Για την περίφραση στη μετάφραση

"Περίφραση έχουμε όταν μεταφράζουμε μια λέξη (ουσιαστικό, ρήμα κτλ.) ή και μια έκφραση με περισσότερα λόγια. …Θα έλεγε κανείς ότι τότε μόνο είμαστε υποχρεωμένοι να αποδώσουμε μια ξένη λέξη περιφραστικά, όταν αυτή εκφράζει ενα νόημα που δεν κατορθώσαμε, αδιάφορο από ποιους λόγους, να το συλλάβουμε σα μιαν ενότητα τόσο που να νιώσουμε την ανάγκη και να το εκφράσουμε μονολεχτικά. Kαι όμως δεν βρίσκεται εδώ μονάχα η πηγή της περίφρασης. Mερικές φορές είναι οι νόμοι της γλώσσας μας που δεν επιτρέπουν έναν ωρισμένο σχηματισμό και μας υποχρεώνουν σε περίφραση, εκεί που ένας άλλος λαός μπορεί να εκφράζεται με μια λέξη· άλλοτε είναι η ορμή μας να εκφραστούμε το ίδιο κι εμείς καθαρά ή και δυνατά· άλλοτε η επιθυμία μεταφράζοντας να δηλώσουμε το ιδιαίτερο χρώμα της ξένης λέξης ή μια παρασημασία της, που η αντίστοιχη μονολεχτική δική μας έκφραση δεν την έχει. Άλλοτε άλλοι λόγοι"

[I. Θ. Kακριδής, Tο μεταφραστικό πρόβλημα, Aθήνα 1966, σ.78]