Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος. 1960. Δημοσθένους Λόγοι. Περί των Συμμοριών, Υπέρ Μεγαλοπολιτών, Υπέρ της Ροδίων ελευθερίας, Περί συντάξεως. Αρχαίον κείμενον, εισαγωγή, μετάφρασις, σημειώσεις. Αθήνα: Πάπυρος.

[12] Ήδη δε, άνδρες Αθηναίοι, είπε κάποιος όχι από σας εδώ τους πολλούς, αλλ' από εκείνους που κοντεύουν να σκάσουν από τας φωνάς, εάν γίνουν ταύτα, «τι δε αγαθόν έχει προέλθει από τους λόγους του Δημοσθένους; Αφού παρουσιάσθη ενώπιόν σας, όταν του εφάνη καλόν, σας εγέμισε τα αυτιά με λόγους, κατηγόρησε την παρούσαν κατάστασιν, επήνεσε τους προγόνους και αφού σας ανεπτέρωσε το φρόνημα με κενάς ελπίδας και σας έκαμε ματαιόφρονας, κατέβη από το βήμα». [13] Εγώ δε, εάν μεν ήθελον δυνηθή να σας πείσω να παραδεχθήτε κάτι από όσα σας προτείνω, νομίζω ότι τόσον μεγάλα αγαθά ήθελον κάμει προς την πόλιν, ώστε, εάν τώρα ήθελον επιχειρήσει να αναπτύξω αυτά, πολλοί δεν ήθελον πιστεύσει, νομίζοντες αυτά αδύνατα ή μεγαλύτερα από ό,τι είναι· αλλ' όμως νομίζω, ότι ουδέ τούτο ολίγον ωφελεί, εάν δηλαδή σας συνηθίζω να ακούετε τα άριστα. Διότι πρέπει, άνδρες Αθηναίοι, όποιος θέλει να κάμη κάτι καλόν εις την πόλιν, πρώτα τα ώτα σας να θεραπεύση, διότι έχουν διαφθαρή· ούτω πολλά και ψευδή και όλα τα άλλα μάλλον παρά τα άριστα έχετε συνηθίσει να ακούετε. [14] Παραδείγματος χάριν ―παρακαλώ δε να μη θορυβήση κανείς πριν τα είπω όλα― ήνοιξαν τώρα βέβαια τελευταία τον οπισθόδομον. Λοιπόν όλοι οι ανερχόμενοι εις το βήμα έλεγον, ότι το δημοκρατικόν πολίτευμα έχει καταλυθή, ότι δεν υπάρχουν πλέον νόμοι. Και όμως, άνδρες Αθηναίοι ―και προσέξατε, αν λέγω αληθή―, όσοι μεν τοιαύτα έπραττον, έπραττον άξια θανάτου, το δημοκρατικόν όμως πολίτευμα με τα τοιαύτα δεν καταλύεται. Πάλιν κάποιος αφήρεσε κώπας από τον ναύσταθμον· όλοι εφώναζαν «να μαστιγωθή, να στρεβλωθή», λέγοντες ότι το δημοκρατικόν πολίτευμα καταλύεται. Εγώ δε τι λέγω; Όποιος αφαιρεί ταύτα πράττει άξια θανάτου, όπως λέγουν και εκείνοι, το δημοκρατικόν όμως πολίτευμα λέγω, ότι από τα τοιαύτα δεν καταλύεται. [15] Αλλά πώς καταλύεται; Κανείς δεν λέγει ουδέ τολμά με θάρρος να είπη ενώπιόν σας. Εγώ όμως θα είπω· το δημοκρατικόν πολίτευμα καταλύεται, όταν σεις, άνδρες Αθηναίοι, δεν έχετε καλάς κατευθύνσεις, όταν το πλείστον μέρος είναι κακώς εφωδιασμένον, κακώς ωπλισμένον, χωρίς οργάνωσιν, δεν διαπνέεσθε από τα ίδια συναισθήματα και ούτε στρατηγοί, ούτε κανείς άλλος φροντίζει δι' όσα ηθέλετε αποφασίσει, και ταύτα κανείς δεν θέλει να λέγη, ούτε να τα διορθώνη, ούτε να ενεργή πώς θα παύσουν αυτά να είναι τοιαύτα, πράγμα το οποίον τώρα πάντοτε συμβαίνει. [16] Και μα τον Δία, άνδρες Αθηναίοι, υπάρχουν άλλοι λόγοι, οι οποίοι σας έχουν πλημμυρήσει, οι οποίοι είναι ψευδείς και βλάπτουν πολύ την πολιτείαν, παραδείγματος χάριν «από τα δικαστήρια εξαρτάται η σωτηρία σας» και «πρέπει με την ψήφον σας να διαφυλάσσετε την πολιτείαν». Εγώ δε γνωρίζω, ότι ταύτα μεν τα δικαστήρια σας εξασφαλίζουν το δίκαιον εις τας ιδιωτικάς σας σχέσεις, αλλά διά των όπλων πρέπει να είναι κανείς κύριος των εχθρών και από αυτά εξαρτάται η σωτηρία της πόλεως. [17] Διότι δεν θα δώση την νίκην εις τον στρατόν το ψήφισμα της εκκλησίας του δήμου, αλλ' οι νικώντες με τα όπλα τους εχθρούς και εξουσίαν θα σας δώσουν να αποφασίζετε και να κάμνετε ό,τι θέλετε και ασφάλειαν θα σας εξασφαλίσουν· διότι πρέπει ένοπλοι μεν να είμεθα φοβεροί, εις τα δικαστήρια δε φιλάνθρωποι.

Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος & Ν.Γ. Κασιμάκος. [1939] χ.χ. Δημοσθένης. Λόγοι. V, Περί συντάξεως, Περί των συμμοριών, Περί της των Ροδίων Ελευθερίας, Υπέρ Μεγαλοπολιτών, Περί της ατελείας προς Λεπτίνην. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

[12] Ήδη δε είπεν, ω άνδρες Αθηναίοι, κάποιος όχι από σας εδώ τους πολλούς, αλλ' από εκείνους, οι οποίοι σχίζονται από τας φωνάς, εάν γίνουν ταύτα, «τι δε αγαθόν έχει προέλθει από τους λόγους του Δημοσθένους; Αφού παρουσιάσθη ενώπιόν σας, όταν του εφάνη καλόν, σας εγέμισε τα ώτα με λόγους, κατηγόρησε την παρούσαν κατάστασιν των πραγμάτων, τους προγόνους επήνεσε, και αφού σας ανεπτέρωσε το φρόνημα με κενάς ελπίδας και σας έκαμε ματαιόφρονας, κατέβη από το βήμα».

[13] Εγώ δε εάν μεν ήθελον δυνηθή να σας πείσω να παραδεχθήτε κάτι από όσα προτείνω, νομίζω, ότι τόσον μεγάλα αγαθά ήθελον κάμει προς την πόλιν, ώστε, εάν τώρα ήθελον επιχειρήσει να αναπτύξω αυτά, πολλοί δεν ήθελον πιστεύσει νομίζοντες αυτά αδύνατα ή μεγαλύτερα από ό,τι είναι· αλλ' όμως νομίζω, ότι ουδέ τούτο ολίγον ωφελεί, εάν δηλαδή σας συνηθίζω να ακούετε τα άριστα. Διότι πρέπει, ω άνδρες Αθηναίοι, όποιος θέλει να κάμη κάτι καλόν εις την πόλιν πρώτα τα ώτα σας να θεραπεύση, διότι έχουν διαφθαρή· ούτω πολλά και ψευδή και όλα τα άλλα μάλλον παρά τα άριστα έχετε συνηθίσει να ακούετε.

[14] Παραδείγματος χάριν ―παρακαλώ δε να μη θορυβήση κανείς, πριν είπω όλα― ήνοιξαν τώρα τελευταία βέβαια τον οπισθόδομον. Λοιπόν όλοι οι ανερχόμενοι εις το βήμα έλεγον «ότι το δημοκρατικόν πολίτευμα έχει καταλυθή», «ότι δεν υπάρχουν πλέον νόμοι». Και όμως, ω άνδρες Αθηναίοι ―και προσέξατε αν λέγω αληθή―, όσοι μεν τοιαύτα έπραττον, έπραττον άξια θανάτου, το δε δημοκρατικόν πολίτευμα με τα τοιαύτα δεν καταλύεται. Πάλιν κάποιος αφήρεσε κώπας από τον ναύσταθμον· όλοι εφώναζον «να μαστιγωθή, να στρεβλωθή», λέγοντες, ότι το δημοκρατικόν πολίτευμα καταλύεται. Εγώ δε τι λέγω; Όποιος αφαιρεί ταύτα πράττει άξια θανάτου, όπως λέγουν και εκείνοι, το δημοκρατικόν όμως πολίτευμα λέγω, ότι από τα τοιαύτα δεν καταλύεται.

[15] Αλλά πώς καταλύεται; Κανείς δεν λέγει ουδέ τολμά με θάρρος να είπη ενώπιόν σας. Εγώ δε θα είπω· το δημοκρατικόν πολίτευμα καταλύεται, όταν σεις, ω άνδρες Αθηναίοι, είσθε κακώς παιδευμένοι, πολλοί και άποροι και άοπλοι και ανοργάνωτοι, δεν διαπνέεσθε από τα ίδια συναισθήματα και μήτε στρατηγός μήτε κανείς άλλος δεν φροντίζη δι' όσα ηθέλετε αποφασίσει, και ταύτα κανείς δεν θέλει να λέγη ούτε τα διορθώνη, ούτε ενεργή πώς θα παύσουν αυτά να είναι τοιαύτα, πράγμα το οποίον τώρα πάντοτε συμβαίνει.

[16] Και μα τον Δία, ω άνδρες Αθηναίοι, υπάρχουν άλλοι λόγοι, οι οποίοι σας έχουν πλημμυρήσει, οι οποίοι είναι ψευδείς και βλάπτουν πολύ την πολιτείαν, παραδείγματος χάριν «από τα δικαστήρια εξαρτάται η σωτηρία σας» και «πρέπει με την ψήφον σας να διαφυλάσσετε την πολιτείαν». Εγώ δε γνωρίζω, ότι ταύτα μεν τα δικαστήρια σας εξασφαλίζουν το δίκαιον εις τας ιδιωτικάς σας σχέσεις, αλλά διά των όπλων πρέπει να είναι κανείς κύριος των εχθρών και από αυτά εξαρτάται η σωτηρία της πόλεως.

[17] Διότι δεν θα δώση την νίκην εις τον στρατόν το ψήφισμα της εκκλησίας του δήμου, αλλ' οι νικώντες με τα όπλα τους εχθρούς και εξουσίαν θα σας δώσουν να αποφασίζετε και να κάμνετε ό,τι θέλετε και ασφάλειαν θα σας εξασφαλίσουν· διότι πρέπει ένοπλοι μεν να είμεθα φοβεροί, εις τα δικαστήρια δε φιλάνθρωποι.