Μτφρ. Γ. Κορδάτος. [1939] χ.χ. Δημοσθένης. Ι, Περί του Στεφάνου. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

[10] Διά μεν λοιπόν τα αφορώντα τον ιδιωτικόν μου βίον, όσα δηλαδή ούτος υβρίζων με εκακολόγησε, κοιτάξατε πόσον απλά και δίκαια είναι αυτά που λέγω (προς αναίρεσίν των)· εάν μεν με γνωρίζετε τοιούτον οποίον με παρέστησεν ούτος κατηγορών (και με ξέρετε καλά διότι δεν έζησα αλλού πουθενά παρά εδώ, ανάμεσά σας) μη ανεχθήτε ούτε τσιμουδιάν να βγάλω, ούτε και αν ακόμη διηύθυνα τα κοινά κάτι παραπάνω από καλά, αλλά καταδικάσατέ με τώρα αμέσως. Εάν όμως με ξέρετε ότι είμαι πολύ καλύτερος απ' αυτόν και ότι κατάγομαι από γονείς καλυτέρους των ιδικών του, και ότι δεν είμαι κατώτερος κανενός από τους χρηστούς πολίτας, για να μη ειπώ τίποτε άλλο διά τον εαυτόν μου που θα σας ενοχλήση, και εάν γνωρίζετε και νομίζετε πως είμεθα τέτοιοι (χρηστοί) και εγώ και οι συγγενείς μου, τότε εις μεν τον Αισχίνην μήτε διά τας άλλας εναντίον μου κατηγορίας του δίδετε πίστιν (διότι φανερόν είναι ότι ομοίως και τα άλλα όσα είπεν ήσαν πλαστά), εις εμέ δε δείξατε πάλιν την ευμένειαν εκείνην την οποίαν πάντοτε επί άλλων πολλών δικαστικών αγώνων, γενομένων κατά το παρελθόν, εδείξατε.

[11] Αλλά με το να είσαι, κύριε Αισχίνη, δόλιος, σου πέρασεν η εντελώς βλακώδης ιδέα, ότι εγώ θ' αφήσω τους λόγους τους αφορώντας τας υπηρεσίας και τας πράξεις μου τας σχετιζομένας με την δημοσίαν μου ζωήν και θα καταπιασθώ με τας εναντίον μου κακολογίας σου. Όχι, δεν θα κάμω ένα τέτοιο πράγμα, διότι δεν είμαι τόσον μωρός. Αλλά πρώτα θα εξετάσω τα σχετικά με την δημοσίαν μου ζωήν, εκείνα τα οποία συ ψευδώς ανέφερες εναντίον μου και με διέβαλες, και ύστερον θα κάμω λόγον διά τας λοιδορίας σου με τας οποίας με το σωρό με εφόρτωσες, εάν εννοείται έχουν την διάθεσιν οι κύριοι δικασταί να με ακούσουν.

Μτφρ. Γ.Α. Πλατής. 1974. Δημοσθένους Υπέρ Κτησιφώντος, Περί του Στεφάνου. Πρόλογος, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα.

[10] Περί μεν λοιπόν του ιδιωτικού μου βίου εις όσας ύβρεις, δυσφημών με, είπεν, ιδέτε πόσον απλά και λογικά λέγω. Εάν μεν με γνωρίζητε, οποίον αυτός με εκατηγόρησε (διότι δεν έζησα πουθενά αλλού, παρά μεταξύ σας), μη ανεχθήτε, ούτε λέξιν να προφέρω, ούτε, εάν επολιτεύθην άριστα όλας τας κοινάς υποθέσεις, αλλ' εγερθέντες, καταδικάστε με τώρα δα αμέσως. Εάν όμως εμέ, θεωρείτε και γνωρίζετε πολύ καλύτερον τούτου, και καλυτέρας καταγωγής, και μηδενός εκ των ευυπολήπτων πολιτών κατώτερον και εμέ και τους ιδικούς μου, ίνα μη είπω τίποτε το εξοργιστικόν, αυτόν μεν μη τον πιστεύετε, ούτε διά τα άλλα, (διότι είναι φανερόν ότι όλα τα εμηχανεύθη καθ' όμοιον τρόπον), εις εμέ δε να παράσχητε και τώρα, εκείνην την εύνοιαν, την οποίαν μου έχετε πάντοτε επιδείξει εις πολλάς προηγουμένας δίκας.

[11] Ενώ όμως, Αισχίνη, είσαι παμπόνηρος, τούτο το παντελώς ανόητον εσκέφθης, ότι εγώ, αποφεύγων να ομιλήσω περί της πολιτικής μου δράσεως, θα στραφώ προς τας λοιδωρίας σου. Αυτό ασφαλώς δεν θα το κάμω· δεν είμαι τόσον μωρός. Αλλά θα εξετάσω μεν όσα ψευδή έλεγες διά τας πολιτικάς μου πράξεις, και με διέβαλλες, όσον δε αφορά αυτήν την σωρείαν των ύβρεων και ονειδισμών, την οποίαν τόσον ασυστόλως εξεστόμισες, αυτήν βραδύτερον θα μνημονεύσω, εάν ούτοι οι δικασταί εδώ επιθυμούν.