Λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας
Μορφολεξικό

Αποτελέσματα για: "Ι"

Βρέθηκαν 4 Λήμματα [1 - 4]

ιερο-

  • το επίθετο ιερός ως α΄ συνθετικό
  • σε σύνθετες λέξεις:
  • ιερομάρτυρας, ιεραπόστολος, ιεροψάλτης, ιερόσυλος.

ιππο-

  • το ουσιαστικό ίππος ΄άλογο΄ ως α΄ συνθετικό
  • σε σύνθετα ονόματα:
  • ιπποκόμος, ιπποτροφείο, ιππόδρομος, ιππόκαμπος. || ιπποδύναμη.

ισο-

  • το επίθετο ίσος ως α΄ συνθετικό
  • σε σύνθετες λέξεις:
  • ισόβαθμος, ισοδύναμος, ισοδυναμώ, ισόπλευρος, ισοσκελής.

ιχθυο-

  • το ουσιαστικό ιχθύς ΄ψάρι΄ ως α΄ συνθετικό
  • σε σύνθετα ονόματα:
  • ιχθυόσκαλα, ιχθυαγορά, ιχθυολόγος.