Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Για τη ζωή και το έργο του Το ποιητικό του έργο
Κώστας Βάρναλης

Κώστας Βάρναλης (1884-1974)

© Ευγενία Βάρναλη
Εκδ. Κέδρος

Τρίπτυχο

I. Ο ΓΙΟΚΑΣ

Άγαλμα ο Τοτός, ήλιος απλωτός, κολυμπά στη Βούλα και δικά τ’ είν’ ούλα.

5 Είκοσι χρονώ… Θάλασσα, ουρανό και στεριά δικά του, πατρογονικά του!

Και στην πολιτεία 10 κείνος πρώτη αιτία, κι ολωνών αρχή κι ολωνών ψυχή…

Άσωτα υλικά για τα θηλυκά, 15 π’ αγρυπνούν σιμά του, μνέγουν στ’ όνομά του.

Είναι τυχερό του νά ’χει στον καιρό του γέρο παραλή, 20 μάνα παρδαλή.

Και φαντάρος; Μπα μ’ έτοιονε μπαμπά! Όλα τα στρατόπεδα για τα χωριατόπαιδα!

25 Πάντα καθαρός καίει μ’ αγνή χαρά στα Προπύλαια μπρος έργ’ αριστερά.

II. Ο ΜΠΑΜΠΑΚΑΣ

Την πάσ’ αλήθεια μέσα μου την έχω. Σωστό και δίκιο μόνο εγώ κατέχω. Όλα τα ξέρω, δίχως να ρωτήσω, πριχού να γεννηθώ και περπατήσω.

5 Θεός το σύμπαν έπλασε κι εμένα, με σώμα και ψυχή σοφά ενωμένα, σώμα θνητό κι αθάνατη ψυχή· παιδιά του εμείς κι απόπαιδα οι φτωχοί.

Εγώ Πατρίδα κι όλοι εσείς πατριώτες! 10 Εγώ διατάζω πόλεμο. Στρατιώτες, σκοτωνόσαστ’ εσείς, να ζήσω εγώ. Και πάντα εγώ νικάω, γιατί νογώ!

Νόμος και Τάξη εγώ κι Ελευτερία! Στην κεφαλή πατάω τ’ άθλια θερία. 15 Πάνωθέ μου συνάναρχος θεός και κάτωθέ μου υπάνθρωπος λαός.

Φίλο κι οχτρό δεν ξέρω. Το Συφέρο! Έλληνα και μισέλληνα δεν ξέρω, χριστιανόνε κι αντίχριστο. Ένα μόνο: 20 να πλερώνομαι κι όχι να πλερώνω!

Του κόσμου ο κύκλος από μέν’ αρχίζει και σε μένα πιστά ξαναγυρίζει. Χωρίς εμένα τίποτα. Και μόνον αυτός υπάρχω αιώνες των αιώνων!

III. Η ΜΑΜΑΚΑ

Οι προφητείες το λέγανε, νόημα και γράμμα, πως με πνοή θεού θα γεννηθεί το θάμα. Μεγάλωσα στο μάλαμα και στην πορφύρα με το τραγούδι των ερώτων και τη λύρα.

5 Σε χώμα δεν επάτησα, ρόδα και γιούλια. Με τα πουλιά κουβέντιαζα και με την Πούλια. Κι όταν η σάρκα μου άρχισε να με καλεί, άκουγε η Δύση κι απαντούσ’ η Ανατολή.

Ήταν για μένα κάθε μέρα Κυριακή μου. 10 Χνότο λαού δε μόλευε την προσευκή μου. Κι όξω απ’ τους δυο, την Παναγιά και το Χριστό μου, τρίτο θεόν ελάτρευα τον εαυτό μου.

Αθέρας του μυαλού και κρίνα δάχτυλά μου μονάχ’ αρώματ’ άγγιζαν και τράπουλά μου. 15 Τα κρίνα, τον αθέρα, αθάνατα, καμία ώς τώρα δεν τα λέκιασε δουλειά - ατιμία!

Κι αν για τιμή ρωτάς, πριν και μετά το γάμο, για τσούλα με περνάς, Σταμάτα και Μαλάμω; Είμαστε πέρ’ απ’ το καλό και το κακό, 20 πέρ’ από φόβο και ντροπή και λογικό.

Καλός πολύ ο καλός μου, απ’ τους καλούς πολίτες! Στην Κατοχή παράδινεν αράδ’ αλήτες! Κι η δόξ’ αν του στεφάνωσε την άξια δράση, πιο χαίρεται, που ο γιος του θα τον ξεπεράσει!

IV. ΚΑΚΑ ΣΤΕΡΝΑ

Ανάμεσα στον άντρα της και το μονογενή της αστράφτ’ η περηφάνια της, θαμπών’ η καλλονή της… Αργά προβαίνουνε κι οι τρεις, τους ακλουθάει η μέρα, κάθε τους πάσο και κομπάσο, που μετράει τη Σφαίρα.

5 Κάθε τους πάσο και χρυσό κοντύλι, που ξομπλιάζει τα ιστορικά των Δυνατών, που το ’να τ’ άλλο μοιάζει. Βουλιάζ’ η γης και γονατίζουν τ’ ουρανού οι κολόνες, τη δόξα τους σαλπίζουν αρχαγγέλοι στους αιώνες! . .

—Μα πού ’ναι οι σκλάβοι να στρωθούνε μπρούμυτα στη ΓΗ ΜΑΣ, 10 για να περάσει απάνω τους το σόι και το πουγκί μας; —Ερχόνται σίφουνας, στρωθείτε μπρούμυτα στη ΓΗ ΤΟΥΣ, για να περάσει απάνω σας η Λευτεριά κι η οργή τους.