Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)

Εις το νησί της Κλείσοβας

Εις το νησί της Κλείσοβας το ξακουστό θα πάμε να περάσουμε το καλοκαίρι, το ψάρι να χορτάσουμε λαχταριστό, εγώ φτωχός ψαράς κι εσύ πιστό μου ταίρι.

5 Όσα ψαράδικα τραγούδια θα μου λες θα στα πληρώσω με τα πλιο παχιά λαβράκια, ψαράδικες κι οι δυο θα βάλουμε στολές, θά ειμαι για γέλια, και θα είσαι για φιλάκια.

Εκεί τριγύρω τα ολόστρωτα νερά 10 λευκά θαλασσοπούλια θα τα φτεροδέρνουν, μ’ άσπρο πανί η γαΐτα μας θα τα περά, και δε θα φεύγουνε, γι’ αδέρφι θα την παίρνουν.

Θα σε μαθαίνω —τί δουλειές και τί γιορτές!— να κυβερνάς μονάχη το λευκό πανάκι, 15 να στήνεις μες στη λίμνη τις καλαμωτές, και να ψαρεύεις μια χαρά με το καμάκι.

Παντού σε ήμερη κι ολάνοιχτη θωριά το μάτι θα κυλά, και θα μας φοβερίζει από της Πάτρας μόνο τη μεριά βαριά 20 μαύρ’ η Βαράσοβα, σαν άγριο μετερίζι.

Μα τόσο μόνο· απ’ την τριπλή της την κορφή τουφέκι κλεφτουριάς λερής δε θα προβάλλει· μονάχα η χλωμή του ήλιου αδερφή θα φανερώνεται αποκεί αγάλι ’γάλι.

25 Και ύστερα το πρόσωπο το λατρευτό θα φαίνεται στη λίμνη ασήμι αναλιωμένο. Αχ! να μπορούσα να σου έπλεκ’ απ’ αυτό ένα στεφάνι… Πρόβαλε! σε περιμένω.

Δε θα γυρνούμε τη ματιά στον ουρανό, 30 θα τον χαιρόμαστε στα πόδια μας στρωσίδι, με το φεγγάρι μέσα του το φωτεινό, γαλάζιο, με παράδεισο, μα δίχως φίδι…

Απ’ τ’ ακρογιάλι του μαΐστρου η πνοή θα φέρνει τραγουδάκια, γέλια και κουβέντες. 35 Του κάκου· θα ’χει πιο γλυκύτερη ζωή για μας η σιωπή, ταίρι χρυσό κι αφέντες.

Η λίμνη μας, νυφούλα γελαστή, λαμπρή, ματάκια γαλανά, τα ψάρια το προικιό της, βραχιόλια οι καλαμωτές, εμείς γαμπροί, 40 κι εσύ η ευτυχία της, το όνειρό της!

Στο εκκλησάκι πὄφαγε την Αραπιά κάθε γιορτή θ’ ανάφτουμε και μια λαμπάδα, θα μ’ ερωτάς για δόξες που διαβήκαν πια, και στίχους θα ονειρεύομαι για την Ελλάδα.

45 Αλλά καθώς θ’ αρχίζω να παραλαλώ «Πατρίς ‒ φωτιά ‒ χαμός ‒ τρομπόνια ‒ φουστανέλα» θα μου κρυφαπαντάς «Ψαρόπουλο τρελό, Αγάπη ‒ αστροφεγγιά ‒ δροσιά ‒ γαλήνη ‒ έλα…»

Καλά θα λες… Κι η δόξα είναι φτερωτή, 50 η νιότη των εθνών… Να ’μουν σ’ εκειά τα χρόνια παλικαριάς αϊτός… Μα τάχα κι οι αϊτοί δε θα ζηλεύουνε τα ήσυχα τρυγόνια;

Σε μια καλύβα μες στη λίμνη καθιστή, τη νύχτα θα φωλιάζουμε αποσταμένοι… 55 Αγάπη μου, στην Κλείσοβα την ξακουστή καλοκαιράκι ολόχαρο μας περιμένει.

Ιούνιος 1882 *