Προηγούμενο   Επόμενο
Τέλος 
συνέβη στον κόσμο

1963

Μάρτιν Λούθερ Κινγκ

  • Εικονογράφηση του Serge Bloch από Το Βιβλίο των Επαναστατών, Ελληνικά Γράμματα, 2010
  • Εικονογράφηση της Ρόζας από τον Maurizio Quarello στο βιβλίο Το λεωφορείο της Ρόζας, Κόκκινο, 2011

Έχω ένα όνειρο… Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ εκφωνεί τον περίφημο λόγο του. Την ίδια χρονιά δολοφονείται ο Τζον Κένεντυ. «Όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι…» αναφέρει το 1776 η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ. Ωστόσο η δουλεία θα καταργηθεί μόλις το 1865, έπειτα από έναν αιματηρό πόλεμο ανάμεσα στο Βορρά και στο Νότο της χώρας. Εντούτοις, έναν αιώνα αργότερα, στο Νότο, οι απόγονοι των δούλων εξακολουθούν να είναι θύματα ρατσιστικών νόμων που τους κηρύσσουν «ίσους» με τους λευκούς, «αλλά χώρια»! Στην είσοδο των δημόσιων χώρων επιγραφές διευκρινίζουν «Μόνο Λευκοί», ενώ μαύροι και λευκοί δεν πηγαίνουν ποτέ στο ίδιο σχολείο. Το 1955 ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ είναι ο δικηγόρος μιας μαύρης της Ρόζας Πάρκς που μπαίνει φυλακή απλώς γιατί δεν σηκώθηκε από τη θέση της στο λεωφορείο για να κάτσει ένας λευκός. Γι’ αυτό το όνειρό του, της εξάλειψης των ρατσιστικών διακρίσεων θα δολοφονηθεί το 1968.

Διαβάστε σχετικά:
Ήταν Δεκέμβρης του 1955 και, όπως, κάθε βράδυ πήρα το λεωφορείο αυτό ακριβώς που κάθεσαι, για να γυρίσω σπίτι. Στις μπροστινές θέσεις επιτρεπόταν να καθίσουν μόνο λευκοί, στις υπόλοιπες μπορούσαμε να καθίσουμε κι εμείς, με την προϋπόθεση να μην υπάρχουν όρθιοι λευκοί. Εκείνο το βράδυ έκανε κρύο και ήμουν κουρασμένος. Ευτυχώς, όταν ανέβηκα υπήρχαν ακόμα ελεύθερες θέσεις και μπόρεσα να καθίσω.
Μετά από μερικές στάσεις ανέβηκε κι αυτή, η Ρόζα.
Ήταν 42 χρονών, φορούσε γυαλιά και βάδιζε με αξιοπρέπεια.
Ήταν μια γυναίκα έγχρωμη, όπως πολλές άλλες, που γυρνούσε από τη δουλειά, ένα μεγάλο κατάστημα όπου δούλευε ως μοδίστρα.
Κάθισε δίπλα μου. Άλλοι μαύροι ήταν όρθιοι, μα όλοι οι λευκοί ήταν καθισμένοι. Στην επόμενη στάση ανέβηκαν τέσσερις άνθρωποι με δέρμα κατάλευκο σαν χιόνι. Αμέσως ο οδηγός μας φώναξε να σηκωθούμε για να αφήσουμε τις θέσεις στους λευκούς. Υπάκουσα και το ίδιο έκαναν άλλες δύο μαύρες γυναίκες.
Έλειπε ακόμη μια θέση, αλλά η Ρόζα δεν κουνήθηκε.
Ο οδηγός το κατάλαβε και από τη θέση του φώναξε πάλι.
«Όλοι οι νέγροι πρέπει να σηκωθούν και να δώσουν τη θέση τους στους λευκούς. Εσύ, σήκω και δώσε τη θέση σου στον κύριο!»
Τότε ήταν που συνέβη κάτι απίστευτο, ένα γεγονός ασυνήθιστο που θα άλλαζε τα πάντα, κάνοντας τις μέρες που θα ακολουθούσαν διαφορετικές από όλες τις προηγούμενες:
Η Ρόζα έμεινε ακίνητη, καθισμένη στη θέση της.
Ο οδηγός πλεύρισε με το λεωφορείο κοντά στο πεζοδρόμιο και το σταμάτησε. Βρίζοντας, άφησε τη θέση του και πήγε προς τη Ρόζα. «Τι τρέχει; Είσαι και κουφή εκτός από νέγρα; Δεν βλέπεις ότι ένας κύριος είναι όρθιος;»
Κοίταξα ανήσυχος τη γυναίκα που δεν γνώριζα: «Κυρία, πρέπει να σηκωθείτε, αλλιώς θα έχετε μπλεξίματα.»
Εκείνη με κοίταξε και το βλέμμα της καρφώθηκε στη μαύρη άβυσσο των ματιών μου, όπου και είδε τον φόβο μου. Δεν είπα τίποτε άλλο, ούτε κι εκείνη. Μπροστά στην εύθραυστη αλλά αποφασισμένη γυναίκα που με κοιτούσε, αισθάνθηκα πιο μικρός και από το τίποτα.

Fabrizio Silei, Το λεωφορείο της Ρόζας, εικ. Maurizio Quarello, μτφ. Δημήτρης Λυμπερόπουλος, Κόκκινο, 2011