Προηγούμενο   Επόμενο
Τέλος 
στη λογοτεχνία

1818

Το μυθιστόρημα Φρανκεστάιν ή ο σύγχρονος Προμηθέας

Το μυθιστόρημα Φρανκεστάιν ή ο σύγχρονος Προμηθέας ξεκίνησε ως μια πρόκληση του Λόρδου Βύρωνα προς του προσκεκλημένους του στη βίλα Ντιοντάτι στη λίμνη της Γενεύης: «Γράψτε μια ιστορία τρόμου». Έτσι η Μαίρη Σέλλευ (προσκεκλημένη του Βύρωνα μαζί με το σύζυγό της ποιητή Πέρσυ Σέλλευ) ξεκίνησε να γράψει ένα βιβλίο που θα αποκτούσε περισσότερους αναγνώστες από τα βιβλία όλων των σύγχρονων της ποιητών. Και ο Φράνκεστάιν κατέληξε να είναι μια από τις πιο ανατριχιαστικές ιστορίες που έχουν γραφτεί ποτέ. Ο Δρ Φρανκεστάιν συνδυάζει κομμάτια από νεκρά σώματα για να δημιουργήσει ένα πλάσμα που προσπαθεί με τα πειράματά του να του δώσει ζωή. Το τέρας δραπετεύει και περιπλανιέται στα γύρω χωριά σκορπίζοντας τον όλεθρο. Αλλά το τέρας κερδίζει και τη συμπάθειά μας καθώς μέσα στο κακοσχηματισμένο σώμα του υπάρχει μια ψυχή που επιζητεί την αγάπη.

Ακολουθεί ένα μικρό απόσπασμα του μυθιστορήματος:
«Ήταν μια φρικτή νύχτα του Νοέμβρη που είδα όλους τους κόπους μου να ολοκληρώνονται μέσα στην πραγμάτωσή τους. Με υπερένταση που άγγιζε σχεδόν τα όρια της αγωνίας, μάζεψα γύρω μου τα όργανα που μ’ αυτά θα μπορούσα να ανάψω μια σπίθα από ζωή στο άψυχο αυτό πράγμα που βρισκόταν ξαπλωμένο στα πόδια μου. Ήταν μία η ώρα το πρωί κιόλας η βροχή χτυπούσε μονότονα κι αδιάκοπα πάνω στα τζάμια του παραθύρου και το κερί μου κόντευε να σβήσει, όταν μέσα στο μισόφωτο είδα να ανοίγουν τα νωθρά κίτρινα μάτια του πλάσματος ανάσαινε βαριά και τα μέλη του ταράζονταν από μια σύσπαση.
Πώς μπορώ να περιγράψω τι ένοιωσα μπροστά σ’ αυτή την καταστροφή ή πώς να σκιαγραφήσω τη θλιβερή ύπαρξη που με τόσους ατέλειωτους κόπους και φροντίδες είχα προσπαθήσει να φτιάξω; Τα μέλη του ήσαν σε κανονικές αναλογίες και του είχα διαλέξει όμορφα χαρακτηριστικά. Όμορφα! Μεγαλοδύναμε Θεέ! Το κίτρινο δέρμα του μόλις και σκέπαζε τους μύες και από κάτω τους τις αρτηρίες τα μαλλιά του ήσαν κυματιστά και γυαλιστερά μαύρα τα δόντια του είχαν μαργαριταρένια ασπράδα όλα αυτά όμως τα πλούσια στολίδια δεν έκαναν τίποτα άλλο παρά να έρχονται σε φρικτή αντίθεση με τα ξεθωριασμένα μάτια του που φαίνονταν να έχουν σχεδόν το ίδιο χρώμα με τις σταχτιές κόγχες που ήταν βαλμένα, με τη ρυτιδωμένη επιδερμίδα του και τα κατάμαυρα χείλη του.[…]
Δυο χρόνια σχεδόν είχα δουλέψει σκληρά με μοναδικό σκοπό να δώσω ζωή σ’ ένα άψυχο σώμα. Γι’ αυτό το λόγο δε λογάριασα ούτε την ανάπαυση ούτε την υγεία μου. Ό,τι έκανα, το έκανα γιατί επιθυμούσα με μια θέρμη που ξεπερνούσε κάθε αυτοσυγκράτηση μα τώρα όμως που τελείωσα, η ομορφιά του ονείρου χάθηκε και την καρδιά μου γέμισε ο τρόμος και η αηδία».

  • Μαίρη Σέλλευ, Φρανκεστάιν, μτφ. Θάνος Σακκέτας, Στοχαστής, 1995, σελ. 87