Μτφρ. Ε.Κ. Βενιζέλος. [1940] 1960. Θουκυδίδου Ιστορίαι. Ι–ΙΙ. 2η έκδ. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας. (1η έκδ. Οξφόρδη: Οxford University Press).

[1.52.1] Την επιούσαν, τα τριάντα Αττικά πλοία και όσα από τα Κερκυραϊκά είχαν απομείνει μάχιμα, εκπλεύσαντα από το Ορμητήριόν των, διηυθύνθησαν προς τον λιμένα των Συβότων, δια να εξακριβώσουν εάν οι Κορίνθιοι, που ήσαν ηγκυροβολημένοι εκεί, είχαν σκοπόν να ναυμαχήσουν. [1.52.2] Αλλ' οι Κορίνθιοι, αφού εξέπλευσαν και παρέταξαν τον στόλον των εις την ανοικτήν θάλασσαν, έμεναν ήσυχοι, διότι καμμίαν πρόθεσιν δεν είχαν να κάμουν έναρξιν της μάχης, εάν ημπορούσαν να την αποφύγουν, καθόσον έβλεπαν, ότι όχι μόνον νέα ανέπαφα πλοία είχαν φθάσει εξ Αθηνών, αλλά και αυτοί είχαν περιέλθει εις πολλήν αμηχανίαν, αφ' ενός ως εκ της ανάγκης να φρουρούν τους αιχμαλώτους, που είχαν εις τα πλοία των, και αφ' ετέρου ένεκα της αδυναμίας της εκτελέσεως, λόγω του ακατοίκητου του μέρους. [1.52.3] Αντιθέτως, διεσκέπτοντο μάλλον περί του τρόπου, κατά τον όποιον ηδύναντο να πραγματοποιήσουν τον πλουν τής εις τα ίδια επιστροφής, καθόσον εφοβούντο μήπως οι Αθηναίοι, θεωρούντες, ότι είχε διαρρηχθή η τριακονταετής συνθήκη, (διότι ήλθαν εις χείρας), θελήσουν να εμποδίσουν τον απόπλουν των.

[1.53.1] Απεφάσισαν λοιπόν να επιβιβάσουν μερικούς άνδρας επί μικρού σκάφους και τους αποστείλουν άνευ κηρυκείου προς τους Αθηναίους, δια να εξακριβώσουν τας προθέσεις των. Και διεμήνυσαν προς αυτούς τα εξής περίπου. [1.53.2] «Διαπράττετε αδικίαν, άνδρες Αθηναίοι, κάμνοντες αρχήν πολέμου και παραβιάζοντες τας συνθήκας. Διότι ενόπλως επεμβαίνετε εναντίον μας, ενώ ημείς ζητούμεν απλώς να τιμωρήσωμεν τους εχθρούς μας. Εάν σκοπεύετε να μας εμποδίσετε να πλεύσωμεν εναντίον της Κερκύρας ή όπου αλλού θέλομεν και αθετείτε τοιουτοτρόπως την τριακονταετή συνθήκην, συλλάβετε ημάς εδώ πρώτους και μεταχειρισθήτε μας ως εχθρούς». [1.53.3] Έτσι ωμίλησαν οι απεσταλμένοι των Κορινθίων. Από το μέρος των Κερκυραίων, εξ άλλου, ο στρατός όσος ήκουσε τα λεχθέντα εκραύγαζε «Πιάστε τους και σκοτώστε τους.» Αλλ' οι Αθηναίοι έδωσαν την επομένην απάντησιν. [1.53.4] «Ούτε αρχήν πολέμου κάμνομεν, Πελοποννήσιοι, ούτε την τριακονταετή συνθήκην αθετούμεν, αλλ' ήλθαμεν προς βοήθειαν των Κερκυραίων εδώ, οι οποίοι είναι σύμμαχοί μας. Δεν σας εμποδίζομεν λοιπόν εάν θέλετε να πλεύσετε προς κανέν άλλο μέρος. Εάν όμως πλεύσετε εναντίον της Κερκύρας ή εναντίον άλλου μέρους της επικρατείας των, δεν θα το επιτρέψωμεν, εφόσον ημπορούμεν.»

[1.54.1] Μετά την τοιαύτην απάντησιν των Αθηναίων, οι μεν Κορίνθιοι και τον πλουν της επιστροφής ήρχισαν να ετοιμάζουν και τρόπαιον έστησαν εις τον επί της Ηπείρου λιμένα των Συβότων. Οι Κερκυραίοι, εξ άλλου, συνέλεξαν τα πτώματα των πεσόντων καθώς και τους ναυαγούς και τα ναυάγια, που είχαν διευθυνθή προς την ακτήν των υπό του ρεύματος και του ανέμου, ο οποίος εσηκώθη διαρκούσης της νυκτός και είχε διασκορπίσει αυτά προς όλας τας διευθύνσεις, και έστησαν αντίθετον τρόπαιον εις μίαν από τας νήσους Σύβοτα, ως να ήσαν νικηταί. [1.54.2] Και τα δύο μέρη διεξεδίκουν την νίκην επί τη βάσει διαφόρων ο καθένας σκέψεων. Οι μεν Κορίνθιοι έστησαν τρόπαιον, διότι επεκράτησαν κατά την ναυμαχίαν μέχρι της νυκτός, ώστε και πλείστα ναυάγια και νεκρούς να μεταφέρουν εις το ορμητήριόν των και αιχμαλώτους όχι ολιγωτέρους από χιλίους συνέλαβαν και εχθρικά πλοία περί τα εβδομήντα κατεβύθισαν. Οι Κερκυραίοι, εξ άλλου, διότι κατέστρεψαν τριάντα περίπου εχθρικά πλοία και μετά την άφιξιν των Αθηναίων συνέλεξαν τα πτώματα καθώς και τους ναυαγούς και τα ναυάγια, που είχαν διευθυνθή προς την ακτήν των, και διότι την προτεραίαν οι Κορίνθιοι όταν είδαν τ' Αθηναϊκά πλοία και αφού ήλθαν οι Αθηναίοι, υπεχώρησαν ανακρούοντες πρύμναν, και ηρνήθησαν, όταν εξέπλευσαν από τον λιμένα των Συβότων, να επιτεθούν. Δι' όλους αυτούς τους λόγους, έστησαν τρόπαιον. [1.55.1] Τοιουτοτρόπως και τα δύο μέρη διεξεδίκουν την νίκην.

Κατά τον πλουν της επιστροφής, οι Κορίνθιοι κατέλαβαν δι' απάτης το Ανακτόριον, το οποίον, κείμενον κατά την είσοδον του Αμπρακικού κόλπου, ήτο κοινή αποικία αυτών και των Κερκυραίων, και εγκαταστήσαντες εις αυτό Κορινθίους αποίκους, επέστρεψαν εις τα ίδια. Εκ των Κερκυραίων αιχμαλώτων, οκτακοσίους μεν, οι οποίοι ήσαν δούλοι, επώλησαν, τους δε λοιπούς διακοσίους πενήντα εκράτησαν εις τας φυλακάς και τους επεριποιούντο πολύ, ελπίζοντες ότι ούτοι, μετά την επιστροφήν των εις την Κέρκυραν, ημπορούσαν να επιτύχουν την μεταστροφήν της πολιτικής της υπέρ των Κορινθιακών συμφερόντων, καθόσον οι περισσότεροι απ' αυτούς έτυχε να είναι εκ των τα πρώτα φερόντων της πόλεως. [1.55.2] Τοιουτοτρόπως ο πόλεμος προς τους Κορινθίους έληξεν υπέρ της Κερκύρας και τ' Αθηναϊκά πλοία ανεχώρησαν εξ αυτής. Και αυτή υπήρξεν η πρώτη αιτίασις, την οποίαν οι Κορίνθιοι είχαν δια τον πόλεμον κατά των Αθηναίων, ότι δηλαδή οι τελευταίοι, συμπράττοντες με τους Κερκυραίους, εναυμάχησαν εναντίον των, εις εποχήν που ευρίσκοντο εις ειρηνικάς σχέσεις, επί τη βάσει των συνθηκών.

Μτφρ. Ε. Λαμπρίδη. 1962. Θουκυδίδου Ιστορία. Πρόλογος, μετάφραση, σχόλια. Εισαγωγή: Ι.Θ. Κακριδής. Ι–IV. Αθήνα: Γκοβόστης.

[1.52.1] Την άλλη μέρα το πρωί βγήκαν στ' ανοιχτά τα τριάντα Αθηναϊκά καράβια και όσα Κερκυραϊκά ήταν ακόμα σε κατάσταση ν' αρμενίσουν, και πήγαν κατά το λιμάνι στα Σύβοτα, όπου ήταν αραγμένοι οι Κορίνθιοι, θέλοντας να ιδούν αν θα δώσουνε μάχη. [1.52.2] Οι Κορίνθιοι πάλι, αφού κατέβασαν τα καράβια από τη στεριά και τα 'βαλαν σε παράταξη μάχης στ' ανοιχτά, δεν κουνήθηκαν άλλο, χωρίς να το 'χουνε σκοπό ν' αρχίσουν ναυμαχία από δική τους θέληση, επειδή έβλεπαν πως είχαν προστεθεί στους εχτρούς τους τα καινούργια πλοία από την Αθήνα, κι αυτοί οι ίδιοι βρίσκονταν σε πολλή αμηχανία, πρώτα πώς να φρουρήσουν τους αιχμαλώτους που είχαν πιάσει και κρατούσαν μέσα στα πλοία, κ' ύστερα γιατί δεν είχαν τα μέσα να διορθώσουν τα βλαμμένα καράβια σε τόπο έρημο· [1.52.3] και στοχάζονταν περισσότερο με ποιο τρόπο θα μπορούσαν να περάσουν για να γυρίσουνε στον τόπο τους, και φοβούνταν μήπως οι Αθηναίοι, νομίζοντας πως είχε κι όλας ακυρωθεί η συνθήκη ειρήνης, μια και είχαν έρθει στα χέρια, δεν τους αφήσουν να ξεκινήσουν.

[1.53.1] Αποφάσισαν λοιπόν να κατεβάσουνε λίγους άντρες σε μια βάρκα και να τους στείλουν χωρίς επίσημο σύμβολο απεσταλμένων για ειρήνη στους Αθηναίους για να δοκιμάσουν πού βρίσκονται τα πράματα. Και με τους απεσταλμένους τους, είπαν πάνω–κάτω) τ' ακόλουθα: [1.53.2] «Δεν κάνετε καλά, Αθηναίοι, που αρχίζετε πόλεμο και αθετείτε τις συμφωνίες· γιατί μπαίνετε στη μέση και μας εμποδίζετε με τη βία των όπλων να πάρομε εκδίκηση από τους εχτρούς μας. Αν ακόμα έχετε στο νου σας να μας εμποδίσετε να πάμε στην Κέρκυρα ή όπου αλλού θέλομε, και καταργήσετε τη συνθήκη, τότε πιάστε μας πρώτα εμάς εδώ και μεταχειριστήτε μας σαν εχτρούς.» [1.53.3] Αυτά είπαν, και όσοι τ' άκουσαν από το στρατόπεδο των Κερκυραίων έβαλαν μεγάλη φωνή να τους πιάσουν αμέσως και να τους σκοτώσουν, οι Αθηναίοι όμως αποκρίθηκαν κάπως έτσι: [1.53.4] «Ούτε πόλεμο αρχίζομε, άντρες Πελοποννήσιοι, ούτε τη συνθήκη αθετούμε, ήρθαμε μόνο να βοηθήσομε τους Κερκυραίους από δω, που είναι σύμμαχοί μας. Αν λοιπόν θέλετε να πάτε οπουδήποτε αλλού, δε θα σας εμποδίσομε· αν όμως πάτε ενάντια στην Κέρκυρα ή σε κανένα μέρος που της ανήκει, δε θα μείνομε με τα χέρια σταυρωμένα, όσο είναι στη δύναμή μας».

[1.54.1] Με την απάντηση αυτή των Αθηναίων οι Κορίνθιοι άρχισαν να ετοιμάζονται να γυρίσουν στον τόπο τους, κ' έστησαν τρόπαιο στα στεριανά Σύβοτα· οι Κερκυραίοι πάλι σήκωσαν τα ναυάγια και τους νεκρούς τους δικούς τους που είχε ξεβράσει το θαλασσινό ρέμμα κι άνεμος που φύσηξε τη νύχτα τα είχε σκορπίσει παντού, κ' έστησαν κι αυτοί αντίθετο τρόπαιο στα νησιώτικα Σύβοτα, με την ιδέα πως είχανε νικήσει. [1.54.2] Κ' οι δυο αξίωναν πως νίκησαν, από τις ακόλουθες αντιλήψεις: οι Κορίνθιοι γιατί είχαν υπερισχύσει στη ναυμαχία ως τη νύχτα, έτσι που μπόρεσαν να περισώσουν τα περισσότερα ναυαγισμένα πλοία και να περιμαζέψουν τους νεκρούς τους και είχαν πιάσει αιχμαλώτους όχι λιγότερους από χίλιους κ' είχαν βυθίσει ως εβδομήντα εχτρικά καράβια· οι Κερκυραίοι πάλι επειδή είχαν καταστρέψει ως τριάντα καράβια των εχτρών, κι αφού ήρθαν οι Αθηναίοι, είχαν κι αυτοί περιμαζώξει τα δικά τους ναυάγια και νεκρούς, ως και γιατί την περασμένη μέρα οι Κορίνθιοι τους είχαν δείξει την πρύμα και είχαν υποχωρήσει μπροστά τους μόλις είδαν τ' Αττικά καράβια, κι από τη στιγμή που έφτασαν οι Αθηναίοι δε βγήκαν να τους πολεμήσουν από τα Σύβοτα. Για όλ' αυτά έστησαν τρόπαιο. [1.55.1] Έτσι κ' οι δυο αξίωναν πως νίκησαν.

Καθώς αρμένιζαν οι Κορίνθιοι γυρίζοντας, κυρίεψαν με δόλο το Ανακτόριο, που βρίσκεται στο έβγα του Αμπρακικού κόλπου (και το μέρος ανήκε μαζί στους Κερκυραίους και σ' αυτούς), κι αφού εγκατέστησαν εκεί Κορινθίους μονίμους κατοίκους, έφυγαν· και οχτακόσιους Κερκυραίους που ήταν δούλοι, τους επούλησαν, άλλους όμως διακόσιους πενήντα αιχμαλώτους τους φύλαγαν, και τους έκαναν μεγάλη περιποίηση, με την ελπίδα πως άμα γυρίσουν στην Κέρκυρα θα την κάνουν να πάει με το μέρος τους· οι περισσότεροι απ' αυτούς ήταν πρόκριτοι της πολιτείας και είχαν μεγάλη επιρροή. [1.55.2] Η Κέρκυρα λοιπόν βγήκε σωσμένη από τον πόλεμο με τους Κορινθίους με τον τρόπο που είπαμε, και τα καράβια των Αθηναίων έφυγαν από κει. Και τούτο στάθηκε για τους Κορινθίους πρώτη αφορμή που πολέμησαν ενάντια στους Αθηναίους, ότι ενώ είχαν συνθήκη μαζί τους, ναυμάχησαν με το μέρος των Κερκυραίων.