6. «Απειλεί» η γλώσσα των νέων την κοινή γλώσσα;

Πολύ συχνά διατυπώνονται απόψεις σύμφωνα με τις οποίες η γλώσσα των νέων συνιστά «κίνδυνο» και «πηγή αλλοίωσης» για την ελληνική (ως τέτοια εννοείται η κοινή/επίσημη γλώσσα), περιορίζει τον λεξιλογικό «πλούτο» των ίδιων των νέων σε «λιγοστές» και «ακατανόητες» εκφράσεις, «εμποδίζει» τη γλωσσική τους καλλιέργεια κλπ.

Θα πρέπει, ωστόσο, να έχουμε υπόψη μας τα εξής:

·         Η γλώσσα των νέων, όπως έχουν δείξει οι σχετικές μελέτες,

δεν συνιστά κανενός είδους παραβίαση της κοινής/επίσημης γλώσσας ούτε αποτελεί δείγμα «ατελούς εκμάθησής» της εκ μέρους των νέων.

  Πρόκειται για μια από τις πολλές ποικιλίες της γλώσσας, η οποία χρησιμοποιείται από ανθρώπους συγκεκριμένων ηλικιών και σε συγκεκριμένα περικείμενα.

·         Οι νεολογισμοί που κάνουν την εμφάνισή τους στη γλώσσα των νέων αξιοποιούν μηχανισμούς που πάγια βρίσκονται σε λειτουργία στη γλώσσα κατά τη διάρκεια της εξέλιξής της, άρα δεν την αλλοιώνουν

 (π.χ. στη λέξη καλυτερότερος, η οποία έχει κατηγορηθεί ότι «αλλοιώνει» την ελληνική, λειτουργεί ο μηχανισμός της επανενίσχυσης, σύμφωνα με τον οποίο προστίθενται μορφήματα ή λέξεις σε ήδη υπάρχοντα/ουσες προκειμένου να κατακτηθεί μεγαλύτερη εκφραστικότητα ή/και να γίνει ακόμη πιο διαφανής η σημασία τους).

·         Η γλώσσα των νέων τελικά αναδεικνύεται σε πηγή ανανέωσης της γλώσσας, καθώς αρκετά στοιχεία της αργά ή γρήγορα περνούν στην κοινή χρήση, κυρίως στο ανεπίσημο ύφος.

  Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως μέσω των κοινωνικών ομάδων τα μέλη των οποίων έρχονται σε συχνή επαφή με τους/τις νέους/ες ή στόχος τους είναι να τους/τις προσεγγίσουν (π.χ. γονείς, εκπαιδευτικοί, άνθρωποι που εργάζονται στα ΜΜΕ ή στη βιομηχανία της ψυχαγωγίας και της διαφήμισης).

·         Η χρήση της γλώσσας των νέων,

περιοριζόμενη σε συγκεκριμένες περιστάσεις και δραστηριότητες, δεν φαίνεται να τους εμποδίζει από το να χρησιμοποιούν άλλες μορφές γλώσσας σε άλλες περιστάσεις γενικότερα και ειδικότερα σε πιο επίσημες

  (π.χ. σχολείο, επικοινωνία με μεγαλύτερους, χώρος εργασίας).