κατεστράφησαν ταύτα ολοσχερώς. Αλλά θα ημπορούσε να είπη, δεν εκυβέρνων εγώ το πλοίον, (όπως και εγώ δεν εστρατήγουν), ούτε ήμουν κύριος της τύχης, αλλ' εκείνη κυρία των πάντων.