2. Προσωπική δείξη

Οι προσωπικές αντωνυμίες

α΄ και β΄ προσώπου (εγώ/εμείς και εσύ/εσείς) και οι ρηματικές καταλήξεις είναι τα πιο συνηθισμένα παραδείγματα προσωπικής δείξης . Η απλότητα αυτών των γλωσσικών τύπων συγκαλύπτει την πολυπλοκότητα της χρήσης τους.

Για να μάθουμε να χρησιμοποιούμε αυτές τις δεικτικές εκφράσεις, πρέπει να ανακαλύψουμε ότι κάθε πρόσωπο σε μια συνομιλία αλλάζει συνεχώς και από «εγώ» γίνεται «εσύ».

 Στο παρακάτω παράδειγμα η αναφορά των αντωνυμιών εγώ και εσύ αλλάζει ανάλογα με το πρόσωπο που μιλάει:
α. (Τάσος): Εγώ δε λέω ποτέ ψέματα, ενώ εσύ
β. (Μαρία): Κι εγώ δεν σε πιστεύω εσένα ό,τι και να μου πεις.
Το εγώ στο (α) είναι ο Τάσος, ενώ στο (β) η ίδια αντωνυμία αναφέρεται στη Μαρία. Το αντίθετο συμβαίνει με τους τύπους εσύ και εσένα. Ας σημειώσουμε πάντως εδώ, ότι για τα ελληνικά οι αντωνυμίες είναι προαιρετικές και η προσωπική δείξη αποδίδεται κυρίως με τις καταλήξεις των ρημάτων (πρβ. λέω, πιστεύω, πεις· βλ. και πρόσωπο).
 
Η προσωπική δείξη βασίζεται σε μια τριμερή διάκριση, που είναι αντίστοιχη με τις προσωπικές αντωνυμίες: πρώτο πρόσωπο (εγώ), δεύτερο πρόσωπο (εσύ) και τρίτο πρόσωπο (αυτόςαυτή, αυτό). Το πρώτο και το δεύτερο πρόσωπο είναι κυρίαρχα στην προσωπική δείξη. Το τρίτο πρόσωπο λειτουργεί επίσης ως δεικτικό, αν και κάπως σπανιότερα, όπως στα
Τι θα πάρει ο κύριος/η κυρία;
Τι θα πάρουν οι κύριοι/ες;
Στα παραπάνω παραδείγματα το τρίτο πρόσωπο, ως τύπος που δηλώνει απόσταση από τους/τις συνομιλητές/τριες, χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δηλώσει την κοινωνική απόσταση (βλ. κοινωνική δείξη παρακάτω) και τυπική σχέση (βλ. όμως και ευγένεια). Η απόσταση που συνδέεται με τους τύπους στο τρίτο πρόσωπο χρησιμοποιείται επίσης για να εκφραστεί πιο έμμεσα μια κατηγορία όπως στο
Κάποιος δεν έστρωσε το κρεβάτι του
(αντί για δεν έστρωσες το κρεβάτι σου) ή για να παρουσιάσουμε ένα προσωπικό θέμα ως πιο απρόσωπο και γενικό·  π.χ.
Ο καθένας θα πλένει το πιάτο του.
Προσέξτε, όμως, ότι ο/η ομιλητής/τρια μπορεί επίσης να χρησιμοποιήσει το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο (εμείς) για να αναφερθεί στον/στην ομιλητή/τρια (δηλ. στον εαυτό του/της) και σε κάποιον άλλο (ή άλλους):
Μπορούμε να καθαρίζουμε μόνοι μας
Εμείς θα πάμε με τα πόδια. Εσύ;
Στα ελληνικά και σε άλλες γλώσσες τέτοιες χρήσεις επιτρέπουν δύο ερμηνείες. Υπάρχει ένα εμείς που αποκλείει τον/την ακροατή/τρια και αναφέρεται στον/στην ομιλητή/τρια και κάποιους άλλους, και ένα εμείς που συμπεριλαμβάνει τον/την ακροατή/τρια και τον/την ομιλητή/τρια. Ορισμένες γλώσσες μάλιστα έχουν ξεχωριστούς γλωσσικούς τύπους για το κάθε είδος: ένα αποκλειστικό και ένα συμπεριληπτικό πρώτο πρόσωπο πληθυντικού. Στα ελληνικά, η αμφισημία του πρώτου παραδείγματος δίνει στον/στην ακροατή/τρια μια ευκαιρία να αποφασίσει πώς θα ερμηνεύσει το εμείς, δηλαδή αν συμπεριλαμβάνεται ή όχι στην ομάδα. Αντίθετα, στο δεύτερο παράδειγμα είναι ξεκάθαρο από τα συμφραζόμενα πως το εμείς δεν τον/την συμπεριλαμβάνει.