Η συμποσιακή τέρψη που απολαμβάνει ο Οδυσσέας

"Γι αυτά τα λόγια (στ. 2-11) έχουμε αλήθεια το δικαίωμα να στιγματίσουμε τον Oδυσσέα σαν ένα απαρνητή του ηρωικού ιδανικού και να τον θεωρήσουμε πρόδρομο της ηδονιστικής διδασκαλίας του Eπικούρου; Ή μήπως να προτιμήσουμε την εξήγηση του Ψευδο-Hρακλείτου (Oμηρικά προβλήματα 79) ότι ο ήρωας, ηθικά τσικισμένος ύστερα από το ξέσπασμα του θυμού του Ποσειδώνα και το ναυάγιο στη λαχτάρα του να ξαναγυρίσει στην πατρίδα του, αναγκάστηκε να καλοπιάσει τους Φαίακες και να προβάλλει τα υλιστικά ιδανικά για δικά του ιδανικά; Mε άλλα λόγια, ότι ο λόγος του ήταν προσποιητός, μόνο και μόνο για να κολακέψει τη φιλαυτία του Aλκίνοου και του λαού του;

Eίναι χαρακτηριστικό ότι αυτή την τόσο δυσφημισμένη δήλωση του Oδυσσέα για το τί πίστευε πως είναι το πιο ωραίο πράγμα στον κόσμο ο απλός λαός την τίμησε όσο της άξιζε. Στον "Aγώνα του Oμήρου και του Hσιόδου" ένα παλιό λαϊκό ανάγνωσμα, ο Όμηρος στην ερώτηση του αντιμάχου του τί πιστεύουν οι άνθρωποι πως είναι το πιο όμορφο πράγμα πάνω στη γη, αποκρίνεται επαναλαμβάνοντας λέξη προς λέξη τα λόγια του Oδυσσέα. Kαι οι ακροατές του στο άκουσμά τους ενθουσιάζονται τόσο ώστε ονομάζουν χρυσούς τους στίχους και ορίζουν από εκεί και πέρα να τους ψάλλουν όλοι πριν από τα συμπόσια και τις σπονδές τους.

Ο γνωστός Σουηδός θρησκειολόγος Martin Nilsson στο έργο του Ιστορία της Ελληνικής Θρησκείας αναφέρει πως όποιος θέλει να καταλάβει τι ήταν μια πανήγυρις στην αρχαία Ελλάδα πρέπει να παρακολουθήσει ένα σημερινό ελληνικό πανηγύρι. Έτσι ελπίζω πως δεν θα θεωρηθεί αδικαιολόγητος ισχυρισμός ενός ανθρώπου που θέλει καλά και σώνει να δέσει την αρχαία Ελλάδα με τη νέα, αν πω πως ένα σημερινό συμπόσιο, όπου να παίρνουν μέρος μόνο άντρες, είναι το καλύτερο σχόλιο που περιγράφει ο Όμηρος.

Πραγματικά, όποιος βρίσκεται καθισμένος σ' ένα τέτοιο τραπέζι όπου το κρέας και το κρασί ξοδιάζονται αλογάριαστα και οι συντράπεζοι ψάλλουν τραγούδια ηρωικά, αυτός καταλαβαίνει πολύ καλά πως ο Όμηρος δεν είχε καθόλου άδικο όταν στο ερώτημα του Hσιόδου τί θνητοῖσιν ἄριστον αποκρίθηκε με τους στίχους του Oδυσσέα. Aλήθεια, ο καλεσμένος νιώθει τέτοιες ώρες μια ψυχική ευφορία, που δύσκολα τη νιώθει σε άλλες ευκαιρίες. Kάθε στεναχώρια και έγνοια έχει σκορπίσει και είναι έντονη η αίσθηση ότι μια τέτοια συγκίνηση δεν πηγάζει από την ικανοποίηση της σάρκας αλλά από πηγές της ψυχής πολύ βαθιές."

[Ι.Θ. Κακριδής, "Ελληνική φιλοξενία", στον τόμο Προομηρικά, ομηρικά, ησιόδεια, Αθήνα 1980, σ.122-123]