2. Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του προφορικού λόγου και σε τί διαφέρει από τον γραπτό;

Οι παραπάνω παρατηρήσεις φέρνουν στο φως αντίστοιχα τρία κύρια χαρακτηριστικά του προφορικού λόγου:

·         Στον προφορικό λόγο, οι συμμετέχοντες/ουσες συνήθως βρίσκονται στον ίδιο χώρο και χρόνο έτσι ώστε να συνεισφέρουν από κοινού στον λόγο.

 Επίσης, συχνά στηρίζονται σε κοινές γνώσεις και εμπειρίες τους για την ερμηνεία όσων λέγονται, οπότε δεν χρειάζεται να δίνουν πολλές πληροφορίες που είναι ήδη γνωστές.

·         Ο προφορικός λόγος παράγεται «αυθόρμητα»,

 διαμορφώνεται δηλαδή τη στιγμή που εκφωνείται υπό την πίεση του χρόνου και του/της ακροατή/τριας. Γι’ αυτό παρουσιάζει διακοπές, επικαλύψεις μεταξύ των συνομιλητών/τριών, δισταγμούς, (αυτο)διορθώσεις, συντακτικά ατελείς και ανολοκλήρωτες προτάσεις, παρατακτική σύνδεση, ενεργητική σύνταξη, επαναλήψεις, επανεκκινήσεις και γενικευτικούς όρους.

·         Στον προφορικό λόγο, οι συνομιλητές/τριες έχουν κατά κανόνα ακουστική ή/και οπτική επαφή

 . Μπορούν έτσι ο/η καθένας/καθεμία να αντιδράσουν άμεσα  σε όσα λέει ο/η άλλος/η και να ζητήσουν διευκρινίσεις.

 
Αντίθετα,

·         Στον γραπτό λόγο, οι συμμετέχοντες/ουσες δεν βρίσκονται κατά κανόνα στον ίδιο χώρο και χρόνο ούτε μοιράζονται πάντα κοινές εμπειρίες

 , οπότε ο/η παραγωγός του κειμένου χρειάζεται συχνά να περιγράψει αναλυτικά την κατάσταση στην οποία αναφέρεται, τα πρόσωπα που συμμετείχαν σε αυτή κλπ.

·         Ο γραπτός λόγος είναι προσχεδιασμένος,

 καθώς ο/η συγγραφέας έχει άνεση χρόνου για έλεγχο, διορθώσεις, ξαναγράψιμο. Γι’ αυτό συνήθως εμφανίζει ολοκληρωμένες συντακτικά προτάσεις, περισσότερη υποτακτική σύνδεση και παθητική φωνή, πιο εξειδικευμένο λεξιλόγιο κλπ.

·         Οι αποδέκτες/τριες του γραπτού λόγου είναι απόντες/ούσες

 και παραλαμβάνουν το κείμενο ύστερα από μικρότερο ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αυτό σημαίνει ότι μόνο αργότερα μπορούν να αντιδράσουν σε αυτό και μάλιστα χωρίς ο/η παραγωγός του να είναι πάντα σε θέση να ακούσει ή να διαβάσει όσα έχουν να πουν.

 

Στην πραγματικότητα, φαίνεται ότι δεν υπάρχουν απόλυτες διαφορές μεταξύ προφορικού και γραπτού λόγου, αλλά διαβαθμίσεις.

 Τα προφορικά και γραπτά κειμενικά είδη κατατάσσονται σε ένα συνεχές, στη μια πλευρά του οποίου έχουμε την προφορικότητα, η οποία χαρακτηρίζεται από αμεσότητα, ρυθμικότητα και συμμετοχικότητα, και στην άλλη τη γραφή, η οποία χαρακτηρίζεται από εμμεσότητα, ανάπτυξη και αφαίρεση.