3. Ορισμένες βασικές διαπιστώσεις για τα σημεία στίξης

·         Τα σημεία που οριοθετούν γραμματικές μονάδες (λέξεις, φράσεις, προτάσεις) συγκροτούν μια ιεραρχία:

  τελεία > άνω τελεία > άνω και κάτω τελεία > κόμμα. 

·         Υπάρχουν σημεία που είναι ταυτισμένα με βασικές γλωσσικές πράξεις:

  η τελεία με τις αποφάνσεις γεγονότος ή γνώμης (βεβαιώσεις, ισχυρισμούς, αξιολογήσεις, υποθέσεις κ.ά.), το ερωτηματικό με τις ερωτήσεις (αιτήσεις για παροχή ή επιβεβαίωση πληροφοριών) και το θαυμαστικό με τις αναφωνήσεις, που εκφράζουν διάφορα συναισθήματα.

·         Υπάρχουν σημεία που ορίζουν ειδικές λειτουργίες του λόγου,

 όπως τα εισαγωγικά και οι παρενθέσεις: τα εισαγωγικά σημαδεύουν τη ‘φωνή’ (τα λόγια, τις σκέψεις ή τα συναισθήματα) ενός άλλου ομιλητή, ενώ οι παρενθέσεις επιτρέπουν να ακουστεί μια δεύτερη ‘φωνή’ του συγγραφέα, να γίνει μια παρέκβαση από τη βασική γραμμή ανάπτυξης ενός κειμένου.

·         Υπάρχουν δύο τρόποι στίξης: σύμφωνα με την προσωδία και σύμφωνα με τη γραμματική

 . Στην πρώτη περίπτωση μαρκάρονται (π.χ. με κόμματα) τα όρια τονικών μονάδων, ενώ στη δεύτερη τα όρια γραμματικών μονάδων. Ένα παράδειγμα: Ο Γιώργος κι η Μαρία είναι αδέρφια, από διαφορετικό πατέρα. Στην πρόταση αυτή το κόμμα δεν είναι υποχρεωτικό. Όμως ο συγγραφέας που τη μεταφέρει από τον προφορικό λόγο στον γραπτό θέλει να μας δείξει ότι ο ομιλητής κοντοστάθηκε λίγο, πριν δώσει την πρόσθετη πληροφορία ότι ο Γιώργος και η Μαρία είναι ετεροθαλή αδέρφια.

Ο προσωδιακός τρόπος στίξης είναι πιο υποκειμενικός, γιατί εξαρτάται από το πώς ο συγγραφέας μεταφέρει στο κείμενό του την εμπειρία του από τον προφορικό λόγο, ενώ ο γραμματικός τρόπος στίξης είναι πιο αντικειμενικός, γιατί είναι ανεξάρτητος από τη φύση του διαύλου (προφορικός

vs. γραπτός λόγος).