Γραφικό

Πυξίς

Ψηφιακή Αρχαιοθήκη

Επιμ. Τριανταφυλλιά Γιάννου

«Δεν είναι ο Οιδίπους»

Ο Μίλτος Σαχτούρης είναι ο συνεπέστερος διερευνητής του εσωτερικού κόσμου. Σε αυτόν συναντώνται η υπερρεαλιστική ανίχνευση του υποσυνείδητου με τον παραδοσιακό κόσμο του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού. Σε όλη τη διάρκεια της ποιητικής του πορείας συνειδητά επεξεργάστηκε τον εφιάλτη του, ο οποίος αποτελεί αντανάκλαση των φρικαλεοτήτων του Εμφυλίου Πολέμου (Beaton, 1996: 248). Το ποίημα «Δεν είναι ο Οιδίποδας» είναι ένα από τα δύο αρχαιόμυθα ποιήματα του και περιέχεται στη συλλογή Παραλογαίς (1948). Είναι ένα εξ ολοκλήρου άστικτο ποίημα που ορίζει, σχετικά με ευδιάκριτο τρόπο, τον χώρο και τον χρόνο του. Ο χρόνος του καλύπτει μία μέρα και την επερχόμενη νύχτα, ο χώρος παραπέμπει άλλοτε σε σκηνικό αρχαίας τραγωδίας και άλλοτε σε ένα σπίτι του καιρού μας. Χρόνος και χώρος του ποιήματος μοιράζονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να ευνοούν τη μείξη και μετά τη σύγχυση μύθου και ιστορίας (Μαρωνίτης, 2009: 122-123). Τα πρόσωπα του ποιήματας διαπλέκουν και αυτά το δίχτυ μύθου και ιστορίας: ο Αίγισθος, ο Αχιλλέας και ο Οιδίποδας παραπέμπουν στον μύθο, ο Κώστας, ο Αλέξης και ο Ηλίας στη σύγχρονη πραγματικότητα. Ο Ορέστης, αν και μάλλον πρόκειται για σύγχρονο πρόσωπο, μας συνδέει με τον οίκο των Ατρειδών, ενώ η Μαρία παραπέμπει στη θρησκευτική, χριστιανική μυθολογία. Η προδήλωση «πεινασμένα φαντάσματα» λίγο πριν το όνομα του Αίγισθου επιτρέπει να εικάσουμε ότι πρόκειται για μετάφραση των «καμόντων εἰδώλων» της οδυσσειακής «Νέκυιας», όπου οι νεκροί βιάζονται να πιουν αίμα για να συνομιλήσουν με τον Οδυσσέα. Στην έξοδο του ποιήματος πρωταγωνιστεί ο Ηλίας. Η μορφή και η κίνησή του μέσα στον φασματικό χώρο και χρόνο θυμίζει τον Οιδίποδα. Το είδωλο του παλιού Θηβαίου βασιλιά δανείζει τον μύθο του στον Ηλία της λαχαναγοράς, μια νύχτα της σύγχρονης εμφυλιακής Αθήνας του 1944. Ο τίτλος του ποιήματος «Δεν είναι ο Οιδίποδας» ενισχύει μάλλον παρά αδυνατίζει τον συμφυρμό του τυφλού Ηλία με τον τυφλό Οιδίποδα, ενώ «τα παιδιά που τον ακλουθάνε στις μύτες των ποδιών» παράγουν και τα μυθολογικά τους είδωλα: της Αντιγόνης και της Ισμήνης. Με βάση τα παραπάνω, το κλειδί για την αποκρυπτογράφηση της σύγχρονης εμπερίας στον μύθο βρίσκεται στα μυθολογικά πρότυπα των Ατρειδών και των Λαβδακιδών. Η σύγχρονη εμφύλια διαμάχη συγχέεται με δύο μυθολογικά πρότυπα, τον Αίγισθο και τον Οιδίποδα. Τόσο ο Αίγισθος όσο και ο Οιδίποδας συνδηλώνουν τον εμφύλιο σπαραγμό. Η εμφύλια αλληλοσφαγή, επομένως, αποτελεί τον κοινό παρανομαστή τόσο του μυθολογικού όσο και του ιστορικού επιπέδου του ποιήματος. Το αποτέλεσμα είναι αφενός η απομυθοποίηση ή η εξοικείωση του μυθολογικού παραδείγματος και αφετέρου η μυθοποίηση της ζώσας ακόμη ιστορίας (Μαρωνίτης, 2009: 123-127). Έτσι, στο εφιαλτικό και παράλογο μεταπολεμικό τοπίο του ποιήματος, αρχαία σήματα και ονόματα μεταφέρονται στο κατοχικό και μετακατοχικό σφαγείο, μυθοποιούν και απομυθοποιούνται, καθώς συναθροίζονται με καθημερινούς ανθρώπους που έχουν ήδη πεθάνει ή σκοτωθεί, νεκρούς που έχουν αναληφθεί στους ουρανούς (Μαρωνίτης, 1980: 57-68). Το ποίημα έχει επιτάφιο χαρακτήρα, αποτελεί έναν επιτάφιο ύμνο. Ο τυφλός και νεκρός Ηλίας της λαχαναγοράς, που παίζει «την εξαντλητική θανάσιμη φλογέρα» και που θυμίζει τον τυφλό Οιδίποδα, συστήνει και ένα προσωπείο του ποιητή, τον οποίο οι δραματικές περιστάσεις υποχρεώνουν να γράψει μια ποίηση επιτάφια (Μαρωνίτης, 2009: 128).

Στοιχεία Έκδοσης:

  • Σαχτούρης, Μίλτος. 1948. Παραλογαίς. Αθήνα: Ιδιωτική έκδοση. Και στον συγκεντρωτικό τόμο: Μίλτος Σαχτούρης. 2014. Ποιήματα (1945-1998). Αθήνα: Κέδρος.

Βιβλιογραφία-Δικτυογραφία:

  • ΨΗΦΙΔΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. ΑΝΕΜΟΣΚΑΛΑ, Μίλτος Σαχτούρης.
  • Μαρωνίτης, Δ. Ν. 1980. «Άνθρωποι, ζώα και μηχανές: Ο μύθος της Πασιφάης». Στο Μίλτος Σαχτούρης. Άνθρωποι-Χρώματα-Ζώα-Μηχανές. Αθήνα: Γνώση. 57-68.
  • Μαρωνίτης, Δ. Ν. 2009. «Παραμορφώσεις του Οιδίποδα στη Νεοελληνική ποίηση». Στο Τάκης Σινόπουλος, Μίλτος Σαχτούρης. Μελετήματα. Αθήνα: Πατάκης. 117-137.
  • Beaton, Roderick. 1996. Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία. Αθήνα: Νεφέλη.