Εξώφυλλο

Ανεμόσκαλα
Συμφραστικοί Πίνακες Λέξεων για Μείζονες Νεοέλληνες Ποιητές

Σκαρφαλώνοντας λέξεις όπως μιαν ανεμόσκαλα. Γιώργος Σεφέρης, «“Νότες” για ένα ποίημα» (ΤΕΤΡΑΔΙΟ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΩΝ, Β΄)
Για τη ζωή και το έργο του Το ποιητικό του έργο
Μανόλης Αναγνωστάκης

Μανόλης Αναγνωστάκης (1925-2005)

© Νόρα Αναγνωστάκη & Ανέστης Αναγνωστάκης
Εκδ. Νεφέλη

VI

Στον Ηλία

Γύρισες πίσω, κι η πολιτεία με τα σπασμένα σοκάκια σα γυναίκα τα ξημερώματα Άνθρωποι πάντα βιαστικοί μέσα στους άσκοπους δρόμους προφασιζόμενοι κάποιο μεγάλο σκοπό Και τα παιδάκια δεν μπορούνε πια να παίξουνε χωρίς κανένα κίνδυνο από τα τόσα κάρα που περνούνε Λοιπόν, το ξέρεις πως πολλοί περάσανε τους θερμούς μήνες συζητώντας πού θα παραθερίζανε καλύτερα 5 Ένας θα προτιμούσε το βουνό, άλλος τη θάλασσα, στο τέλος συμφωνήσανε για μια καλή παρέα —Γιατί, κάθε φορά που θυμούμαστε μοιάζουμε σαν τα καφενεδάκια του καλοκαιριού Κρατώντας καθένας μια καρφίτσα μικρή που του ματώνει απερίσκεπτα τα δάχτυλα;— Έπειτα σκέφτεσαι πως και το άλλο πρωινό θα ξυπνήσεις μ’ ένα κουδούνισμα ολόιδιο στην πόρτα. Στην επαρχία κάποτε μας άρεσαν τα δράματα τιμής που διαλαλούσανε τα πρωινά φύλλα 10 Κοιτάζαμε τις φωτογραφίες, κλαίγαμε μόνοι μας το βράδυ στη φωτιά για κάποιαν όμορφη που αυτοκτόνησε Έχουμε εφημερίδες στο συρτάρι μας ένα σωρό με κίτρινα φύλλα. Γύρισες πίσω διψώντας πάλι την προσδοκία μιας ατημέλητης αίσθησης Ίσως να πίστευες πως γυαλίζανε οι δρόμοι ξανά στην πρώτη μεσημεριάτικη λάμψη τους Όπως τα μακρινά φώτα ριγούσανε του λιμανιού σα στήθος αβέβαιο παρθένας 15 Η ταβέρνα κλειστή, διώξανε και το μικρό που κάποτε ονειρεύτηκε πλένοντας πιάτα να πλουτίσει Τώρα θυμάται ακόμα τα χειμωνιάτικα βράδια κάτω από την ασετυλίνη Ακόμα θυμάται τους φίλους κάθε βράδυ που κουβεντιάζανε κι αυτός δεν ξέρει τί κι ύστερα ψιθυρίζανε Ένα σκοπό που δεν τον άκουσε ποτέ στη μακρινή στη μακρινή του την πατρίδα. …Μέσα σε τόσες εναντιότητες αναζητήσαμε μια χαλασμένη αισθαντικότητα 20 Σημαδεμένες χρονολογίες σα βιβλία βιβλιοθήκης πολυσύχναστης Κι ήτανε πάντα πίσω από τη θύμηση οι γκρεμισμένες αψίδες του καλοκαιριού. Κάποτε παίζουμε την αγάπη και τότε αλήθεια νιώθουμε ανυπέρβλητα αγνοί —Μια γεύση φιλιού πάνω στην παιδική σου επιδερμίδα— Παίζουμε τη φυγή την ανεπίστρεπτη πίσω από χάρτινες κουρελιασμένες πανοπλίες 25 Παίζουμε την οδύνη μέσα σε δυο πακέτα τσιγάρα ολοκαίνουρια Την εγκαρτέρηση μιας νόησης σε δυο σκοινιά τεντωμένα στη χειμωνιάτικη βεράντα. Άλλοτε πάλι αυτοί οι άνθρωποι ερωτεύονται παράξενα πολύ Ανιχνεύουνε τη συμφορά μέσα στην πιο ευτυχισμένη τους ένταση Πουλούνε την ηδονή τους για τις ασήμαντες διανοητικές τους αναμνήσεις 30 Αποσυνθέτουνε την παρουσία τους σε πολλαπλές αποχρώσεις. Μέσα σε τόσες εναντιότητες πολιορκήσαμε την κλεμμένη μας άγνοια Δε μάθαμε, ήταν αλήθεια, καμιά ποτέ μας προσευχή, το μεγαλείο της ταπείνωσης Δε σηκωθήκαμε μια Αυγή με την υπόσχεση της ακριβής υποταγής.

…Έκλαψα χτες, παίρνοντας ένα γράμμα από το φίλο Ρ… που ταξιδεύει χρόνια στις επαρχιακές κωμοπόλεις 35 Μου γράφει: Θυμήσου τις βάρκες τα μεσάνυχτα γύρω στ’ αγκυροβολημένα φορτηγά Μου γράφει: Θυμήσου τις μέρες μιας Άνοιξης ολόφωτες μέσα στο αιμάτινο φορτίο τους Μου γράφει: Θυμήσου τους τέσσερις τοίχους που φύλαξαν αναφαίρετα τόσον καιρό το μυστικό μας Έχασα τα βιβλία μου, φώναζες, έχασα τα χαρτιά μου, έχασα κάθε τι που πιότερο στον κόσμο αγαπώ.

Είχες χάσει κάτι πολύ περισσότερο. Μιαν ατέλειωτη νεότητα σε κάθε γωνιά της ολόπικρης νόησης.