Βιβλιογραφία

Οδηγός Σχολιασμένης Βιβλιογραφίας για την Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραμματεία 

 

Ο Καζάζης συγκρίνει τη μεταφραστική θεωρία του Ι.Θ. Κακριδή, όπως καταγράφεται στο Μεταφραστικό Πρόβλημα, με τη μεταφραστική πρακτική που εφάρμοσε ο Ι. Συκουτρής μεταφράζοντας το Συμπόσιο του Πλάτωνα. Η διαπίστωσή του είναι «ότι σε όλα σχεδόν τα καίρια και επίμαχα κεφάλαια μεταφραστικής στρατηγικής (από την περιφραστική απόδοση μεμονωμένων λέξεων ώς την "απλοποίηση της συντακτικής δομής πολύπλοκων περιοδικών συστημάτων") οι δύο φίλοι φιλόλογοι βρίσκονται σε απροσδόκητη και σχεδόν σκανδαλιστική εγγύτητα ή και συμφωνία μεταξύ τους […]. Διαφορά μεταξύ τους υπάρχει, αλλά αυτή μάλλον εντοπίζεται στο ότι ο Ι.Θ. Κακριδής, θεωρητικοποιώντας το ζήτημα (στο πρώτο μέρος του Μεταφραστικού Προβλήματος) απολυτοποιεί (ή αυτή τουλάχιστον την εντύπωση δίνει) και τις λύσεις που προσφέρει εκεί, ενώ ο Ι. Συκουτρής, περιοριζόμενος στην πράξη, επιδείχνει πολύ μεγαλύτερη ευκαμψία στην επιλογή των καταλληλότερων από τις κοινές και στους δύο λύσεις» (σ.68). Αναλυτικότερα εξετάζεται η σύγκλιση των δύο φιλολόγων στο κρίσιμο ζήτημα της απόδοσης της υποτακτικής σύνταξης του αρχαίου λόγου. Κατά τον Ι.Θ. Κακριδή, είναι απαραίτητη κατά τη μετάφραση η συστηματική αντικατάσταση του υποταγμένου αρχαιοελληνικού λόγου με παρατακτικό νεοελληνικό. Ο Συκουτρής χρησιμοποιεί κι εκείνος όλες τις δυνατότητες της παρατακτικής απόδοσης, «μολονότι το κάνει επιλεκτικά και όχι αποκλειστικά».

Για τον Καζάζη, η σύμπτωση των μεταφραστικών απόψεων των δύο φιλολόγων για το συγκεκριμένο ζήτημα έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον, γιατί σχετίζεται με το γενικότερο μεταφραστικό πρόβλημα της απόδοσης της αρχαιοελληνικής περιόδου. Ειδικότερα: δεδομένου ότι δομική μονάδα του αρχαιοελληνικού λόγου αποτελεί η περίοδος με την αυστηρή ιεράρχηση των νοηματικών μελών της, τίθεται το ερώτημα τί και πώς θα κρατηθεί από την αρχαία περίοδο στην νεοελληνική μετάφραση και επιπλέον τί και πότε μπορεί να θυσιαστεί, χωρίς ανεπανόρθωτο τραυματισμό της λογικής και της συλλογιστικής της. Και στο ζήτημα αυτό η μεταφραστική θεωρία και πρακτική του Κακριδή συγκλίνει προς τη μεταφραστική πρακτική του Συκουτρή. Ο Κακριδής, συνδέοντας την αρχαιοελληνική περίοδο με τη "συνθετική" φύση της αρχαίας γλώσσας, υποστηρίζει ότι αυτή δεν μπορεί να αναπαραχθεί σε φυσικό και αβίαστο "αναλυτικό" νεοελληνικό λόγο, γι' αυτό και είναι απαραίτητη, κατά τη μετάφραση, η κατάτμηση της μεγάλης περιόδου σε βραχύτερα τμήματα, με παράλληλη αντικατάσταση των περισσότερων υποτάξεων. Μια πρόχειρη αποτίμηση των συνεπειών από τη σαρωτική εφαρμογή της λύσης Κακριδή μπορεί να γίνει με βάση τη μετάφραση από τον ίδιο του τρίτου βιβλίου του De Bello Gallico του Καίσαρα. Η διαπίστωση είναι ότι «στα περιγραφικότερα χωρία ομολογουμένως ελάχιστες είναι οι απώλειες σε όλα όμως εκείνα τα εδάφια όπου ένας πλήρης συλλογισμός μοιράζεται στα δύο ή και στα τρία, τα μέρη παίρνουν τ' απάνω χέρι: απροσδόκητα, δια της ανεξαρτησίας, αποκτούν δύναμη αφύσικη, και η διαβάθμιση ισχύος των μερών μερικώς ή ολικώς εξαφανίζεται ―και τότε ο φιλόλογος χρειάζεται να καταφύγει σε προσεκτική κωλομέτρηση του πρωτοτύπου, για να διακρίνει τα ισοσθενή από τα ετεροσθενή τμήματα του συλλογισμού, και να καταλάβει την σχετική ισχύ που αποδίδεται στα επιμέρους επιχειρήματα από τον ίδιο τον συγγραφέα που τα συνέθεσε στο ενιαίο περιοδικό μικροσύνολο που διαβάζουμε» (σ.401). Ο Συκουτρής δεν διαφωνεί με τον Κακριδή, υποψιασμένος όμως για όλα τα παραπάνω προβλήματα, αποφεύγει τις σαρωτικές λύσεις. Έτσι, μεταφράζοντας το Συμπόσιο: (α) κρατά την περίοδο όσο περισσότερο μπορεί, ακόμη και στα πιο εμπνευσμένα μέρη του διαλόγου, ενώ (β) στα πιο colloquial τμήματά του αισθάνεται πολύ περισσότερο ελεύθερος να σπάσει την μεγάλη περίοδο σε δύο τουλάχιστον τμήματα, προσεγγίζοντας μάλιστα κάποτε και τις ριζοσπαστικές λύσεις του Κακριδή, όταν π.χ. σπάζει και πολύ βραχύτερες περιόδους, που άνετα θα μπορούσαν να κρατηθούν ενιαίες στην νεοελληνική απόδοση.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ: Σ. ΤΣΕΛΙΚΑΣ