Άσκηση 1

Προσπαθήστε να καταγράψετε εκφράσεις που χρησιμοποιείτε και θεωρείτε ότι ανήκουν στη γλώσσα των νέων. Ταυτόχρονα, σημειώστε πού, πότε και με ποιους/ες συνομιλητές/τριές σας τις χρησιμοποιείτε. Επίσης, εντοπίστε τυχόν προβλήματα στην επικοινωνία (αν υπάρχουν). Ανακοινώστε και συζητήστε τα ευρήματά σας στην τάξη.

 

 

 

Άσκηση 2

Προσπαθήστε να αντικαταστήσετε τις εκφράσεις της γλώσσας των νέων που περιλαμβάνονται στο παράδειγμα του λήμματος αυτού με ισοδύναμές τους που ανήκουν στην κοινή χρήση. Πώς αξιολογείτε το αποτέλεσμα; Σε τι διαφέρει το αρχικό κείμενο από το τελικό;

 

 

 

Άσκηση 3

Συλλέξτε κείμενα από το διαδίκτυο που αναφέρονται στη γλώσσα των νέων και συζητήστε το περιεχόμενό τους στην τάξη. Ποιες στάσεις και απόψεις εκφράζουν οι συγγραφείς τους για τη γλώσσα των νέων; Πού νομίζετε ότι οφείλονται οι απόψεις αυτές;

Απάντηση

Απάντηση

Ας δούμε ενδεικτικά το ακόλουθο απόσπασμα:

[…] [O]ι νέοι έχουν κοινά προβλήματα κι ενδιαφέροντα και σύμφωνα με αυτά διαμορφώνουν τη συμπεριφορά και τον τρόπο της ζωής τους. Στη σημερινή εποχή, μάλιστα, τα ενδιαφέροντά τους δεν μπορεί να είναι άσχετα από τη μαζική κουλτούρα που υποβάλλεται από τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας. Οι παρέες πάλι, στις οποίες εντάσσονται από πολύ μικρή ηλικία, έχουν τους δικούς τους άγραφους κανόνες στους οποίους είναι υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται για να γίνονται αποδεκτοί. Ο πιο σημαντικός παράγοντας, ωστόσο, που οδηγεί τους νέους στην υιοθέτηση ιδιαίτερου κώδικα επικοινωνίας, είναι η συνειδητή ή υποσυνείδητη ανάγκη τους να διαφοροποιηθούν από τον κόσμο των μεγάλων και να εκφράσουν έτσι την αντίθεσή τους στο κατεστημένο τρόπο ζωής, με τον οποίο συνήθως διαφωνούν.

Στο βαθμό, λοιπόν, που η «γλώσσα των νέων» είναι μόνο το αποτέλεσμα μιας στείρας αντίδρασης προς κάθε τι το κατεστημένο, οι αρνητικές συνέπειες υπερτερούν. Όταν μάλιστα ο γλωσσικός αυτός κώδικας παίρνει τα χαρακτηριστικά μιας ιδιόμορφης αργκό και χρησιμοποιείται αδιάκριτα σε όλες τις περιπτώσεις, στον προφορικό και το γραπτό λόγο, τότε στενεύει επικίνδυνα o πνευματικός ορίζοντας των νέων και η σκέψη τους ατροφεί.

Αυτά τα αρνητικά αποτελέσματα τα βλέπουμε κυρίως στην αδυναμία τους να εκφράζονται σωστά και συγκροτημένα στο γραπτό λόγο. Βέβαια, για το πρόβλημα της εκφραστικής αδυναμίας δεν ευθύνεται μόνο το περιορισμένο λεξιλόγιο που χρησιμοποιούν οι νέοι στη δική τους γλώσσα, αλλά και ο τρόπος διδασκαλίας των γλωσσικών μαθημάτων στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Το σχολείο, κατά γενική ομολογία, έχει υποβαθμίσει τη διδασκαλία των γλωσσικών μαθημάτων προωθώντας με τα νέα, υποτίθεται, εκσυγχρονισμένα προγράμματα τη μηχανιστική μάθηση αντί της καλλιέργειας της κριτικής σκέψης. Επιπλέον, η στυγνή ειδίκευση, τα προϊόντα υποκουλτούρας και, γενικά, η εμπορευματοποίηση της τέχνης, παραγκωνίζουν και περιθωριοποιούν τους πνευματικούς ανθρώπους, που θα μπορούσαν να παίξουν θετικό ρόλο στη γλωσσική καλλιέργεια των νέων. Φυσικά και ο ρόλος των ΜΜΕ, που είναι κυρίαρχα στη ζωή των σημερινών νέων, είναι καταλυτικός, κυρίως επειδή σ’ αυτά κυριαρχεί η εικόνα, που περιορίζει στο ελάχιστο τη χρήση του λόγου. Διαμορφώνεται, έτσι, ένας κώδικας επικοινωνίας με περιορισμένο λεξιλόγιο στον οποίο κυριαρχεί ο υπαινικτικός λόγος της διαφήμισης που μπορεί να γοητεύει, δεν είναι όμως γλωσσικά άρτιος […].  

Τάσος Κάρτας, http://ta4mx.blogspot.gr/2011/10/blog-post_16.html, πρόσβαση 9/4/2013

 

Στο απόσπασμα αυτό, μολονότι αναγνωρίζονται οι παράγοντες που συμβάλλουν στη διαμόρφωση της γλώσσας των νέων, διατυπώνονται διαφορετικές αρνητικές γλωσσικές στάσεις του συγγραφέα απέναντί της. Ας τις συνοψίσουμε στη συνέχεια:

·         Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά της γλώσσας των νέων:

o   Ο συγγραφέας επισημαίνει ότι λόγω της ενασχόλησης των νέων με τα ΜΜΕ «[δ]ιαμορφώνεται […] ένας κώδικας επικοινωνίας με περιορισμένο λεξιλόγιο στον οποίο κυριαρχεί ο υπαινικτικός λόγος της διαφήμισης που μπορεί να γοητεύει, δεν είναι όμως γλωσσικά άρτιος». Αποφαίνεται δηλαδή αρνητικά για τα ενδιαφέροντα των νέων που αφορούν τη μαζική κουλτούρα (ΜΜΕ) και τα οποία θεωρούνται, κατ’ αυτόν, υπεύθυνα για τη δημιουργία αυτής της «περιορισμένης», «μη άρτιας» γλωσσικής ποικιλίας.

·         Όσον αφορά τη λειτουργία και τα περιβάλλοντα χρήσης της γλώσσας των νέων:

o   Η γλώσσα των νέων, κατά τον συγγραφέα, μπορεί να λειτουργεί ως «στείρα αντίδραση προς το κατεστημένο» με «αρνητικές συνέπειες» για αυτούς/ές.

o   Αν και οι σχετικές έρευνες δείχνουν ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο, ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι η γλώσσα των νέων μπορεί να «χρησιμοποιείται αδιάκριτα σε όλες τις περιπτώσεις, στον προφορικό και τον γραπτό λόγο».

·         Όσον αφορά τις συνέπειες της χρήσης της στους/στις νέους/ες:

o   Όταν οι νέοι/ες χρησιμοποιούν την ποικιλία αυτή, «στενεύει επικίνδυνα o πνευματικός ορίζοντας των νέων και η σκέψη τους ατροφεί».

o   Η γλώσσα των νέων θεωρείται υπεύθυνη για την «αδυναμία τους να εκφράζονται σωστά και συγκροτημένα στο γραπτό λόγο».

 

Εν ολίγοις, στο απόσπασμα αυτό ανακυκλώνονται ευρύτερα γνωστές αρνητικές αξιολογήσεις της ποικιλίας που χρησιμοποιούν οι νέοι/ες και των –θεωρούμενων ως- αρνητικών συνεπειών της.

Τέτοιου είδους απόψεις οφείλονται συνήθως στην ελλιπή ενημέρωση των ομιλητών/τριών όσον αφορά τα επιστημονικά πορίσματα γύρω από το θέμα αυτό: τόσο η σύγχρονη εκπαίδευση όσο και τα ΜΜΕ δεν παραλείπουν να προβάλλουν περισσότερο στερεοτυπικές απόψεις και προκαταλήψεις για τη γλώσσα των νέων παρά επιστημονικά τεκμηριωμένες θέσεις. Επιπλέον, η ιδιαίτερη έμφαση που δίνεται από τους/τις ομιλητές/τριες της ελληνικής (συμπεριλαμβανομένων και των εκπαιδευτικών) στην ομοιογένεια της γλώσσας και στην επιβολή της πρότυπης/επίσημης οδηγούν στη διάδοση τέτοιων γλωσσικών προκαταλήψεων. Με άλλα λόγια, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό λόγο τονίζεται η έννοια του γλωσσικού κανόνα, παραβλέπεται η ύπαρξη διαφορετικών γλωσσικών ποικιλιών και έτσι πολύ συχνά στιγματίζεται η χρήση όσων από αυτές διαφοροποιούνται λιγότερο ή περισσότερο από την κοινή ή την επίσημη/πρότυπη γλώσσα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η γλώσσα των νέων να χαρακτηρίζεται «κατώτερη» και οι νέοι/ες που τη χρησιμοποιούν να κατηγοριοποιούνται ως «πνευματικά ακαλλιέργητοι/ες» και «λιγότερο ικανοί/ές» ομιλητές/τριες της ελληνικής.