Άσκηση 1

Συγκρίνετε τα ακόλουθα δύο κείμενα και εντοπίστε με ποιο είδος δοκιμίου συγγενεύουν. Σε ποια γλωσσικά στοιχεία βασιστήκατε για την απόφασή σας;

α) ΠΑΕΙ ΚΑΙΡΟΣ που πήρα την απόφαση να κρατηθώ έξω από τα πολιτικά πράγματα του τόπου. Προσπάθησα άλλοτε να το εξηγήσω, αυτό δε σημαίνει διόλου πως μου είναι αδιάφορη η πολιτική ζωή μας.

Έτσι, από τα χρόνια εκείνα ως τώρα τελευταία έπαψα κατά κανόνα ν’ αγγίζω τέτοια θέματα. Εξ άλλου τα όσα δημοσίεψα κατά κανόνα ως τις αρχές του 1967, και η κατοπινή στάση μου (δεν έχω δημοσιέψει τίποτε στην Ελλάδα από τότε που φιμώθηκε η ελευθερία) έδειχναν, μου φαίνεται αρκετά καθαρά, τη σκέψη μου.

Μολαταύτα, μήνες τώρα, αισθάνομαι μέσα μου και γύρω ολοένα και πιο επιτακτικό το χρέος να πω ένα λόγο για τη σημερινή κατάσταση μας. Με όλη τη δυνατή συντομία, να τι θα έλεγα:

Κλείνουν δύο χρόνια που μας έχει επιβληθεί ένα καθεστώς ολωσδιόλου αντίθετο με τα ιδεώδη για τα οποία πολέμησε ο κόσμος μας, και τόσο περίλαμπρα ο λαός μας, στον τελευταίο πόλεμο.

Είναι μια κατάσταση υποχρεωτικής νάρκης όπου, όσες πνευματικές αξίες κατορθώσαμε να κρατήσουμε ζωντανές, με πόνους και κόπους, πάνε κι αυτές να καταποντιστούν μέσα στα ελώδη, στεκάμενα νερά. Δε θα μου ήταν δύσκολο να καταλάβω πως τέτοιες ζημιές δεν λογαριάζουν πάρα πολύ για ορισμένους ανθρώπους. Δυστυχώς δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτόν τον κίνδυνο.

Όλοι πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει, αναπότρεπτη στο τέλος. Το δράμα αυτού του τέλους μας βασανίζει, συνειδητά ή ασυνείδητα· όπως στους παμπάλαιους χορούς του Αισχύλου. Όσο μένει η ανωμαλία, τόσο προχωρεί το κακό.

Είμαι ένας άνθρωπος χωρίς κανένα απολύτως πολιτικό δεσμό, και, μπορώ να πω, μιλώ χωρίς φόβο και χωρίς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τον γκρεμό όπου μας οδηγεί η καταπίεση που κάλυψε τον τόπο. Αυτή η ανωμαλία πρέπει να σταματήσει. Είναι εθνική επιταγή.

Τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου. Παρακαλώ το Θεό να μη με φέρει άλλη φορά σε παρόμοια ανάγκη να ξαναμιλήσω.

 

β) Από τη στιγμή που η (οικονομική) κρίση στην Ελλάδα έγινε αντικείμενο ευρείας συζήτησης στα πρωτοσέλιδα των ευρωπαϊκών εφημερίδων και κυρίαρχο θέμα στα δελτία ειδήσεων των διεθνών ΜΜΕ, διαφόρων ειδών ιστορίες εμφανίστηκαν σχετικά με το πως «η Ελλάδα αγκομαχά εξαιτίας ενός υπερδιογκωμένου δημοσίου», πως «η εργάσιμη εβδομάδα είναι πολύ μικρή» και «οι πολίτες της χώρας αυτής συνταξιοδοτούνται πρόωρα, εργάζονται λίγο και έχουν ως εθνικό τους σπορ να μην πληρώνουν τους φόρους τους». Η νεοφιλελεύθερη προπαγάνδα συνεχίζει να επιτίθεται κάνοντας λόγο για την ύπαρξη «13ου και 14ου μισθού», σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει την εντύπωση ότι οι Έλληνες εργαζόμενοι απολαμβάνουν υψηλότερες αμοιβές από τους Ευρωπαίους ομολόγους τους. Το πιο εξοργιστικό, όμως, απ’ όλα είναι η εκστρατεία του κίτρινου Τύπου (κυρίως των φυλλάδων της ακροδεξιάς γερμανικής Bild και της βρετανικής Daily Mail) πως «οι τεμπέληδες Έλληνες συνεχώς απεργούν χωρίς κανένα λόγο και περιμένουν από τους σκληρά εργαζόμενους Ευρωπαίους να χρηματοδοτήσουν το δικό τους lifestyle». Μάλιστα, πριν από μερικούς μήνες, το βρετανικό κανάλι Channel 4 φιλοξένησε ένα reality «εμπνευσμένο» από την ελληνική κρίση όπου τρεις οικογένειες Βρετανών μιμούνται τον Ελληνικό τρόπο ζωής για μια εβδομάδα. Συγκεκριμένα, μια 54χρονη κομμώτρια μαθαίνει πώς μπορεί να συνταξιοδοτηθεί στο 53ο έτος της ηλικίας της, λαμβάνοντας ως σύνταξη το 90% του τελευταίου μισθού της, ένας οδηγός λεωφορείου απολαμβάνει μισθό διπλάσιο από τον εθνικό μέσο όρο και επιδόματα για την έγκαιρη προσέλευσή του στη δουλειά και τον έλεγχο των εισιτηρίων και, τέλος, ένας χειρούργος φοροδιαφεύγει αυξάνοντας τα έσοδά του.

Όσοι, όμως, νομίζουν ότι η Γερμανία και η Βρετανία αποτελούν μεμονωμένες περιπτώσεις, είτε πως τα παραπάνω έχουν να κάνουν με περιθωριακού τύπου λαϊκιστικές αντιδράσεις που δεν αφορούν μόνο την Ελλάδα, αλλά και όλες τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, βρίσκεται μάλλον εκτός πραγματικότητας. Στη Φιλανδία σύμφωνα με δημοσκόπηση στην οποία συμμετείχαν 1.819 άνθρωποι, το 56% των ερωτηθέντων εξέφρασε την άποψη ότι η Ελλάδα πρέπει να εγκαταλείψει τη νομισματική ένωση. Παρομοίως, σε περίπτωση αποτυχίας των μέτρων λιτότητας υπέρ της εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη είναι το 78% των Γερμανών, το 65% των Γάλλων, και ταυτόχρονα, το 51% των Ισπανών και το 49% των Ιταλών (δύο χώρες που υποτίθεται ότι θα εξέφραζαν την αλληλεγγύη τους προς τους ομοιοπαθούντες Έλληνες πολίτες). Ακόμα περισσότερο, η «αριστερή» Γαλλική Liberation (που άλλοτε έγραφε ύμνους υπέρ της Ελλάδας) έφτασε στο σημείο να δημοσιεύσει άρθρο με τίτλο: «Οι Έλληνες το παίζουν θύματα, είναι αχάριστοι» στο οποίο γράφει πως: «οι Έλληνες αρνούνται να αναγνωρίσουν ότι είναι οι ίδιοι υπεύθυνοι για την άθλια κατάσταση της χώρας τους» και πως «η Ελλάδα έχει τάση να το παίζει θύμα και ζητάει συνεχώς χάρες με το επιχείρημα ότι αποτελεί το λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού».

Είχαμε στο παρελθόν πολλές φορές προσπαθήσει να εξηγήσουμε την επίθεση των ευρωπαϊκών ΜΜΕ εναντίον της Ελλάδας, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ο λόγος που διεξάγεται όλη αυτή η ρατσιστική προπαγάνδα οφείλεται στα κινήματα αντίστασης που έχουν αναπτυχθεί εντός της χώρας, με αποκορύφωμα την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008, που λίγο έλειψε να μεταδοθεί και σε πολλές χώρες της Δύσης, εν αντιθέσει με την παθητική στάση των Ιρλανδών οι οποίοι πειθάρχησαν στις εντολές της Ε.Ε. και του ΔΝΤ δίχως να γίνουν πολλές διαμαρτυρίες και διαδηλώσεις. Μήπως, όμως, υπάρχει και κάποιος άλλος παράγοντας που επηρεάζει τις καταστάσεις, πέρα από την ανυπακοή στους ολιγάρχες; Στην Ισπανία τον τελευταίο χρόνο έχουν ήδη αρχίσει ν’ αναπτύσσονται δυναμικά και οριζόντια κινήματα, τα οποία μπορεί να μην συγκρίνονται με αυτά που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα, κάνουν όμως αισθητή την ύπαρξή τους στην πολιτική ζωή του τόπου, με αποκορύφωμα τις συγκρούσεις ανθρακωρύχων και αστυνομίας στην περιοχή Αστούριας. Παρ’ όλα αυτά δεν βλέπουμε τον διεθνή Τύπο να επιτίθεται ωμά εναντίον των Ισπανών, ούτε οι ευρωκράτες επεμβαίνουν απροκάλυπτα και ανοιχτά στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας, όπως γίνεται με την Ελλάδα. Η απάντηση που θα μπορούσε να δοθεί εδώ είναι απλή και θα συζητηθεί περαιτέρω στο άρθρο αυτό.

Απάντηση

Απάντηση

Είναι φανερό ότι το (α) αποτελεί λογοτεχνικό δοκίμιο και το (β) εκθετικό δοκίμιο. Η χρήση α΄ ενικού, το γλαφυρό ύφος και το ιδιαίτερο λεξιλόγιο (μολαταύτα, ελώδη, στεκάμενα) και η παρακολούθηση της πορείας της σκέψης του συγγραφέα (πήρα την απόφαση-βλέπω-ξαναγυρίζω) αποτελούν βασικές γλωσσικές επιλογές που σχετίζονται με το λογοτεχνικό δοκίμιο. Η αναφορά σε πηγές (εφημερίδες, κανάλια), η αποφυγή του α΄ ενικού προσώπου και η προτίμηση σε δομές παθητικής σύνταξης (η απάντηση θα δοθεί), η σαφής δομή (θέση-αντεπιχειρήματα-συμπέρασμα) αποτελούν κύρια γλωσσικά στοιχεία που σχετίζονται με το εκθετικό δοκίμιο.

 

 

Άσκηση 2

Με βάση την απάντησή σας στην άσκηση 1, σε ποιο είδος δοκιμίου θα κατατάσσατε το ακόλουθο απόσπασμα και γιατί;

Ξαφνικά και μέσα από το πουθενά ξεπετάχτηκαν επαναστατικά κινήματα σε όλη την Αφρικανική ήπειρο και στην χερσόνησο της Σαουδικής Αραβίας. Έτσι επαναστάσεις ξέσπασαν στην Υεμένη, στο Κατάρ, σιγοβράζει η Σαουδική Αραβία, οι Μεσοποτάμιες χώρες είναι σε οικτρή κατάσταση και η Μέση Ανατολή είναι το λεγόμενο καζάνι που σιγοβράζει και κάποτε μπορεί να ξεχειλίσει.  

Βλέπουμε λοιπόν απολυταρχικά καθεστώτα που έως τώρα υποστηρίζονταν και από τις ξένες δυνάμεις να πέφτουν και να γίνεται μια προσπάθεια αλλαγής με μια δίψα του κόσμου για μεγαλύτερες ελευθερίες και λιγότερη καταπίεση. Βέβαια αυτό συνετέλεσε και σε μια αύξηση της τιμής του πετρελαίου, καθόλου ευκαταφρόνητη και μάλιστα εν μέσω γενικής οικονομικής κρίσης, που κάθε απόπειρα αύξησης του θα έφερνε χιλιάδες διαμαρτυρίες και καταγγελίες για άσκοπη κερδοσκοπία, ενώ τώρα τα πάντα γίνονται για την αποκατάσταση της …δημοκρατίας.

Τα καθεστώτα αυτά ήταν απολυταρχικά καθεστώτα που τα περισσότερα είχαν βαπτιστεί κινήματα και εξουσίαζαν με μεγάλη καταπίεση τον κόσμο δείχνοντας άλλοτε ισλαμιστική μορφή και άλλοτε σοσιαλιστική ή δημοκρατική. Κύριος σκοπός ήταν η κυριαρχία, η δύναμη και φυσικά ο πλούτος των λαών αυτών. Σήμερα τα καθεστώτα αυτά αρχίζουν να πέφτουν το ένα μετά το άλλο αφού κυβέρνησαν και αποκόμισαν πολλά πλούτη από τους υπηκόους τους. Το κακό όμως με αυτά τα κράτη είναι ότι ο αναλφαβητισμός και η αμάθεια, που ήταν και η δύναμη των κυβερνώντων, είναι σε υψηλά επίπεδα. Έτσι εύκολα οι μάζες μπορεί να κατευθυνθούν σε ακόμα πιο δυσοίωνες καταστάσεις. 

Με την δύναμη της πίστης ή άλλων δυνάμεων μπορεί εύκολα να αποπροσανατολίσουν τον κόσμο και να ξαναπέσουνε σε δικτατορικές καταστάσεις. Το αξιοπερίεργο βέβαια της όλης κατάστασης είναι ότι όλα τα κράτη άρχισαν τις εξεγέρσεις σχεδόν ταυτόχρονα σε μια περίοδο οικονομικής παγκόσμιας κρίσης, με τις τιμές του πετρελαίου σε κάθοδο και με διάφορα προβλήματα, όπως της διώρυγας του Σουέζ και άλλα, που ίσως δεν ήταν και τόσο θετικά για τις μεγάλες δυνάμεις, που αποβλέπουνε περισσότερο στην εγκαθίδρυση ατόμων ποιο οικείων σε αυτές.

Απάντηση

Απάντηση

Σύμφωνα με τα στοιχεία που επισημάνθηκαν στην απάντηση στην άσκηση 1, το απόσπασμα κατατάσσεται στα εκθετικά δοκίμια, καθώς, μεταξύ άλλων, δεν δίνει έμφαση στην πορεία της σκέψης του συγγραφέα αλλά επιχειρεί να υποστηρίξει μία θέση με επιχειρήματα. Το γεγονός ότι η θέση αυτή δεν διακρίνεται εύκολα δεν καθιστά το δοκίμιο λιγότερο εκθετικό, αφού υπάρχει γραμμική ανάπτυξη των επιχειρημάτων και όχι συνειρμική αναφορά στις προσωπικές σκέψεις ή αντιδράσεις του συγγραφέα (σε αντίθεση με το (α) παραπάνω).

 

 

Άσκηση 3

Μπορείτε να ανασυνθέσετε τη βασική θέση του παρακάτω αποσπάσματος και την ανάπτυξη των απόψεων του συγγραφέα; Είναι συνειρμική ή αποδεικτική και γιατί;

Η περιθωριοποίηση των νεοναζιστών και η απαξίωσή τους έτσι απλά ως δεκανίκια του συστήματος δεν θα πρέπει να αποτελεί τον βασικό ιδεολογικό προσανατολισμό του αγώνα ενάντια στο φασισμό. Διότι πρόκειται για έναν αγώνα ενάντια στο ίδιο το σύστημα της ετερόνομης θέσμισης που έχει ως βασικό του εργαλείο καταπίεσης το κράτος, το οποίο πολλές φορές λειτουργεί με τη βοήθεια του φασιστικού παρακράτους. (Στην ουσία, το παρακράτος αποτελεί έναν βασικό βοηθό για την διεκπεραίωση διεφθαρμένων συμφερόντων, όπου το επίσημο κράτος αρνείται να λερώσει τα χέρια του προκειμένου να υπερασπιστεί την ιδιοκτησία και το κέρδος). Το ζήτημα τίθεται λοιπόν όχι ως ζήτημα της διασφάλισης απ’ τη «δημοκρατία» μιας πιο βιώσιμης εκμετάλλευσης απ’ ό,τι στη δικτατορία. Η επιλογή ανάμεσα σ’ ένα καθεστώς φιλελεύθερης ολιγαρχίας έναντι κάποιου που δεν τηρεί ούτε καν τα προσχήματα και επιβάλλεται ανοιχτά κατασταλτικά και απροκάλυπτα δεν είναι επιλογή βιώσιμη. Αναμφισβήτητα, ο καθένας θα προτιμούσε να την υφίσταται στο σουηδικό μοντέλο παρά να τον απαγάγουν οι εκτελεστές του δικτάτορα Πινοσέτ. Όμως, μέσα σ’ αυτό το κλίμα της μαζικής απάθειας και απο-πολιτικοποίησης που μαστίζει τις δυτικές κοινωνίες, ακόμα και οι γλυκερές «δημοκρατίες» της Σκανδιναβίας θα μπορούσαν να μετατραπούν σε δικτατορίες, εάν το απαιτήσουν οι καταστάσεις. Άλλωστε, μικρές αντιστάσεις θα συναντούσαν, δεδομένου ότι ο κόσμος που συμμετέχει ενεργά στα νεο-γεννηθέντα κινήματα (όπως του Occupy Wall Street) ανήκει (ακόμη) στην μειοψηφία.

Το γεγονός ότι ο ένας δρόμος είναι λιγότερο σκληρός απ’ τον άλλον, δεν σημαίνει κι ότι είναι εφικτό να καλοπιάσουμε το κράτος ούτως ώστε να αποφύγει τον άλλον όταν του χρειαστεί. Η κοινοβουλευτική «δημοκρατία» μπορεί να μην είναι δικτατορία, όμως είναι μια δημοκρατία ψευδεπίγραφη που άνετα θα μπορούσε να μετατραπεί σ’ ένα αυταρχικό καθεστώς. Η ουσία του αντιφασισμού δεν έγκειται στην αποφυγή του φασισμού μέσω μιας υπεράσπισης της σημερινής ψευδο-δημοκρατίας, αλλά εντάσσεται μέσα στις προσπάθειές μας για την αυτονομία. Βασικός μας στόχος, λοιπόν, δεν είναι η εξαφάνιση απλά της Χρυσής Αυγής. Διότι, είτε αποτελεί το μακρύ χέρι του  καπιταλισμού είτε ο βασικός εκφραστής των πιο συντηρητικών κομματιών της ελληνικής κοινωνίας, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι ακόμα και αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να την εφεύρουμε. Έτσι, ο αντιφασιστικός αγώνας α) δεν θα πρέπει να εστιάζεται αποκλειστικά και μόνο στο πώς θα κατατροπωθεί μια θλιβερή ναζιστική ομάδα, αλλά στο πώς τα άτομα μιας κοινωνίας που έλκονται από την φασιστική  προπαγάνδα θα μπορέσουν να καταστούν ικανά ώστε να την απορρίψουν και β) να μην γίνει εφικτό να δημιουργηθούν ποτέ ξανά συνθήκες που θα ευνοούν την εξάπλωση των φασιστικών ιδεών.

Ο φασισμός δεν είναι απλά ένα όπλο των ελίτ (οι οποίες, θα μπορούσαν να την αντικαταστήσουν με άλλα, λιγότερο βάρβαρα όπλα): η δικτατορία είναι μια κατάσταση που επικρατεί οπουδήποτε απουσιάζουν ή λησμονούνται οι πραγματικά δημοκρατικές παραδόσεις. Τα θεμέλια για την επικράτηση του ολοκληρωτισμού ριζώνουν όταν οι πολίτες επαναστατούν όχι, όμως, ενάντια στο ανεπιθύμητο σύστημα αλλά (ενάντια) στην ίδια την πραγματικότητα (χαρακτηριστική φράση της Hannah Arendtrevolving against reality”),  μια πραγματικότητα που ενώ είναι ζοφερή και μίζερη, αποφεύγουμε να την  ερμηνεύσουμε διεισδύοντας στις βαθύτερες αιτίες των προβλημάτων με το ν’ αναζητούμε τους λόγους που η συμπεριφορά των ανθρώπων είναι αυτή που  είναι και όχι κάποια άλλη που θα μπορούσε ν’ αποβεί θετικότερη τόσο για εμάς τους ίδιους όσο και για το σύνολο, και αντ’ αυτού, υιοθετούμε απλουστευτικές απαντήσεις μέσω διαφόρων θεωριών συνωμοσίας, πως τάχα φταίνε οι Εβραίοι, οι μετανάστες, οι μασόνοι, αλλά ποτέ εμείς οι ίδιοι για τις επιλογές μας… Απάντηση

Απάντηση

Βασική θέση του συγγραφέα είναι ότι ο αγώνας εναντίον του νεοφασισμού πρέπει να επικεντρωθεί στην προσπάθεια για μεγαλύτερη αυτονομία και δημοκρατία και όχι στην υπεράσπιση της σημερινής δημοκρατίας. Η θέση αυτή δηλώνεται στη θεματική πρόταση της πρώτης παραγράφου, την οποία ακολουθούν επιχειρήματα (διότι πρόκειται…) και απάντηση σε πιθανά αντεπιχειρήματα (Αναμφισβήτητα, ο καθένας θα προτιμούσε…Όμως). Παρόμοια οργάνωση ακολουθούν και οι επόμενες παράγραφοι, κάτι που συνηγορεί στο ότι η ανάπτυξη των απόψεων του συγγραφέα είναι αποδεικτική και όχι συνειρμική.