Εξώφυλλο

Αριάδνη

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας

της Δήμητρας Μήττα

ΝΥΜΦΕΣ

    Νύμφες, του μεγαλόκαρδου Ωκεανού κορίτσια, / που στα υγρά περάσματα, κάτω απ' της γης τα βάθη / την κατοικία έχετε κι όλο στριφογυρνάτε / κρύβοντας τα περάσματα, εσείς αγνές παρθένες, / που χαίρεστε μες στις σπηλιές και είστε η χαρά τους / και στις πηγές ανήκετε, πλανιέστε στον αέρα…» (Ορφ. Ύμν. LI)

    τὸ δένδρον ἴσα τῷ θεῷ σέβειν. (Παυσ., Κορινθ., ΙΙ, 2, 7)

     

    Οι Νύμφες ήταν θεότητες της βλάστησης που κατοικούσαν, όπως παραδίδεται στην Ιλιάδα, «στα όμορφα άλση και στις πηγές των ποταμών και στα χλοερά λιβάδια» στο βουνό Σίπυλο (μεταξύ Λυδίας και Φρυγίας), απ' όπου πηγάζει ο Αχελώος, γύρω από τον οποίο χορεύουν. Ανάλογα με τον τόπο διαμονής τους οι Νύμφες χωρίζονται σε κατηγορίες και ονομάζονται από αυτούς: Οι Μελιάδες (Θεογονία) των μελιών (δέντρων) (και Δρυάδες), κόρες του Ουρανού και όχι του Δία, είναι επομένως αρχαιότερες, γεννήθηκαν από το αίμα του Ουρανού που έσταξε στη γη, όταν ο Κρόνος του απέκοψε τα γεννητικά όργανα. Οι Νηρηίδες είναι οι Νύμφες των ήρεμων νερών της θάλασσας, οι Ναϊάδες ζουν στα νερά και τις πηγές, ενώ οι Ναϊάδες ενός ποταμού συχνά θεωρούνται κόρες του. Οι Ορεάδες ή Ορεστιάδες ζουν στα βουνά, οι Αλσηίδες στα δάση. Άλλες συνδέονται με ιδιαίτερους τόπους, όπως οι Αμαδρυάδες που γεννιούνται με το δέντρο που προστατεύουν και μοιράζονται τη μοίρα του, θεωρείται μάλιστα ότι πεθαίνουν με το δέντρο. Αυτή, για παράδειγμα, είναι η περίπτωση της Νύμφης Σαγαρίτιδας που παίζει ρόλο στην παραλλαγή του μύθου του Άττη που αναφέρει ο Οβίδιος (Fasti 4, 229 κ.ε.). Ο Άττης παραβίασε την υπόσχεση που έδωσε στην Κυβέλη να παραμείνει αγνός και ενώθηκε με τη Νύμφη Σαγαρίτιδα. Η θεά προκάλεσε τον θάνατο της Νύμφης ξεριζώνοντας το δέντρο, με τη ζωή του οποίου συνδεόταν η δική της η ζωή. Ο Άττης παραφρόνησε και ευνουχίστηκε. Άλλες πάλι φορές οι Αμαδρυάδες παρακαλούν ήρωες να σώσουν το δέντρο τους, ενώ κάποιες φορές τιμωρούν αυτόν που θα κόψει ένα δέντρο αγνοώντας τις παρακλήσεις τους. Αυτή είναι η περίπτωση της νύμφης ή βάκχης Αμβροσίας που της επιτέθηκε ο Λυκούργος με πέλεκυ, όταν εκείνη αρνήθηκε τις ερωτικές προτάσεις του. Η Γη τη μεταμόρφωσε σε κλήμα που στραγγάλισε τον επίδοξο βιαστή της. Το επεισόδιο παριστάνεται σε ψηφιδωτό στη Δήλο (166-100 π.Χ.).[21] (Εικ. 90, 91)

    Κατοικούν σε σπηλιές όπου κλώθουν, τραγουδούν και χορεύουν παρέα με τον Ερμή και τον Πάνα που έπαιζε τη σύριγγα. Ζουν πάρα πολύ χρόνο, αφού πίνουν αμβροσία, αλλά κάποια στιγμή πεθαίνουν, έχουν δηλαδή μια ιδιότυπη σχέση με την αθανασία, όπως και ο Διόνυσος, με τον οποίο σχετίζονται και για άλλους λόγους που θα δούμε παρακάτω. Η Μήδεια, ύστερα από παράκληση του θεού, τους έδωσε πίσω τη νιότη.

    Συχνά οι Νύμφες είναι ακόλουθες μιας μεγάλης θεότητας όπως η Άρτεμη, η οποία τριγυρίζει στα βουνά (Ταΰγετος, Ευρύμανθος) με τις ἀγρονόμους και παίζει μαζί τους, αυτή ομορφότερη από όλες τις Νύμφες[22]. Ωστόσο, αν και θεότητες έξω από την πόλη, οι Νύμφες δεν μοιράζονται την αγνότητα της Άρτεμης: οὔτε γάμος οὐδείς ἄνευ Νυμφών συντελεῖται (σχόλιο στον Πίνδαρο, Πύθια, 4, 106). Εξάλλου, η κρήνη αποτελεί το σημείο συνάντησης αγοριών και κοριτσιών, όταν βγαίνουν από τον κλειστό χώρο του σπιτιού, και ερωτικών περιπτύξεων. Συχνά ερωτεύονται θνητούς, κυρίως βοσκούς που βόσκουν στις όχθες των ποταμών, τους οποίους απαγάγουν και βιώνουν τον έρωτα μαζί τους μέσα σε σπηλιές. Νύμφες άρπαξαν τον σύντροφο του Ηρακλή Ύλα, που συμμετείχε στην Αργοναυτική εκστρατεία, όταν ο νέος βγήκε στο βουνό Αργανθώνιο της Μυσίας να πάρει νερό. (Εικ. 92, 93) Ο Ηρακλής υποψιάστηκε τους Μυσούς για απαγωγή, απαίτησε ομήρους και διέταξε να ψάξουν για τον νεαρό άνδρα. Σε ανάμνηση του γεγονότος οι κάτοικοι της Κίου (Προύσα) γιόρταζαν ετήσια μια γιορτή στην οποία αναζητούσαν τον Ύλα με ορειβασία και έξοδο από τις πόλεις, ἐπὶ τὰςἳλας, προς τα δάση δηλαδή. Οι ιερείς, σε πομπή, φώναζαν τρεις φορές το όνομά του. Το επεισόδιο της απαγωγής παριστάνεται σε τοιχογραφία από τα λουτρά του Γυμνασίου της Σαλαμίνας (ρωμαϊκή περίοδος).

    Συνηθισμένοι εραστές των Νυμφών είναι τα πνεύματα της φύσης, ο Παν[23], οι Σάτυροι, ο Πρίαπος κ.ά., ποτάμιοι θεοί (Κηφισός) αλλά και ολύμπιοι θεοί, όπως ο Δίας, ο Διόνυσος, ο Απόλλων, ο Ερμής κ.ά., από τους οποίους γεννούν γενναίους γιους, αλλά θνητούς, κυρίως μάντεις (Τειρεσίας, Τήνερος -από τον Απόλλωνα και τη νύμφη Μελία), σοφούς (Επιμενίδης), γιατρούς (Ασκληπιός), γενάρχες (Αιακός· στη γενιά των Αιακιδών ανήκουν ονομαστοί ήρωες, όπως ο Πηλέας, ο Τελαμώνας, ο Αχιλλέας, ο Αίαντας, ο Νεοπτόλεμος), όμορφους νέους (Νάρκισσος, μητέρα η νύμφη Λειριόπη), θεές και βασιλοπούλες (Πασιφάη, κόρη του Ήλιου και της νύμφης Κρήτη).

    Πέρα όμως από το να ερωτεύονται, είναι επιδεκτικές και σε αποπλανήσεις, κυρίως από τους θεούς. Ο Δίας, για παράδειγμα, πήρε τη μορφή της Άρτεμης, ή, σύμφωνα με άλλες εκδοχές του Απόλλωνα, για να ενωθεί με τη νύμφη Καλλιστώ, ακόλουθο της Άρτεμης. Η εγκυμοσύνη της αποκαλύφθηκε, όταν η θεά με τις συντρόφισσές της αποφάσισαν να λουστούν σε μια πηγή στο όρος Μαίναλον[24]. Η Άρτεμη τη μετέτρεψε σε αρκούδα ή τη σκότωσε με βέλος για την απώλεια της παρθενίας της.[25] Άλλοτε πάλι κυνηγά τη νύμφη Αίγινα, από την ένωση με την οποία γεννήθηκε ο Αιακός.[26] (Εικ. 94, 95, 96, 97) Αλλά και η Δάφνη, κόρη του Πηνειού ποταμού ή του ποταμού Λάδωνα και της Γης ή του βασιλιά Αμύκλα, κυνηγημένη από τον Απόλλωνα, έτρεχε ως τη στιγμή που, καθώς θα την έπιανε, ζήτησε από τον πατέρα της να τη μεταμορφώσει. (Εικ. 85, 86, 87, 88, 89) Έγινε δάφνη, το αγαπημένο φυτό του θεού. Το συγκεκριμένο επεισόδιο πιθανόν απεικονίζεται σε ερυθρόμορφη υδρία του ζωγράφου του Coghill, 450-440 π.Χ.[27] Εκτός από τις δύο κεντρικές φιγούρες που παριστάνονται σε έντονη κίνηση, εμφανίζεται στην άκρη και ο Ερμής που έφερε στον τόπο τον Απόλλωνα με το φτερωτό του άρμα και τώρα φεύγει. Γενικά, το θέμα του ερωτευμένου θεού που κυνηγάει την αγαπημένη του είναι συχνό στην πρώιμη κλασική αγγειογραφία.

    Οι Νύμφες ονομάζονταν και κουροτρόφοι, γιατί είχαν αναλάβει την ανατροφή ηρώων και θεών. Δίας, Ποσειδών, Διόνυσος διασώζονται και τρέφονται από τις Νύμφες, ενώ σε αυτές δίνει τον γιο της Αγχίση η Αφροδίτη από τον Αινεία. Παραδίδεται ότι Νύμφες ανέθρεψαν ακόμη την Ήρα και την Περσεφόνη μέσα σε μια σπηλιά, τον Ερμή και τον Πάνα. Εξάλλου, η πρώτη τη τάξη νύμφη, η Άρτεμη, φρόντιζε την ευτοκία των ζώων και τα νεογνά. Στη Φιγάλεια μάλιστα τη λάτρευαν με το όνομα Ευρυνόμη· εκεί άνοιγαν το ιερό της μια φορά τον χρόνο, την ημέρα της γιορτής της, όπου υπήρχε και το άγαλμά της, που την παρίστανε μισή γυναίκα και μισή ψάρι.

    Αντίστοιχα, οι Ιωνίδες ή Ιωνιάδες νύμφες της Ολυμπίας λατρεύονταν ως θεραπευτικές των ζώων, μία μάλιστα από αυτές έφερε το χαρακτηριστικό όνομα Ίασις, ενώ οι Επιμηλίδες νύμφες ήταν προστάτιδες των προβάτων και των κοπαδιών (μῆλα=πρόβατα).[28]

    Οι Νύμφες ανήκουν στον θίασο του Διόνυσου από τότε που τον έσωσαν -είναι δηλαδή Βάκχες και Μαινάδες- αλλά συνδέονται και με τον Απόλλωνα που προσδιορίζεται και με το επίθετο νυμφηγέτης (Εικ. 98, 99). Εξάλλου, οι πιστοί των Νυμφών, που σε κατάσταση έκστασης παίρνουν τα βουνά και κρύβονται σε απόμακρες σπηλιές, ονομάζονται νυμφόληπτοι και φοιβόληπτοι. Τόσο λοιπόν από την πλευρά του Απόλλωνα όσο, περισσότερο, του Διόνυσου συνδέονται με καταστάσεις έκστασης και μανίας, μέσα από την οποία επιτυγχάνουν τον «γάμο» με τον θεό που ακολουθούν.

    Επίσης, οι Νύμφες μπορεί να είναι ακόλουθες μιας άλλης, ανώτερης στην τάξη Νύμφης όπως είναι η Καλυψώ ή η Κίρκη. Ο Οδυσσέας γνωρίζει και τις δύο, ενώ στο νησί του Ήλιου είχαν δει σε σπηλιά τα καθίσματα και τις πίστες όπου χόρευαν οι Νύμφες. Στην Ιθάκη οι Νύμφες λατρεύονταν με σεβασμό. Κοντά στο λιμάνι του Φόρκυνα υπήρχε ιερό σπήλαιο Νυμφών Ναϊάδων, με τεράστια πέτρινα αργαλειά για να υφαίνουν. Οι ντόπιοι τις τιμούσαν με εκατόμβες, και σε αυτές προσευχήθηκε ο Οδυσσέας όταν έφτασε στο νησί (ν 115-125, 391-396). Κοντά στην πόλη της Ιθάκης υπήρχε κρήνη με βωμό για τις Κρηναίες Νύμφες. Σε αυτές προσευχήθηκε ο Εύμαιος για την επιστροφή του Οδυσσέα και στο δείπνο στη στάνη του ξεχώρισε μια μερίδα για τις Νύμφες και τον Ερμή, τον γιο της Νύμφης Μαίας (ξ 434-438).

     

    Οι Νύμφες θεωρούνται δευτερεύουσες θεότητες. Είναι όμως; Στην ομηρική ποίηση είναι κόρες του Δία, εμφανίζονται όμως να αναθρέφουν τον Δία μαζί με τους Κύρβαντες (Καλλίμαχος) ή τον Ποσειδώνα μαζί με τους Τελχίνες. Τα σπήλαια όπου κατοικούν τις συνδέουν με τα παλαιότερα στρώματα της θρησκείας -τα γνωστότερα σπήλαια με λατρεία των Νυμφών βρίσκονται στη Βάρη της Αττικής, στην Ακρόπολη της Αθήνας, στον Παρνασσό, τη Ρόδο, ενώ πρόσφατα εντοπίστηκε λατρεία των Νυμφών και σε σπήλαιο της Αστυπάλαιας (σπηλιά του «Νέγρου»). Η σύνδεσή τους με τους Κύρβαντες, δηλαδή τους Κουρήτες Κορύβαντες τις δένουν με μυστηριακές λατρείες στην Κρήτη και στη Σαμοθράκη. Στον Όμηρο ονομάζονται Κοῦραι και λογαριάζονται για το θηλυκό των Κουρήτων. Οι Κούραι-Νύμφαι συνοδεύουν την Περσεφόνη, οι Κούρητες συνοδεύουν τον Κούρο-Δία. Εξάλλου, ως κουροτρόφοι συνδέονται με τελετές μύησης και επισφράγιζαν την είσοδο των νέων στην ώριμη ηλικία. Οι νέοι συνήθιζαν τότε να κόβουν τα μαλλιά τους, προσφορά στις Νύμφες: τὰς γὰρ πρώτας κόμας τοῖς ποταμοῖς οἱ ἀρχαῖοι ἀπεκείραντο σύμβολον τοῦ ἐξ ὕδατος εἷναι πάντων τὴν αὒξησιν (σχόλιο στα Πύθια 4, 145 του Πινδάρου). Το έργο τους ως κουροτρόφων φανερώνουν το όνομα αρκετών Ωκεανίδων: Πολυδώρη, Ευδώρη, Μήτις, Τύχη (δίνουν, αντίστοιχα, εξυπνάδα και καλοτυχία στους νέους), Πειθώ (ομορφιά και θελκτικότητα -η Πειθώ στόλισε την Πανδώρα), Αδμήτη (αδάμαστη, ανύπαντρη κοπέλα).

    Οι Νύμφες ήταν θεότητες της βλάστησης, για την οποία το υγρό στοιχείο έχει ιδιαίτερη σημασία, ευεργετική όταν είναι ελεγχόμενο, καταστρεπτική στην αντίθετη περίπτωση -γι' αυτό και ομώνυμες νύμφες μεγάλου αριθμού πόλεων, σε όλες τις περιοχές του ελληνικού κόσμου, εμφανίζονται στα νομίσματά τους και συνδυάζονται με ποικίλα σύμβολα στην άλλη όψη, όπως λ.χ. η νύμφη Αρέθουσα στα νομίσματα της Σικελίας. Αυτό το στοιχείο προβάλλει η γενεαλογία που τις θέλει κόρες του Ωκεανού, ή του Αχελώου και άλλων ποταμών, η ιδιότυπη αθανασία τους αλλά και η εικονογραφία στον ρόλο τους ως κουροτρόφων, που σημαίνει φυλάκων της ζωής, εγγυητών της συνέχειάς της μέσα σε ένα περιβάλλον πλούσιο σε βλάστηση. Για παράδειγμα, σε απουλικό κρατήρα με ελικωτές λαβές του ζωγράφου του Λυκούργου, γύρω στα μέσα του 4ου αι. π.Χ.,[29] οι Εσπερίδες Νύμφες παριστάνονται σε παραδεισένιο κήπο με πλούσια βλάστηση και άφθονα νερά να τριγυρίζουν το δέντρο που χάρισε η Γη στον Δία και την Ήρα για τους γάμους τους. Κάποιες κουβαλούν νερό, μια συζητά με τον Έρωτα, ενώ μια άλλη τείνει τροφή στον κουλουριασμένο γύρω από το δέντρο δράκοντα, φύλακα του δέντρου. Σε άλλη παράσταση σε ερυθρόμορφη υδρία του ζωγράφου του Μειδία, 410 π.Χ.,[30] αναγράφονται και τα ονόματα τριών από αυτές τους -Λιπάρα, Χρυσόθεμη, Αστερόπη, ενώ το όνομα μιας άλλης, της Εσπερέθουσας υποδεικνύει ως τόπο του κήπου την Ήλιδα, όπου βρίσκεται η γνωστή πηγή Αρέθουσα. Το κυνήγι της Νύμφης από τον Αλφειό προς τη Δύση τη μετονόμασε σε Εσπερέθουσα, δηλαδή Αρέθουσα της Δύσης. Τι όμως φανερώνει αυτή η σύνδεση των Νυμφών Εσπερίδων με την αναζήτηση των μήλων αλλά και με την εγκατάστασή τους σε κήπους; Γνωρίζουμε καλά ότι, όταν μιλούμε για τους κήπους της Αφροδίτης, εννοείται ο γυναικείος κόλπος και η ερωτική ένωση. Έπειτα, το μήλο είναι συνδεδεμένο με την ερωτική ένωση, λ.χ. της Αταλάντης με τον Ιππομένη (ή τον Μελανίωνα), ή του Πάρη και της Ελένης. Από την άλλη, το φίδι ήδη από τη μινωική εποχή είναι νεκρικό σημείο. Όμως ο Πλούτων είναι και πλουτοδότης. Η γονιμότητα έχει τις ρίζες της βαθιά μέσα στη γη, που δέχεται σώματα νεκρά.

    Θα παραμείνουμε όμως για λίγο στη σχέση των Νυμφών με τα δέντρα.

    Ήδη αναφέραμε ότι οι Μελιάδες και οι Δρυάδες ήταν νύμφες των δέντρων, ότι οι Ορεάδες ή Ορεστιάδες ζούσαν στα βουνά και οι Αλσηίδες στα δάση. Οι Αμαδρυάδες γεννιούνται με το δέντρο που προστατεύουν και μοιράζονται τη μοίρα του, θεωρείται μάλιστα ότι πεθαίνουν με το δέντρο. Παρακαλούν ήρωες να σώσουν το δέντρο τους και κάποιες φορές τιμωρούν αυτόν που θα κόψει ένα δέντρο αγνοώντας τις παρακλήσεις τους. Η σχέση όμως των Νυμφών με τα δέντρα παραπέμπει στον έντονο συμβολισμό του μοτίβου του δέντρου, τόσο στους αιγαιακούς πολιτισμούς όσο και, νωρίτερα, στους μόνιμα εγκατεστημένους λαούς της Μεσοποταμίας, που υπερβαίνει τα όρια της τοπιογραφίας -εξάλλου η τοπιογραφία είναι επίτευγμα των πρώτων αυτοκρατορικών χρόνων της και συνδέεται με τη διακοσμητική διάθεση των πλούσιων Ρωμαίων[31]. Η αρχαιολόγος Ν. Κούρου επισημαίνει ότι οι απαρχές του συμβολισμού του δέντρου και η σύνδεσή του με θρησκευτικές τελετουργίες εντοπίζονται στο μεταβατικό στάδιο από την οικονομία του κυνηγιού στην οικονομία της γεωργίας, την περίοδο δηλαδή «της συλλεκτικής οικονομίας και της τροφοσυλλογής από τα δέντρα και τα άγρια φυτά», οπότε η ανάπτυξη του δέντρου και η ωρίμανση των καρπών του συσχετίζεται με τις εναλλαγές των εποχών, και ταυτίζεται τελικά με το σύνολο της φύσης και τον κύκλο της ζωής -γι' αυτό και αργότερα το ιερό δέντρο πλαισιώνεται από κοσμογονικά σύμβολα (ήλιος, σελήνη) και τυποποιείται εικαστικά[32]. Το μοτίβο του δέντρου εμφανίστηκε νωρίς στη μινωική κεραμική και σε χρυσά σφραγιστικά δαχτυλίδια, άλλοτε ίσως για να τονίσουν τον αγροτικό χαρακτήρα της κοινωνίας των Μινωιτών (καμαραϊκά αγγεία), άλλοτε με τον ιδιαίτερο συμβολισμό του κύκλου της ζωής (μικρογλυφία). Η Μεγάλη Θεά, της οποίας η ταύτιση με τη φύση υποβάλλεται στην κρητομυκηναϊκή τέχνη με ποικίλους τρόπους, εμφανίζεται κάτω από το δέντρο να δέχεται προσφορές υποδεικνύοντας σκηνές υπαίθριας λατρείας, ή λατρευτής φέρνει σφάγιο στο ιερό δέντρο, μπροστά από το οποίο έχει τοποθετηθεί κινητός τραπεζιόσχημος βωμός· άλλοτε πάλι το δέντρο, στημένο σε βωμό, μεταφέρεται με πλοίο, ή πλαισιώνεται από δύο αντωπά ζώα. Η επίκληση της θεότητας γίνεται με το άγγιγμα ή το σείσιμο των κλαδιών του δέντρου. (Εικ. 100, 101, 102, 103, 104, 105, 106)

    Η λατρεία της φύσης διατηρήθηκε, ακόμη κι όταν η Μεγάλη Μητέρα Θεά παραγκωνίσθηκε από τον πολυθεϊσμό της Μυκηναϊκής εποχής που παγιώθηκε αργότερα στο ολυμπιακό δωδεκάθεο. Στην ανεικονική τέχνη των Σκοτεινών Αιώνων επιβιώνει το μοτίβο του δέντρου, όπως και στον εικονογραφικό ρυθμό που ακολουθεί από το τέλος του 8ου αι. π.Χ., κατά την ανατολίζουσα περίοδο αλλά και στο ολυμπιακό δωδεκάθεο με τον θεό «δενδρίτη» και τον Διόνυσο, την Αθηνά και το ιερό της δέντρο, την ελιά.[33] Ακόμη και στην ίδια την Κρήτη, σε στατήρα από τη Γόρτυνα του 4ου αι. π.Χ. (Λονδίνο, Βρετανικό Μουσείο), η Ευρώπη, κόρη του Φοίνικα (άλλη από την Ωκεανίδα Ευρώπη), εικονίζεται καθισμένη πάνω σε δέντρο και όχι πάνω στον ταύρο. Εξάλλου, οι μύθοι παραδίδουν ότι η Ευρώπη μετά τον θάνατό της λατρεύτηκε με το όνομα Ελλωτίς ή Ελλωτία και ότι στα Ελλώτια, γιορτή χαράς για την ανάσταση της φύσης, έπλεκαν στεφάνια γύρω από τους μηρούς του αγάλματός της.

    Η σημασία του δέντρου διατηρήθηκε και σε διάφορα μαντεία, όπως στη Δωδώνη με τη δρυ ή στους Δελφούς και στα Δίδυμα της Μιλήτου με τη δάφνη του Απόλλωνα, και είναι πολύ πιθανό ότι εκφράζουν ένα παλαιότατο λατρευτικό στάδιο, του οποίου παρέμειναν φορείς.

     

    Το συμπέρασμα ότι οι Νύμφες είναι συνυφασμένες με τον κύκλο της ζωής, δηλαδή και με τον θάνατο, έρχονται να το στηρίξουν και άλλες παραστάσεις στα έργα των τεχνών που τις δείχνουν να διαφυλάττουν τη ζωή βρεφών που κινδυνεύουν αλλά και να παρευρίσκονται σε τελετουργικά θανάτου.

     

    21 Για το ψηφιδωτό βλ. Bruneau - Vatin 1966, σ. 391-427, ή ηλεκτρονικά: http://www.persee.fr/web/revues/home/prescript/article/bch_0007-4217_1966_num_90_2_4942.

    22 Στην υπηρεσία της Άρτεμης έθεσε ο Δίας είκοσι Νύμφες από την Αμνισό και εξήντα Ωκεανίδες (Καλλ., Ύμνος ΙΙΙ, 1 κ.ε. Απολλ. Ρ. ΙΙΙ, 883. Στέφ. Β., λ. «Αμνισός»).

    23 Στο ιερό του Πάνα στη Λυκόσουρα έκαιγε μια φωτιά που δεν έσβηνε ποτέ και οι χρησμοί του αρχικά εξηγούνταν από τη Νύμφη Ερατώ (Παυσ. 8.37.11).

    24 Απολλ. ΙΙΙ, 8.2. Οβ., Μεταμ. ΙΙ, 442, 496 κ.ε. Νόννος ΙΙ, 121. Υγ., Ποιητική Αστρονομία ΙΙ, 1.

    25 Το θέμα αξιοποίησε αρκούντως η αναγεννησιακή τέχνη αλλά για λόγους που αφορούσαν την ιδεολογία της εποχής.

    26 Βλ. και την ερυθρόμορφη υδρία του ζωγράφου του Βερολίνου, 490 π.Χ. (Παρίσι, Εθνική Βιβλιοθήκη, 439).

    27 Λονδίνο, Βρετανικό Μουσείο, Ε 170. Οβ., Μετ. Ι, 452 κ.ε. Υγ., Μύθοι 203. Παυσ. 8.20.

    28 Τσακνάκης 2002, σ. 90.

    29 Ruvo, Museo Jatta, J 1097.

    30 Λονδίνο, Βρετανικό Μουσείο, Ε 224.

    31 Για τις παραστάσεις κήπων και παραδείσιων τοπίων σε πλούσιες ρωμαϊκές οικίες βλ. Macdougall - Jasheshi 1981 και Michel 1980, σ. 373-404.

    32 Κούρου 1998, σ. 29-39, όπου και πλούσια βιβλιογραφία για το θέμα του ιερού δέντρου, του δέντρου της ζωής ή της γνώσης στην τέχνη των λαών της ανατολικής Μεσογείου· εδώ σ. 29, 30.

    33 Κούρου 1998. Η συγγραφέας παραθέτει έργα των τεχνών μέχρι τον 2ο αι. μ.Χ., αποδεικνύοντας τη συνεχή παρουσία του δέντρου και του συμβολισμού του.