Μτφρ. Σ. Τζουμελέας. [1939] χ.χ. Λυσίας. Λόγοι. Μετάφραση, σχόλια. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.

Ενθυμηθήτε λοιπόν, κύριοι δικασταί, ποίοι είμεθα ως πολίται ημείς και ποίοι είναι οι συγγενείς ημών που αδικούμενοι σας παρακαλούμεν να μας ευσπλαγχνισθήτε και να μας αποδώσετε το δίκαιον· διότι δεν αγωνιζόμεθα μόνον περί της περιουσίας μας, αλλά και περί των πολιτικών μας δικαιωμάτων, εάν δηλαδή πρέπει να απολαύωμεν ημείς των πολιτικών μας δικαιωμάτων υπό δημοκρατικόν καθεστώς. Πρώτον μεν λοιπόν ενθυμηθήτε τον θείον μας Νικίαν. Εκείνος δηλαδή οσάκις μεν με την θέλησίν του έπραξε κάτι υπέρ του λαού σας, πάντοτε θα φανή ότι εις μεν την πόλιν έγινεν αίτιος πολλών και καλών, εις δε τους εχθρούς πολλών και μεγάλων κακών· όσα δε ουχί με την θέλησίν του, αλλ' άκων ηναγκάσθη να πράξη, των μεν κακών κατά μέγιστον μέρος αυτός μετέσχε, την δε αιτίαν της συμφοράς δικαίως θα είχον οι πείσαντες υμάς. Διότι την αφοσίωσίν του προς σας και τας αρετάς του ως πολίτης επέδειξε κατά τας ιδικάς σας ευτυχίας και κατά τας δυστυχίας των εχθρών· διότι ως στρατηγός πολλάς μεν πόλεις εκυρίευσε, πολλά δε και λαμπρά τρόπαια έστησε κατά των εχθρών, των οποίων η εξιστόρησις θα ήτο μακρά. Ο Ευκράτης δε, ο οποίος ήτο αδελφός μεν εκείνου, πατήρ δε ιδικός μου, μετά την τελευταίαν ναυμαχίαν έκαμε φανεράν την εύνοιάν του προς το δημοκρατικόν σας πολίτευμα· διότι, ότε είχετε νικηθή κατά την ναυμαχίαν και εξελέγη από σας στρατηγός και παρεκινείτο υπό των εχθρών της δημοκρατίας να μετάσχη της ολιγαρχίας δεν ηθέλησε να πεισθή εις αυτούς· ευρίσκετο εν τούτοις εις τοιαύτην περίστασιν κατά την οποίαν το πλείστον των ανθρώπων και μεταβάλλονται προσαρμοζόμενοι εις τας παρούσας περιστάσεις και υποχωρούν εις την τύχην· η δημοκρατία εταλαντεύετο, δεν απεκλείετο ούτος της διακυβερνήσεως της πόλεως, ούτε υπήρχεν ατομική αυτού έχθρα προς τους μέλλοντας να διοικήσουν την πόλιν· εν τούτοις, καίτοι ήτο εις την εξουσίαν του και να μετάσχη της αρχής των τριάκοντα και να αποκτήση μεγάλην δύναμιν, επροτίμησεν μάλλον φροντίζων διά την σωτηρίαν σας να χαθή παρά να ζήση και να ιδή τα τείχη κρημνιζόμενα και τα πλοία παραδιδόμενα εις τους εχθρούς και τον λαόν σας υποδουλωμένον. Ολίγον χρόνον μετά ταύτα ο Νικήρατος, ο εξάδελφός μου και υιός του Νικίου, αφωσιωμένος εις το δημοκρατικόν πολίτευμα, συνελήφθη υπό των τριάκοντα και εφονεύθη, καίτοι ούτε ένεκα της καταγωγής του, ούτε ένεκα της περιουσίας του, ούτε ένεκα της ηλικίας του εφαίνετο ότι ήτο ανάξιος να μετάσχη της διοικήσεως της πόλεως· αλλά τοιαύτη ενομίζετο η αφοσίωσίς του προς το δημοκρατικόν πολίτευμα και εξ αιτίας των προγόνων του και αυτού του ιδίου, ώστε ποτέ δεν θα εγίνετο οπαδός άλλου πολιτικού καθεστώτος. Εγνώριζον καλώς οι τριάκοντα ότι αυτός και οι συγγενείς του είχον λάβει πολλάς τιμάς εκ μέρους της πόλεως και εις πολλά μεν μέρη είχον κινδυνεύσει διά σας, μεγάλας δε εισφοράς είχον εισφέρει και εκτελέσει λαμπράς λειτουργίας και ποτέ δεν είχον αποφύγει κανένα από τα άλλα βάρη, που τους είχεν αναθέσει η πόλις, αλλά προθύμως είχον εκτελέσει τας υποχρεώσεις των. Και όμως ποίοι θα ήσαν δυστυχέστεροι από ημάς, εάν επί μεν της ολιγαρχίας κατεδικαζόμεθα εις θάνατον ως αφωσιωμένοι εις την δημοκρατίαν, υπό δε το δημοκρατικόν καθεστώς ηθέλομεν στερηθή της περιουσίας μας υπό το πρόσχημα της έχθρας προς τον λαόν;

Και ο Διόγνητος, κύριοι δικασταί, διαβληθείς υπό των συκοφαντών το 'σκασε και έφυγε· απετέλει δε μέλος του μικρού αριθμού των εξορίστων, οι οποίοι δεν εξεστράτευσαν κατά της πατρίδος των, ούτε κατέφυγον εις την Δεκέλειαν· κανενός δε κακού αίτιος, ούτε εξόριστος ούτε επανελθών, δεν έγινεν εις τον λαόν σας, αλλ' εις τοιούτον είδος πατριωτισμού έφθασεν ώστε μάλλον ωργίζετο εναντίον εκείνων που διέπραξαν αμαρτήματα προς σας από όσην ευγνωμοσύνην εχρεώστει εις εκείνους που έγιναν αιτία να επανέλθη εις την πατρίδα. Και αξίωμα μεν δεν έλαβε κανέν εις το ολιγαρχικόν καθεστώς· μόλις δε εγκατεστάθησαν εις την Ακαδημείαν οι Λακεδαιμόνιοι και ο Παυσανίας λαβών μεθ' εαυτού τον υιόν του Νικηράτου και ημάς που είμεθα ακόμη παιδιά, εκείνον μεν έρριψεν εις τα γόνατα του Παυσανίου, ημάς δε αφού ετοποθέτησε πλησίον του, έλεγε προς εκείνον και τους άλλους παρόντας όλα όσα είχομεν πάθει και πόσαι συμφοραί μας είχον καταλάβει και παρεκάλει τον Παυσανίαν να μας βοηθήση και χάριν της φιλίας και της ξενίας που μας ήνωνε και να τιμωρήση εκείνους που μας είχον αδικήσει. Ένεκα τούτου ο Παυσανίας ήρχισε να διάκειται ευνοϊκώς προς τον λαόν, χρησιμοποιών ως παράδειγμα προς τους άλλους Λακεδαιμονίους τας εκ της τυραννίας των τριάκοντα συμφοράς μας· διότι έγινε φανερόν εις όλους τους Λακεδαιμονίους που ήλθον εκεί, ότι (οι τριάκοντα) δεν εφόνευον τους περισσότερον εγκληματίας εκ των πολιτών, αλλ' εκείνους που έπρεπε κατ' εξοχήν να τιμώνται και διά την καταγωγήν των και διά τον πλούτον των και διά την άλλην αξίαν των.

Αι δυστυχίαι μας επροκάλεσαν τόσην ευσπλαγχνίαν και τοιαύτην οργήν, ώστε ο Παυσανίας ηρνήθη να δεχθή τα δώρα της ξενίας των τριάκοντα και εδέχθη τα ιδικά μας. Και όμως είναι εκπληκτικόν, κύριοι δικασταί, ημάς μεν που ήμεθα ακόμη παιδιά να μας ευσπλαγνισθούν οι εχθροί που ήλθον να υποστηρίξουν την ολιγαρχίαν, από σας δε, κύριοι δικασταί, ημείς, των οποίων οι πατέρες απέθανον υπέρ της δημοκρατίας, να στερηθώμεν της περιουσίας μας.

Καλώς δε γνωρίζω, κύριοι δικασταί, ότι ο Πολίοχος θα απέδιδε μεγάλην σημασίαν εις το να νικήση εις τον δικαστικόν τούτον αγώνα, διότι νομίζει ότι θα ήτο καλή διά τον εαυτόν του επίδειξις και προς τους πολίτας και τους ξένους, ότι έχει τόσην μεγάλην δύναμιν εις τας Αθήνας, ώστε να σας κάμη να αποφασίσετε διά της ψήφου σας τα εναντία προς τους εαυτούς σας και τους όρκους σας. Διότι όλοι θα μάθουν, ότι τότε μεν κατεδικάσατε αυτόν εις πρόστιμον χιλίων δραχμών, επειδή προέτεινε να δημευθούν τα κτήματά μας, και ότι σήμερον επέτυχε την δήμευσιν την οποίαν ζητεί, και εις τας δύο δε ταύτας περιπτώσεις, εις τας οποίας ο ίδιος άνθρωπος κατηγορήθη διά παράνομον υποβολήν προτάσεως, οι Αθηναίοι εξέδωκαν αντιφατικάς αποφάσεις. Δεν είναι προσβλητικόν εάν τας μεν συμφωνίας που εκάμετε με τους Λακεδαιμονίους επικυρώσετε, όσα δε εψηφίσατε διά τους εαυτούς σας τόσον ευκόλως παραβήτε, και τας μεν συμφωνίας που εκάμετε με τους εχθρούς θεωρήσετε εγκύρους, τας δε αναμεταξύ σας ακύρους, και εναντίον των άλλων μεν Ελλήνων οργίζεσθε, αν κανείς από σας περιποιείται πολύ τους Λακεδαιμονίους, σεις δε οι ίδιοι θα φανήτε ότι φροντίζετε πολύ περισσότερον διά τας υποχρεώσεις, προς εκείνους παρά διά τας υποχρεώσεις αναμεταξύ σας; Προ πάντων δε πρέπει να αγανακτήση κανείς, διότι οι διευθύνοντες τας υποθέσεις της πόλεως έχουν τοιαύτας διαθέσεις ώστε οι ρήτορες δεν προτείνουν ό,τι είναι συμφέρον εις την πόλιν, αλλά σεις αποφασίζετε εκείνα από τα οποία αυτοί πρόκειται να έχουν ωφέλειαν.

Και αν μεν συνέφερεν εις την δημοκρατίαν οι μεν να έχουν την περιουσίαν των, άλλων δε αδίκως να δημευθή η περιουσία, ευλόγως δεν θα εδίδετε σημασίαν εις τους λόγους μας· αλλά όλοι τώρα ηθέλετε ομολογήσει, ότι το μεγαλύτερον αγαθόν διά μίαν πόλιν είναι η ομόνοια, και η διχόνοια είναι η αιτία όλων των κακών, και ότι αύτη προέρχεται εκ τούτου ότι οι μεν επιθυμούν εκείνα που δεν τους ανήκουν και οι άλλοι στερούνται της περιουσίας των. Και την γνώμην ταύτην σεις εσχηματίσατε προ ολίγου επανελθόντες εις την πατρίδα, ορθώς σκεπτόμενοι· διότι είχετε προσφάτους εις την μνήμην σας τας συμφοράς που επάθετε και ηύχεσθε εις τους θεούς να αποκαταστήσουν την ομόνοιαν μεταξύ των πολιτών παρά αφού τραπήτε εις την τιμωρίαν των δρασάντων κατά το παρελθόν να φέρετε την πόλιν εις αναστάτωσιν και οι ρήτορες ταχέως να πλουτήσουν. Και όμως θα ήσθε άξιοι μεγαλυτέρας συγγνώμης να μνησικακήτε τότε προ ολίγου επανελθόντες εις την πατρίδα παρά έπειτα από τόσον χρόνον να ασχοληθήτε με την τιμωρίαν των δρασάντων κατά το παρελθόν, πεισθέντες υπό των τοιούτων, οι οποίοι παραμείναντες εις την πόλιν ταύτην νομίζουν ότι ταύτην θα παράσχουν απόδειξιν της ευνοίας των προς σας, εάν δηλαδή κακοποιούν τους άλλους αντί να δεικνύουν τους εαυτούς των καλούς πολίτας και οι οποίοι τώρα επωφελούνται της ευτυχίας της πόλεως χωρίς προηγουμένως να μετάσχουν των κινδύνων σας.

Και εάν μεν εβλέπετε, κύριοι δικασταί, σωζόμενα προς το συμφέρον της πόλεως τα υπό τούτων δημευόμενα, δεν θα ωργιζώμεθα· τώρα δε γνωρίζετε καλώς ότι άλλα μεν εκ των δημευομένων εξαφανίζονται υπό τούτων, άλλα δε μεγάλης αξίας πωλούνται εις μικράν τιμήν. Εάν δε πεισθήτε εις εμέ, δεν θα ωφεληθήτε από αυτά ολιγώτερον από ότι ωφελούμεθα ημείς που τα έχομεν. Διότι και τώρα ο Διόμνηστος και εγώ και ο αδελφός μου αποτελούντες μίαν οικογένειαν γινόμεθα τριήραρχοι και όταν η πόλις έχη ανάγκην χρημάτων, συνεισφέρομεν εις την πόλιν από την κοινήν περιουσίαν μας. Επειδή λοιπόν ημείς έχομεν τας διαθέσεις ταύτας και οι πρόγονοί μας εδείχθησαν τοιούτοι, παρακαλούμεν να μας λυπηθήτε. Διότι, αν δημεύσετε την περιουσίαν μας, τίποτε δεν εμποδίζει, ώστε να είμεθα δυστυχέστατοι, αφού επί μεν των τριάκοντα τυράννων εμείναμεν ορφανοί, επί δε της δημοκρατίας θα έχωμεν στερηθή της περιουσίας μας ημείς, εις τους οποίους η τύχη επεφύλαξεν, ενώ είμεθα ακόμη παιδιά, να μεταβώμεν εις την σκηνήν του Παυσανίου διά να βοηθήσωμεν τον λαόν. Και ενώ ημείς εδείχθημεν τοιούτοι, προς ποίους δικαστάς θα ηθέλομεν να καταφύγωμεν (αν μας εδίδετο το δικαίωμα της εκλογής); Ουχί εις εκείνους που ζουν ως πολίται εις την πολιτείαν, υπέρ της οποίας ο πατήρ και οι συγγενείς μας απέθανον; Τώρα λοιπόν αυτήν την χάριν ζητούμεν από σας αντί πάσης ευγνωμοσύνης, να μη μας αφήσετε να βυθισθώμεν εις την δυστυχίαν και να στερηθώμεν των αναγκαίων διά την ζωήν μας, ούτε να καταλύσετε την ευδαιμονίαν των προγόνων, αλλά πολύ μάλλον να δώσετε παράδειγμα εις τους θέλοντας να ωφελούν την πόλιν ποίους θα σας εύρουν κατά τους δικαστικούς αγώνας.

Δεν έχω, κύριοι δικασταί, ποίους να παρουσιάσω εδώ εις το βήμα διά να σας παρακαλέσουν υπέρ ημών· διότι εκ μεν των συγγενών άλλοι μεν αναδειχθέντες γενναίοι άνδρες και μεγάλην ποιήσαντες την πόλιν απέθανον εις τον πόλεμον, άλλοι δε προς υπεράσπισην της δημοκρατίας και της ελευθερίας σας έπιον το κώνειον κατά διαταγήν των τριάκοντα. Ώστε, αν τώρα είμεθα χωρίς υποστήριξιν, αιτία τούτου είναι αι αρεταί των συγγενών και αι συμφοραί της πόλεως. Ταύτα σεις έχοντες υπ' όψιν είναι δίκαιον προθύμως να μας βοηθήσετε, νομίζοντες ότι ούτοι δικαίως εν τη δημοκρατία ευεργετούνται από σας όσοι εν τη ολιγαρχία εβάσταξαν το αναλογούν εις αυτούς μέρος των συμφορών. Παρακαλώ δε και σας εδώ τους συνδίκους να δείξετε την εύνοιάν σας προς ημάς, αφού ενθυμηθήτε τον χρόνον εκείνον, ότε εκδιωχθέντες εκ της πατρίδος εχάσατε την περιουσίαν σας και ενομίζετε οτι ήσαν άριστοι άνδρες εκείνοι που απέθνησκον διά σας και ηύχεσθε εις τους θεούς να δυνηθήτε να δείξετε την ευγνωμοσύνην σας εις τους απογόνους εκείνων. Ημείς λοιπόν που είμεθα υιοί και συγγενείς εκείνων που έχουν κινδυνεύσει υπέρ της πατρίδος, ζητούμεν από σας τώρα αυτήν την χάριν και σας παρακαλούμεν να μη μας καταστρέψετε αδίκως, αλλά πολύ μάλλον να βοηθήσετε εκείνους, οι οποίοι μετέσχον των συμφορών σας. Εγώ λοιπόν ζητώ και σας παρακαλώ και ικετεύω να εύρω το δίκαιον εκ μέρους σας· διότι εις την δίκην ταύτην δεν κινδυνεύομεν διά μικρά, αλλά δι' όλην μας την περιουσίαν.

Μτφρ. Γ.Α. Ράπτης. 2002. Λυσίας. Ι, Υπερασπιστικοί Λόγοι. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια. Πρόλογος Χ. Τσολάκης. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.

Σκεφτείτε λοιπόν, άνδρες δικαστές, τι είδους όντας πολίτες και ποιους έχοντας συγγενείς αξιώνουμε, επειδή αδικούμαστε, να μας ευσπλαχνιστείτε και να πετύχουμε τα δίκαια. Γιατί, δεν αγωνιζόμαστε (εδώ) μόνο για την περιουσία μας αλλά και για τα πολιτικά μας δικαιώματα, αν δηλαδή έχουμε δικαίωμα να συμμετέχουμε στην πολιτική ζωή της πόλης με το δημοκρατικό της πολίτευμα. Αρχικά, λοιπόν, θυμηθείτε το θείο μας Νικία. Εκείνος, σχετικά με όσα έπραξε εκούσια για χάρη της δημοκρατίας, παντού θα φανεί ότι έχει γίνει αίτιος πολλών αγαθών στην πόλη κι ότι προξένησε στους εχθρούς πολλά και μέγιστα κακά. Όσα, όμως, υποχρεώθηκε να κάνει όχι εκούσια αλλά ακούσια, στα άσχημα ο ίδιος δε συμμετείχε καθόλου, ενώ την ευθύνη για τη συμφορά δίκαια θα την είχαν αυτοί που σας έπεισαν, γιατί τη συμπάθειά του σε σας και τη δική του αρετή την έδειξε στη δική σας ευτυχία και στη δυστυχία των εχθρών. Γιατί, όταν ήταν στρατηγός, κυρίευσε πολλές πόλεις και έστησε πολλά και ωραία τρόπαια νίκης εναντίον των εχθρών, που θα ήταν πολύ δύσκολο να τα απαριθμήσω ένα ένα χωριστά.

Ο Ευκράτης λοιπόν, που ήταν αδελφός εκείνου και πατέρας μου, μετά τη λήξη της τελευταίας ναυμαχίας έδειξε ολοφάνερα τη συμπάθειά του προς το δημοκρατικό σας πολίτευμα. Γιατί, ενώ είχε νικηθεί ο στόλος (μας) στη ναυμαχία και ενώ είχε εκλεγεί από σας στρατηγός και ενώ τον παρακαλούσαν να μετάσχει στο ολιγαρχικό καθεστώς αυτοί που βίαζαν τη δημοκρατία, αρνήθηκε να πεισθεί σ' αυτούς κάτω από τέτοιες συγκυρίες, κατά τις οποίες οι άνθρωποι προσαρμόζονται στις περιστάσεις και υποχωρούν στις συντυχίες, ενώ ο λαός δυστυχεί, ….. και χωρίς να υπάρχει προσωπική έχθρα εναντίον αυτών που επρόκειτο να κυβερνήσουν αλλά, αν και μπορούσε να είναι ένας από τους τριάντα (τυράννους) και να έχει πολιτική δύναμη λιγότερη από κανέναν, προτίμησε να πεθάνει για χάρη της δικής σας σωτηρίας παρά, ζώντας, να δει να γκρεμίζονται τα τείχη, τα πλοία να παραδίδονται στους εχθρούς και ο δημοκρατικός λαός να υποδουλώνεται.

Όχι μετά από πολύ καιρό ο Νικήρατος, εξάδελφός μου και γιος του Νικία, φίλα προσκείμενος προς το δημοκρατικό πολίτευμα, αφού συνελήφθη από τους Τριάκοντα, εκτελέστηκε, αν και δεν πιστευόταν ότι ήταν ανάξιος να συμμετέχει στη διακυβέρνηση ούτε για τη γενιά του ούτε για την περιουσία του ούτε για την ηλικία του· αλλά τέτοια ήταν η στάση του προς τη δημοκρατία και λόγω των προγόνων του και λόγω της προσωπικής του πίστης, ώστε ποτέ δε θα μπορούσε να επιθυμήσει άλλο πολίτευμα. Γιατί, γνώριζαν (οι τριάντα τύραννοι) ότι όλοι αυτοί (οι του Νικηράτου) τιμούνταν από την πόλη και ότι είχαν θέσει σε κίνδυνο τη ζωή τους για σας σε πολλές περιπτώσεις και ότι είχαν συνεισφέρει σε πολλούς έκτακτους φόρους και (ότι) είχαν ανταποκριθεί άριστα στις «λειτουργίες» και ότι ποτέ δεν αρνήθηκαν να αναλάβουν την ευθύνη για τίποτε από τα άλλα, που τους ανέθεσε η πόλη, αλλά τα είχαν φέρει σε πέρας όλα με προθυμία. Κι όμως, ποιοι θα ήταν πιο δυστυχισμένοι από μας, αν στην περίοδο της ολιγαρχίας πεθαίναμε λόγω προσήλωσης στη δημοκρατία ενώ στην περίοδο της δημοκρατίας θα στερηθούμε την περιουσία μας, διότι τάχα είμαστε εχθροί του λαού;

Και βέβαια, άνδρες δικαστές, και ο Διόγνητος, αφού κατηγορήθηκε από τους συκοφάντες, έφυγε εξόριστος και με λίγους από τους (άλλους) εξόριστους ούτε εξεστράτευσε εναντίον της πόλης ούτε κατευθύνθηκε στη Δεκέλεια· ούτε έγινε αίτιος κανενός κακού για τη δημοκρατία ούτε όταν εξορίστηκε ούτε όταν επέστρεψε από την εξορία, αλλά ήταν τόσο ενάρετος, ώστε περισσότερο οργιζόταν εναντίον αυτών που έβλαψαν εσάς (που κατέλυσαν τη δημοκρατία) παρά συμπαθούσε αυτούς που έγιναν αίτιοι της επανόδου του από την εξορία.

Στην περίοδο της ολιγαρχίας δεν ανέλαβε κανένα αξίωμα και, όταν γρήγορα ήρθαν στην περιοχή της Ακαδήμειας οι Λακεδαιμόνιοι και ο Παυσανίας, αφού πήρε μαζί του το γιο του Νικηράτου και εμάς, που ήμασταν παιδιά ακόμη, εκείνον τον τοποθέτησε στα γόνατα του Παυσανία και εμάς, αφού μας έβαλε κοντά του, διηγούνταν σε κείνον και στους άλλους που ήταν μαζί του πόσα είχαμε πάθει και ποιες περιπέτειες είχαμε γνωρίσει και παρακαλούσε τον Παυσανία να βοηθήσει και, λόγω της μεταξύ τους φιλίας και φιλοξενίας, να τιμωρήσει αυτούς που μας έβλαψαν. Από τότε ο Παυσανίας άρχισε να συμπαθεί τους δημοκρατικούς, παρουσιάζοντας στους άλλους Λακεδαιμονίους τις συμφορές μας ως παράδειγμα της μοχθηρίας των τριάντα τυράννων. Γιατί, είχε καταστεί φανερό σ' όλους τους Πελοποννησίους που είχαν έρθει (στην Αθήνα) ότι δε σκότωσαν τους πιο φαύλους από τους συμπολίτες μας αλλά κατεξοχήν αυτούς που έπρεπε να τιμούνται και για την καταγωγή τους και για τον πλούτο τους και για την άλλη τους αρετή. Και τόσο μας είχαν λυπηθεί και τόσο φαινόμασταν στα μάτια όλων ότι είχαμε πάθει μεγάλα κακά, ώστε τα δώρα φιλοξενίας από τους τριάντα τυράννους δε θέλησε να τα πάρει ενώ από μας τα δέχτηκε. Και είναι φοβερό, άνδρες δικαστές, από τη μια να έχουν ευσπλαχνιστεί εμάς που ήμασταν παιδιά οι εχθροί, που είχαν έρθει να στηρίξουν την ολιγαρχία, κι απ' την άλλη, άνδρες δικαστές, να στερηθούμε τα υπάρχοντά μας, αν και έτσι συμπεριφερθήκαμε, εμείς που οι πατέρας μας θυσιάστηκανυπέρ της δημοκρατίας.

Γνωρίζω καλά, άνδρες δικαστές, ότι ο Πολίοχος θα το θεωρούσε πολύ μεγάλη νίκη να κερδίσει αυτή εδώ τη δίκη, πιστεύοντας ότι θα του είναι σπουδαία απόδειξη και στους συμπολίτες του και στους ξένους ότι στην Αθήνα έχει τέτοια επιρροή, ώστε να μπορεί να υποχρεώνει εσάς να ψηφίζετε τα αντίθετα με τον εαυτό σας για τα ίδια πρόσωπα, για υποθέσεις που έχετε δώσει όρκους. Γιατί, όλοι θα πληροφορηθούν ότι τότε του επιβλήθηκε πρόστιμο χίλιες δραχμές, επειδή θέλησε να δημεύσει την περιουσία μας ενώ τώρα, απαιτώντας πάλι να δημευθεί, θα έχει πετύχει το σκοπό του, και ότι για τα δυο αυτά ζητήματα οι Αθηναίοι εξέδωσαν αυτοαναιρούμενες αποφάσεις, καθώς το ίδιο πρόσωπο δικάζεται (σήμερα) για τις παράνομες πρωτοβουλίες. Δεν είναι αλλοπρόσαλλο λοιπόν, αν τηρήσετε αυτά για τα οποία συμφωνήσατε με τους Λακεδαιμονίους, παραβιάσετε όμως τόσο επιπόλαια όσα (οι Αθηναίοι) αποφασίσατε για τους εαυτούς σας (για την λειτουργία των θεσμών σας;), αν θεωρήσετε δηλαδή τις συνθήκες με εκείνους έγκυρες και τις μεταξύ σας συμφωνίες άκυρες; Και, εναντίον των άλλων Ελλήνων οργίζεσθε, αν κάποιος (από αυτούς) τιμά τους Λακεδαιμονίους περισσότερο από σας, ενώ εσείς οι ίδιοι θα φανείτε ότι παραμένετε πιστότεροι προς εκείνους παρά προς τους εαυτούς σας; Αξίζει κατεξοχήν να αγανακτεί κανείς, διότι έτσι έχετε καταντήσει λόγω της πολιτικής σας, ώστε οι ρήτορες δεν υποστηρίζουν αυτό που τυχόν θα ήταν ωφελιμότατο για την πόλη αλλά εσείς αποφασίζετε αυτά απ' τα οποία αυτοί οι ίδιοι θα επωφεληθούν. Κι αν στο δημοκρατικό σας λαό συνέφερε άλλοι να λυμαίνονται ξένες περιουσίες κι απ' άλλους να αφαιρούνται άδικα, εύλογα θα παραβλέπατε τα όσα εμείς καταθέτουμε· τώρα, όμως, όλοι σας θα ομολογούσατε ότι η ομόνοια είναι το μεγαλύτερο αγαθό κι η διχόνοια αιτία για όλες τις συμφορές και ότι έρχονται σε ρήξη κατεξοχήν μεταξύ τους από τέτοια, αν δηλαδή άλλοι εποφθαλμιούν ξένα αγαθά κι άλλοι χάνουν (άδικα) τα δικά τους. Κι αυτά εσείς τα αποφασίσατε, αμέσως μόλις επανήλθατε από την εξορία, ύστερα από ώριμη σκέψη· γιατί, είχατε ακόμη νωπές τις μνήμες από τις συμφορές που είχαν προηγηθεί και παρακαλούσατε τους θεούς να ομονοήσει περισσότερο η πόλη παρά να δηλητηριάζεται από διχόνοια, επιδιώκοντας την τιμωρία για όσα άσχημα είχαν επιτελεστεί στο (πρόσφατο) παρελθόν, κάνοντας ταυτόχρονα να πλουτίζουν άμεσα οι επιτήδειοι (δημαγωγοί). Και, όμως, συγχωρείται ευκολότερα η εμπάθεια από όσους επέστρεψαν από την εξορία προ ολίγων χρόνων, γιατί το συναίσθημα οργής ήταν πρόσφατο, παρά ύστερα από τόσα χρόνια να τιμωρήσετε εγκλήματα του παρελθόντος πειθόμενοι (παρασυρόμενοι) απ' αυτούς που, αφού παρέμειναν στην πόλη, νομίζουν ότι σας προσφέρουν αυτή την απόδειξη της αφοσίωσής τους, το να εξοντώνουν δηλαδή άλλους, κι όχι παρουσιάζοντας και τώρα τα καλά της πόλης, χωρίς όμως να συμμερίζονται νωρίτερα τους δικούς σας κινδύνους.

Κι αν, άνδρες δικαστές, βλέπατε ότι οι δημευόμενες απ' αυτούς περιουσίες σώζονταν για το καλό της πόλης, θα τους το συγχωρούσαμε. Ασφαλώς, τώρα, γνωρίζετε ότι άλλα από αυτά εξαφανίζονται από τους ίδιους κι άλλα πολύ μεγάλης αξίας εκποιούνται σε εξευτελιστικές τιμές. Αν τυχόν πεισθείτε σε μένα, δε θα ωφεληθείτε λιγότερο από αυτά, παρά αν μου τα δημεύσετε, αφού και τώρα και ο Διόμνηστος και εγώ και ο αδελφός μου, τρία άτομα από μια οικογένεια, είμαστε τριήραρχοι και, όταν η πόλη το έχει ανάγκη, από αυτά συνεισφέρουμε. Επειδή, λοιπόν, αυτές είναι οι διαθέσεις μας και επειδή οι προγονοί μας έτσι είχαν συμπεριφερθεί απέναντι της πόλης, λυπηθείτε μας. Τίποτε δε θα μας εμπόδιζε, άνδρες δικαστές, να είμαστε οι πιο δυστυχισμένοι, εμείς που στα χρόνια των τριάντα τυράννων μείναμε ορφανοί και που στα χρόνια της δημοκρατίας θα έχουμε στερηθεί την περιουσία μας και που η τύχη μάς αξίωσε να βοηθήσουμε τη δημοκρατία, όταν ήμασταν μικρά παιδιά και πήγαμε στη σκηνή του Παυσανία. Όταν, λοιπόν, έχουμε τέτοιες περγαμηνές, σε ποιους δικαστές θα θέλατε να προσφύγουμε; Όχι σ' αυτούς που έτσι ασκούν τα καθήκοντά τους για τη δημοκρατία, χάρη της οποίας θυσιάστηκαν και ο πατέρας μου και οι συγγενείς μας; Τώρα, λοιπόν, για αντάλλαγμα απαιτούμε από σας αυτή τη χάρη, να μην παραβλέψετε δηλαδή που θα γίνουμε φτωχοί και θα στερηθούμε τα απαραίτητα κι ούτε να αμαυρώσετε τη μακαριότητα των προγόνων αλλά πολύ περισσότερο να μας καταστήσετε ως παράδειγμα σ' αυτούς που θέλουν να ευεργετήσουν την πόλη για το τι είδους δικαστές θα σας έχουν στις (πιθανές) δικαστικές τους περιπέτειες.

Δεν ξέρω, κύριοι δικαστές, ποιους να παρουσιάσω ενώπιόν σας, για να σας παρακαλέσουν για μας· γιατί, από τους συγγενείς μας άλλοι σκοτώθηκαν στον πόλεμο αναδεικνύοντας τους εαυτούς τους ήρωες και μεγαλώνοντας την επικράτειά μας κι άλλοι πίνοντας το κώνειο από τους τριάντα τυράννους για χάρη της δημοκρατίας και της ελευθερίας σας, ώστε για τη γύμνια μας από μάρτυρες ευθύνονται από τη μια οι αρετές των συγγενών μας και από την άλλη οι συμφορές της πόλης. Έχοντας υπόψη όλα αυτά αξίζει πρόθυμα να μας συμπαρασταθείτε, αναλογιζόμενοι ότι σε περίοδο δημοκρατίας αυτοί θα ευεργετούνταν δίκαια από σας, που στα χρόνια της ολιγαρχίας γεύτηκαν τις συμφορές της.

Αξίζει και οι σύνδικοι να είναι ευνοϊκοί απέναντί μας, φέρνοντας στο μυαλό τους εκείνες τις περιστάσεις, όταν, εξόριστοι από την πατρίδα και έχοντας χάσει τις περιουσίες σας, θεωρούσατε ήρωες όσους θυσιάζονταν για την πατρίδα και ευχόσασταν στους θεούς να σας αξιώσουν να ανταποδώσετε την ευγνωμοσύνη στους απογόνους τους. Εμείς, λοιπόν, παιδιά και συγγενείς αυτών που πρόσφεραν τη ζωή τους στο βωμό της ελευθερίας, απαιτούμε τώρα από σας αυτήν ακριβώς τη χάρη και αξιώνουμε να μη μας καταστρέψετε άδικα αλλά πολύ περισσότερο να βοηθήσετε αυτούς που γεύτηκαν τις ίδιες με σας συμφορές. Εγώ, συμπερασματικά, σας ζητώ και σας θερμοπαρακαλώ και σας ικετεύω και αξιώνω αυτά να τύχω από σας· γιατί, δεν αγωνιζόμαστε για ασήμαντα πράγματα αλλά για ολόκληρη την περιουσία μας.